Σχεδόν μία εβδομάδα μετά τον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών και απ’ ό,τι φάνηκε στην πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη στον Αnt1 ο πρωθυπουργός μάλλον δεν πήρε το μήνυμα που εμφατικά εξέπεμψε ο ελληνικός λαός σε σχέση με τα πεπραγμένα όσο και με τα λεγόμενα της κυβέρνησής του και των στελεχών που την απαρτίζουν. Εφτασε μάλιστα να πει πως η κυβερνητική παράταξη κέρδισε τις δώδεκα από τις δεκατρείς περιφέρειες, «βαφτίζοντας» ακόμη και τον επί δεκαετίες «πράσινο» κ. Αρναουτάκη στην Κρήτη «γαλάζιο».
Επιπλέον, βολικά «ξέχασε» πως οι «αντάρτες» υποψήφιοι που κέρδισαν σε τέσσερις ακόμη περιφέρειες τον κατά τόπους εκλεκτό της ΝΔ δεν ονομάζονται έτσι τυχαία. Αναφέρθηκε, επίσης, γενικά και αόριστα στην «αλαζονεία» υπουργών και στελεχών του, οι οποίοι ωστόσο συστηματικά εκβίασαν τους δημότες σε συγκεκριμένους δήμους και περιφέρειες, λέγοντας «ότι αν δεν εκλεγούν οι δικοί μας… δεν θα πάρετε ΕΣΠΑ ούτε αποζημιώσεις για τις πλημμύρες στη Θεσσαλία».
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός «ξέχασε» πως το σύνθημα του συγκεκαλυμμένου εκβιασμού προς τους πολίτες το έδωσε… ο ίδιος. Γιατί ήταν αυτός που μόλις μερικές ημέρες πριν από τον πρώτο γύρο των εκλογών δήλωνε σε τηλεοπτικό κανάλι εθνικής εμβέλειας πως οι περιφερειάρχες έχουν να παίξουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στις κεντρικές πολιτικές της κυβέρνησης, αφού καλούνται να διαχειριστούν πάνω από 8 δισ. ευρώ από το νέο ΕΣΠΑ. Ενώ συμπλήρωνε με νόημα πως «είναι εξαιρετικά σημαντικό να γνωρίζουμε ως κυβέρνηση ότι μπορούμε να έχουμε ανθρώπους με τους οποίους μπορούμε να συνεννοηθούμε και οι οποίοι συμμερίζονται και το αναπτυξιακό μας πρόγραμμα, αλλά θα έλεγα και τη γενικότερη φιλοσοφία μας για το πώς πρέπει να ασκείται η διοίκηση σε όλα τα επίπεδα».
Με αυτήν του τη δήλωση ο κ. Μητσοτάκης καταφανώς επιχείρησε να επεκτείνει το ήδη υπερτιμημένο όσο και αναποτελεσματικό –στη συνείδηση της πλειονότητας των πολιτών– «επιτελικό κράτος», όπως και τους πολυεπίπεδους βραχίονές του στην αυτοδιοίκηση. Ξεχνώντας, όμως, ότι η τοπική αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα –προηγούμενη κατά πολύ της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους– έχει τη δική της πλούσια παράδοση πλουραλισμού και ανεξάρτητων φωνών, αφού θεμελιώθηκε και κατάφερε να ακμάσει ακόμη και εντός των ορίων της εχθρικής προς τις ελληνικές κοινότητες Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οχι τυχαία, μπροστά στην αντιθεσμικότητα και την έλλειψη ορίων του πρωθυπουργού και των υπουργών του οι δημότες της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας και πολλών άλλων μεγάλων αστικών κέντρων, όπως και κομβικών περιφερειών ανά την επικράτεια, αποδοκίμασαν τους επίσημους υποψηφίους της ΝΔ, θεωρώντας τους ως το «μακρύ χέρι» μιας αλαζονικής κεντρικής διοίκησης.
Το «λούστρο» του κ. Μητσοτάκη υπέστη την περασμένη Κυριακή σημαντικές φθορές, έπειτα από απανωτές εκλογικές νίκες που οι πολίτες τού χάριζαν από τη μακρινή άνοιξη του 2019 και εντεύθεν. Και αυτό γιατί στην ελληνική κοινωνία έγινε ευρύτερα κατανοητό πως η αλαζονεία περίσσεψε, ο κυβερνητικός «μεταρρυθμιστικός» οίστρος, αφού δεν εκδηλώθηκε τεσσεράμισι χρόνια τώρα, μάλλον θα αργήσει ακόμη περισσότερο να έρθει –αν ποτέ έρθει–, αλλά και ότι το «επιτελικό κράτος» ήταν και παραμένει κράτος επιτελικών «κολλητών», που ελάχιστα μπορούν να αλλάξουν την καθημερινότητα των πολιτών, πόσο μάλλον να αντιμετωπίσουν τις ολοένα αυξανόμενες σε αριθμό και ένταση κρίσεις.
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου του 2023 ίσως να σήμαναν την αρχή του τέλους της πολιτικής παντοκρατορίας του κ. Μητσοτάκη, αφού ο ίδιος έθεσε τον πήχη επιπόλαια πολύ ψηλά, περνώντας ωστόσο κατά πολύ από κάτω του. Και βέβαια, δεν χρειάζεται να αναλυθεί σε βάθος ότι για το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, που κατ’ ουσία κατέστη «αξιωματική αντιπολίτευση» στην τοπική αυτοδιοίκηση, μια τέτοια ευκαιρία δεν μπορεί να πάει χαμένη, αφού για μία ακόμη φορά το στοίχημα της σταθερής και διαρκώς διευρυνόμενης παρουσίας στην κοινωνία κερδήθηκε με εμφατικό τρόπο, τον οποίο δεν μπορεί πια να σβήσει ο επικοινωνιακός κουρνιαχτός, καθώς χαράχτηκε στη συλλογική συνείδηση…