Η ακροδεξιά τρόικα του πολέμου

Η ακροδεξιά τρόικα του πολέμου

Η Χαμάς είναι ό,τι πιο ακραίο πολιτικά και ιδεολογικά υπάρχει στα παλαιστινιακά εδάφη και μετά την 7η Οκτωβρίου, αν αφήσουμε κατά μέρους το ξεκλήρισμα των Παλαιστινίων συλλήβδην από τον ισραηλινό στρατό, είναι ο στόχος των επιχειρήσεων της ισραηλινής κυβέρνησης. Αυτό όμως που απουσιάζει από αυτή την εικόνα είναι ο τρόπος που η Χαμάς έγινε αυτό που είναι και ποιοι είναι υπεύθυνοι για τη γιγάντωσή της. Οι Ισραηλινοί πολίτες στην πλειονότητά τους πια, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, είναι ξεκάθαροι: υπεύθυνη για την κλιμάκωση και κατά συνέπεια για την επίθεση της Χαμάς είναι η κυβέρνηση Νετανιάχου, τόσο ο ίδιος ως πρωθυπουργός όσο και οι μέχρι πρότινος μοναδικοί κυβερνητικοί συνεργάτες του, μια δράκα ακροδεξιών πολιτικών που στηρίζουν ανοιχτά την ανωτερότητα του εβραϊκού έθνους και το «φυσικό δικαίωμα» του Ισραήλ να αναπτύσσεται χωρίς κανέναν περιορισμό ακόμη και σε αυτά που διεθνώς αναγνωρίζονται ως παλαιστινιακά εδάφη.

Είναι οι ίδιοι που ώθησαν την κατάσταση στα άκρα και στη Δυτική Οχθη με την πολιτική τους υπέρ των παράνομων εποικισμών, τις επιδρομές που οργάνωναν στην Τζενίν και σε άλλες κοινότητες, την υφαρπαγή των χωραφιών που νοίκιαζαν οι Παλαιστίνιοι επί γενιές από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων στην Ιερουσαλήμ κοντά στην Κολυμβήθρα του Σιλωάμ και με τη σύσταση στρατών ένοπλων εποίκων που διέλυαν σπίτια Παλαιστινίων κατά δεκάδες για ασήμαντες αφορμές.

Είναι η ακροδεξιά πτέρυγα της κυβέρνησης, ο υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ και ο υπουργός Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριτς. Φυσικά υπάρχουν αρκετοί άλλοι ακροδεξιοί υπουργοί στην κυβέρνηση Νετανιάχου και βουλευτές, ακόμη και τώρα που είναι εθνικής ενότητας –χωρίς τη συμμετοχή βέβαια των αριστερών δυνάμεων–, όμως οι παραπάνω φέρουν μεγάλη ευθύνη για την κατάσταση που οδήγησε στη νέα έκρηξη τροφοδοτώντας περαιτέρω το μίσος της Χαμάς προς το Ισραήλ.

Απορρίφθηκε ως ακραίος από τον στρατό

Πατριάρχης και ηγέτης της ακροδεξιάς πτέρυγας της αντιαραβικής πολιτικής μίσους της κυβέρνησης Νετανιάχου δεν είναι άλλος από τον Καχανιστή (σιωνιστικό θρησκευτικό κίνημα με πολιτικές προεκτάσεις που ακολουθεί τις διδαχές του ακραίου αμερικανοϊσραηλινού ραβίνου Μέιρ Καχάνε και χαρακτηρίζεται από αντιαραβισμό) Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ. Ο 46άχρονος δικηγόρος είναι ηγέτης του κυβερνητικού εταίρου Εβραϊκή Δύναμη (Otzma Yehudit) που κατέβηκε στις τελευταίες εκλογές με κοινή λίστα με το άλλο ακροδεξιό πολιτικό μόρφωμα Κόμμα Θρησκευτικού Σιωνισμού (RZP) του Σμότριτς.

Ως υπουργός και επικεφαλής της αστυνομίας κατάφερε να φτιάξει ένα σώμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του, με πολλούς να υποστηρίζουν ότι έχει πλέον προσωπικό στρατό. Υστερα από πολλές εμπρηστικές δηλώσεις και κινήσεις εντυπωσιασμού ο Μπεν Γκβιρ πέρασε εν μέσω της παρούσας κρίσης την πολιτική του για τον εξοπλισμό περισσότερων από 10.000 εποίκων με τυφέκια εφόδου, κίνηση που ξεκάθαρα ρίχνει λάδι στη φωτιά και αποσκοπεί στην όξυνση της σύγκρουσης και τη διαιώνισή της.

Μαζί με τη σύζυγό του και τα πέντε τους παιδιά είναι κάτοικοι παράνομου οικισμού στη Χεβρώνα και η προσωπική του ιστορία βρίθει από συγκρούσεις με τις ισραηλινές αρχές εξαιτίας των ακροδεξιών απόψεών του. Ο Ισραηλινός πολιτικός έγινε δικηγόρος εξαιτίας των πολλών ανοιχτών δικαστικών υποθέσεων που είχε λόγω της ακροδεξιάς του δράσης – εμφανιζόταν σε κάθε πολιτική κρίση. Η πρώτη δημόσια εμφάνισή του ήταν το μακρινό 1995 ως ένας εκ των διαδηλωτών εναντίον των Συμφωνιών του Οσλο, οπότε και εμφανίστηκε στην εθνική τηλεόραση κρατώντας το σήμα μιας Cadillac υποστηρίζοντας: «Φτάσαμε μέχρι το αυτοκίνητο του Γιτζάκ Ράμπιν, θα φτάσουμε και σε αυτόν». Μερικές εβδομάδες μετά ο Ράμπιν δολοφονήθηκε.

Ενδεικτικό της αντιαραβικής λύσσας του είναι ότι δεν υπηρέτησε στις ένοπλες δυνάμεις (IDF) επειδή το στρατολογικό γραφείο έκρινε πως είναι επικίνδυνος εξαιτίας των απόψεών του. Τελικά βέβαια πήρε όπλο όπως αποδεικνύει σχετική περσινή φωτογραφία, το οποίο έβγαλε κατά τη διάρκεια επίσκεψής του σε γειτονιά της Ανατολικής Ιερουσαλήμ όπου σημειώνονταν συγκρούσεις μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών.

Ο εμπρηστής-αρνητής του παλαιστινιακού λαού

Ο έτερος ανθός της ακροδεξιάς ταξιανθίας που έχει καταδυναστεύσει την ισραηλινή πολιτική ζωή, με αποτέλεσμα την κατακρεούργηση χιλιάδων παιδιών, εφήβων και γυναικών σε Γάζα και Δυτική Οχθη, είναι ο 43χρονος επίσης δικηγόρος Μπεζαλέλ Σμότριτς. Είναι ρατσιστής, ομοφοβικός, υποστηρικτής της φυσικής επέκτασης του Ισραήλ και στη Δυτική Οχθη, αρνητής της ύπαρξης του παλαιστινιακού λαού και εχθρός της ιδέας ύπαρξης παλαιστινιακού κράτους.

Ο Σμότριτς το 2005 είχε συλληφθεί κουβαλώντας 700 λίτρα βενζίνης με την υποψία ότι θα αποπειρόταν να ανατινάξει μεγάλη οδική αρτηρία, ενώ τον επόμενο χρόνο είχε διοργανώσει αντισυγκέντρωση στο Gay Pride στο Ισραήλ με τη σικ ονομασία «Beast Pride» (παρέλαση του κτήνους). Μόλις τον περασμένο Μάρτιο ο υπουργός της κυβέρνησης Νετανιάχου υποστήριζε σε δηλώσεις του ότι «δεν υπάρχει Ιστορία ή πολιτισμός του παλαιστινιακού λαού, για την ακρίβεια δεν υπάρχει παλαιστινιακός λαός». Ο Σμότριτς δέχεται πυρά συχνά από πολιτικούς του δεξιού κόμματος Λικούντ καθώς ανά διαστήματα αποδέχεται και διαχέει δημόσια θεωρίες συνωμοσίας.

Διαβάστε επίσης: Wikileaks: Και η Ελλάδα στα σχέδια του Ισραήλ ως πιθανή χώρα εκτοπισμού Παλαιστινίων της Γάζας

Documento Newsletter