Η Αγγελική Παπαθεμελή στο Documento για το Φυλαχτό του Μπολάνιο: «Οι χαμένες γενιές ορίζουν ένα ύψος»

Η Αγγελική Παπαθεμελή στο Documento για το Φυλαχτό του Μπολάνιο: «Οι χαμένες γενιές ορίζουν ένα ύψος»

Οι ποιητές της Λατινικής Αμερικής, οι ταραχές στο Μέξικο και η ποίηση των κοινωνικών αγώνων

Το μυθιστόρημα «Φυλαχτό» του Χιλιανού βραβευμένου συγγραφέα Ρομπέρτο Μπολάνιο μεταφέρεται στη σκηνή σε σκηνοθεσία της Μάγδας Κόρπη και ερμηνεία της Αγγελικής Παπαθεμελή – για λίγες παραστάσεις – στο Θέατρο οδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής». Η Αουξίλιο Λακουτύρ βρίσκεται κλεισμένη στις γυναικείες τουαλέτες της Σχολής Φιλολογίας και Φιλοσοφίας του Αυτόνομου Πανεπιστημίου του Μεξικού (UNAM) για δεκατέσσερις ημέρες στην προσπάθεια της να υπερασπιστεί το τελευταίο υπόλειμμα του πανεπιστημιακού ασύλου. Στο κλίμα της παγκόσμιας αναταραχής των γεγονότων του 1968 και εν όψει των πρώτων Ολυμπιακών αγώνων σε χώρα της Λατινικής Αμερικής η κυβέρνηση του Μεξικού αποφασίζει ωμά να καταστείλει τους αντιρρησίες. Καταλαμβάνει το Πανεπιστήμιο, ενώ πνίγει το Τλατελόλκο στο αίμα. Με αυτή την αφορμή, μιλήσαμε με την Αγγελική Παπαθεμελή για τον συγγραφέα και την πίστη του στην αγάπη, για τις ταραχές στο Μεξικό, την καταστολή και τη βία της εποχής που ζούμε, τους ανθρώπους που ακόμη και αν τυχαία βρέθηκαν μπροστά στη «γέννα της Ιστορίας» έκαναν το τυχαίο προορισμό τους.

Η γραφή του Μπολάνιο αντλεί έμπνευση από την παράδοση της ισπανόφωνης λογοτεχνίας, από τον Μιγκέλ Ντε Θερβάντες, τον Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες, τον Χούλιο Κορτάσαρ. Τι σας γοήτευσε περισσότερο στο έργο του;

 Η πίστη του στην ποίηση, η πίστη του στην αγάπη, η αντοχή του στην πορεία, το σθένος του να μη διηγηθεί τη φρίκη, η ανάγκη των ανθρώπων, το ελεύθερο πνεύμα του, αλλά πάνω απ’ όλα το βλέμμα τού φίλου πάνω στο πρόσωπο που βαφτίζει Αουξίλιο.

Η αφήγηση της Αουξίλιο Λακουτύρ μας μεταφέρει σε μία ταραγμένη εποχή στο Μεξικό εκεί όπου τον Σεπτέμβριο του 1968 οι ειδικές δυνάμεις του στρατού πρόκειται εισβάλουν στο Πανεπιστήμιο σε μια επιχείρηση καταστολής. Ποιο είναι το πολιτικό κλίμα, το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο μας τοποθετεί το έργο;

Σε παγκόσμιο κλίμα, εκείνη η σπάνια ζύμωση της δεκαετίας του ΄60, η ταραχώδης δημιουργικότητά της, πολιτική, καλλιτεχνική, πνευματική, η ρήξη με το κατεστημένο, η βέβαιη καταστολή της, ιδιαίτερα βίαιη στη Λατινική Αμερική, με τις δικτατορίες που ακολούθησαν και τις φοβερές μεθόδους που χρησιμοποίησαν.

Ειδικότερα στην ιστορία μας, υπό το καθεστώς μιας αυταρχικής κυβέρνησης σχεδόν 40 χρόνων και ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 1968, που για πρώτη φορά τελούνται σε χώρα της Λατινικής Αμερικής, ξεσπούν ταραχές, καταλήψεις και διαδηλώσεις, φοιτητικές αρχικά και με τη συμμετοχή άλλοτε χιλιάδων και άλλοτε εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στη συνέχεια. Καταστέλλονται βίαια, στρατός, ειδικές δυνάμεις και μυστική αστυνομία εισβάλλουν στους πανεπιστημιακούς χώρους, η καταστολή κορυφώνεται με την άνανδρη σφαγή στη συνοικία του Τλατελόλκο, όπου λαμβάνει χώρα μια ειρηνική συγκέντρωση, γεμάτη προβοκάτορες των μυστικών υπηρεσιών που αναγνωρίζονται μεταξύ τους φορώντας –τι ειρωνεία!- ένα λευκό γάντι και κατά πάσα βεβαιότητα υπό το άγρυπνο βλέμμα ξένων μυστικών υπηρεσιών.

Κατά την εισβολή του στρατού στο Πανεπιστήμιο, κλεισμένη κατά τύχη και για καλή της τύχη στις γυναικείες τουαλέτες της Φιλοσοφικής Σχολής, η Αουξίλιο, μακριά από τις μάχες στους δρόμους, δίνει για 14 μέρες τη δική της μάχη επιβίωσης. Η ηρωίδα που η Ιστορία την πιάνει κυριολεκτικά «με τα σώβρακα κατεβασμένα» να διαβάζει την ποίηση του Πέδρο Γκάρφιας, προβαίνει σε μια απονενοημένη πράξη αντίστασης, κρατώντας με κίνδυνο της ζωής της άπαρτο «το τελευταίο υπόλειμμα ασύλου του Αυτόνομου Πανεπιστημίου του Μεξικού», τον καμπινέ του. Σε ένα παραισθησιογόνο ντελίριο πείνας, κρύου, τρόμου και ποίησης, «ακούει» τις κραυγές του Τλατελόλκο, «ζει» και «προφητεύει» απώλειες, μάχες και μεγαλειώδεις ήττες, γενιών ολόκληρων, του παρελθόντος και του μέλλοντος, κρατώντας άσβεστη την αξία τού να πιστεύει ο άνθρωπος στον άνθρωπο, στη ζωή και στην ποίησή της.

Η πρωταγωνίστρια φωτίζει με την αφήγηση της την ιστορία των ποιητών του Μεξικού στους δρόμους της Λατινικής Αμερικής. Ποιο είναι το δραματουργικό βάρος της τέχνης, της ποίησης και της λογοτεχνίας μέσα στο έργο;

Για την Αουξίλιο είναι ο πυρήνας της «επανάστασής της», ο οδηγός της, η τροφή της όταν δεν έχει τίποτα να φάει, το μαξιλάρι για να βυθιστεί σ’ έναν ύπνο θανάτου πάνω στα πλακάκια της τουαλέτας, μεταφορικά αλλά και πολύ πραγματικά η σωτηρία της. Το ίδιο μάλλον και για τον Μπολάνιο.

 «Η Ιστορία είναι ένα σύντομο διήγημα τρόμου» λέει η Αουξίλιο. Ποιες είναι οι σκέψεις σας για αυτή την πρόταση;

Πράγματι είναι. Αυτή τουλάχιστον του 20ου αιώνα, στη μικρή έκταση και στην τεράστια ένταση και θηριωδία της είναι ακριβώς αυτό.

Στο κλίμα της παγκόσμιας αναταραχής των γεγονότων του 1968 και εν όψει των πρώτων Ολυμπιακών αγώνων σε χώρα της Λατινικής Αμερικής η κυβέρνηση του Μεξικού αποφασίζει ωμά να καταστείλει τους αντιρρησίες. Καταλαμβάνει το Πανεπιστήμιο, ενώ πνίγει το Τλατελόλκο στο αίμα. Ποιες είναι οι συνδέσεις, οι ταυτίσεις, το νήμα που φτάνει μέχρι τις μέρες μας;

 Δεν ξέρω. Μιλάμε για την αγνότητα, την αθωότητα μιας ορμής που αυτονόητα ξεχύνεται, μιλάμε για ένα συλλογικό όνειρο για τον κόσμο, μιλάμε για τόλμη τερατώδους μεγέθους, για ρίσκα ζωής που παίρνονται αψήφιστα, αυτονόητα, όχι από ηλιθιότητα αλλά γιατί προς τα πού αλλού να πορευτεί η ψυχή;

Μιλάμε  για ποίηση, για αγώνα, όχι τον τίμιο, καθημερινό αγώνα που δίνουμε όλοι, τον οποίο καθόλου δεν υποτιμώ, αλλά για δρόμους που δεν έχουν επιστροφή. Μιλάμε για ανθρώπους που ακόμα κι αν τυχαία βρέθηκαν μπροστά στη «γέννα της Ιστορίας», έκαναν το τυχαίο προορισμό τους. Μιλάμε για την επίγνωση της βεβαιότητας της ήττας, που καθόλου δεν ανακόπτει την ορμή τής μάχης. Μιλάμε για χαρά, για βαθιά χαρά για τη ζωή. Για απουσία έπαρσης. Αυτά βέβαια εγώ τα διαβάζω, δεν ήμουν εκεί για να ξέρω αν ήταν όντως έτσι ή είναι προϊόν της ποίησης. Αλλά η ορμή, η ζωτική ορμή ξεχύνεται από παντού. Δείτε ας πούμε τη φωτογραφία του Μπελογιάννη μπροστά στο «δικαστήριο», αυτό το χαμόγελο που δεν ανήκει σ’ έναν μελλοθάνατο, αλλά και που του λείπει κάθε ψευτοέπαρση, που σε κάνει να σκέφτεσαι μόνο «μα τι ωραίος άντρας». Έτη φωτός μας χωρίζουν απ’ αυτό.

Αυτό δεν υπάρχει  στις μέρες μας. Η καταστολή υπάρχει και είναι βίαιη, αχρείαστα βίαιη, ανεξήγητα βίαιη. Τόσο που δεν καταλαβαίνεις τι φοβούνται, είμαστε ήδη χτυπημένοι, γνωρίζουμε την ήττα και σε αντίθεση με κάποιες σπάνιες εποχές, μας νοιάζει η ήττα, φυλάμε τη ζωή μας, δεν αποτελούμε κίνδυνο.

Και κάτι ακόμα. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, η είσοδος της «φλόγας τής ειρήνης» στο στάδιο τσαλαβουτώντας στο αίμα τού Τλατελόλκο, το οποίο καταδικάστηκε σε πλήρη αποσιώπηση. Παρόμοια στις μέρες μας η κοροϊδία είναι τόσο απροκάλυπτη, τόσο προσβάλλει τη λογική, τόσο δεν έχει ανάγκη προσχημάτων, γι’ αυτό και τόσο μάταιο μοιάζει να της αντισταθείς. Είναι κι αυτό μια βαριά μορφή βίας. Θυμάστε ίσως πριν μερικά χρόνια, ένας εξέχων πολιτικός άνδρας διάλεξε να ονομάσει την επιχείρηση-σκούπα που οργάνωσε κατά μεταναστών χωρίς χαρτιά «Ξένιος Ζευς». Αυτό εννοώ. Η φυσική βία, το ξύλο, η αύρα είναι κάτι που ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να αναγνωρίσει και κάπου να το κατατάξει, κάπως, όπως νομίζει, να τοποθετηθεί απέναντι σ’ αυτό. Το άλλο έχει κάτι στη σύλληψή του τόσο χυδαίο που σε ξεπερνάει. Η φυσική βία προϋποθέτει μια, έστω άνιση, μάχη. Το άλλο προϋποθέτει την ήττα σου.

Με το Φυλαχτό, ο Ρομπέρτο Μπολάνιο αποτίει φόρο τιμής στη χαμένη γενιά του. Πενθώντας το ακυρωμένο μέλλον των συντρόφων του, θα γράψει για την ήττα μιας ολόκληρης γενιάς. Τι νοηματοδοτεί για εσάς αυτή η ήττα ως πέρασμα στο μέλλον;

 Αυτές οι χαμένες γενιές ορίζουν ένα ύψος, στο οποίο μπορούμε δυνητικά να σταθούμε. Και το ύψος αυτό ορίζεται από το βάθος της αβύσσου στο οποίο γκρεμίστηκαν. Μπορούμε, αν θέλουμε, να ακούσουμε το σιγανό τραγούδι τους, όχι γιατί τους το οφείλουμε, αλλά γιατί μπορεί να μας συντροφέψει. Μπορούμε να ξέρουμε πως οτιδήποτε αξίζει σ’ αυτή τη ζωή έχει κόστος. Μπορούμε να αναλάβουμε αυτό το κόστος με χαρά. Μπορούμε να μάθουμε από αυτές τις χαμένες γενιές ότι η πορεία, ακόμη κι αν οδηγεί στην άβυσσο, είναι προς το φως.

INFO:

Από 22 Νοεμβρίου

Δευτέρα και Τρίτη, 21:00

Θέατρο οδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής», Κυκλάδων 11, Κυψέλη

 

 

Ετικέτες

Documento Newsletter