«Είμαστε έτοιμοι αν υπάρξει τέτοιο περιστατικό (κορονοϊού) να αντιμετωπιστεί και να κοπεί η αλυσίδα της μετάδοσης». Αυτά ήταν τα λόγια του υπουργού Υγείας λίγες εβδομάδες προτού χτυπήσει την πόρτα μας ο κορονοϊός. Είκοσι πέντε μέρες μετά η Ελλάδα κάνει την προσπάθειά της μετρώντας πλέον εκατοντάδες κρούσματα κι έχοντας δυστυχώς χιλιάδες ανεπιβεβαίωτα.
Και είμαστε μόνο στην αρχή, προειδοποιούν οι ειδικοί. Στην πρώτη γραμμή το προσωπικό των υπηρεσιών υγείας της χώρας, που ήδη μετράει απώλειες. Η έλλειψη μέτρων ασφαλείας για την προστασία γιατρών και νοσηλευτών, που σε κάποιες περιπτώσεις στερούνται ακόμη και τη… μάσκα, η γενικότερη κόπωση και η επιθετικότητα του ιού είναι τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά τα νοσοκομεία της χώρας. Ως συνέπεια μετράμε ήδη μεγάλο αριθμό υγειονομικού προσωπικού που βρίσκεται σε καραντίνα, αλλά και γιατρούς και νοσηλευτές που νοσούν, με αποτέλεσμα να κλείνουν κλινικές. Εξάλλου, σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, το 12% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων αφορά υγειονομικό προσωπικό.
Σε καραντίνα τουλάχιστον 350
Τα νούμερα είναι αποκαλυπτικά: Sύμφωνα με στοιχεία μέχρι την περασμένη Πέμπτη νοσούσαν σε όλη την επικράτεια πάνω από 50 γιατροί, ενώ τουλάχιστον 300 εργαζόμενοι σε νοσοκομεία ήταν σε καραντίνα λόγω επαφής με κρούσματα. Μάλιστα, όπως λένε πηγές από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ), πολλοί διοικητές, κατόπιν και της τελευταίας οδηγίας του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) να μην τίθενται σε κατ’ οίκον περιορισμό εργαζόμενοι νοσοκομείων που έχουν έρθει σε επαφή με ασθενείς αλλά δεν εμφανίζουν συμπτώματα, ζητούν από γιατρούς και νοσηλευτές να επιστρέψουν στην εργασία τους καθότι οι ανάγκες διαρκώς αυξάνονται.
Την ίδια στιγμή, όπως πληροφορείται το Documento, στο νοσοκομείο της Κοζάνης δύο από τους εργαζόμενους που βρίσκονταν σε κατ’ οίκον περιορισμό εμφάνισαν πυρετό τη δέκατη ημέρα, ενώ το μεγαλύτερο πρόβλημα φαίνεται να αντιμετωπίζει το νοσοκομείο της Καστοριάς, ένας γιατρός του οποίου απεβίωσε προ ημερών από τον κορονοϊό, άλλοι εννέα εργαζόμενοι νοσούν και 40 βρίσκονται σε καραντίνα. Η προειδοποίηση των Κινέζων γιατρών προς τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους δείχνει πάντως ότι η προσβολή του υγειονομικού προσωπικού από τη νόσο δεν είναι μόνο ελληνικό ζήτημα.
«Οι Ευρωπαίοι συνάδελφοί μας κολλούν τον ιό κατά την καθημερινή τους εργασία και το ποσοστό είναι ανάλογο με εκείνο κατά την πρώτη περίοδο στη Γουχάν» δήλωσε o Γου Ντονγκ, καθηγητής Γαστρεντερολογίας στο Union Medical College Hospital του Πεκίνου, ο οποίος βρίσκεται στη Γουχάν. «Το ιατρικό προσωπικό πρέπει να προστατευτεί» πρόσθεσε. Στη Γουχάν άλλωστε νόσησαν χιλιάδες γιατροί και νοσηλευτές και τουλάχιστον 46 από αυτούς πέθαναν. Αυτό προκλήθηκε καταρχάς από τη μη κατανόηση του ιού το πρώτο διάστημα αλλά κυρίως από την έλλειψη προστατευτικού εξοπλισμού, πρόβλημα που σύμφωνα με καταγγελίες δυστυχώς αντιμετωπίζει και η Ελλάδα.
Ελάχιστο το απόθεμα, έραψαν μόνοι τους μάσκες
Γιατροί και νοσηλευτές –επικαλούμενοι τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος του υπουργείου Υγείας αναφορικά με το απόθεμα σε υλικά πρώτης ανάγκης όπως μάσκες, αντισηπτικά, γάντια, ακόμη και ειδικές στολές προστασίας από τον ιό– καταγγέλλουν ότι τα υλικά πλέον είναι ελάχιστα.
Στο τέλος της περασμένης εβδομάδας τα 130 νοσοκομεία και οι περίπου 640 άλλες μονάδες υγείας του εθνικού συστήματος υγείας (ΕΣΥ), όπως το ΕΚΑΒ, τα περιφερειακά και αγροτικά ιατρεία κ.ά., διέθεταν 1.070.000 απλές χειρουργικές μάσκες, 61.000 μάσκες υψηλής προστασίας, 27,5 εκατ. γάντια και ακόμη 2 εκατ. αποστειρωμένα, ενώ στις 90.000 ανερχόταν ο αριθμός των αντισηπτικών και στις 23.500 των στολών υψηλής προστασίας από τον κορονοϊό. Το υλικό αυτό, λένε πηγές της ΠΟΕΔΗΝ, αφορά το σύνολο των εργαζομένων σε όλες τις δομές υγείας.
Συγκεκριμένα, αναφέρουν, αφορούν περί τις 100.000 απασχολούμενους (γιατρούς, νοσηλευτές, διοικητικούς και λοιπούς υπαλλήλους) στον χώρο της υγείας με οποιαδήποτε σχέση εργασίας. Ενδεικτικό του προβλήματος είναι το γεγονός ότι στο Δρομοκαΐτειο ψυχιατρικό νοσοκομείο, το οποίο φιλοξενεί περίπου 450 ασθενείς και καθημερινά υποδέχεται περίπου 100 νοσούντες προς εξέταση, οι εργαζόμενοι έραβαν την περασμένη εβδομάδα μόνοι τους μάσκες προστασίας, ενώ είχαν απευθύνει στο υπουργείο Υγείας έκκληση να τους προμηθεύσει υγειονομικό υλικό.
Υπό προϋποθέσεις για γιατρούς και νοσηλευτές Είναι απολύτως σαφές ότι η αποκαλούμενη από τον εκπρόσωπο του υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό Σωτήρη Τσιόδρα «εμπροσθοφυλακή του συστήματος υγείας» διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσει, όπως άλλωστε σε όλες τις χώρες του κόσμου. Ωστόσο, λόγω και του γεγονότος ότι το προσωπικό υγείας στην Ελλάδα δεν περισσεύει και δεδομένου ότι οι γιατροί και νοσηλευτές που νοσούν ή έρχονται σε επαφή με κρούσματα και πρέπει να τεθούν σε κατ’ οίκον περιορισμό αυξάνονται, άλλαξε και η αρχική οδηγία για την καραντίνα.
Οπως είπε ο κ. Τσιόδρας, «κάποιος εκτεθειμένος επαγγελματίας υγείας μπορεί να συνεχίσει την εργασία του με απόφαση του προέδρου και της Επιτροπής Λοιμώξεων του νοσοκομείου, σε συνεννόηση με εμάς (σ.σ.: επιτροπή εμπειρογνωμόνων), με τον ΕΟΔΥ, λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα προστασίας για τους ασθενείς». «Δεν μπορεί κάποιος ο οποίος βρίσκεται στον χρόνο επώασης την πρώτη ή δεύτερη ημέρα μετά την έκθεση και πρέπει να κάνει μια στεφανιογραφία σε έναν άρρωστο με έμφραγμα να μην την κάνει. Πρέπει να συνεχιστεί και να μη διακοπεί η λειτουργία αυτών των ζωτικών μονάδων του νοσοκομείου. Ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική. Σίγουρα το χειρότερο δυνατό μέτρο θα είναι να κλείνουν νοσοκομειακές μας μονάδες» πρόσθεσε.
Καμπανάκι κινδύνου για τα κενά στο προσωπικό
Οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία πάντως τονίζουν ότι δεδομένης και της αναστολής όλων των αδειών γιατρών και νοσηλευτών δεν υπάρχουν εφεδρείες σε περίπτωση αύξησης των κρουσμάτων και εκφράζουν φόβους ότι αν ισχύσουν τα παραπάνω μέτρα μηδενικής –όπως λένε– προφύλαξης για τους εργαζόμενους, θα φτάσουμε στο σημείο να μην επαρκεί το προσωπικό. Εξάλλου οι ελλείψεις του ΕΣΥ είναι γνωστές εδώ και χρόνια. Παρότι μάλιστα, όπως λένε οι γνωρίζοντες, η κυβέρνηση είχε την ευκαιρία να διαθέσει περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό στα νοσοκομεία, προτίμησε όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση να προσλάβει αστυνομικούς.
Ετσι, προκειμένου να εξυπηρετήσει το αφήγημα περί έλλειψης ασφάλειας στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ, υποβάθμισε το διαχρονικό ομολογουμένως πρόβλημα των ελλείψεων σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Στο πλαίσιο αυτό ακύρωσε τις προσλήψεις περίπου 1.000 γιατρών οι οποίες είχαν προγραμματιστεί από τον Μάιο του 2019 και πάγωσε τις διαδικασίες πρόσληψης περίπου 1.500 νοσηλευτών. Τελικά βέβαια επαναπροκήρυξε με καθυστέρηση επτά μηνών τις θέσεις των γιατρών, οι οποίοι όμως, όπως λένε άνθρωποι από τον χώρο της υγείας, δεν πρόκειται να ενταχθούν στο ΕΣΥ πριν από το τέλος του 2020. Κάπως έτσι το ούτως ή άλλως ελλιπές από άποψη αριθμού εργαζομένων ΕΣΥ βρέθηκε να αναζητά εσπευσμένα νέο προσωπικό προκειμένου να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες του. Προσώρας και εν μέσω πια της κρίσης του κορονοϊού έχουν προσληφθεί εκτάκτως περί τα 500 άτομα επικουρικό προσωπικό (κυρίως νοσηλευτές) και 100 επικουρικοί γιατροί, ενώ το υπουργείο Υγείας έχει ήδη αποστείλει εγκρίσεις για την πρόσληψη ακόμη τουλάχιστον 1.000 ατόμων ως επικουρικού προσωπικού και 254 γιατρών αντίστοιχα.
Με «φειδώ» τα τεστ λόγω έλλειψης αντιδραστηρίων
Ελλειψη λόγω τεράστιας ζήτησης παρουσιάζουν παγκοσμίως και τα αντιδραστήρια. Εν μέσω πανδημίας στην Ελλάδα και με τα κρούσματα να πολλαπλασιάζονται, τα τεστ, όπως έχει αποφασίσει η πολιτεία, πραγματοποιούνται με αυστηρά κριτήρια και εξετάζονται μόνο τα σοβαρά περιστατικά και όσοι ασθενείς ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες. Την ίδια στιγμή πηγές των επτά δημόσιων εργαστηρίων που δίνουν καθημερινά τη μάχη των ελέγχων των δειγμάτων που καταφτάνουν αναφέρουν ότι παρατηρείται μεν έλλειψη σε ορισμένα αντιδραστήρια αλλά δεν υπάρχει φόβος ότι μπορεί να τελειώσουν. Και αυτό διότι καθημερινά γίνονται ενέργειες από κράτος και αρμόδιους φορείς για την άμεση αναπλήρωσή τους.
Οπως πληροφορείται το Documento, το Εργαστήριο Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών εξετάζει περί τα 300-400 δείγματα την ημέρα που αφορούν κυρίως νοσηλευόμενους ασθενείς, ευπαθείς ομάδες και ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και όχι ασυμπτωματικούς ή ασθενείς με ελαφρά συμπτώματα. «Βρίσκουμε λύσεις συνέχεια ώστε όλα να κυλούν ομαλά. Και την άλλη βδομάδα όλα θα είναι υπό έλεγχο» αναφέρει ο επικεφαλής του εργαστηρίου Αθανάσιος Τσακρής. Σύμφωνα με πληροφορίες και στα εργαστήρια της Λάρισας και της Θεσσαλονίκης όλα κυλούν ομαλά.
Γίνονται παραγγελίες για αντιδραστήρια ενώ και εκεί τηρούνται τα κριτήρια ελέγχου. Εκτός του υπουργείου Υγείας, στην ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας προμήθειας αντιδραστηρίων όπου υπάρχουν ελλείψεις συνδράμει ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ) και η θυγατρική του, το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Ερευνας & Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ). «Εχουμε την αίσθηση ότι δεν θα υπάρξει έλλειψη αντιδραστηρίων. Είναι αρκετά τα εργαστήρια και οι όποιες ελλείψεις συνέχεια ανανεώνονται» αναφέρει στο Documento η Χρυσούλα Νικολάου, πρόεδρος στην Ελληνική Εταιρεία Ιατρικής Βιοπαθολογίας – Εργαστηριακής Ιατρικής.
Σημειώνεται ότι τα προβλήματα στην τροφοδοσία των μικροβιολογικών εργαστηρίων με αντιδραστήρια είναι παγκόσμιο φαινόμενο αφού οι πρώτες ύλες παρασκευάζονται κυρίως σε εργοστάσια στην Κίνα και αποστέλλονται στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στη Γερμανία, απ’ όπου διατίθενται, μέσω των προμηθευτών, στην αγορά με το σταγονόμετρο.
Η μάχη των γιατρών…
55 νοσούντες γιατροί και νοσηλευτές
300 εργαζόμενοι σε νοσοκομεία βρίσκονται σε καραντίνα
12% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων αφορούν υγειονομικό προσωπικό
…και των αποθεμάτων
1.076.000 χειρουργικές μάσκες
55.000 μάσκες υψηλής προστασίας
27.500.000 γάντια
2.000.000 αποστειρωμένα γάντια
31.600 αντισηπτικά
30.250 στολές υψηλής προστασίας
*Στοιχεία μέχρι την περασμένη Παρασκευή