Σε έκθεσή της στις αρχές Σεπτεμβρίου, η Εuropol κατέγραψε τον τρόπο που αλλάζει το εμπόριο της κοκαΐνης, από την παραγωγή μέχρι και τα δίκτυα διακίνησης, περιγράφοντας την αναδιάρθρωση και αλληλεπίδραση των διάφορων εμπλεκομένων εγκληματιών. Σε αυτή την έκθεση γίνεται φανερή η άνοδος της αλβανικής μαφίας στη διακίνηση της κοκαΐνης.
Δείτε επίσης: Europol: Βέλγιο και Ολλανδία κόμβοι διακίνησης κοκαΐνης
Μεταξύ των ετών 2018 και 2020, 266 άνθρωποι που συνελήφθησαν για διακίνηση ναρκωτικών ήταν αλβανικής καταγωγής, μπροστά από τους βραζιλιάνους (258) και τους κολομβιανούς (168). Η επόμενη ευρωπαϊκή χώρα που φιγουράρει στην λίστα είναι η Ολλανδία, με 51 πολίτες να έχουν συλληφθεί. Η έκθεση καταγράφει την παρουσία ομάδων της αλβανικής μαφίας στην Ευρώπη και την Λατινική Αμερική. Η Europol σημειώνει την ασυνήθιστη επικέντρωση στο εμπόριο ναρκωτικών από τις αλβανικές ομάδες σε σχέση με άλλες εγκληματικές δραστηριότητες. 94% των αλβανικών εγκληματικών ομάδων που αναγνωρίστηκαν το 2019 είχαν την διακίνηση ως την κύρια δραστηριότητά τους, σε αντίθεση με το 38% ανάμεσα στις γερμανικές και το 30% στις τούρκικες.
Η Europol και το Γραφείο Ναρκωτικών και Εγκλήματος του ΟΗΕ (UNODC), διαπίστωσαν ότι οι Αλβανοί διακινητές ήταν οι κύριοι προμηθευτές κοκαΐνης στα λιμάνια της Αμβέρσας στο Βέλγιο και στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας, ήλεγχαν μεγάλο μέρος της βρετανικής αγοράς κοκαΐνης, είχε συνεργασίες με την Ντραγκέτα στην Ιταλία και έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διανομή κοκαΐνης σε άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, του Βελγίου, της Αυστρίας, της Βουλγαρίας, της Ελλάδας και της Ελβετίας.
Αυτή η υπερβολική επιρροή αποδόθηκε σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητα των Αλβανών διακινητών να σφυρηλατούν άμεσες επαφές σε όλη τη Λατινική Αμερική. Από το 2012, Αλβανοί εγκληματίες έχουν δημιουργήσει επαφές στην Κολομβία, τη Βενεζουέλα, τη Βραζιλία και τον Ισημερινό, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια συνεχή ροή κοκαΐνης, σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης.