«Αν κάτι έχει κάνει καλά στην (μακρά) υπηρεσιακή ζωή της η Αικατερίνη Δελλαπόρτα, αυτό είναι να παρουσιάζεται ως σημαντική επιστήμονας, γνώστρια της νομικής επιστήμης και γενικώς ικανής διαχειρίστριας. Τίποτε από αυτά δεν ισχύει, όπως ξέρουν όσοι και όσες βρέθηκαν στη δυσχερή θέση να συνεργαστούν μαζί της, στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, στην 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, αλλά και στο Α’ Υπηρεσιακό Συμβούλιο του υπουργείου». Έτσι αρχίζει μια μακροσκελής ανάρτηση της Ενωτικής Αγωνιστικής Κίνησης στο ΥΠΠΟ, την οποία αφιερώνει σε ένα πρόσωπο. Παραθέτει όσα είναι γνωστά και άγνωστα για τη νέα (δορισμένη) γενική διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου (ΒΧΜ), η οποία είχε διατελέσει σε διοικητικές θέσεις του υπουργείο στις οποίες είχε αφήσει ένα ισχυρό αρνητικό ίχνος στη συμπεριφορά της, όπως ακουγόταν: αυταρχική, εμμονική, αντισυναδελφική.
Η επόμενη πληροφορία που παίρνουμε από τους συνδικαλιστές του υπουργείου Πολιτισμού είναι οι καλές σχέσεις («καλές προσβάσεις» αναφέρεται συγκεκριμένα) «στην (εκάστοτε) πολιτική ηγεσία και, βέβαια, στην Εκκλησία». Η αδιατάρακτη αξία της προσαρμογής και των καλών φίλων. Κατάφερε μάλιστα, όπως επισημαίνεται στην ανάρτηση, «με περίεργες μεθόδους να παρατείνει την παραμονή της στο δημόσιο μετά την 35ετία». Στο πώς τα κατάφερε απαντούν οι ίδιοι με ένα ονοματεπώνυμο: Λίνα Μενδώνη. Χρημάτισε μάλιστα σύμβουλος της υπουργού μετά την αφυπηρέτησή της τον Γενάρη του 2022. Επίσης επισημαίνεται και η φιλοξενία εκθέσεων σύγχρονης τέχνης, με προσωπική χάρη σε ανώτατο δικαστικό.
Κατά τους εργαζόμενους και τους συνδικαλιστές θεωρείται η χειρότερη που πέρασε από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, την οποία καθήλωσε επί οκτώ έτη με τσαπατσουλιά και ξοδεύοντας χρήματα για εργαλεία και υπηρεσίες ιδιωτών. Μάλιστα, σύμφωνα με δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας», είχε διδάξει την τέχνη του τσιμεντώματος προτού η Μενδώνη την εγκρίνει στην Ακρόπολη.
Η ίδια ως διευθύντρια είχε το μοναδικό προνόμιο να έχει «πρωτόδικη καταδίκη για παράβαση καθήκοντος, προς ζημία του ελληνικού δημοσίου και της πολιτιστικής κληρονομιάς».
Επίσης για «απτά δείγματα κακοδιοίκησης και αυταρχισμού», και μάλιστα «λουδοβίκειου αυταρχισμού», την έχουν καταγγείλει οι εργαζόμενοι στο ΒΧΜ στα επτά χρόνια που ήταν εκεί διευθύντρια. Της προσάπτουν επίσης «θρησκευτικό προσηλυτισμό και εθνικοφροσύνη», δείγμα που μάλλον ταιριάζει με το τρέχον περιβάλλον το οποίο επικρατεί στην αυλή του υπουργείου Πολιτισμού. Έτσι όχι απλά διαστρέβλωσε μια ρήση του Κολοκοτρώνη καθώς ιστορικά ανήκε στη μετεπανασταστική εποχή, όπως επισήμανε ο Τάσος Κωστόπουλος στην «ΕφΣυν», αλλά διοργνάνωσε μια πλήρως αποτυχημένη έκθεση «Ναύπακτος 1571. Η μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών» με συνονθύλευμα εκθεμάτων αλλά και αντλώντας στοιχεία από την… Wikipedia.
Όλα αυτά αποτελούν μια σφιχτή περίληψη των πεπραγμένων της φίλης και συμβούλου της Λίνας Μενδώνη, με την οποία και τους υπόλοιπους διορισμένους θα οδηγήσουν τα πέντε μεγαλύτερα μουσεία στη «νέα εποχή».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Ενωτικής Αγωνιστικής Κίνησης ΥΠΠΟ:
Αν κάτι έχει κάνει καλά στην (μακρά) υπηρεσιακή ζωή της η Αικατερίνη Δελλαπόρτα, αυτό είναι να παρουσιάζεται ως σημαντική επιστήμονας, γνώστρια της νομικής επιστήμης και γενικώς ικανής διαχειρίστριας. Τίποτε από αυτά δεν ισχύει, όπως ξέρουν όσοι και όσες βρέθηκαν στη δυσχερή θέση να συνεργαστούν μαζί της, στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, στην 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, αλλά και στο Α’ Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Υπουργείου. Για την εν λόγω συνταξιούχο ισχύει το «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» – αρκεί να φροντίσεις να έχεις καλές προσβάσεις στην (εκάστοτε) πολιτική ηγεσία και, βέβαια, στην Εκκλησία.
Από όπου πέρασε ως προϊσταμένη η Α. Δελλαπόρτα άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της, διαλύοντας στο πέρασμά της οτιδήποτε θετικό είχαν καταφέρει να χτίσουν οι εργαζόμενοι και οι (εκάστοτε) προκάτοχοί της, είτε επιστημονικά, είτε κοινωνικά, είτε εργασιακά. Η θητεία της – μακρά, καθώς φρόντισε επίσης με περίεργες μεθόδους να παρατείνει την παραμονή της στο δημόσιο μετά την 35ετία – χαρακτηρίστηκε από άκρατο αυταρχισμό, εμμονές, κυνήγι υπαλλήλων για προσωπικούς λόγους, καταπάτηση κάθε νόμου, κανονισμού και ηθικής. Για να τα κάνει όλα αυτά, βέβαια, έπρεπε να έχει την εύνοια της (διαχρονικής) Λίνας Μενδώνη, η οποία εκτιμά τόσο τις… υπηρεσίες που της προσφέρει, ώστε αμέσως μετά τη σύνταξη να την τοποθετήσει αμέσως στο γραφείο της ως σύμβουλο (5/1/2022) και μετά να την τοποθετήσει σε μια πολύ καλά αμειβόμενη θέση, αυτή της Γενικής Διευθύντριας στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (13/4/2023), αποδεικνύοντας ότι η μετατροπή σε Νομικό Πρόσωπο δεν ήταν παρά το πρόσχημα για την παράδοση των Μουσείων όχι μόνο σε ιδιωτικά συμφέροντα, αλλά και σε «πρόθυμους» γκαουλάιτερ της Μενδώνη και της Νέας Δημοκρατίας.
Βυθίζοντας την ενάλια αρχαιολογία
Η θητεία της Δελλαπόρτα ως διευθύντριας στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ) από το 1998 ως το 2006 κράτησε καθηλωμένη όχι μόνο την Υπηρεσία, αλλά και συνολικά την εξέλιξη της ενάλιας αρχαιολογίας στην Ελλάδα. Ήταν η χειρότερη περίοδος για τη σχέση της ΕΕΑ με το ίδιο το κοινό της ενάλιας αρχαιολογίας: τους ερασιτέχνες και επαγγελματίες δύτες. Το ότι μόλις το 2020 οργανώθηκε το πρώτο επισκέψιμο ναυάγιο στην Ελλάδα – έως τότε κανένας δύτης επισκέπτης δεν μπορούσε να επισκεφτεί νόμιμα κανένα αρχαίο ναυάγιο – και το ότι δεν υπάρχει ακόμη Μουσείο Εναλίων Αρχαιοτήτων στη χώρα οφείλεται στην σχεδόν οκταετή θητεία της Δελλαπόρτα στην ΕΕΑ: τα χρόνια που όλες οι Υπηρεσίες οργάνωναν αρχαιολογικούς χώρους και Μουσεία, η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων αντιμετώπιζε τους ερασιτέχνες δύτες ως «κλέφτες», «επικίνδυνους» και «ποινικούς».
Πρώτα βέβαια αντιμετώπιζε ως «εχθρούς» το προσωπικό της Εφορείας! Έγραφε ο Ιός της Ελευθεροτυπίας το… μακρινό 2004:
«28 χρόνια μετά την ίδρυση των υπηρεσιών της υποβρύχιας αρχαιολογίας, το υπουργείο Πολιτισμού όχι μόνο δεν έχει καταφέρει ακόμα να θεσμοθετήσει ένα σύγχρονο, και ασφαλές πλαίσιο εργασίας για τους εικοσιπέντε, όλους κι όλους, ανθρώπους του καταδυόμενου προσωπικού του, αλλά – μετά από καφκικού τύπου παλινωδίες μεταξύ «συναρμοδίων» υπουργείων – ουσιαστικά τους παροπλίζει και προσπαθεί να τους μετατάξει σε υπηρεσίες «στεριάς», ως δήθεν «πλεονάζον προσωπικό».
*Σταδιακά, στη θέση τους «ενοικιάζει», και μάλιστα πανάκριβα, τις καταδυτικές υπηρεσίες ανειδίκευτων ιδιωτών ή υποκαθιστά την αναντικατάστατη για την υποβρύχια αρχαιολογία εργασία του δύτη-αρχαιολόγου με την «υψηλή τεχνολογία» (τηλεκατευθυνόμενες κάμερες, ρομπότ, βαθυσκάφη, ηχοβολιστικά μηχανήματα κ.ά.).
*Χρήματα ξοδεύονται, εντυπωσιακές εικόνες με υποβρύχια μηχανήματα που διακινεί το Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων του ΥΠΠΟ στα ΜΜΕ προβάλλονται, μαζί με τα σχετικά εγκωμιαστικά σχόλια, αλλά το ερευνητικό έργο συρρικνώνεται.
*Η υποθαλάσσια πολιτιστική κληρονομιά δεν προστατεύεται, τα «αναπτυξιακά έργα» στη θάλασσα (λιμάνια, αγωγοί, καλώδια, υδατοκαλλιέργειες, ακόμα και σημαδούρες) καθυστερούν, αφού δεν μπορούν να γίνουν οι απαιτούμενες αυτοψίες, και όποτε τα έργα προωθούνται -με τη γνωστή τσαπατσουλιά και την αυθαιρεσία- πιθανότατα προξενούν ανεπανόρθωτες ζημιές στις ενάλιες αρχαιότητες.»
Όλα αυτά οδήγησαν στο να καταδικαστεί πρωτόδικα το 2011 από το Β΄ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, σε φυλάκιση 14 μηνών χωρίς ελαφρυντικά, κρινόμενη ένοχη επειδή επί 2,5 χρόνια, από τον Αύγουστο του 2003 έως και τον Οκτώβριο του 2006, υπονόμευε με δόλο την ομαλή λειτουργία της Υπηρεσίας. Πιο συγκεκριμένα, το δικαστήριο έκρινε ότι παρεμπόδιζε τις υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες κρατώντας σκόπιμα ανενεργό το καταδυόμενο προσωπικό, ενώ ταυτόχρονα παρουσίαζε προς την ιεραρχία του Υπουργείου και τον Υπουργό ότι δήθεν υπήρχαν προβλήματα, που δημιουργούσαν οι καταδυόμενοι, τα οποία, όμως, στην πραγματικότητα δημιουργούσε και συντηρούσε η ίδια, παραπλανώντας σκόπιμα το Υπουργείο. Καμία επίπτωση βέβαια δεν είχε η απόφαση αυτή στην υπηρεσιακή της καριέρα, παρέμεινε Διευθύντρια και συνέχισε τις ίδιες πρακτικές, ενώ αργότερα αθωώθηκε στο Εφετείο – όπως λένε όσοι ήταν στη δίκη, η απόφαση δεν έλεγε ότι δεν είχε προβεί σε ενέργειες που συνιστούσαν παραβατική συμπεριφορά, αλλά ότι τις έκανε «χωρίς να έχει δόλο».
Και βέβαια όλα αυτά είχαν επιπτώσεις και στην προστασία της ενάλιας πολιτιστικής κληρονομιάς, με αποκορύφωμα το 2002 όταν η Ελευθεροτυπία δημοσίευε άρθρο με τίτλο «Τσιμέντο σε αρχαίο ναυάγιο». Στη Λαυρεωτική, σε χώρο όπου η ΕΕΑ είχε αδειοδοτήσει αγωγό, ο αγωγός πέρασε πάνω από αρχαίο ναυάγιο, όπως απέδειξαν φωτογραφίες που έστειλε στην εφημερίδα αναγνώστης! Η κ. Δελλαπόρτα δήλωσε στον δημοσιογράφο απλώς ότι «ουδέποτε έλαβε γνώση για τις αρχαιότητες». Ήταν ακριβώς το ίδιο χρονικό διάστημα που η κ. Δελλαπόρτα έστελνε σε άλλες υπηρεσίες το καταδυόμενο προσωπικό της ΕΕΑ ως «πλεονάζον» – με τη βοήθεια του Ευάγγελου Βενιζέλου και της Λίνας Μενδώνη που δεν της χάλαγαν χατίρι, βεβαίως…
Ποιος μπορεί να χρεώνει το ελληνικό δημόσιο στο διηνεκές χωρίς ποτέ να του ζητούνται ευθύνες;
Είναι… μακρινά όλα αυτά; Πέρα από τη ζημιά που προκλήθηκε στην ενάλια αρχαιολογία, στην εικόνα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας προς την κοινωνία, στο καταδυόμενο προσωπικό του ΥΠΠΟΑ το οποίο η Δελλαπόρτα με μίσος κυνήγησε με όποιο τρόπο μπορούσε (πειθαρχικά, μεταθέσεις σε άλλες υπηρεσίες κ.λπ.), ο λογαριασμός για όλα αυτά ήταν ιδιαίτερα αυξημένος. Τόσο αυξημένος που ακόμη δεν έχει πληρωθεί!
Τον Γενάρη 2020 το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) απέστειλε στο ΥΠΠΟΑ τα… ανεξόφλητα υπόλοιπα που βλέπετε παραπάνω για την περίοδο 2004-2006. Όλα αυτά εξαιτίας της επιμονής της κ. Δελλαπόρτα να διώξει το καταδυόμενο προσωπικό και να κάνει αυτοψίες με τα σκάφη του ΕΛΚΕΘΕ, με την εύνοια του Ευάγγελου Βενιζέλου και της Λίνας Μενδώνη (τότε ΓΓ του ΥΠΠΟΑ) που της επέτρεπαν να ξοδεύει χρήματα του ελληνικού λαού για να μπορέσει να «νικήσει» τους δύτες της Εφορείας Εναλίων που είχαν κάνει το… λάθος να ζητάνε την έκδοση Κανονισμού Καταδύσεων, ασφάλιση και όλες τις ασφαλιστικές δικλείδες και τα δικαιώματα που απορρέουν από ένα επικίνδυνο επάγγελμα όπως η κατάδυση.
Η Λ. Μενδώνη ήταν βέβαια εκείνη που παρέλαβε το 2020 το έγγραφο με τα «χρωστούμενα» και προφανώς το έβαλε στο συρτάρι, σώζοντας για άλλη μια φορά την «εκλεκτή» της. Πώς μια Διευθύντρια με τέτοια αχαρακτήριστη θητεία και μια πρωτόδικη καταδίκη για παράβαση καθήκοντος, προς ζημία του ελληνικού δημοσίου και της πολιτιστικής κληρονομιάς, θα μπορούσε να αποφύγει κάθε πειθαρχική διαδικασία, αλλά θα διεκδικούσε αργότερα – ανεπιτυχώς ευτυχώς – και τη θέση της Γενικής Διευθύντριας; Με την εύνοια της Λ. Μενδώνη, βεβαίως.
Φαίνεται πως η Δελλαπόρτα ήταν πάντοτε «άνθρωπος ειδικών αποστολών» της Μενδώνη, η οποία δεν της χαλάει κανένα χατίρι. Το τελευταίο έτος που διένυσε ως στέλεχος του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ ήταν ήδη διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, η Δελλαπόρτα βρήκε ευκαιρία να επιστρέψει ξανά και στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων ως αναπληρώτρια Προϊσταμένη. Εκεί προσπάθησε να «καθαρίσει» μια δύσκολη υπόθεση, την εισαγγελική έρευνα για τον (επίσης φίλο της Μενδώνη) εφοπλιστή Πάνο Λασκαρίδη, έρευνα οπου αφορούσε την παράνομη ανέλκυση αρχαίας άγκυρας και κανονιού από τα Αντικύθηρα. Πρόκειται για τον ίδιο εφοπλιστή στο πλοίο συμφερόντων του οποίου κατασχέθηκε πρόσφατα μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών στην Ιταλία. Αλλά βέβαια ο εφοπλιστής, όπως δήλωσε, δεν ήξερε τίποτα για αυτά τα παράνομα πράγματα..
Γι’ αυτό άλλωστε η Δελλαπόρτα είχε και ειδική μεταχείριση. Όταν για παράδειγμα έκανε ρεζίλι το Υπουργείο Πολιτισμού ακυρώνοντας εγκεκριμένο έργο 800.000 ευρώ, γιατί… έτσι! Την ίδια στιγμή που η Μενδώνη απειλούσε όλους τους Διευθυντές για την απορροφητικότητα των έργων στις περιοχές τους, ειδικά η κ. Δελλαπόρτα μπορούσε να κάνει τα γούστα της, αφήνοντας έκθετους πέντε εταίρους και το προσωπικό που περίμενε να εργαστεί στο έργο.
Είχε πιο σοβαρές δουλειές να κάνει η κ. Δελλαπόρτα, για λογαριασμό της Λίνας Μενδώνη, όπως το να προσπαθεί να στείλει σε πειθαρχικό έλεγχο την πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) και καταδυόμενη αρχαιολόγο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, Δέσποινα Κουτσούμπα – προσπάθεια που στέφθηκε από απόλυτη αποτυχία.
Η θητεία στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
Ανεξίτηλο άφησε το στίγμα της η Α. Δελλαπόρτα και κατά την 7ετία (2014-2021) που βρέθηκε να προΐσταται του ΒΧΜ, όπου πήγε με εκφρασμένη από την ίδια την πρόθεση να «καθαρίσει το μουσείο», δηλαδή να ξηλώσει την παρακαταθήκη του αείμνηστου Δημήτρη Κωνστάντιου, του εκ βάθρων αναμορφωτή του μουσείου. Εξαρχής στο στόχαστρό της βρέθηκαν οι προτεραιότητες συλλογικής εργασίας και εξωστρεφούς δράσης που είχε αναπτύξει επί χρόνια το μουσείο. Σταδιακά από το 2014, υπάλληλοι με εξειδικευμένη εμπειρία και ικανότητες διατέθηκαν σε άλλες Υπηρεσίες, απομακρύνθηκαν από τις εργασίες στις οποίες είχαν ειδικευθεί και τοποθετήθηκαν σε θέσεις υποδεέστερες των προσόντων τους. Άλλοι αποχώρησαν αυτοβούλως αηδιασμένοι ή έκαναν χρήση κάθε λογής αδειών (αναρρωτικών, εκπαιδευτικών κ.ο.κ.) για να βρεθούν όσο γίνεται μακρύτερα από ένα περιβάλλον που γινόταν ολοένα και τοξικότερο.
«L’État, c’est moi»
Η Α. Δελλαπόρτα συνηθίζει να διακηρύσσει τις μεγάλες της ικανότητες στην διοίκηση και στην κατανόηση και ερμηνεία των νόμων. Στην πραγματικότητα, αυτό που τη διακρίνει είναι ο λουδοβίκειος αυταρχισμός «το Κράτος, είμαι εγώ» («L’État, c’est moi») απέναντι στους διοικούμενους, η στρεβλή ανάγνωση των νόμων και η υπερύψωση του εαυτού της πάνω από τους νόμους.
Χαρακτηριστικότερη ίσως απόδειξη είναι η περίπτωση υπαλλήλου του ΒΧΜ, η οποία είχε την… ατυχία να μείνει έγκυος τον Ιούνιο του 2015, λίγους μήνες μετά την έκδοση της απόφασης του Εφετείου Αθηνών που αναγνώριζε ότι οι προηγούμενες αλλεπάλληλες συμβάσεις της με την υπηρεσία ήταν στην πραγματικότητα μία ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και διέταζε την απασχόλησή της με καθεστώς εργαζόμενης ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ).
Η διοίκηση του Βυζαντινού Μουσείου, ωστόσο, δεν δέχτηκε να την αντιμετωπίσει ως ΙΔΑΧ εργαζόμενη και ως εκ τούτου να της χορηγήσει τις προβλεπόμενες από τον νόμο άδειες που σχετίζονται με τη μητρότητα και την τεκνογονία! Παρότι η αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Πολιτισμού είχε δώσει την ορθή νομική απάντηση πως η συγκεκριμένη εργαζόμενη είχε πλήρη τα δικαιώματα κάθε εργαζόμενης ΙΔΑΧ, η διοίκηση του ΒΧΜ επέμενε στη δική του… ανάγνωση των νόμων, υποχρεώνοντας την υπάλληλο να κάνει χρήση της κανονικής της άδειας, ενώ άφησε αναπάντητο ακόμη και το αίτημά της για χορήγηση άδειας άνευ αποδοχών! Ο γολγοθάς για την υπάλληλο συνεχίστηκε επί μήνες, ενώ τελικά, τον Νοέμβριο του 2016, το ΒΧΜ της έστειλε έγγραφο απόλυσης…
Ας σημειωθεί ότι ο μεν ΟΑΕΔ, στον οποίο απευθύνθηκε η υπάλληλος, την ενημέρωσε πως σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία δικαιούται εννέα μηνών άδεια από την υπηρεσία της και όχι από τον ΟΑΕΔ, ο δε Συνήγορος του Πολίτη, στον οποίο υποχρεώθηκε επίσης να απευθυνθεί, απέστειλε σχετικά έγγραφα στο ΒΧΜ καλώντας το να συμμορφωθεί στα νόμιμα, και πάλι όμως χωρίς ανταπόκριση. Με το ίδιο περιεχόμενο παρενέβη εγγράφως προς το ΒΧΜ και το υπουργείο Εργασίας, αλλά και το υπουργείο Εσωτερικών, χωρίς την παραμικρή διάθεση συμμόρφωσης από τη διεύθυνση του μουσείου! Το ΒΧΜ επί των ημερών της Α. Δελλαπόρτα είχε δικούς του νόμους, αγνοώντας επιδεικτικά όλες τις αρμόδιες αρχές, τα επίσημα έγγραφα και τις εξώδικες διαμαρτυρίες.
Την ίδια στιγμή, πάντως, η Α. Δελλαπόρτα απέφευγε όπως… ο διάολος το λιβάνι να αναλαμβάνει τις ευθύνες της, υπογράφοντας τα έγγραφα που εξέδιδε η υπηρεσία. Προτιμούσε να μεταθέτει αυτήν την ευθύνη στον εκάστοτε αναπληρωτή της, όπως έκανε και κατά τη διάρκεια της θητείας της στην 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, άλλη μία υπηρεσία που είχε την ατυχία να βρεθεί διοικούμενη από την εκλεκτή της Λίνας Μενδώνη, να υποστεί τον αυταρχισμό της και να δει τις δράσεις της να συρρικνώνονται. Εκεί, μάλιστα, η Δελλαπόρτα έφτασε στο σημείο να κυνηγήσει πειθαρχικά την τότε αναπληρώτριά της για έγγραφα που υπέγραψε μετά από δική της εντολή!
Από τη συλλογική δουλειά στον απόλυτο συγκεντρωτισμό και την απαξίωση του επιστημονικού έργου του μουσείου
Επί των ημερών της Α. Δελλαπόρτα στο ΒΧΜ, καθορισμένες, παγιωμένες, παραγωγικές και εξειδικευμένες λειτουργίες, συγκροτημένες άτυπα σε «Γραφεία», αποδιαρθρώθηκαν, αποδυναμώθηκαν ή και εξαφανίστηκαν: Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας, Γραφείο Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, Γραφείο Τεκμηρίωσης, Γραφείο Εκδόσεων, Γραφείο Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων, Ιστορικό και Φωτογραφικό Αρχείο. Οι ολομέλειες του επιστημονικού προσωπικού παύτηκαν εντελώς. Οι «Ομάδες εργασίας» που συστήθηκαν εγγράφως για την εκτέλεση έργων, όπως η επανέκθεση της συλλογής Λοβέρδου, δεν συγκλήθηκαν ποτέ. Η «Ομάδα εργασίας» του ευρωπαϊκού προγράμματος ΑΠΤΟΣ για άτομα με προβλήματα όρασης πληροφορήθηκε από τρίτους, εκτός μουσείου, ότι το πρόγραμμα έλαβε αιφνιδίως τέλος. Ερευνητικά προγράμματα με εξωτερικές συνεργασίες, όπως το σχετικό με τη μελέτη των ρωσικών εικόνων, παύτηκαν χωρίς καμία αιτιολόγηση. Το έργο των αρχαιολογικών τμημάτων συρρικνώθηκε και οι υπάλληλοι που τα στελέχωναν διατηρούσαν με μόχθο ψήγματα της επιστημονικής τους ταυτότητας, παραδίδοντας επιστημονικά κείμενα που είτε «σπαράσσονταν» πριν χρησιμοποιηθούν, είτε έμεναν αχρησιμοποίητα και ανέκδοτα.
Για την κ. Δελλαπόρτα ήταν αναγκαία η απαξίωση του τρόπου δουλειάς που είχε αναπτυχθεί στο ΒΧΜ, τρόπος ο οποίος είχε διατυπωμένο στόχο να φέρει το ευρύ κοινό σε επαφή με ερευνητικά ερωτήματα και πορίσματα της σύγχρονης επιστήμης πάνω στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή εποχή, είχε κατ’ επανάληψη αποδειχτεί εξωστρεφής, ποιοτικός, οικείος, αποτελεσματικός, παραγωγικός και ανταγωνιστικός, είχε δημιουργήσει μέσα στον ίδιο τον φορέα μια παράδοση, είχε τέλος χαρίσει στο ΒΧΜ πανελλήνια και διεθνή αναγνώριση κι ένα πιστό κοινό που διευρυνόταν με περιοδικές εκθέσεις, ερευνητικά προγράμματα, εκδόσεις, δωρεάν εκπαιδευτικά προγράμματα και άλλες δράσεις. Ο συγκεκριμένος τρόπος δουλειάς επέτρεπε αφενός στο επιστημονικό προσωπικό του ΒΧΜ, που υλοποιούσε αυτές τις δράσεις, να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του πάνω στα ευαίσθητα θέματα της εθνικής αυτογνωσίας, και αφετέρου στον επισκέπτη να διαμορφώνει τον δικό του τρόπο προσέγγισης του αρχαιολογικού υλικού. Καλλιεργούσε συνειδητά την κριτική σκέψη, προκαλώντας κατά κύριο λόγο ερωτήματα και παρέχοντας ερεθίσματα, και δεν την έπνιγε με προκατασκευασμένες, αντιεπιστημονικές βεβαιότητες.
Επί των ημερών της Δελλαπόρτα επιβλήθηκε στο ΒΧΜ ένας άλλος τρόπος «δουλειάς», ο οποίος όχι μόνο επιδίωκε να φέρει τον ένα υπάλληλο ενάντια στον άλλο και εξέθετε συχνά το ίδιο το ΒΧΜ απέναντι στο κοινό, αλλά είχε αποβάλει και την επιστήμη σαν βαρίδι. Τα αρχαία των συλλογών του μουσείου δεν ήταν πλέον αφορμές για να διατυπωθούν ιστορικά ερωτήματα και να αναζητηθούν ερμηνείες για το παρελθόν, αλλά χρησιμοποιούνταν άνευ νοήματος, προσχηματικά, όταν δεν γίνονταν με ωμό τρόπο αντικείμενα ιδεολογικής εκμετάλλευσης. Παραδείγματα αμφότερων των περιπτώσεων μπορεί κάποιος να βρει πολλά στην ιστοσελίδα του μουσείου και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου αυτό διατηρεί λογαριασμούς. Στη σελίδα «Νέα» της ιστοσελίδας, λ.χ., βρίσκουμε κείμενο με τίτλο «Οι βιβλικές ρίζες του εθνικού μας ύμνου» (1η Μαΐου 2021), το οποίο εικονογραφεί αντιμήνσιο της συλλογής του ΒΧΜ από τη Ζάκυνθο με παράσταση Άκρας Ταπείνωσης . Ο συντάκτης του κειμένου προφανώς σκέφθηκε ότι ο Διονύσιος Σολωμός, όντας Ζακύνθιος, ταιριάζει με ένα οποιοδήποτε ζακυνθινό κατάλοιπο, στη βάση της λογικής «ο αστυνόμος είναι όργανο, το μπουζούκι είναι όργανο, άρα…».
Θρησκευτικός προσηλυτισμός και εθνικοφροσύνη
Πιο φορτισμένη ιδεολογικά ήταν η συστηματική ανάρτηση στην ιστοσελίδα και στο facebook φωτογραφιών με παραστάσεις αγίων από φορητές εικόνες και άλλα έργα, την ημέρα που τιμά τη μνήμη τους η Ορθόδοξη εκκλησία. Η ανάρτηση σειράς τριών βίντεο με τίτλο «Τα Εισόδια της Θεοτόκου» , «Αγία Αικατερίνη» , και «Η Γέννηση του Χριστού» στο κανάλι του μουσείου στο You Tube (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2020), δείχνει ότι το ΒΧΜ είχε επενδύσει με προσηλυτιστικό ρόλο τα εκπαιδευτικά του προγράμματα.
Η παραπάνω αισθητική και ανιστορική αντίληψη κορυφώθηκε σε ένα βίντεο αφιερωμένο στην άλωση της Κωνσταντινούπολης, αναρτημένο στις 29 Μαΐου 2021 κι ενταγμένο στο πρόγραμμα εορτασμού των 200 ετών από την ελληνική επανάσταση. Φέροντας τον τίτλο: «Θάνατος – Ελπίδα – Αναγέννηση. Η Παναγιά αναστέναξι κι δάκρυσαν οι ’κόνες σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρύζεις» , συνδυάζει θρησκευτικό προσηλυτισμό και εθνικιστική ιδεολογία, ανακατεύοντας αμφιλεγόμενες φωτογραφίες και κείμενα σε ένα γκροτέσκο και δύσπεπτο «σάντουιτς».
Η περιοδική έκθεση «Ναύπακτος 1571. Η μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών» (17 Σεπτεμβρίου 2021 – 31 Μαρτίου 2022), μαζί με την ανάλογης ποιότητας περιοδική έκθεση με τίτλο «Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Η συμβολή της Εκκλησίας στον Αγώνα του 1821» (8 Φεβρουαρίου-30 Μαΐου 2022) αποτελούν το επιστέγασμα της ιδεολογικής στροφής που πρόβαλε δημόσια το μουσείο, επί της θητείας της Δελλαπόρτα. Κατά τη διάρκεια της γενικότερης απαξίωσης των κρατικών μουσείων από το ίδιο το ΥΠΠΟΑ, την οποία ζούμε τα τελευταία έτη, κανένα άλλο κρατικό μουσείο δεν αναθεώρησε με τόσο ριζοσπαστικό και ευδιάκριτο τρόπο το ιδεολογικό του στίγμα στον δημόσιο χώρο. Οι δύο εκθέσεις εντάχθηκαν στις εκδηλώσεις του ΒΧΜ για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την ελληνική επανάσταση, και αμφότερες εγκαινιάστηκαν με κάθε επισημότητα από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Η έλλειψη ιστορικού κριτηρίου της επετειακής γιγαντοαφίσας που ανακοίνωνε τη συμμετοχή του μουσείου στους εορτασμούς, αναρτημένη στην είσοδο του μουσείου από τον Μάιο 2021 έως τον Φεβρουάριο 2022 με τίτλο «1453-1821. Από την Άλωση στην Παλιγγενεσία», σχολιάστηκε από τον Τάσο Κωστόπουλο («200 χρόνια ορθόδοξο τζιχάντ;», Εφημερίδα των Συντακτών, 16 Μαΐου 2021). Ο Κωστόπουλος παρατήρησε εύστοχα ότι η ρήση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη που ήταν γραμμένη στη γιγαντοαφίσα: «είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος» χρονολογείται στο 1838, και εκφράζει αιτήματα της εποχής του νέου ελληνικού βασιλείου, και όχι της επανάστασης του 1821..
Μάλιστα, το σχετικό δελτίο τύπου του μουσείου επιχειρούσε το ιδεολογικό καπέλωμα της μόνιμης έκθεσης του ΒΧΜ, προτρέποντας τους επισκέπτες να τη δουν και σημειώνοντας: «Τα αντικείμενα του Μουσείου, που επιλεκτικά παρουσιάζονται σε αυτόνομες ενότητες (εννοεί στη μόνιμη έκθεση του μουσείου), χρονολογούνται από τον 15ο αιώνα και εξής, δηλώνοντας το καθένα με τον τρόπο του, ότι ναι μεν το 1453 ‘ἡ Πόλις ἑάλω’, το Γένος όμως, εντός ή εκτός του υπόδουλου τότε ελληνικού χώρου, διατήρησε καρτερικά τη ζωτικότητά του και την ταυτότητά του, δραστηριοποιούμενο ακατάβλητα στον διανοητικό, πνευματικό, κοινωνικό και οικονομικό τομέα. Παραμένοντας πιστό στις ιστορικές του καταβολές και παραδόσεις, απέβλεπε και καρτερούσε σύμψυχο (sic) την απελευθέρωση και αυτονομία του από τον επαχθή τουρκικό ζυγό». H μόνιμη έκθεση του μουσείου, όμως, δείχνει άλλα: ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για «επαχθή τουρκικό ζυγό» όταν το Γένος άκμασε, ότι η δέσμευση συμβάδιζε με την αποδέσμευση από την παράδοση, και ότι το Γένος δεν «καρτερούσε σύψυχο την απελευθέρωση» εφόσον δεν υπήρχε ακόμη η νέα, διάφορη ως προς το Γένος, εθνική ιδεολογία. Οι δε ενότητες της μόνιμης έκθεσης δεν είναι «αυτόνομες», αλλά θεματικές και αλληλεξαρτώμενες, για όποιον εννοεί τι βλέπει.
«Ναύπακτος 1571. Η μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών» ‑ ένα εκθεσιακό ναυάγιο
Κατά την 7ετία της κ. Δελλαπόρτα στο ΒΧΜ η περιοδική έκθεση «Ναύπακτος 1571. Η μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών» ήταν η μοναδική εκθεσιακή παραγωγή που σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε εξ ολοκλήρου από το μουσείο. Όποιος επισκέπτης θυμόταν, έστω αμυδρά, το επίπεδο των εκθέσεων του ΒΧΜ μέχρι το 2014, αντιλήφθηκε ότι η συγκεκριμένη έκθεση δεν μπόρεσε να αντλήσει από τη μακρά πείρα του μουσείου στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση ποιοτικών έργων. Στην έκθεση της «Ναυπάκτου» είδαμε τα εκθέματα να μη διαχωρίζονται από το εποπτικό υλικό και να «πνίγονται» μέσα σε ένα πλήθος φωτογραφιών, συχνά άσχετων προς το θέμα και κακοτυπωμένων, αντλημένων με copy-paste από τη Wikipedia και χωρίς αναφορά στην πηγή. Είδαμε εκθέματα αχρονολόγητα, αμφίβολης τεκμηρίωσης και γνησιότητας. Είδαμε ενότητες που δεν συνδέονταν με ειρμό. Είδαμε ολόκληρες εκθεσιακές «υποενότητες» να αποτελούνται μόνο από κακές φωτογραφίες χωρίς κανένα έκθεμα. Είδαμε ακόμη το μίζερο ελληνικό-αγγλικό έντυπο που συνόδευσε την έκθεση να περιλαμβάνει ανεπεξέργαστες φωτογραφίες άνισης ποιότητας και, μαζί, ένα αμετάφραστο ισπανικό κείμενο (!). Αν υπήρχε επιμελητής κειμένων, θα μάζευε τα «μαργαριτάρια» των κειμένων της έκθεσης και του εντύπου και θα εντόπιζε την παράγραφο στη σ. 21 του τελευταίου, η οποία επαναλαμβάνεται στη σ. 22. Και τι να πούμε για τη φράση «Αυθεντική φωτογραφία…» που συναντήσαμε σε μία λεζάντα της έκθεσης;
Στην περίπτωση της συγκεκριμένης έκθεσης αναμφίβολα δεν συνέτρεξαν οι συλλογικές εκείνες διαδικασίες που θα αρμολογούσαν τα διακριτά τμήματα της παραγωγής: διαμόρφωση αρχικής ιδέας, μουσειολογικό σχεδιασμό και διαμόρφωση ενοτήτων, επιλογή και τεκμηρίωση εκθεμάτων, επιλογή εποπτικού και πληροφοριακού υλικού, μουσειογραφικό σχεδιασμό, φωτογράφιση έργων, γραφιστικό σχεδιασμό του εποπτικού και πληροφοριακού υλικού της έκθεσης, οργάνωση της δομής και γραφιστικό σχεδιασμό του εντύπου, συγγραφή, επιμέλεια, μετάφραση κειμένων, κ.τ.λ. Καθεμιά από τις εργασίες αυτές προϋποθέτει την εκτέλεση επιμέρους βημάτων για να ολοκληρωθεί. Οι αρμοδιότητες για επιμέρους εργασίες κατανέμονται εξαρχής με ρητό και συγκεκριμένο τρόπο (συγκροτείται ομάδα εργασίας) και τίθεται χρονοδιάγραμμα. Η καθημερινή τριβή, η επικοινωνία, οι συζητήσεις, η συνεργασία του προσωπικού που υλοποιεί τις εργασίες φέρνει τον συντονισμό, λύνει προβλήματα, προλαμβάνει λάθη, συγκροτεί και ενοποιεί σταδιακά το έργο. Οι αποφάσεις είναι συλλογικές, ώστε όλοι αισθάνονται το έργο δικό τους και σπρώχνουν την ποιότητά του προς τα πάνω. Στην εν λόγω περίπτωση ο τρόπος δουλειάς ήταν άλλος. Τούτο φαίνεται στο έντυπο της έκθεσης, όπου ως επιμελήτρια φέρεται η Δελλαπόρτα, ως «Συντελεστές» αναφέρονται όλα τα Τμήματα του μουσείου απρόσωπα, ενώ ως «Ομάδα εργασίας» κατονομάζονται δύο μέλη του επιστημονικού προσωπικού του μουσείου και δύο εξωτερικοί συνεργάτες. Μολονότι υποβάλλεται η ιδέα ότι όλο το μουσείο συμμετείχε στην προετοιμασία, τα ονόματα που αναφέρονται ως υπεύθυνοι είναι τελικά πολύ λίγα, και οι αρμοδιότητές τους ασαφείς.
Η έκθεση για τη ναυμαχία της Ναυπάκτου κόστισε στον ελληνικό λαό το λιγότερο 160.000 ευρώ σύμφωνα με τις αναρτημένες στη «Διαύγεια» αποφάσεις. Εκσφενδόνισε στο βάραθρο της ανυποληψίας έναν φορέα, ο οποίος μόλις δέκα χρόνια πριν επιδείκνυε σοβαρότητα αντίστοιχη της αποστολής του, καθώς δεν ήξερε πώς να τοποθετηθεί απέναντι στο αντικείμενό της. Δεν είχε άποψη ούτε για το πώς συστάθηκε η Ιερή Συμμαχία, ούτε για το πώς διαλύθηκε. Οι αναφορές στο ποιος αρχηγός του στόλου έχασε το μάτι του ή το κεφάλι του, στο ποιος είχε «το χάρισμα» (sic) και στο ότι ο Φίλιππος Β΄ «αναγνώρισε» ως αδελφό του τον νόθο Δον Χουάν, εμφανίζονται σαν να είναι της ίδιας βαρύτητας με την κινητοποίηση των κοινωνιών των Ορθόδοξων, η οποία κατέστησε τη ναυμαχία εφικτή. Η άποψη ότι «το Λεπάντο σημείωσε μια ανατροπή της ισορροπίας των ναυτικών δυνάμεων και το τέλος της απειλής του οθωμανικού ελέγχου στη Μεσόγειο» διαψεύδεται από την ίδια την ιστορία (κατάκτηση της Κρήτης), αλλά και από τον συντάκτη λίγες γραμμές παρακάτω: «ο Σουλτάνος (…) κατόρθωσε να αναπληρώσει τις απώλειες (…) ένα χρόνο μετά» (έντυπο, σ. 32). Είναι ενδεικτικό ότι πρέπει να φτάσουμε στη σ. 20 του εντύπου για να μάθουμε ότι η ναυμαχία της Ναυπάκτου δεν έγινε στη Ναύπακτο, αλλά σε άλλο μέρος. Γιατί καλείται «της Ναυπάκτου», όμως, δεν το μαθαίνουμε!
Υπήρξαν επισκέπτες που επισήμαναν την τραγική ανοργανωσιά, την έλλειψη ειρμού και νοήματος στο βιβλίο επισκεπτών της έκθεσης. Υπήρξε κι ένα σύντομο κριτικό σχόλιο στο διαδίκτυο από τον ιστορικό τέχνης, Μ. Καρκαζή, με τίτλο «Συμβαίνουν και εις Παρισίους: Οι κρατικές μας εκθέσεις τέχνης (ο Θεός να τις κάνει ευρωπαϊκές)», που επισήμαινε την έλλειψη νοήματος και τον επαρχιωτισμό της έκθεσης. Πράγματι, το μόνο νόημα μπορούσε κάποιος να το αντλήσει από το έντυπο που συνόδευσε την έκθεση, στο οποίο διαβάζουμε ότι: «Κατά την περίοδο που ακολούθησε την τελική άλωση (sic) της Κωνσταντινούπολης (1453) σημειώθηκε στην ελληνική χερσόνησο πληθώρα επαναστατικών κινημάτων μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων (sic), που κατέληξαν στον αγώνα της ανεξαρτησίας και την παλιγγενεσία του 1821. Σημαντικότατος σταθμός σε αυτή την πολυαίωνη διαπάλη στάθηκε η 7η Οκτωβρίου 1571…» (σ. 3). Σημειωτέον ότι πουθενά αλλού στην έκθεση ή στο έντυπο δεν υποστηριζόταν η σύνδεση της ναυμαχίας με κάποιο επαναστατικό κίνημα «μεταξύ» Ελλήνων και Τούρκων. Παρ’ όλα αυτά, ο παλαιικός, επιδερμικός εθνικισμός επανέρχεται στο τέλος του εντύπου: «Η καταστροφή του τουρκικού στόλου αναπτέρωσε το ηθικό των υπόδουλων Ελλήνων και αποτέλεσε την αφετηρία μιας σειράς επαναστατικών και συνωμοτικών ενεργειών εναντίον των Τούρκων». Οι ενέργειες αυτές «μαρτυρούσαν το ισχυρό εθνικό φρόνημα των υποδούλων Ελλήνων για την Ελευθερία» (σ. 33).
«Τι θέση έχουν αυτά τα εξαμβλώματα στους τοίχους του Βυζαντινού Μουσείου»;
Εξόχως προβληματικές και προσβλητικές για το μουσείο και τους επισκέπτες του, άλλωστε, ήταν και πολλές από τις επιλογές της Α. Δελλαπόρτα σχετικά με τις εκθέσεις σύγχρονης τέχνης που φιλοξενήθηκαν στο ΒΧΜ, επί των ημερών της. Κορυφαίο, ασφαλώς, παράδειγμα αποτελεί η έκθεση «Ο βυζαντινός κόσμος του Ηλία Κοντοζαμάνη» την άνοιξη του 2017, προφανώς μια προσωπική χάρη της Δελλαπόρτα – που διατηρεί άριστες σχέσεις, εκτός από την Εκκλησία, και με τον δικαστικό/εισαγγελικό κλάδο – στον ανώτατο δικαστικό Ηλία Κοντοζαμάνη.
Αλλά ας αφήσουμε άλλους να μιλήσουν για αυτήν την έκθεση. «Τι θέση έχουν αυτά τα εξαμβλώματα στους τοίχους του Βυζαντινού Μουσείου»; τιτλοφορούσε το σχετικό της άρθρο η LIFO, με υπότιτλο «Ακόμα και με κριτήρια νηπιαγωγείου, ένας ελάχιστα σοβαρός διευθυντής θα τα είχε απορρίψει»…
Παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο, χωρίς άλλα σχόλια:
«Θέλω να κάνω μια απλή ερώτηση. Με ειλικρίνεια. Υποτίθεται ότι για να σε κάνουν διευθυντή ενός Μουσείου, πρέπει να έχεις κάποιο γούστο, κάποιες γνώσεις, μια αισθητική αντίληψη τέλος πάντων. Τότε πώς είναι δυνατόν να διαλέγεις να εκτεθούν στο Χριστιανικό και Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας αυτά τα εξαμβλώματα; Να κάνεις ολόκληρη αφιερωματική έκθεση, εκεί που λίγο πριν υπήρχαν δυο τρια διαμάντια από το ΕρμιτάζΉ είσαι άσχετος ή είσαι κιτς εκ φύσεως. Αυτά τα σχεδόν κωμικά γρατζουνίσματα, ανάξια να εικονογραφήσουν ακόμα και το προμόσιοναλ υλικό των Ιεχωβάδων, με λίγο από σαπουνόπερα, λίγο Τζέημς Πάρις και λίγο ζωγραφική με το στόμα, εκτίθενται σε ένα πανέμορφο Μουσείο που κάποτε χαρακτηρίσαμε «κρυφό διαμάντι της Αθήνας». Διαμάντι ναι, αλλά faux».
«Με ποια κριτήρια εκθέτει ο Ηλίας Κοντοζαμάνης στο Βυζαντινό Μουσείο;», αναρωτιόταν από την πλευρά της η ιστορικός και κριτικός τέχνης Ήρα Παπαποστόλου στο art22.gr Και έγραφε τα εξής:
«Μόλις είδα το δελτίο τύπου σε γνωστό ιντερνετικό περιοδικό για την έκθεση «Ο βυζαντινός κόσμος» του Ηλία Κοντοζαμάνη στο Βυζαντινό Μουσείο έφριξα. Ιστορικές προσωπικότητες των χρόνων του Βυζαντίου έπεσαν στα χέρια του, «κατακρεουργήθηκαν» και παρουσιάζονται σε έκθεση σε ένα από τα καλύτερα μουσεία της Ελλάδας.
[…] Με ποια κριτήρια εκθέτει ο Ηλίας Κοντοζαμάνης στο Βυζαντινό Μουσείο; Η ερώτηση απευθύνεται στη διεύθυνση του μουσείου, φυσικά. […] Ο διευθυντής του μουσείου τί είδους παιδεία έχει; Έχει σπουδάσει ιστορία τέχνης, μουσειολογία ή φιλοσοφία-αισθητική; Αν ναι, πέρασε και δεν ακούμπησε! Η ζωγραφική με το πόδι και το στόμα είναι πολύ καλύτερη και έχει και έναν ουσιαστικό λόγο ύπαρξης. […] Ο Ηλίας Κοντοζαμάνης δεν είναι σίγουρα καλλιτέχνης, ούτε καν ερασιτέχνης και όμως το Βυζαντινό Μουσείο δέχτηκε να εκθέσει στους χώρους του 62 “έργα” του σε λάδι και τέμπερα τα οποία ΔΕΝ ΒΛΕΠΟΝΤΑΙ! […] Το καλλιτεχνικό ρουσφέτι και οι δημόσιες σχέσεις πέταξαν στα σκουπίδια την μουσειολογική έρευνα και πρακτική.
Η γνώμη μου είναι ότι, μετά από αυτό, ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου πρέπει να παραιτηθεί! Αλλιώς εγώ θα σκίσω τα πτυχία μου!»
Ε, δεν παραιτήθηκε! Και γιατί να το κάνει, εφόσον είχε την σταθερή εύνοια της Λίνας Μενδώνη; Γιατί να χάσει την ευκαιρία να αυτοπροβάλλεται και να ασκεί εξουσία, την ίδια ώρα που κατέστρεφε καθετί δημιουργικό; Γιατί να αποσυρθεί ενώ της δινόταν απλόχερα η ευκαιρία να καλλιεργήσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της με την Εκκλησία, ανοίγοντας τον δρόμο για να βρεθεί η τελευταία και επισήμως στην διοίκηση του Βυζαντινού Μουσείο, με τον διορισμό από την Μενδώνη στο ΔΣ του ΒΧΜ του παπά-Θωμά Συνοδινού, πρωτοπρεσβύτερου του Οικουμενικού Θρόνου, πρωτοσύγκελου της Αρχιεπισκοπής Αθηνών επί Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου και ίσως του πιο δικτυωμένου ιερέα της χώρας; Άλλωστε, με τον παπά Θωμά Συνοδινό η Α. Δελλαπόρτα συνεργάζεται άριστα και στο πλαίσιο της Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Χριστιανικών Μνημείων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπου είναι αμφότεροι μέλη…
Η χειρότερη πρόεδρος Υπηρεσιακού Συμβουλίου
Η κ. Δελλαπόρτα, πέραν των άλλων, «διέπρεψε» και ως πρόεδρος του Α΄ Υπηρεσιακού Συμβουλίου (αρχαιολόγων, ιστορικών τέχνης, ιστορικών, λαογράφων/εθνολόγων κ.ο.κ.), κατά την διετία 2016-2018, οδηγώντας σε απόγνωση εκατοντάδες υπαλλήλους σε όλη τη χώρα. Δημιουργώντας σταθερά κλίμα έντασης, αυταρχισμού και ψυχολογικής βίας, με φωνές και προσβολές προς τους εισηγητές, την γραμματέα και τα μέλη του Συμβουλίου, τακτικά και αναπληρωματικά, διορισμένα και αιρετά, δημιούργησε τεράστια προβλήματα δυσλειτουργίας του Συμβουλίου.
Διενεργώντας συνεχώς «καψόνια» στα λοιπά μέλη του Συμβουλίου (λ.χ. με την συστηματικά μη έγκαιρη ενημέρωσή τους για συνεδριάσεις, με τον ορισμό συνεδριάσεων στις… 30 Δεκεμβρίου το 2016 ή στις… 3 Αυγούστου το 2017, τον ορισμό συνεδριάσεων σε μέρες προγραμματισμένων απεργιών, όπως στην παναττική στάση εργασίας της ΑΔΕΔΥ στις 19/9/2017, την απαίτηση να γίνουν κάποιες συνεδριάσεις του οργάνου στο γραφείο της στο ΒΧΜ (!), μακριά από το κτίριο-αρχείο της Διοίκησης, που υποχρεωνόταν να μεταφέρει με όχημα τους φακέλους των υπαλλήλων…), κόντεψε να τινάξει την λειτουργία του στον αέρα. Η πλήρης αδιαφορία για επείγοντα και σημαντικά αιτήματα υπαλλήλων, οι άνευ προηγουμένου καθυστερήσεις στον προγραμματισμό συνεδριάσεων του Συμβουλίου, και η πρωτοφανής συσσώρευση υποθέσεων που εκκρεμούσαν, υποχρέωσαν τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων σε αλλεπάλληλες παρεμβάσεις προς την διοικητική και πολιτική ιεραρχία, ακόμη και την παρέμβαση της τότε υπουργού Λ. Κονιόρδου, που προσήλθε η ίδια ενώπιον συνεδρίασης του Συμβουλίου και να κάνει συστάσεις για επιτάχυνση διαδικασιών! Με χαρακτηριστικά εκδικητικό τρόπο, η Α. Δελλαπόρτα, για να δείξει πως τάχα επισπεύδει τις διαδικασίες, έφτασε στο σημείο να φτιάξει Ημερήσια Διάταξη με… 341 θέματα, προκειμένου να μην εμφανίζονται ως εκκρεμείς υποθέσεις στο αρχείο της Γραμματείας του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Αποτέλεσμα; Τα 341 θέματα συζητήθηκαν σε πολλαπλές συναντήσεις που απλώθηκαν σε πολλούς μήνες, θεωρήθηκαν όμως ως μία «συνεχιζόμενη» συνεδρίαση κι έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν μπορούσε, ακόμη και για θέματα που είχαν συζητηθεί, να εκδοθεί καμία απολύτως απόφαση από την διοίκηση, εγκλωβίζοντας για μια ακόμη φορά εκατοντάδες ενδιαφερόμενους υπαλλήλους…
Η κατάσταση αυτή, συνοδευόμενη εξάλλου σταθερά από απαξιωτικές κρίσεις για υπαλλήλους, ειρωνικά σχόλια για ΙΔΑΧ εργαζόμενους, για τις ειδικότητες των Μουσειολόγων και της Πολιτιστικής Διαχείρισης, για αποφοίτους της ΕΣΔΔΑ, για συνδικαλιστές, για καταδυόμενους αρχαιολόγους, δεν ήταν απλώς ένα καπρίτσιο της Δελλαπόρτα. Ήταν μια συνειδητή προσπάθεια υπονόμευσης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και κωλυσιεργίας ειδικά σε θέματα κρίσιμα εκείνη την περίοδο, όπως η απόδοση ειδικότητας στους ΙΔΑΧ αρχαιολόγους και η αναγνώριση προϋπηρεσίας που θα οδηγούσε όχι μόνο στην μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη εκατοντάδων υπαλλήλων αλλά και στην δυνατότητα τοποθέτησής τους σε θέσεις ευθύνης!
Η Αικατερίνη Δελλαπόρτα είναι ένα μόνο παράδειγμα του είδους των ανθρώπων που επέλεξε η Λίνα Μενδώνη για να οδηγήσουν τα πέντε εμβληματικότερα κρατικά μουσεία της χώρας στην οδό της ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας, της «αυτονόμησης» από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, της υποτιθέμενης ανάπτυξης και του ψευδεπίγραφου εκσυγχρονισμού.
Θα πρέπει να απομακρυνθεί άμεσα και αυτή και οι λοιποί εκλεκτοί της Λίνας Μενδώνη στα δοτά ΔΣ και στις θέσεις Γενικών Διευθυντών. Και θα απομακρυνθούν, όπως θα καταργηθεί και ο απαράδεκτος νόμος 5021/2012. Θα το επιβάλουν με τον αγώνα τους οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες στο Υπουργείο Πολιτισμού!