Η δυστοπία στην Πάτρα και η ελπίδα στο Μπραχάμι

Ο θάνατος των τριών παιδιών στην Πάτρα δεν χωνεύεται µε τίποτε. Και επειδή µια τέτοια τραγωδία δεν τη χωρά ο νους του ανθρώπου, ειδικά όταν πληθαίνουν οι αποχρώσες ενδείξεις ενοχής για τη µητέρα τους, είναι λογικό να παρακολουθούµε οι πάντες την υπόθεση κυριολεκτικά ανατριχιάζοντας.

Αυτή η ανατριχίλα όµως, που όλο και περιορίζει τη µικρή ελπίδα που είχαµε σε µια γωνιά του µυαλού µας µήπως τα πράγµατα δεν είναι όπως δείχνουν και µήπως δεν έγιναν όλα όπως φοβόµασταν, δεν εξηγεί επ’ ουδενί την εµφάνιση του όχλου έξω από το σπίτι της Ρούλας Πισπιρίγκου.

Γιατί η στάση όσων παρευρέθηκαν µε τα κινητά, τα οποία κράδαιναν σαν πυρσούς στα σκοτάδια του Μεσαίωνα για να απαθανατίσουν τη συµµετοχή τους στη συγκέντρωση, δεν εξηγείται µε τίποτε.

Οπως δεν εξηγούνται µε την επίκληση γενικώς του δηµοσιογραφικού ενδιαφέροντος και της σηµασίας της δηµοσιογραφικής έρευνας οι παραστάσεις που στήθηκαν στα τηλεοπτικά στούντιο, οι τηλεανακρίσεις και οι τηλεδίκες.

Και δεν είναι διόλου τυχαίο ότι οι περισσότεροι τηλεανακριτές και τηλεδικαστές σε οποιοδήποτε άλλο ζήτηµα ανακύπτει και έχει σχέση µε τις εγκληµατικές ευθύνες εκπροσώπων της εξουσίας και των κάθε λογής συµφερόντων είναι οι πρώτοι που σπεύδουν να υιοθετήσουν το δόγµα… µούγγα στη στρούγκα, την προσφιλή στάση των βολεψάκηδων.

Οπως δεν είναι τυχαίο πόσο εύκολα ουρλιάζουν εκτοξεύοντας κατάρες και βρισιές αυτοί που καθηµερινά διυλίζουν εύκολα τον κώνωπα για να καταπιούν την κάµηλο, αυτοί που βαφτίζουν, σε άµεση σύνδεση µε τους επικοινωνιολόγους της εξουσίας, το κρέας ψάρι για να το φάνε τη Μεγάλη Παρασκευή.

Με άλλα λόγια, µια τραγωδία όπως της Πάτρας, όσο πρωτόφαντη και ακραία κι αν είναι, δεν δικαιολογεί ακραίες, αλλά όχι και τόσο πρωτόφαντες, καταστάσεις όπως η προχτεσινή συγκέντρωση. Και αυτές οι ακρότητες δεν επιτρέπουν καν να αναλογιστούµε εάν και τι µπορούσε να έχει γίνει για να µην υπάρξουν οι θάνατοι των παιδιών· ποιες ενέργειες «υπηρεσιών» και «ειδικών» θα µπορούσαν να τα έχουν προστατεύσει.

Τραγικές περιστάσεις, ασφυκτικές καταστάσεις. Με τη φρίκη από τη µια και τους «αγανακτισµένους πολίτες» από την άλλη να µας βάζουν στα κακά στενά.

Κάτι τέτοιες ώρες το µόνο που µε κάνει ακόµη να ελπίζω είναι τα καθαρά βλέµµατα, σαν κι αυτά των συµµαθητών του Σαϊντού Καµαρά, των δασκάλων του και της πλειονότητας των πολιτών στον Αγιο ∆ηµήτριο, στο Μπραχάµι, που έγιναν µια πραγµατική αγκαλιά για τον 17χρονο πρόσφυγα και µια συµβολική για όλους τους κατατρεγµένους.

Γιατί τελικά ο κανιβαλισµός δεν είναι µονόδροµος.