Με προεδρικό διάταγμα που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τη νύχτα της 19ης προς την 20ή Μαρτίου η Τουρκία αποσύρεται από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Πρόκειται για τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, η οποία θεσπίστηκε το 2011 στην Κωνσταντινούπολη.
Η Τουρκία δεν υπήρξε η πρώτη χώρα που την επικύρωσε. Σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απέρρεαν για τις χώρες που συμμετέχουν σε αυτή, η Τουρκία αναθεώρησε τους μέχρι τότε ισχύοντες νόμους για την έμφυλη βία και ο προϋπάρχων Νόμος περί Προστασίας της Οικογένειας του 2007 μετονομάστηκε το 2012 σε Νόμο περί Προστασίας της Οικογένειας και Πρόληψης της Βίας κατά των Γυναικών (νόμος 6284). Σκοπός αυτού του νόμου υπήρξε, εκτός των άλλων, να παράσχει σαφείς οδηγίες στις αρμόδιες αρχές για την αντιμετώπιση κρουσμάτων βίας κατά των γυναικών αλλά και υπηρεσίες όπως καταφύγια για κακοποιημένες γυναίκες. Αν και στον συγκεκριμένο νόμο οι γυναίκες εξακολουθούσαν να γίνονται αντιληπτές κυρίως στο πλαίσιο της οικογένειας, αυτός πρόσφερε στις γυναίκες νομική προστασία κατά της έμφυλης βίας που λαμβάνει τρομακτικές διαστάσεις στη γείτονα: σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει η Kadın Cinayetlerini Durduracağız Platformu (πλατφόρμα για τον τερματισμό των δολοφονιών των γυναικών), 300 γυναίκες δολοφονήθηκαν το 2020.
Στους δε πρώτους μήνες του 2021 δολοφονήθηκαν 51 γυναίκες, ενώ 28 βρήκαν τον θάνατο υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Στις περισσότερες περιπτώσεις δράστες ήταν οι σύζυγοι, πρώην σύζυγοι ή σύντροφοι των γυναικών αυτών. Η επικύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης από την Τουρκία και η θέσπιση του νόμου 6284/2012 υπήρξαν αποτέλεσμα της πάλης του τουρκικού γυναικείου κινήματος που έχει ιδιαίτερα δυναμική παρουσία στη χώρα από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και έχει αναδείξει την ενδοοικογενειακή βία σε κοινωνικό πρόβλημα.
Όπως επισημαίνουν γυναικείες οργανώσεις και ακτιβίστριες για τα δικαιώματα των γυναικών, ο νόμος 6284/2012 ουδέποτε εφαρμόστηκε επαρκώς στην Τουρκία. Επιπλέον, από τη στιγμή της επικύρωσής της η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης δέχτηκε επιθέσεις από διάφορους συντηρητικούς θρησκευτικούς κύκλους στην Τουρκία, με το σκεπτικό ότι αντίκειται στις τουρκικές εθνικές παραδόσεις, κλονίζει τον θεσμό της οικογένειας και οδηγεί στην αύξηση των διαζυγίων. Ο πρόεδρος Ερντογάν ήδη από τις αρχές του 2020, ενδίδοντας στις φωνές αυτές, άρχισε να διατυπώνει επανειλημμένα τον σκεπτικισμό του απέναντι στη σύμβαση. Κάτι τέτοιο προφανώς εντάσσεται στο πλαίσιο της απόπειρας προσεταιρισμού των πιο συντηρητικών, θρησκόληπτων και εθνικιστικών στοιχείων της κοινωνίας εν μέσω της πτώσης της δημοτικότητας του ΑΚΡ, λόγω της επιδείνωσης των κοινωνικών προβλημάτων στη χώρα, συνέπεια τόσο της οικονομικής κρίσης και της συνεχούς πτώσης της τιμής της τουρκικής λίρας όσο και της πανδημίας. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με έρευνα βουλευτή του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούλιο του 2020 έκλεισαν μόνο στην περιοχή της Άγκυρας 1.540 μικρές επιχειρήσεις.
Η επιδείνωση της καθημερινότητας του μέσου Τούρκου πολίτη θα μπορούσε να προσφέρει μια απάντηση στο ερώτημα γιατί ο Τούρκος πρόεδρος πραγματοποίησε αυτή την κίνηση τώρα. Η κίνηση αυτή δηλαδή θα μπορούσε ενδεχομένως να ερμηνευτεί ως μια επιπλέον πράξη επίδειξης ισχύος απέναντι στη διεθνή κοινότητα ενόψει της επικείμενης συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (25-26 Μαρτίου), μεταξύ των θεμάτων της οποίας περιλαμβάνεται και η κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο, ή και της άτυπης συνδιάσκεψης 5+1 για το κυπριακό που αναμένεται να πραγματοποιηθεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ μεταξύ 27 και 29 Απριλίου. Θα μπορούσε επίσης να ισχυριστεί κανείς ότι μια τέτοια επίδειξη ισχύος αναμένεται να συσπειρώσει περαιτέρω την κουρασμένη από τη χρόνια οικονομική δυσπραγία πολιτική βάση του ΑΚΡ που συγκεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι γυναικείες οργανώσεις σε όλη την έκταση της Τουρκίας –και όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα– ξεσηκώνονται και συντονίζουν τις ενέργειές τους ενάντια στην απόσυρση από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Επιπλέον, έγκριτοι Τούρκοι νομικοί υπογραμμίζουν ότι η απόσυρση είναι άκυρη, εφόσον νομικά δεν είναι δυνατή η έξοδος της χώρας από μια διεθνή σύμβαση χωρίς απόφαση της Εθνοσυνέλευσης. Την κάθετη αντίδραση του γυναικείου κινήματος άλλωστε συνάντησαν από την αρχή οι επιθέσεις ενάντια στη σύμβαση. Σε κάθε πόλη της Τουρκίας οι οργανώσεις ενημέρωναν την κοινή γνώμη μέσω των social media, προκηρύξεων και ποικίλων καθημερινών δράσεων στα κεντρικά σημεία σχετικά με το περιεχόμενο της σύμβασης, αντιστεκόμενες στην παραπληροφόρηση του κυβερνώντος κόμματος.
Το πιο ενδιαφέρον όμως στοιχείο υπήρξε η συμμετοχή των θρησκευόμενων γυναικών στο κίνημα αυτό. Πολλές προσωπικότητες του πολιτικού ισλάμ που παλαιότερα είχαν πρωτοστατήσει στο ισλαμικό γυναικείο κίνημα με δηλώσεις τους στον Τύπο υποστήριξαν τη σύμβαση. Αυτό δεν αφορά μόνο τις επώνυμες γυναίκες, αλλά και αυτές που ανήκουν στην κοινωνική βάση του ΑΚΡ, οι οποίες και παλαιότερα είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στην προοπτική της απόσυρσης. Δυσαρέσκεια μάλιστα για την απόσυρση εξέφρασε και ο γυναικείος φιλοκυβερνητικός σύλλογος Kadın ve Demokrasi Derneği/ KA.DEM (Σύλλογος για τη Γυναίκα και τη Δημοκρατία), αντιπρόεδρος του οποίου είναι η κόρη του Τούρκου προέδρου Σουμεγέ Ερντογάν Μπαϊρακτάρ (Sümeyye Erdoğan Bayraktar). Ο σύλλογος αυτός προβάλλει στην ιστοσελίδα του τις θετικές διατάξεις της σύμβασης για τις γυναίκες.
Η απόσυρση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης έρχεται να προστεθεί στο κρεσέντο αυταρχισμού που το κυβερνών κόμμα έχει επιδείξει το τελευταίο διάστημα – διορισμός πρύτανη στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου, βίαιη καταστολή των σχετικών αντιδράσεων, επαπειλούμενη απαγόρευση του HDP. Ο αυταρχισμός αυτός, σε συνδυασμό με την ήδη υπάρχουσα κοινωνική δυσαρέσκεια, προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Αυτές δεν περιορίζονται στο φοιτητικό ή το γυναικείο κίνημα: το οικολογικό κίνημα δυναμώνει στην Τουρκία, ενώ έπειτα από μεγάλο χρονικό διάστημα βλέπουμε στη γείτονα σειρά εργατικών κινητοποιήσεων. Ολες αυτές οι κινητοποιήσεις προκαλούν πολιτικές μετατοπίσεις, η εξέταση των οποίων υπερβαίνει τις προθέσεις του κειμένου αυτού. Η απόσυρση λοιπόν της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι η σταγόνα που θα κάνει το ποτήρι να ξεχειλίσει, λειτουργώντας ως καταλύτης στις παραπάνω εξελίξεις; Το μέλλον θα δείξει.
Η Έφη Κάννερ είναι επίκουρη καθηγήτρια Τουρκικής Ιστορίας στο τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών