Η ευπαθής ελληνική οικονομία ψάχνει αντισηπτικό

Με περιορισμένες τις αντιστάσεις της ύστερα από δέκα χρόνια κρίσης και ενώ έχει ήδη χάσει το 25% του ΑΕΠ

Οι συνέπειες από την εξάπλωση του κορονοϊού στην ελληνική οικονομία μοιάζουν πάρα πολύ με τις συνέπειες που έχει ο ιός στον ανθρώπινο οργανισμό.

Αρκετοί είναι αυτοί που θα νοσήσουν. Λίγοι όσοι θα εξελιχθούν σε βαριά περιστατικά και ακόμη λιγότεροι όσοι δυστυχώς θα πεθάνουν. Ο ιός πλήττει κυρίως αυτούς που ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες. Αν λοιπόν επιχειρούσαμε να κατατάξουμε την ελληνική οικονομία σε μια κατηγορία ασθενών έπειτα από μια δεκαετή κρίση, θα ήταν η χαρακτηριστική περίπτωση ασθενή που κινδυνεύει να νοσήσει πολύ βαριά. Ολα αυτά με την ελπίδα ότι θα αντιμετωπιστούν τα συμπτώματα και τελικά δεν θα επέλθει το μοιραίο.

Δεν έχει αναρρώσει

Επιμένοντας σε έναν ίσως λίγο παράδοξο παραλληλισμό, η λύση για όσους νοσήσουν είναι να χορηγηθεί η σωστή φαρμακευτική αγωγή προκειμένου να αντιμετωπιστεί με επιτυχία ο ιός. Το ίδιο συμβαίνει και με τις οικονομίες. Ολοι προσπαθούν

Το πιο θετικό σενάριο για την Ελλάδα είναι οι απώλειες στους ρυθμούς ανάπτυξής της να φτάσουν το 1% και το πιο αρνητικό να βιώσει νέα ύφεση

να βρουν την κατάλληλη συνταγή αντιμετώπισης της εξάπλωσης του ιού στη οικονομία. Το ίδιο και στην Ελλάδα. Η σημαντική διαφορά είναι ότι η ελληνική οικονομία δεν έχει αναρρώσει ακόμη από την προηγούμενη βαριά κρίση που πέρασε.

Μπορεί η παρομοίωση της οικονομίας με ασθενή να παραπέμπει σε αλήστου μνήμης εποχές, ωστόσο η συγκυρία είναι τέτοια που επιτρέπει σε κάποιον να συγκρίνει τις συνέπειες του ιού στους ασθενείς με τις συνέπειές του στην οικονομία.

Με δεδομένο ότι η χώρα βγαίνει από δεκαετή κρίση έχοντας απωλέσει το 25% του ΑΕΠ της και καταγράφοντας μόλις τους τελευταίους μήνες και πάλι θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι αντιστάσεις που μπορεί να έχει είναι περιορισμένες. Οι συντονισμένες δράσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες από τον ιό θεωρούνται αναγκαίες. Αναγκαία θεωρείται και η ταχύτητα στη λήψη και την εφαρμογή των αποφάσεων, όπως και η συμμόρφωση φορέων και επιχειρήσεων σε αυτές.

Η μεγάλη δυσκολία στον συγκεκριμένο γρίφο τον οποίο καλείται να λύσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είναι το γεγονός ότι στην παρούσα φάση είναι ιδιαίτερα δύσκολο να υπολογιστούν η διάρκεια εξάπλωσης του ιού και το μέγεθος της ζημιάς που θα προκαλέσει στην οικονομία. Το θετικότερο σενάριο αυτή την εποχή είναι ότι οι απώλειες στον ρυθμό ανάπτυξης θα φτάσουν το 1% του ΑΕΠ. Τα πιο αρνητικό είναι ότι η οικονομία θα περάσει και πάλι σε ύφεση. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση προκειμένου να παρεμβαίνει ανάλογα με τις εξελίξεις.

Ειδικά για την Ελλάδα το μέγεθος της ζημιάς έχει διπλή σημασία: όπως και στις υπόλοιπες οικονομίες οι οποίες πλήττονται, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το μέγεθος της ζημιάς. Αυτό σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος και για το μέγεθος του πακέτου μέτρων τα οποία πρέπει να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα.

Στην Ελλάδα όμως το μέγεθος της ζημιάς δεν θα κρίνει μόνο το πακέτο των μέτρων στήριξης αλλά και τους νέους στόχους του προγράμματος. Αυτό θα συμβεί επειδή οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης προχώρησαν σε έναν ιδιότυπο συμβιβασμό για να μην «ερεθίσουν» τους «σκληροπυρηνικούς». Στο ελληνικό αίτημα προκειμένου η Ελλάδα να μην εξαιρεθεί από τις αποφάσεις για τη δημοσιονομική ευελιξία οι Ευρωπαίοι απάντησαν «ναι μεν, αλλά…».

Υποσχέθηκαν ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2020 θα μειωθεί, αποφεύγοντας ωστόσο να ορίσουν από τώρα τον νέο στόχο. Αρκέστηκαν απλώς να πουν ότι θα περιμένουν πρώτα να υπάρχει πλήρης εικόνα της ζημιάς που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία και μετά θα οριστικοποιηθεί ο νέος στόχος. Αυτό σημαίνει ότι θα οριστικοποιηθεί στο μέλλον ο επιτρεπόμενος δημοσιονομικός χώρος ώστε η κυβέρνηση να μη μετρήσει στον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος τις τωρινές δαπάνες.

Το καλό και το κακό σενάριο

Στο καλό σενάριο οι Ευρωπαίοι δεν θα επιδείξουν δημοσιονομική εμμονή όσον αφορά την τήρηση των στόχων του ελληνικού προγράμματος, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να αποτινάξει από πάνω της τον βραχνά για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Στο κακό σενάριο οι θεσμοί θα δουν τη νέα κρίση ως ευκαιρία επιβολής μέτρων λιτότητας, στενεύοντας τα δημοσιονομικά περιθώρια που θα έχει για να κινηθεί η κυβέρνηση. Αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι η απαίτηση εφαρμογής νέων παρεμβάσεων προκειμένου να μην εκτροχιαστούν τα δημόσια οικονομικά.

Πρώτη εικόνα για τις προθέσεις των Ευρωπαίων θα έχουμε προς το τέλος Απριλίου. Η διαδικασία που συμφώνησαν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης του Eurogroup την περασμένη Δευτέρα προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη θα υποβάλουν τα αιτήματά τους στην Κομισιόν τον Απρίλιο. Αυτά θα πρέπει να είναι στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής σταθερότητας, ώστε στη συνέχεια η επιτροπή να προχωρήσει σε προκαταρκτική αξιολόγηση των αιτήσεων.