«Η Αθήνα τον 19ο αιώνα»: Λειψυδρία, σκόνη και κλεφτοκοτάδες σε μια πόλη που αλλάζει

«Η Αθήνα τον 19ο αιώνα»: Λειψυδρία, σκόνη και κλεφτοκοτάδες σε μια πόλη που αλλάζει

«Ως πρώτον αξιοθέατον μνημείον της ελληνικής πρωτευούσης το και αριστότατον πάντων ζήτησον να ίδης την κεντρικήν αγοράν αυτής. Άνελθε δε ταύτην από τα ιστορικά της σκαλάκια κλείων την μύτη σου και ανασκουμβόνων τα πανταλόνια σου, διότι η μεν λάσπη θα σε κατακαλύψη μέχρι γονάτων, η δε των καθαρών ιχθυοπωλείων βρώμα και δυσωδεία ημπορεί να σε κάμη ως το δραστηριώτερον εμετικόν να βγάλεις και τα σηκότια και τ’ άντερά σου». Το απόσπασμα προέρχεται από την εφημερίδα «Αριστοφάνης» (1/10/1880) και είναι ένα από τα δεκάδες δημοσιεύματα από εφημερίδες του 19ου αιώνα που συγκέντρωσαν ο Θανάσης Γιοχάλας και η Ζωή Βαΐου στο βιβλίο «Η Αθήνα τον 19ο αιώνα – εικόνες μιας οδοιπορίας μέσω του Τύπου» (Βιβλιοπωλείον της Εστίας).

Πρόκειται για το δεύτερο κοινό βιβλίο τους με θέμα την Αθήνα, μετά τον «Κίτσο τον λεβέντη και άλλες αγγελίες», ενώ μαζί με το «Αθήνα, Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία» που είχε συνυπογράψει ο Θανάσης Γιοχάλας με την Τόνια Καφετζάκη αποτελούν άτυπη τριάδα αφιερωμένη στην πόλη. Εδώ οι δύο αθηναιογράφοι έχουν κάνει ενδελεχή έρευνα στις πρώτες εφημερίδες της Αθήνας, σταχυολογώντας άρθρα μέσα από τα οποία αναδεικνύεται η καθημερινότητα των κατοίκων της.

Η Αθήνα κατά τον 19ο αιώνα δεν ήταν μια πόλη ειδυλλιακή – με τα σημερινά δεδομένα ήταν σχεδόν αβίωτη. Την ίδια στιγμή που το ζητούμενο ήταν ο εξευρωπαϊσμός ο πολιτικός βίος εντός της ήταν κάτι παραπάνω από ταραχώδης. Σε ό,τι αφορά τα πρακτικά ζητήματα, η καθημερινότητα ήταν απρόβλεπτη: τα σοκάκια κακοτράχαλα, τα σπίτια μικρά και σκοτεινά, οι χωματόδρομοι το καλοκαίρι σήκωναν σκόνη και τον χειμώνα μετατρέπονταν σε λίμνες και οι συμπλοκές αποτελούσαν καθημερινό φαινόμενο.

Ο φωτισμός τις νύχτες στους δρόμους ήταν ελλιπέστατος με αποτέλεσμα πέραν των όποιων ατυχημάτων, οι ληστείες και οι κλοπές να θεωρούνται σχεδόν δεδομένες, ενώ ταυτόχρονα οι κάτοικοι είχαν να παλέψουν με τις πανδημίες και τη λειψυδρία. Επιπλέον, λόγω της ακραίας φτώχειας η επαιτεία και η πορνεία ήταν στην ημερήσια διάταξη, ενώ αρκετά παιδιά της επαρχίας έπεφταν θύματα επιτηδείων οι οποίοι με αντάλλαγμα λίγα χρήματα που έδιναν στους γονείς τους, τα εξωθούσαν σε εξοντωτικές συνθήκες εργασίας.

Μέσα από το υλικό που συγκέντρωσαν οι δύο ερευνητές (η γλώσσα της εποχής είναι απολαυστική), ο αναγνώστης παρακολουθεί την εξέλιξη μιας πόλης πολλών ταχυτήτων που βρίσκεται σε μόνιμο μετασχηματισμό επί έναν ολόκληρο αιώνα. Φυλλομετρώντας τις σελίδες του βιβλίου μαθαίνουμε πέραν των άλλων ότι ο Εμμανουήλ Ροΐδης είχε ατύχημα με άμαξα, ενώ αρκετά είναι τα αποσπάσματα στα οποία αναφέρονται αντίστοιχα περιστατικά, άλλοτε με ευτυχή κατάληξη και άλλοτε όχι. Για την ιστορία, ο Ροΐδης στάθηκε τυχερός και τη γλίτωσε με έναν μικρό τραυματισμό, καθώς σύμφωνα με το έντυπο «Νέα Εφημερίς» (29/7/1885):

«Ευχαρίστως μανθάνομε ότι το κάταγμα της σιαγόνος, όπερ έπαθεν ο διακεκριμένος λόγιος κ. Εμμ. Ροίδης εκ της ανθρωποκτόνου απαισίας απροσεξίας δύο αμαξηλατών, ευτυχώς δεν παρέχει επίφοβα συμπτώματα, αν και θα τον κρατήση τραυματίαν επί ημέρας».

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter