Η δημοκρατία στο απόσπασμα

Πριν από τις εκλογές του Μαΐου του 2019 όσα µέσα ενηµέρωσης ασκούσαν κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη βρέθηκαν απέναντι σε µια έκπληξη. Πολλά δηµοσιεύµατά τους, τα οποία ανέβαιναν σε διάφορες σελίδες στο Facebook, µπλοκάρονταν µε την ένδειξη ότι πρόκειται για αναπαραγωγή fake news που δεν µπορούσαν να αναπαραχθούν.

Το Documento είχε την τιµητική του. Μόλις είχαν µπει στη δηµοσιογραφική µας ζωή τα Ellinika Hoaxes. Ως τότε τo ellinikahoaxes.gr ήταν ένα σχεδόν άγνωστο σάιτ το οποίο είχε δηµοσιογραφική συνεργασία µε την εφηµερίδα «Athens Voice», γνωστή για τις νεοφιλελεύθερες θέσεις της. Μάθαµε λοιπόν ότι το Facebook είχε χρίσει το ellinikahoaxes.gr fact checker, «επαληθευτή» δηλαδή των ειδήσεων που υπάρχουν στο διαδίκτυο, ώστε να µη διασπείρονται ψεύτικες ή παραπλανητικές ειδήσεις.

Αυτός λοιπόν ο «ελεγκτής» του Facebook άρχισε να χαρακτηρίζει «ψεύτικες ειδήσεις» πληροφορίες του Documento από το διπλωµατικό ρεπορτάζ, απόρρητες πληροφορίες που δηµοσιεύαµε και των οποίων δεν µπορούσαν να ελέγξουν την ακρίβεια, ακόµη και άρθρα γνώµης.

Η υπόθεση εξελισσόταν σε επιχείρηση λογοκρισίας στο διαδίκτυο που (όπως κάθε προσπάθεια λογοκρισίας) βροµούσε από µακριά. Αρχίζοντας να ερευνούµε τι είναι οι «ελεγκτές» των Εllinika Ηoaxes ανακαλύψαµε ότι πρόκειται για λοχίες του ελληνικού στρατού και κάποιους συνεργαζόµενους µεταφραστές και δηµοσιολογούντες σε προσωπικά blogs. Ηταν δηλαδή άτοµα χωρίς την επαγγελµατική κατάρτιση, τις γνώσεις και τη δυνατότητα να αποφανθούν περί της δηµοσιογραφικής πληρότητας ενός κειµένου, πολύ δε περισσότερο της έρευνας. Μόνο ένας από αυτούς ήταν δηµοσιογράφος, ο οποίος µάλιστα δεν είχε καµιά πολιτική ουδετερότητα όπως απαιτούσαν οι ίδιοι οι κανόνες του Facebook, αφού είχε γράψει αρκετές φορές κατά του Τσίπρα και υπέρ του Μητσοτάκη.

Κάτι λοιπόν έτρεχε µε το Facebook, το οποίο φαινόταν ως προσπάθεια χειραγώγησης του διαδικτύου. Στην έρευνα και στις επαφές που κάναµε στο εξωτερικό µάθαµε για το σκάνδαλο Cambridge Analytica, λίγο προτού γίνει γνωστή η υπόθεση µέσα από το «Μεγάλο χακάρισµα» του Netflix.

Μια εταιρεία που εµφανιζόταν ως αναλυτής δεδοµένων και αλγόριθµων, η Cambridge Analytica, είχε λάβει δεδοµένα 30 εκατοµµυρίων ανθρώπων από το Facebook τα οποία χρησιµοποίησε για να χειραγωγήσει πολιτικά ψηφοφόρους στις ΗΠΑ και να τους οδηγήσει να ψηφίσουν Τραµπ. Λίγο αργότερα επανέλαβε την ίδια τακτική για να καταλήξει το δηµοψήφισµα στη Βρετανία υπέρ του Brexit.

Η Cambridge Analytica, όπως και η Palantir για την οποία µιλάµε σήµερα, χρησιµοποιούν δεδοµένα των πολιτών («εξόρυξη» είναι ο όρος που χρησιµοποιούν) για να χαρτογραφήσουν το ψυχολογικό τους προφίλ. Στη συνέχεια «επιτίθενται» µε βίντεο και µηνύµατα στις κατηγορίες εκείνες που έχουν χαρτογραφήσει ως ευάλωτες στο συγκεκριµένο µήνυµα, µέχρι να τις χειραγωγήσουν.

Στόχος κυρίως είναι αυτοί που αποκαλούν «οι ευκολόπιστοι». Η Μπρίτανι Κάιζερ, πρώην στέλεχος της Cambridge Analytica που συµµετείχε στην αποκάλυψη, κατέθεσε πως «παίζαµε µε την ψυχολογία µιας χώρας, χωρίς τη συναίνεση και την επίγνωση του πολίτη. Το κάναµε φαινοµενικά στο πλαίσιο της δηµοκρατίας. Εντοπίζαµε τους ευκολόπιστους και τους βοµβαρδίζαµε µε βίντεο µέχρι να δουν τον κόσµο όπως θέλαµε εµείς. Αναλύαµε δεδοµένα και επιστρέφαµε στοχευµένα µε µηνύµατα».

Για όλη αυτή τη διαδικασία χειραγώγησης και διαστροφής της δηµοκρατίας απαιτούνται µόνο αλγόριθµοι και αµοραλισµός. Το like που θα βάλει ο χρήστης σε µια ανάρτηση του Facebook, οι αναρτήσεις του, τα αθώα σχόλια που αφήνει σε αναρτήσεις δηλώνουν πολλά πράγµατα για την προσωπικότητα και το θυµικό του. Αν κατέχεις αυτά τα δεδοµένα, τότε µπορείς να χειραγωγήσεις οποιονδήποτε. ∆εν χρειάζεται να παρουσιάσεις εκλογικό πρόγραµµα σε κάποιον που αφήνει like σε αναρτήσεις µε όπλα, αρκεί να του πεις πως ο Τσίπρας επιχειρεί τον αφοπλισµό της χώρας.

Σε µια από τις προεκλογικές επιχειρήσεις στο Τρινιντάντ, όπου αντιµέτωποι για την προεδρία ήταν ένας µαύρος πολιτικός και ένας ινδικής καταγωγής, η Cambridge Analytica είχε αναλάβει την εκστρατεία του Ινδιάνου. Μέσα από µια εκτεταµένη επιχείρηση προώθησε ως λαϊφστάιλ και ταυτόχρονα επαναστατική πράξη το µήνυµα «∆εν ψηφίζω». Ενα µεγάλο τµήµα του πληθυσµού, κυρίως νέοι, δεν πήγε να ψηφίσει, συντεταγµένο µε τον ραντικαλισµό της αδιαφορίας. Αυτή όµως η αντίληψη ευνόησε τον Ινδιάνο υποψήφιο, αφού οι πατριαρχικές ινδιάνικες οικογένειες ψήφισαν κανονικά µε εντολή του αρχηγού. Ουσιαστικά η Cambridge Analytica δεν έκανε κάποιον πολιτικό πόλεµο ούτε επικοινωνία. Εκανε µια ψυχολογική επιχείρηση, έχοντας προσδιορίσει εκ των προτέρων µε ακρίβεια τα θύµατα.

Η Κάρολ Καντγουόλεντρ, εξαιρετική δηµοσιογράφος του «Guardian» που µαζί µε τους «New York Times» αποκάλυψαν το σκάνδαλο Cambridge Analytica, χαρακτηρίζει αυτό που κάνουν οι εταιρείες big data «ψυχολογικές πολεµικές επιχειρήσεις σε καιρό ειρήνης. Χρήση πληροφοριών εχθροπραξιών σε περίοδο εκλογών». Η Κάρολ δεν λέει µόνο αυτό. Περιγράφει πώς η σύγχρονη δηµοκρατία και τα εκλογικά της συστήµατα είναι ανήµπορα µπροστά στους σύγχρονους χειραγωγούς. ∆εν έχουν µάθει να τους αντιµετωπίζουν ή µάλλον δεν καταλαβαίνουν καν τον κίνδυνο.

Ο Κρίστοφερ Γουάιλι, πρώην στέλεχος της Cambridge Analytica που συµµετείχε και αυτός στις αποκαλύψεις, προσπαθεί να αφυπνίσει το καλοπροαίρετο κοινό. «Είναι λάθος να αποκαλούµε την Cambridge Analytica εταιρεία επιστήµης ή αλγόριθµων. Είναι µια µηχανή που προσφέρει πλήρεις υπηρεσίες προπαγάνδας».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το ξεκίνηµα της πανδηµίας έφερε στην Ελλάδα την εταιρεία Palantir. Πρόκειται για την εταιρεία «επιστήµης και αλγόριθµων» που φαίνεται να πρότεινε στην Cambridge Analytica να υλοποιήσει το σχέδιο χειραγώγησης της κοινής γνώµης. Πρακτικά η Palantir έχει υπογράψει µια άγνωστη σύµβαση µε το Μαξίµου και µαζεύει δεδοµένα που θεωρητικά είναι για την Covid. Αθώα συλλογή, θα πει κάποιος. Ναι, όπως και αυτή µε τις καρδούλες των likes στις αναρτήσεις που τελικώς έβγαλαν τον Τραµπ στην εξουσία. Ο Μητσοτάκης κρατάει κρυφή και τη σύµβαση και τις δραστηριότητες της εταιρείας. ∆εν περιµένει κανείς η σύµβαση να λέει ότι «µαζεύουµε στοιχεία τα οποία θα χρησιµοποιήσουµε στις επόµενες εκλογές για να χειραγωγήσουµε τους πολίτες υπέρ του Μητσοτάκη», αλλά αν δηµοσιοποιηθεί, ίσως µπορέσουµε να φτάσουµε στην αλήθεια.

Προσωπικά δεν έχω καµιά αµφιβολία πως στην Ελλάδα εφαρµόζεται το σχέδιο που χρησιµοποιήθηκε στο Τρινιντάντ. Ο Μητσοτάκης απέχει από την πολιτική αντιπαράθεση και προωθεί απλώς κατηγορίες για τον αντίπαλό του (όπως ακριβώς έκανε ο Τραµπ απέναντι στη Χίλαρι Κλίντον), την προσωπική του εικόνα ως απολιτίκ ειδώλου και φυσικά την οικογενειακή κοµψότητα. Αν δεν είναι έτσι, να µας πει γιατί η Palantir από το ξεκίνηµα της πανδηµίας λαµβάνει πληροφορίες «για τα αυτοκίνητα και τα φανάρια», όπως διαρρέουν προκαλώντας γέλια και γιατί δίνει αναφορά στον ίδιο. Οι επιθέσεις του νυν πρωθυπουργού στους ανθρώπους του Τύπου είναι απλώς απόδειξη του χαρακτήρα του. Το πρόβληµα είναι ότι έχει στήσει τη δηµοκρατία στο απόσπασµα.