Τι κι αν η χώρα μας προσπαθεί να δεθεί στο άρμα της ανάπτυξης μετά από 10 επώδυνα χρόνια κρίσης; Τι κι αν άπαντες αναγνωρίζουν ότι η «4η Βιομηχανική Επανάσταση», με την ανάπτυξη δικτύων νέας γενιάς με οπτικές ίνες και 5G, έχει ήδη ξεκινήσει και η Ελλάδα δεν πρέπει να χάσει κι αυτό το τρένο;
Τι κι αν η χώρα μας χρειάζεται επενδύσεις, χρειάζεται προοπτική, χρειάζεται όραμα και αποφασιστικότητα για να σταματήσει η «αιμορραγία» του brain drain; Η τεχνοφοβία και ο ψηφιακός αναλφαβητισμός απειλούν να μας πάνε δεκαετίες πίσω, όπως διαφαίνεται από την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Καλαμάτας να διακόψει την πιλοτική εφαρμογή του δικτύου της 5ης γενιάς κινητής τηλεφωνίας (5G).
Η Καλαμάτα είχε όλα τα εχέγγυα να καταστεί μια πόλη-υπόδειγμα σε επίπεδο ψηφιακών υποδομών και να βρεθεί μπροστά στις τεχνολογικές εξελίξεις και την ανάπτυξη, ακόμη και έναντι των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας. Αντ’ αυτού, κινδυνεύει να απεμπολήσει αυτό το προνόμιο και να χάσει πολύτιμο χρόνο, καθιστώντας τους πολίτες της θύματα της παραπληροφόρησης, της άγνοιας και, ενίοτε, της πολιτικής εκμετάλλευσης ενός θέματος που θα έπρεπε να αποτελεί εθνικό στόχο και προτεραιότητα.
Με εκπεφρασμένη την πρόθεση της πολιτείας να δημοπρατήσει τις άδειες για το 5G το 2020, αλλά με ένα εχθρικό περιβάλλον που φαίνεται ότι διαμορφώνεται από μεμονωμένες τοπικές αυτοδιοικήσεις, οι επενδύσεις κινδυνεύουν να καθυστερήσουν να υλοποιηθούν. Θα έρθουν, όμως, σε άλλες χώρες τις οποίες οι Έλληνες αρέσκονται να θεωρούν πρότυπα, όπως π.χ. οι Σκανδιναβικές. Σε αυτές τις χώρες, οι οποίες, σημειωτέον, είναι από τις πιο αυστηρές σε θέματα ασφαλείας, οι επενδύσεις σε υποδομές τηλεπικοινωνιών νέας γενιάς προχωρούν τάχιστα, για να συναντήσουν οι πολίτες τους τις εξελίξεις, αφού έως το 2025 το 58% του παγκόσμιου πληθυσμού θα έχει πρόσβαση σε 5G δίκτυα και υπηρεσίες.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι: είτε θα κάνει άλματα προς το μέλλον, αξιοποιώντας τις υποδομές, είτε θα παρακολουθεί τις εξελίξεις και θα προσπαθεί να τις προλάβει ασθμαίνοντας. Η τόλμη, η αποφασιστικότητα και η υπεύθυνη στάση και ενημέρωση από όσους λαμβάνουν τις κεντρικές αποφάσεις είναι αδιαπραγμάτευτα συστατικά για να αναπτυχθούν οι νέες τεχνολογίες και καινοτομίες στην Ελλάδα. Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η χώρα μας -να κινείται σε υποδομές τεχνολογίας με 2-3 χρόνια διαφορά σε σχέση με την πρώτη ταχύτητα της Ευρώπης- είναι κομβικό να μην χαθεί άλλος χρόνος και να μην διευρυνθεί το ψηφιακό χάσμα.
Η ψηφιακή τεχνολογία θα μετεξελίξει ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία και κοινωνία και θα το κάνει πολύ γρήγορα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι για κάθε 1 δισ. ευρώ που επενδύεται στην ανάπτυξη του Διαδικτύου δημιουργούνται κατά μέσο όρο 9.300 θέσεις εργασίας. Η τεχνολογία 5ης γενιάς στην κινητή τηλεφωνία έχει τη δυναμική να «ξεκλειδώσει» έσοδα της τάξης των 12,3 τρισ. δολαρίων για ένα ευρύ φάσμα κλάδων της παγκόσμιας οικονομίας. Εκτιμάται ότι από το 2020 έως το 2035, η συνολική συμβολή του 5G στο παγκόσμιο ΑΕΠ θα είναι ισοδύναμη με μια οικονομία του μεγέθους της Ινδίας σήμερα, την έβδομη μεγαλύτερη στον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι εννέα στους δέκα ανθρώπους πιστεύουν ότι το 5G θα επιτρέψει τη δημιουργία νέων προϊόντων και υπηρεσιών που δεν έχουν ακόμη επινοηθεί.
Σε κάθε περίπτωση, καθώς είναι φυσικό να υπάρχει ανησυχία για κάθε νέα τεχνολογία και την επίδρασή της στη δημόσια υγεία, είναι εύκολο να καλλιεργηθεί ο φόβος απόρροια της έλλειψης γνώσης, παραπληροφόρησης και συχνά τεχνοφοβίας.
Γι’ αυτό υπάρχουν αρμόδιοι επιστημονικοί οργανισμοί, παγκόσμιοι, αλλά και εθνικοί, όπως η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας – Δημόκριτος (οι οποίοι εδώ και χρόνια πραγματοποιούν χιλιάδες μετρήσεις), τους οποίους δεν φρόντισε να συμβουλευτεί το δημοτικό συμβούλιο της Καλαμάτας, για να ενημερώσει σωστά και επίσημα τους πολίτες της.
Η Ελλάδα έχει μια μεγάλη ευκαιρία μπροστά της. Τα δίκτυα νέας γενιάς, όπως είναι η οπτική ίνα και το 5G, τα οποία μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη της οικονομίας, να συνεισφέρουν τα μέγιστα στην ανάκαμψη των ελληνικών επιχειρήσεων και να αναζωογονήσουν πολλούς κλάδους.
Αυτό δεν θα συμβεί όμως, εάν δεν σταματήσουμε να υψώνουμε εμπόδια σε αυτή την προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη.