Ποιος θα πληρώσει για τα θαλασσοδάνεια όταν η ΝΔ διά νόμου έβαλε ταφόπλακα στην αυτεπάγγελτη δίωξη;
Θα τιµωρηθούν άραγε ποτέ αυτοί οι οποίοι ευθύνονται για το διαχρονικό πλιάτσικο στα ταµεία των τραπεζών που επέζησαν διά των ανακεφαλαιοποιήσεων που πλήρωσε από τον ιδρώτα του ο ελληνικός λαός;
Υπάρχει πλέον ελπίδα να βρει τη θέση που του αρµόζει –είναι ο κάλαθος των αχρήστων– το κατάπτυστο νοµοθέτηµα της κυβέρνησης της Ν∆, που «σφραγίστηκε» και από σχετική πράξη νοµοθετικού περιεχοµένου (ΠΝΠ) η οποία ακολούθησε εν µέσω κορονοϊού, χαρίζοντας την απόλυτη ασυλία σε µεγαλοτραπεζίτες που διώκονταν για καραµπινάτες υποθέσεις απιστίας, όπως ήταν τα θαλασσοδάνεια των κοµµάτων;
Πρόκειται για εύλογα ερωτήµατα στα χείλη των πολιτών που αναθάρρησαν µετά την έκδοση δύο δικαστικών βουλευµάτων που έκαναν ευθέως λόγο για κρυπτοαµνηστία, αφού «ο εν λόγω νόµος παραβιάζει ευθέως την αρχή της ισότητας των πολιτών, καθώς µεταχειρίζεται προνοµιακά τους τραπεζίτες που διαπράττουν βαρύτερο έγκληµα έναντι των άλλων πολιτών που ελέγχονται για απιστία».
Αλλωστε, κανείς καλοπροαίρετος πολίτης δεν µπορεί να δώσει βάση στις πληροφορίες που τεχνηέντως αφήνουν να διαρρεύσουν πηγές από την κυβέρνηση της Ν∆, ότι δήθεν ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός της χώρας, ο εισαγγελέας Αρείου Πάγου Βασίλης Πλιώτας, θα µεριµνήσει ώστε να µην επικυρωθούν τα δύο σχετικά βουλεύµατα που συνυπέγραψαν οι έξι γενναίοι, κατώτεροί του πρωτοδίκες, κάνοντας πολιτικά χατίρια και όχι το καθήκον του.
Αφήνοντας µάλιστα έτσι µεγαλοστελέχη τραπεζών και τους ισχυρούς φίλους που ευεργετούνται από σκανδαλώδεις ρυθµίσεις δανείων (βλέπε περίπτωση Πηλαδάκη) και όχι µόνο να συνεχίζουν ακάθεκτοι σε καθεστώς ατιµωρησίας τις ποινικά κολάσιµες συµπεριφορές τους.
Ο κατάπτυστος νόµος
Ας θυµηθούµε όµως εν περιλήψει τι ακριβώς νοµοθέτησε η Ν∆ ευθύς µόλις ανέλαβε τη διακυβέρνηση προκειµένου να προστατεύσει διά του ακαταδίωκτου τους φίλους της τραπεζίτες, οι οποίοι διώκονταν για επισφαλή δάνεια δισεκατοµµυρίων, αλλά κατ’ επέκταση και τους ηθικούς αυτουργούς των κατ’ εξακολούθηση διαπραχθεισών απιστιών, όπως στελέχη των Ν∆ και ΠΑΣΟΚ για τα θαλασσοδάνεια των δύο κοµµάτων. Αλλά και την πληρωµένη απάντηση που έλαβε η κυβέρνηση από δύο διαφορετικά δικαστικά συµβούλια και η οποία ευλόγως θα πρέπει να επικυρωθεί από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Με τον εν λόγω νόµο λοιπόν για τις δεκάδες εκκρεµείς υποθέσεις απιστίας θα έπρεπε πλέον (για να συνεχιστεί η διερεύνησή τους) να υποβληθεί έγκληση από τον δικαιούµενο, δηλαδή την πληγείσα από τις λαµογιές των στελεχών της τράπεζας. Μάλιστα, ο νέος αυτός κατάπτυστος νόµος έδινε το δικαίωµα στις τράπεζες να υποβάλουν έγκληση εντός τεσσάρων µηνών από την έναρξη της ισχύος του. ∆ιαφορετικά οι δικογραφίες θα έµπαιναν στο χρονοντούλαπο µιας σκανδαλωδώς νοµοθετούµενης αµνηστίας, δηλαδή θα τοποθετούνταν µε λίγα λόγια στον κάλαθο των αχρήστων.
Λίγο καιρό αργότερα, εν µέσω πανδηµίας κορονοϊού, για να µην έρθουν σε δύσκολη θέση οι αγαπητές τράπεζες που δεν πήγαν να υποβάλουν την έγκληση διεκδικώντας την τιµωρία των στελεχών που είχαν διαπράξει απιστία σε βάρος τους (άρα επί της ουσίας σε βάρος των Ελλήνων πολιτών), η κυβέρνηση έσπευσε να τις βγάλει από τη δύσκολη θέση.
Με ΠΝΠ εξαίρεσε αυτές τις υποθέσεις από όλες τις υπόλοιπες για τις οποίες ίσχυαν τότε (µέχρι τη λήξη των έκτακτων συνθηκών) οι αναστολές προθεσµίας δήλωσης συνέχισης δίκης.
Aντισυνταγµατικός νόµος
Λίγο καιρό αργότερα εκδόθηκαν τα δύο βουλεύµατα-κόλαφος για την κυβέρνηση που απάλλαξε στελέχη τραπεζών για τα θαλασσοδάνεια δισεκατοµµυρίων. ∆ύο διαφορετικά δικαστικά συµβούλια έκαναν λόγο για «υποκρυπτόµενη αµνηστία» και πέταξαν στο καλάθι των αχρήστων τον επίµαχο νόµο.
Επιπλέον, σύµφωνα µε τους δικαστές που κλήθηκαν να αποφανθούν για δύο µεγάλες δικογραφίες σε βάρος δεκάδων στελεχών της πρώην Αγροτικής Τράπεζας, ο εν λόγω νόµος παραβιάζει ευθέως την αρχή της ισότητας των πολιτών, καθώς µεταχειρίζεται προνοµιακά τους τραπεζίτες που διαπράττουν βαρύτερο έγκληµα έναντι των άλλων πολιτών που ελέγχονται για απιστία. Είναι δηλαδή ξεκάθαρα αντισυνταγµατικός, υποκρύπτοντας µάλιστα συγκαλυµµένη αµνηστία καθώς οδηγεί τις εκκρεµείς υποθέσεις σε βέβαιη εξάλειψη του αξιόποινου, αφαιρώντας µε τον τρόπο αυτό την κρίση για τις υποθέσεις αυτές από τα δικαστήρια. Αρα είναι ανεφάρµοστος.
Μάλιστα, αναφορικά µε την αιτιολογία σχετικά µε την αναγκαιότητα του εν λόγω νοµοθετήµατος, ότι δήθεν ήταν αναγκαίο για να διευκολύνει τα τραπεζικά στελέχη να προχωρήσουν χωρίς τα… ποινικά βαρίδια στη ρύθµιση και διαγραφή των λεγόµενων «κόκκινων» δανείων, οι δικαστές τονίζουν ότι δεν «αντέχει στην κοινή λογική».
Επιπλέον επισηµαίνεται ότι το νοµοθέτηµα-έκτρωµα, που χαρακτηρίζεται και αυθαίρετο καθώς «ουδείς λόγος που να επιστηρίζει τη συγκεκριµένη εξαίρεση διαλαµβάνεται», ζηµιώνει τους µικροµέτοχους που δεν έχουν δυνατότητα υποβολής έγκλησης και οδηγεί δυνητικά σε ζηµία των ίδιων τραπεζών και κατ’ επέκταση του ελληνικού δηµοσίου…
Κατόπιν όλων αυτών, οι δικαστές που κλήθηκαν να εφαρµόσουν τον επονείδιστο νόµο τιµώντας τον όρκο τους αρνήθηκαν να παύσουν την ποινική δίωξη σε βάρος των τραπεζικών στελεχών µετά την ολοκλήρωση των ανακρίσεων και έστειλαν πίσω τη δικογραφία για επί της ουσίας, επί των κατηγοριών δηλαδή, διατύπωση εισαγγελικής πρότασης. Στη µια περίπτωση µάλιστα το δικαστικό συµβούλιο διαβίβασε τη δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών µε παραγγελία να ελεγχθεί ποινικά και η νόµιµη εκπρόσωπος της εταιρείας που έχει αναλάβει την εκκαθάριση της ΑΤΕ, επειδή δεν ανταποκρίθηκε στο κάλεσµα της ανακρίτριας να υποβάλει την έγκληση.
Αξίζει να επισηµανθεί ότι στα δύο βουλεύµατα στηλιτεύεται και το γεγονός ότι προκειµένου να πετύχουν πάση θυσία την αµνήστευση, µετά την επίµαχη νοµοθέτηση κι ενώ έτρεχε το τετράµηνο, εν µέσω lockdown η κυβέρνηση πέρασε και την περιβόητη ΠΝΠ.