Ο βανδαλισμός των έργων του Χριστόφορου Κατσαδιώτη στην Εθνική Πινακοθήκη από τον βουλευτή της Νίκης Νίκο Παπαδόπουλο έχει ξανανοίξει τη μεγάλη συζήτηση σχετικά με τον ορισμό της τέχνης και τη λογοκρισία. Πάμε δηλαδή πάλι από την αρχή, πίσω στα βασικά. Προφανώς όμως η εποχή μας χρειάζεται αυτήν τη συζήτηση, όπως άλλωστε χρειάζεται και τα έργα του Κατσαδιώτη. Τέχνη δεν είναι μόνο ό,τι αρέσει στο μάτι μας. Είναι και ό,τι το ενοχλεί. Πρωτίστως είναι ό,τι το ενοχλεί και το ξεβολεύει και εντέλει το αναγκάζει να δει από άλλη πλευρά αυτό που μέχρι τώρα θεωρούσε δεδομένο. Στις συζητήσεις των ημερών δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν στα σοβαρά ότι τα έργα του Κατσαδιώτη προσβάλλουν την πίστη τους. Και δεν αναρωτιούνται πώς προκύπτει κάτι τέτοιο. Πώς είναι δυνατόν να προσβάλλει την πίστη κάποιου κάτι που ανήκει στη σφαίρα της τέχνης; Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους, ο ένας εκ των οποίων απλώς χρησιμεύει ως αναφορά στον άλλο. Αλλωστε ο Κατσαδιώτης εξέθεσε τα έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη, όχι στη Μητρόπολη Αθηνών. Δεν είναι αγιογράφος, είναι κοσμικός καλλιτέχνης. Τα πρόσφατα γεγονότα ωστόσο ρίχνουν φως σε μια σκληρή αλήθεια. Οτι εν έτει 2025 υπάρχει πολύς κόσμος που έχει την αίσθηση πως όταν δεν του αρέσει μια φωνή έχει δικαίωμα να την κάνει να σωπάσει. Είναι μεγάλο κέρδος για την τέχνη όταν μπορεί να προκαλεί σκέψεις, ακόμη και αντιπαραθέσεις. Υπό αυτή την έννοια, τα έργα του Κατσαδιώτη εκπλήρωσαν τον στόχο. Μας έκαναν να ξανασκεφτούμε τα δικά μας όρια, όχι της τέχνης. Σε μια κοινωνία που έχει συνηθίσει να προσβάλλεται έτσι γενικώς και αορίστως επειδή της θίγουν τα ιερά και τα όσια –την ίδια στιγμή που της έχουν καταστρατηγήσει βασικά ανθρώπινα δικαιώματα– οφείλουμε να διασφαλίσουμε ότι οποιαδήποτε φωνή αμφισβητεί το κυρίαρχο αφήγημα θα συνεχίσει να ακούγεται.
Η Εθνική Πινακοθήκη, τα ιερά και τα όσια
