«Η Δικαιοσύνη βαστά σπαθί. Σαν της πάρεις το σπαθί απομένει μόνο με τη ζυγαριά. Αυτοί την έχουν όμως και οι μπακάληδες». Πολύ φοβάμαι, πως αν ζούσε ο Στρατής Μυριβήλης και διατύπωνε σήμερα αυτό το απόφθεγμά του, θα υπήρχε σοβαρός κίνδυνος να στραφούν εναντίον του Ενώσεις Δικαστών ή Εισαγγελέων, για την τολμηρή σύγκριση που κάνει με τους μπακάληδες.
Πολύ φοβάμαι, πως αν ζούσε ο Στρατής Μυριβήλης και διατύπωνε σήμερα αυτό το απόφθεγμά του, θα υπήρχε σοβαρός κίνδυνος να στραφούν εναντίον του Ενώσεις Δικαστών ή Εισαγγελέων, για την τολμηρή σύγκριση που κάνει με τους μπακάληδες. Πολύ φοβάμαι επίσης, πως οι Έλληνες Δικαστές και Εισαγγελείς, έχουν κάνει ανάθεση της θεσμικής τους ανησυχίας σε όργανα που δεν εκφράζουν ούτε τους ίδιους, ούτε την κοινωνία. Η αντιπαράθεση που έχει τεχνητά δημιουργηθεί μεταξύ Ενώσεων που εκπροσωπούν, υποτίθεται, τους δικαστικούς και τους εισαγγελείς από τη μία και την κυβέρνηση από την άλλη, δεν εκφράζει την ανησυχία της κοινωνίας για τη Δικαιοσύνη. Το χειρότερο είναι πως μέσα από στερεοτυπικές διατυπώσεις, οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης προσπαθούν να διαφημίσουν την αγνότητα που δεν έχουν και που σε κάθε περίπτωση πρέπει να αποδείξουν, όχι γιατί είναι ένοχοι, αλλά γιατί οφείλουν να υποστηρίζουν τον αθώο έναντι της αδικίας. Με το σπαθί, όπως απαιτεί και ο Μυριβήλης, και όχι με τη μπακαλίστικη μέθοδο που κλέβει κάθε φορά στο ζύγι.
Ας ξεκινήσουμε από τα απλά έως και αυτονόητα. Η πλειοψηφία της κοινωνίας δεν πιστεύει πως υπάρχει Δικαιοσύνη. Δεν είναι που δεν το πιστεύει η κοινωνία, είναι πρωτίστως που το αποδεικνύει η πραγματικότητα. Λίγη σημασία έχει αν γι αυτό φταίει η μειοψηφία των επίορκων ή η πλειοψηφία των τίμιων με τη σιωπή του. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Πάρτε οποιαδήποτε υπόθεση των τελευταίων δεκαετιών, από τη Siemens και το Χρηματιστήριο, ως την υπόθεση Βγενόπουλου με την προκλητική κάλυψη από το χώρο της Δικαιοσύνης και τον πειθαρχικό έλεγχο των ίδιων που απονέμουν Δικαιοσύνη.
Οι εγκληματίες του λευκού κολάρου, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν πάνε φυλακή. Η Δικαιοσύνη δαγκώνει συστηματικά σαν φίδι τους ξυπόλητους. Είτε υποθέσουμε πως οι δικογραφίες που συντάσσονται είναι ελλιπείς, είτε πως τα δικαστήρια που δικάζουν σκάρτα, ο ισχυρός δεν τιμωρείται.
Ποια είναι η αιτία; Η σχέση παραγόντων της δικαστικής εξουσίας με τις άλλες εξουσίες. Μπορεί να υπεραμύνονται της εξουσίας τους ως διακριτής εξουσίας, αλλά είναι εξουσία με διακρίσεις. Τα ανώτατα δικαστικά σώματα διαθέτουν ισχυρές παραδόσεις της αντιδραστικής Ελλάδας και είναι αυτά που κρίνουν τους επόμενους, άρα διαιωνίζουν το κακό. Μεγάλο κομμάτι της Δικαιοσύνης ελέγχεται από θρησκόληπτους δικαστές και παραθρησκευτικές ομάδες που θεωρούν Δικαιοσύνη την απολογία όχι σε πανανθρώπινες αξίες, αλλά σε στενές συντηρητικές έννοιες.
Δεν είναι εκτροπή οι πολιτικές αντιλήψεις των ανθρώπων της Δικαιοσύνης, αντιθέτως είναι η ουσία της Δημοκρατίας, το να έχουν άποψη και να τη δοκιμάζουν στην κοινωνία. Το πρόβλημα είναι όταν κρίνουν με βάση αυτές τις προτιμήσεις.
Δεν είναι όλοι οι δικαστές διεφθαρμένοι ή κομματικά καθοδηγούμενοι. Αυτοί όμως επικρατούν, υποτάσσοντας τους άλλους που «κάνουν τη δουλειά τους» μέσα στο πλέγμα εξουσίας που δημιουργεί η διαφθορά και η συναλλαγή. Όποιος ξεφεύγει από το μαντρί τον τρώνε τα πειθαρχικά.
Η επικράτηση όμως των «κακών» δεν απαιτεί μόνο εξουσία, απαιτεί σιωπή και ευρεία αντίληψη συνενοχής. Έτσι, με μεγάλη μαεστρία, κάθε κατηγορία ή κριτική στην κακή απόδοση Δικαιοσύνης ή σε πρόσωπα που οφείλουν να απολογηθούν, μετατρέπεται ως κριτική στο θεσμό της Δικαιοσύνης. Τίμιοι Δικαστές και Εισαγγελείς, σιωπούν γιατί έχουν διαμορφωθεί με την αντίληψη πως κάθε κριτική πλήττει τη Δικαιοσύνη και όχι τα πρόσωπα. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Τα πρόσωπα επιβιώνουν για να διαμορφώνουν τη δική τους συναλλασσόμενη και υποκριτική Δικαιοσύνη. Η συναδελφική αλληλεγγύη δεν υπάρχει αλληλεγγύη στην παρανομία αλλά στην αποκάλυψη της αλήθειας.
Η Δικαιοσύνη, ωστόσο, ως θεσμός περιέχει και την κάθαρση και την κριτική. Το ίδιο το δικαίωμα κάποιου Εισαγγελέα να ασκήσει έφεση σε απόφαση ολόκληρου Δικαστηρίου, είναι η παραδοχή πως η Δικαιοσύνη δεν είναι αλάθητη. Ωστόσο κάτω από το αφήγημα της «ανεξάρτητης» Δικαιοσύνης, κρύβεται η διάθεση να μείνει ανεξέλεγκτη. Ο καθένας μπορεί να κρίνει και δικαστικές αποφάσεις και δικαστές. Προφανώς και οι πολιτικοί, οι οποίοι γι αυτό που εκφράζουν κρίνονται. Αυτό δεν είναι παρέμβαση στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, αλλά πολιτική απαίτηση να κάνει τη δουλειά της
Τον Ιούνιο του 2007, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δικαίωσε τη δημοσιογράφο Αλεξάνδρα Κατραμή, η οποία είχε αποκαλέσει Ανακριτή σε άρθρο στην εφημερίδα, «επίορκο και καραγκιόζη». Φυσικά τα ελληνικά δικαστήρια την είχαν καταδικάσει σε όλους τους βαθμούς, για να την αθωώσει τελικώς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αναγνωρίζοντας πως έχει το δικαίωμα της αυστηρής κριτικής. Ποιος έλληνας δικαστής θα το ανεχόταν; Δικαιοσύνη όμως δεν είναι η προσωπική ανοχή, αλλά η θεσμική προστασία.
Οι εκπρόσωποι των Δικαστών και Εισαγγελέων, επιμελώς εμφανίζουν τις ενώσεις τους ως θεσμικά όργανα. Πρόκειται για λαθροχειρία. Είναι επαγγελματικές ενώσεις. Θεσμός είναι η Δικαιοσύνη και ο Εισαγγελέας ή ο Δικαστής, στην έδρα ή στην ανάκριση. Σε κάθε άλλη θέση, ο δικαστής είναι πολίτης. Οι συγκεκριμένες ενώσεις λειτουργούν ως κλαδικές κομμάτων, αντιπολιτεύονται συστηματικά την κυβέρνηση, διυλίζουν τον Πολάκη , αλλά καταπίνουν τα νομικά εκτρώματα του Βενιζέλου και του Αθανασίου. Ίσως θα έπρεπε επίσης να απαντήσουν, αφού τόσο πολύ νοιάζονται για τον ίδιο θεσμό, γιατί ερίζουν για τη διανομή της εξουσίας μέσα από το πλήθος και τον εμφύλιο των Ενώσεων.
Το σπαθί της Δικαιοσύνης έχει αφεθεί κατάχαμα, που θα έλεγε ο Μυριβήλης, και κάποιοι παίζουν μόνο με τη ζυγαριά. Το κόψιμο των μισθών είναι συνταγματικό, αλλά αντισυνταγματικό όταν πρόκειται για τους δικούς τους μισθούς. Το Πόθεν έσχες πρέπει να δημοσιεύεται, αλλά προς Θεού όχι το δικό τους. Ο ναρκέμπορος είναι έξω με αναστολή αλλά η Ηριάννα μέσα. Ο Θεοφίλου πέρασε πέντε χρόνια στη φυλακή αλλά ο ταμίας του Γιάννου Παπαντωνίου δεν έχει καν ερευνηθεί. Μία από τις μεγάλες δίκες για παραδικαστικό, οδήγησε στην αποκάλυψη παραδικαστικού που το δίκαζε.
Η Δικαιοσύνη εμφανίζεται επιτηδευμένα ως εικόνισμα, ώστε οι υποχρεώσεις απέναντί της να είναι υποχρεώσεις προσκυνήματος και πίστης. Οι τίμιοι Δικαστές και Εισαγγελείς, οφείλουν να αντιστρέψουν την στερεοτυπία που τους εγκλωβίζει στη σιωπή. Ένα πρώτο τεστ είναι να κοιτάξουν το πρωτοσέλιδο του Documento και να μη διακρίνουν επίθεση στη Δικαιοσύνη, αλλά την πικρή αλήθεια για την οποία έχουν και οι ίδιοι ευθύνη.