Το ριάλιτι στον ΣΥΡΙΖΑ δεν λέει να τελειώσει. Ο έκπτωτος πρόεδρος δεν θέλει να πάρει απόφαση ότι εξέπεσε. Τι κι αν ζήτησε ο ίδιος την τήρηση της νοµιµότητας και του καταστατικού ενώπιον της Κεντρικής Επιτροπής, γεγονός που έφερε την καθαίρεσή του µέσω µιας διαδικασίας που προβλέπεται από αυτό που ο ίδιος επικαλέστηκε, µένει και επιµένει σε κάτι το οποίο έχει λήξει από τις 8 Σεπτεµβρίου.
Και δεν φτάνει που αποκάλεσε «κουκουλοφόρους» ανθρώπους που είτε έχουν φάει τις σάρκες τους στην Αριστερά είτε βρέθηκαν στα µπουντρούµια του ΕΑΤ/ΕΣΑ, ήθελε –µετά την πολιτικά ατεκµηρίωτη γνωµοδότηση Κοντιάδη– να επιστρέψει και στο γραφείο του εβδόµου το οποίο είχε προηγουµένως αδειάσει. Κατά τη διάρκεια της περισυλλογής σε Σπέτσες και Ιταλία τη σκυτάλη πήραν πολιτικά περιφερόµενες περσόνες, στελέχη και βουλευτές που πίνουν νερό στο όνοµά του, αναπαράγοντας µονότονα: «Εκτροπή και πραξικόπηµα». Οι λέξεις έχουν χάσει το νόηµά τους. Πώς µπορεί να αποτελεί εκτροπή µια διαδικασία που προβλέπεται στο καταστατικό του κόµµατος; Πώς γίνεται να θεωρείται πραξικόπηµα µια ψηφοφορία της οποίας οι όροι καθορίστηκαν από προηγούµενη ψηφοφορία; Και πώς νοθεύει το αποτέλεσµα η τηλεφωνική ψήφος όσων ήταν δικαιολογηµένα απόντες τη στιγµή που ο απερχόµενος ζήτησε ανοιχτή ψηφοφορία για να τον κοιτάζουν στα µάτια;
∆εν ξέρω τι µπορεί να έχουν στο µυαλό τους όσοι παριστάνουν στα πάνελ τους «καµικάζι» του Στέφανου Κασσελάκη ή προβαίνουν σε υπόγειες διεργασίες εντός κοινοβουλίου στο όνοµα του πρώην προέδρου, αλλά µάλλον δεν έχουν καταλάβει πως αν συνεχίσουν να ανατινάζουν σε κοινή θέα κάθε έννοια συλλογικότητας και κοµµατικής συνύπαρξης, τότε –ακόµη κι αν κερδίσουν– δεν θα έχει µείνει τίποτε. Εκτός κι αν τα µόνα που τους νοιάζουν είναι η καρέκλα, η κρατική χρηµατοδότηση και τα περιουσιακά στοιχεία του κόµµατος. Ισως αυτή να είναι η εξήγηση.