Συνηθίζεται για ό,τι συμβαίνει να απαλλάσσεται ο λαός και να έχει ασυλία. Ο λαός στη γενικότητά του, ισχυρίζονται πολλοί, δεν έχει καμία ευθύνη. Αν όμως προσεγγίσεις τον λαό ως οργάνωση και τρόπο των κοινωνικών αξιών που εκφράζει, δεν μπορείς να τον αθωώσεις για τις επιλογές του.
Ο Ιταλός παιδαγωγός και πολιτικός φιλόσοφος Αρίστιντε Γκαμπέλι έγραφε ότι «όποιος υποστηρίζει “vox populi, vox Dei” (φωνή λαού, φωνή Θεού) είτε έχει στόχο να ξεγελάσει τον όχλο είτε διαθέτει μια πολύ δυστυχισμένη ιδέα για τον Θεό». Ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν αναλύοντας τη σκέψη του Γερμανού νομικού Καρλ Σμιτ ξεσκεπάζει την πηγή της απολυτοποίησης του γερμανικού ιδεαλισμού, σύμφωνα με τον οποίο για τον Σμιτ ο «λαός αποτελεί τη λαϊκή θεολογία του νόμου».
Ετσι η έννοια του λαού σπρώχνεται στην πλήρη απενοχοποίηση και όχι στην επείγουσα κατάσταση όπου ο λαός, σύμφωνα με την κλασική πολιτική αντίληψη, οφείλει να εμπλέκεται στις επείγουσες καταστάσεις που αφορούν ζητήματα ζωής ή θανάτου αλλά και στις καταστάσεις της λειτουργικότητας της καθημερινής πρακτικής. Εξάλλου ο βαθμός στον οποίο σύμφωνα με τον Ντοστογέφσκι ο λαός δεν εκπίπτει σε μάζα είναι ότι μέσα στην εμπλοκή του λαού στις επείγουσες καταστάσεις επιτελείται η ανθρωπολογική μεταβολή του ήρωα.
Σήμερα η εποχή μας, απολύτως αντιηρωική και πλήρως υποταγμένη στον συβαριτισμό, απωθεί όλα τα διλήμματα και όλες τις νοσταλγίες του παρελθόντος, προσανατολισμένη στην ευκολία και με ένα πνεύμα απελεύθερης συγκαταθετικής στάσης ψευτοεπαναστατεί, ψευτοσυγκινείται, ψευτοκλονίζεται. Ενώ χαίρεται με ό,τι τελικά κατέχει ως χρήση αλλά όχι με ό,τι τελικά του λείπει. Λειτουργεί κάτω από το καθεστώς της χρήσης και αυτό γιατί βιώνει τη μελαγχολικότητα της κοινωνικής σχέσης όπως υποστηρίζει ο Ολιβιέ Ντουβίλ. Συνυπάρχουν όλα μέσα στην απουσία κοινωνικής αναφοράς, προτύπων, αποδοχής και γίνονται μια κοινωνική πρόκληση της χρήσης. Είναι σαν το τσιτάτο του Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν που έλεγε «μην αναζητάς το νόημα, αναζήτησε τη χρήση του». Η χρήση λοιπόν αποτελεί ένα νέο κώδικα βαρβαρότητας ο οποίος λειτουργεί ως «επαληθεύσιμη απόφαση», όπως θα έλεγε ο Ρολάν Μπαρτ, που τελικά κατέστη η φρενίτιδα και ο ίλιγγος της διεκπεραίωσής μας.
Να γιατί η πολιτική έγινε μια υπερχείλιση της χρήσης των pass, η υγεία μια υπερχείλιση της χρήσης του ελέγχου που συμπίπτει με την υπερχείλιση της πειθαρχίας, η οικονομία μια υπερχείλιση της χρήσης των αριθμών που περιθωριοποιεί τις πλειοψηφίες και η πληροφόρηση μια υπερχείλιση της χρήσης των fake news που αδρανοποιεί την αντίσταση.
Η χρήση καθίσταται μια κυκλοτερή κίνηση που διακόπτει την αναπνοή του νοήματος και τη δρομολόγησή του. Αναπτύσσει έναν καλπασμό όπου όλες οι δράσεις πολιτικών και πολιτών καλύπτονται πλέον από την ασυλία της χρήσης, γιατί η ασυλία λειτουργεί ως «προστάτιδα δύναμη». Με άλλα λόγια η ασυλία της χρήσης γίνεται το σύμβολο μιας υπνωτισμένης ενσωμάτωσης στο ακαταδίωκτο τόσο του δράστη όσο και του θύματος. Αποτελεί την κοινωνικοπολιτική μηχανική που ουδετεροποιεί τον πολίτη.
Το «καταπληκτικό παράδοξο» είναι ότι εκεί ακριβώς (στην ασυλία της χρήσης) η εξουσία θεμελιώνει μια διήγηση του λαού με την οποία κατά βάση εξιστορεί τον εαυτό της, ενώ ο λαός βρίσκεται στην εξορία των αποφάσεών του και της βούλησής του και πιο συγκεκριμένα είναι εκτός ιστορικής δράσης. Χρήστης, καταναλωτής, όχι όμως πολίτης. Να λοιπόν πώς προκύπτει ότι ο λαός δεν φέρει πια καμιά ευθύνη για τις αποφάσεις του. Και κάπως έτσι (ο λαός) δεν αισθάνεται τα γεγονότα να έχουν ένα συνεχές (continuum) και έτσι η ελευθερία και οι τελικότητες δίνουν τη θέση τους σε μεγάλες πλημμυρίδες ανεξέλεγκτων γεγονότων.
Οταν λοιπόν αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν η ΝΔ να αποκτά σταθερή πλειοψηφία θα πρέπει να διακρίνουμε την αντιστροφή εκείνη όπου ο λαός έχει παραιτηθεί από την ιστορική δράση του και από όλα τα μεταίχμια της επαφής του, βρισκόμενος στο κελί της απόλυτης απομόνωσής του και ζώντας κάτω από τον θρίαμβο της ασυλίας που του έχει παραχωρηθεί.
Ο δάσκαλος του Αλμπέρ Καμύ Σεμπάστιαν Φρανκ έγραφε ότι «η νίκη ανήκει στους ηττημένους». Αυτήν τη νίκη των ηττημένων έχει επιλέξει ο λαός προσποιούμενος ότι απολαμβάνει την κατοχή ενός προνομίου, εκείνου της ασυλίας της χρήσης του.
Ο Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας