Η Ελλάδα μπροστά σε κρίσιμα προβλήματα

Δεν είναι εύκολα τα πράγματα για τη χώρα. Μπορεί να νιώθουμε μια δικαιολογημένη ευφορία επειδή η Ελλάδα αποτελεί πια παγκόσμιο πρότυπο για την αποτελεσματική υγειονομική αντιμετώπιση της πρώτης φάσης της πανδημίας, αλλά μπροστά μας έχουμε πραγματικό ανήφορο.

Πρώτον, έχουμε τον κίνδυνο να ζήσουμε μια έξαρση της διάδοσης του κορονοϊού, όπως τονίζει ο ΠΟΥ, ή ένα δεύτερο κύμα, κάτι που σημαίνει συνεχή προσοχή, σεβασμό σε γνωστούς πια κανόνες και διαρκή προσπάθεια εκσυγχρονισμού/βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας από το ΕΣΥ. Ενα δεύτερο κύμα, είτε αντιμετωπιστεί με lockdown είτε με πιο στοχευμένες κινήσεις, θα είχε τραγικά αποτελέσματα στην οικονομία μας.

Μπροστά μας όμως έχουμε και μια συνεχή επιθετικότητα από την πλευρά της Τουρκίας. Μπορεί η φημολογία για κατάληψη ελληνικών εδαφών να αποδείχτηκε fake news, ο αναθεωρητισμός όμως της Τουρκίας είναι διαχρονικός και τώρα πια έχει μετεξελιχθεί σε ανοικτή επιθετικότητα, στην οποία προχωρεί είτε με κινήσεις στον Εβρο είτε με ανάδειξη διεκδικήσεων με συνεχείς παραβιάσεις από τουρκικά αεροπλάνα είτε με απειλές. Η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε συνεχή ετοιμότητα και κανείς δεν μπορεί να ορκιστεί ότι δεν θα βρεθούμε μπροστά και σε πιο σοβαρά επεισόδια απ’ αυτά που ζήσαμε τον περασμένο Φεβρουάριο.

Ωστόσο αναδεικνύεται όλο και πιο γρήγορα και έντονα το κύμα της οικονομικής κρίσης, που θα πλήξει την παγκόσμια οικονομία αλλά με ιδιαίτερο τρόπο την ελληνική. Ας μην ξεχνάμε ότι περάσαμε μια εξαιρετικά δύσκολη δεκαετία για το μέσο νοικοκυριό και ότι η κοινωνία μας εξαντλήθηκε. Σύμφωνα με τις διεθνείς προβλέψεις, η ύφεση μπορεί να φτάσει το 10% και να ζήσουμε κατάρρευση επιχειρήσεων και έξαρση της ανεργίας. Η πρόταση της Κομισιόν να ρίξει 750 δισ. ευρώ δείχνει την έκταση και το βάθος της κρίσης, αλλά δίνει ταυτόχρονα και ελπίδα. 

Αυτά όμως δεν γίνονται από μόνα τους. Χρειάζονται μέτρα με μεγαλύτερη ταχύτητα, κοινωνικό εύρος και ιδιαίτερο βάρος ώστε να αποφύγουμε να ζήσουμε μια κατάρρευση εσόδων από τον τουρισμό, πιο σωστά στοχευμένες κινήσεις στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων, ριζική αλλαγή της στάσης των τραπεζών που κάνουν τη ζωή δύσκολη σε μικρές επιχειρήσεις ακόμη και για ένα δάνειο για κεφάλαιο κίνησης 20.000 ευρώ. Χρειάζεται κυρίως να δούμε από την αρχή ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που τόσο έχει ανάγκη η χώρα μας, αφήνοντας πίσω τις παθογένειες του παρελθόντος.

Τα παραπάνω μείζονα μέτωπα μαζί με σειρά αλλαγών σε μια σειρά από θέματα απαιτούν άλλα αντανακλαστικά από όλα τα κόμματα. Το Κίνημα Αλλαγής έδωσε δείγματα γραφής σε όλη τη διάρκεια αντιμετώπισης της πανδημίας. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους δύο «μονομάχους». Από τη μια η κυβέρνηση δείχνει να αρέσκεται να προχωρεί μόνη, χωρίς να δείχνει ότι επιδιώκει τον διάλογο μέσα από τον οποίο να υιοθετεί προτάσεις της αντιπολίτευσης. 

Νομοθετεί συχνά αποσπασματικά και με διάλογο στο πόδι, όπως για την παιδεία, για θέματα της Δικαιοσύνης κ.ά. Προχωράει με μια αυταρέσκεια που θα τη βρει μπροστά της. Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να αδυνατεί να αλλάξει, δεν έχει βγάλει τα απαραίτητα συμπεράσματα από τις αλλεπάλληλες ήττες που υπέστη, έχει συνεχή ροπή προς τον λαϊκισμό και τα εύκολα, μεγάλα λόγια άνευ ουσίας και στοιχειοθέτησης.

Τα προβλήματα είναι μεγάλα και υπαρξιακά για τη χώρα. Η κοινωνία, η οικονομία, οι πολίτες κινδυνεύουν να ζήσουν επώδυνες καταστάσεις. Το Κίνημα Αλλαγής κάνει ό,τι μπορεί για να γίνει συνείδηση ότι χρειάζονται γενναίες αποφάσεις και πριν απ’ όλα άλλες πολιτικές συμπεριφορές. Δυστυχώς, όπως μέχρι στιγμής φαίνεται, τελευταίο φεύγει το χούι.

Η ζωή θα δείξει. Ας έχουμε πάντως σαφές ότι το επόμενο διάστημα θα κριθούν το μέλλον της χώρας και η ζωή των πολιτών. Εκεί κρίνεται και η ευθύνη όλων μας.

Η Νάντια Γιαννακοπούλου είναι βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Β2΄ Δυτικού Τομέα Αθηνών