Αν κάποιος κάτοικος του εξωτερικού μιας άλλης εποχής διάβαζε τα σχόλια για τον Αρη Σερβετάλη, θα σχημάτιζε την εντύπωση πως πρόκειται για σεσημασμένο κακοποιό, του οποίου το βαρύτατο έγκλημα είναι ότι δεν συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις. Το θέμα δεν είναι εάν η απόφαση του ηθοποιού να αποχωρήσει από τις παραστάσεις του «Ρινόκερου» είναι σωστή ή λανθασμένη, αλλά η διαπίστωση ότι η Covid, εκτός από τους τραγικούς αριθμούς των νεκρών, έβγαλε στην επιφάνεια μια ανθρωποφαγική κοινωνία που ξεσκίζει τις σάρκες της σε έναν άτυπο εμφύλιο. Αποκαλύφθηκε επίσης μια κυβέρνηση που υποδαυλίζει διαρκώς αυτό τον διχασμό, ανακοινώνοντας κάθε τόσο με ύφος αυστηρού γυμνασιάρχη καινούργια κατασταλτικά μέτρα. Η αλήθεια είναι ότι η πανδημία μπορεί να ξεβόλεψε τους πολίτες από τις προηγούμενες συνήθειές τους, βόλεψε όμως αφάνταστα την εξουσία δίνοντάς της το ισχυρότερο όπλο, που δεν είναι άλλο από τον αρχέγονο φόβο του θανάτου.
Στους κόλπους των αρνητών συνωστίζονται κομπογιαννίτες και απατεώνες, θρησκόληπτοι και σκεπτικιστές, ακροδεξιοί και αριστεριστές, αλαζόνες του άτρωτου και εραστές της συνωμοσίας. Πέρα από τις εμφανείς ιδεολογικές διαφορές τους, υπάρχει ωστόσο ένα νήμα που συνδέει όλο αυτό το συνονθύλευμα; Μήπως ασυνείδητα στεγάζονται όλοι κάτω από το τσιτάτο των αναρχικών: «Η αστική τάξη πάντοτε δυσκολεύεται να κατανοήσει την ελευθερία. Την μπερδεύει με το χάος. Εμείς αρνούμαστε την πειθαρχία και αντιπαρατάσσουμε την οργάνωση του ενθουσιασμού μας»;
Στην Ελλάδα η συμπεριφορά τους είναι πιο εξηγήσιμη. Γαλουχήθηκαν σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που διδάσκονται τρεις ώρες τη βδομάδα θρησκευτικά και μία ώρα φυσική και επομένως σε κρίσιμες περιόδους η μεταφυσική υπερτερεί του ορθολογισμού. Οι παλινωδίες όμως και οι αντιφάσεις της κυβέρνησης, οι περικοπές στην υγεία, η παραμέληση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, ο κυνισμός του Γεραπετρίτη στο «no MEΘ no death», η ξεδιαντροπιά του Αδωνη στο «μη σώσουν και εμβολιαστούν» και οι γελοιότητες του Σκέρτσου δεν συνέβαλαν άραγε σε αυτό το έλλειμμα εμπιστοσύνης και στην αδυναμία πειθούς; Πιστή στο νεοφιλελεύθερο δόγμα ότι προέχει η οικονομία, μηρυκάζει συνεχώς το φαντασιακό πρόσωπο της ευημερίας αν και τα μέτρα αποδεικνύονται ατελέσφορα, βοηθούν όμως τα μάλα στον δικό της εξαγνισμό. «Διανύουμε το τελευταίο μίλι αυτής της περιπέτειας» και διάφοροι ανορθόδοξοι συσχετισμοί με άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι ανέξοδες ωραιοποιήσεις ή μάλλον τα γενναία ψεύδη του Πλάτωνα στην «Πολιτεία» που νομιμοποιούν το απολυταρχικό σύστημα.
Το ηλεκτρονικό λιντσάρισμα του Σερβετάλη –ανεξάρτητα από τα κίνητρά του– είναι το τεκμήριο του κοινωνικού αυτοματισμού όταν το ζητούμενο είναι η κοινωνική συνοχή. Ολοι μαζί πρέπει να τρομάξουμε το θηρίο, αλλιώς θα μας καταπιεί. Για την ακρίβεια, ο ένας θα καταπιεί τον άλλον.
Μπορεί οι παραστάσεις με πρωταγωνιστή τον Σερβετάλη να σταμάτησαν, όμως επί της ουσίας ο «Ρινόκερος» του Ιονέσκο παίζεται ανελλιπώς τα τελευταία δυο χρόνια. Παρακολουθούμε απαθείς τη μετάλλαξη του ανθρώπινου είδους σε φανατικά, επιθετικά όντα. Ο ήρωας του έργου, ο Μπερανζέ, αρνείται να υποκύψει στη μαζική υστερία και παραμένει μέχρι τέλους άνθρωπος. Δεν προσβάλλεται από τη ρινοκερίτιδα γιατί δεν αποδέχεται την τάξη που είναι συνώνυμο της αγριότητας.
Το μετατοπιζόμενο κάτοπτρο στις σχέσεις αρχόντων και αρχομένων δεν είναι παρά το free pass μιας rapid ελευθερίας.