Λαϊκή_x000D_
κατακραυγή και για τη δεύτερη απόφαση του ΣτΕ, με την οποία ακύρωσε επί της_x000D_
ουσίας τον έλεγχο πόθεν έσχες για όλους τους υπόχρεους.
Με αυτήν τη νεότερη απόφασή του το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο αποφάσισε να στριμώξει κάτω από την «ομπρέλα προστασίας» –που ήδη είχε ανοίξει διάπλατα για τους ίδιους τους δικαστές– και τους υπόλοιπους υπόχρεους για υποβολή δήλωσης πόθεν έσχες, ακυρώνοντας και γι’ αυτούς την πλήρη καταγραφή των περιουσιακών τους στοιχείων και καθιστώντας έτσι ανενεργό τον επίμαχο νόμο.
Απλοί πολίτες αλλά και επιφανείς νομικοί που δεν φοβούνται να εκφράσουν και δημόσια την άποψή τους ανθίστανται στην πρακτική του ΣτΕ το οποίο, αδικώντας πρωτίστως το ίδιο το δικαστικό σώμα, από τη μια νομιμοποιεί ως απολύτως συνταγματικά αντιλαϊκά περιοριστικά μέτρα μνημονίων (περικοπές μισθών και συντάξεων, κατάργηση δώρων και επιδομάτων, κούρεμα ομολόγων) και από την άλλη κρίνει ως αντισυνταγματικές τις κρίσιμες διατάξεις του νόμου περί πόθεν έσχες που κατατείνουν στον εξονυχιστικό έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων όλων των υπόχρεων.
Οι λοιποί υπόχρεοι, όπως και οι δικαστές, δεν ανήκουν και στα πιο… απροστάτευτα στρώματα της κοινωνίας και ο έλεγχος των δηλώσεων πόθεν έσχες τους νομοθετήθηκε καθώς λόγω του επαγγέλματός τους (π.χ. πολιτικοί, δημοσιογράφοι, εφοριακοί) εμπλέκονται σε διαδικασίες που θα μπορούσαν να τους καταστήσουν ύποπτους για αθέμιτο πλουτισμό.
Απομένει να διαβάσουμε και το σκεπτικό της νέας απόφασης, όταν καθαρογραφεί, για να εμπεδώσουμε όσα μάλλον δεν καταφέραμε να αντιληφθούμε σε όλο τους το… εύρος από την πρώτη σχετική απόφαση του ΣτΕ, η οποία εμφάνιζε τους δικαστές να είναι πιο ίσοι από τους υπόλοιπους κοινούς πολίτες. Οπως, για παράδειγμα, γιατί τα μετρητά στο στρώμα και κάθε κινητό περιουσιακό στοιχείο πάνω από 30.000 ευρώ «εμπίπτουν στη σφαίρα του ιδιωτικού και οικογενειακού βίου των υπόχρεων» (για μαύρο χρήμα ούτε λόγος) και η δήλωσή τους οδηγεί σε «δημιουργία περιουσιολογίου» που δεν εξυπηρετεί κάποιον «σκοπό δημοσίου συμφέροντος» ο οποίος να το δικαιολογεί (όπως έλεγε η πρώτη απόφαση του ΣτΕ).
Από την πλευρά τους έγκριτοι νομικοί που στέκονται κριτικά απέναντι στις επίμαχες αποφάσεις, «ανεξαρτήτως αγαθών ή μη προθέσεων» του ΣτΕ, μιλώντας στο Documento στηλιτεύουν το αποτέλεσμα που επέρχεται με αυτές τις κρίσεις περί αντισυνταγματικότητας αυτών των κρίσιμων διατάξεων. Το οποίο, όπως τονίζουν, είναι η «δημιουργία γκρίζων ζωνών στον έλεγχο του πόθεν έσχες όλων των υπόχρεων» με αδικαιολόγητες εξαιρέσεις σε σχέση με τη δήλωση προέλευσης μετρητών, πινάκων, τιμαλφών, περιεχομένων σε θυρίδες, γεγονός που προκαλεί δυσφορία και εύλογες αμφιβολίες στην κοινωνία για το αν τελικά όλοι οι Ελληνες πολίτες είναι ίσοι απέναντι στον νόμο (άρθρο 4 του συντάγματος) ή κάποιοι είναι πιο… ίσοι από τους άλλους.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον όμως έχει και η άποψη του έμπειρου ποινικολόγου Ιωάννη Μαντζουράνη, ο οποίος καταδεικνύει γιατί ο έλεγχος του πόθεν έσχες των δικαστών δεν καλύπτεται από τις προστατευτικές της δικαστικής ανεξαρτησίας συνταγματικές διατάξεις.
«Ο έλεγχος του πόθεν έσχες των δικαστών, που δεν συνιστά κατά περιεχόμενο δικαιοδοτικό έργο αλλά αποτελεί καθαρώς διοικητικό έλεγχο, δεν καλύπτεται από τις προστατευτικές της δικαστικής ανεξαρτησίας συνταγματικές διατάξεις, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον φορολογικό έλεγχο των δικαστών ή με τον πολεοδομικό έλεγχο των ακινήτων δικαστών κ.λπ., ο οποίος δεν ασκείται από δικαστές αλλά από τα αρμόδια όργανα της δημόσιας διοίκησης» τονίζει αποδομώντας το επιχείρημα-καραμέλα των δικαστών.
Η κυβέρνηση πάντως από την πλευρά της έχει ξεκαθαρίσει ότι στη μάχη κατά της διαφάνειας και της διαφθοράς δεν θα κάνει ούτε βήμα πίσω και μετά τις γιορτές θα νομοθετήσει για το πόθεν έσχες και θα λύσει όλα τα προβλήματα με τον καλύτερο τρόπο.
Θεόδωρος Π. Μαντάς, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, αντιπρόεδρος της Ενωσης Ποινικολόγων Μαχομένων Δικηγόρων: Αρνητικό μήνυμα στην κοινωνία
Κατά την άποψή μου, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας αποτελεί αστοχία της Δικαιοσύνης, η οποία ανεξαρτήτως αφετηρίας και προθέσεων εκπέμπει ένα ηχηρά αρνητικό μήνυμα στην κοινωνία. Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι σε μια τόσο κρίσιμη χρονική συγκυρία όσο η σημερινή είναι επιβεβλημένο η Δικαιοσύνη να συμβαδίζει και να αφουγκράζεται τις επιταγές της κοινωνίας και όχι να στέκεται απέναντί της.
Θεωρώ ότι η νομολογιακή ρύθμιση ενός τόσο ευαίσθητου για την ευρυθμία της κοινωνικής ισότητας θέματος όπως αυτό της φορολογικής δικαιοσύνης θα πρέπει να προσεγγίζεται με νηφαλιότητα και να εξασφαλίζει την ίση μεταχείριση και την αναλογική για κάθε πολίτη κατανομή των φορολογικών βαρών. Για την επίτευξη ενός τέτοιου δικαιότερου και καθολικά αποδεκτού φορολογικού συστήματος είναι απαραίτητη η διαφάνεια.
Από την άποψη αυτή έχω την πεποίθηση ότι η υποχρεωτική δήλωση πόθεν έσχες από το σύνολο των αξιωματούχων της ελληνικής πολιτείας είναι ο σημαντικότερος και αναντικατάστατος δείκτης διαφάνειας που αποτυπώνει με πληρότητα τα περιουσιακά στοιχεία χωρίς να καταλείπει περιθώρια για αμφισβήτηση ή καχυποψία.
Ωστόσο, θα ήθελα ως συλλειτουργός της Δικαιοσύνης να διατυπώσω τη βαθύτατη πεποίθησή μου ότι τα αντανακλαστικά του δικαιοδοτικού μας συστήματος θα λειτουργήσουν στη σωστή κατεύθυνση έτσι ώστε η σκιά που δημιουργήθηκε με την απόφαση αυτή σύντομα να εκλείψει.
Σπύρος Λάππας, Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, μέλος της επιτροπής πόθεν έσχες της Βουλής: Απαντες πρέπει να ελέγχονται
Μου είναι αδιανόητο να μπορεί ένα ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο να θέλει να δυσχεράνει τον έλεγχο όλων όσοι έχουν περιουσιακά στοιχεία και βρίσκονται στη δημόσια σφαίρα. Η θέση της κυβέρνησης «έλεγχος όλων για όλα» νομίζω πως είναι η πιο ορθή και ευθυγραμμίζεται με τα πλαίσια του συντάγματος και με τα πλαίσια της αναγκαιότητας της εποχής όπου βρισκόμαστε, καθώς πρέπει να ελέγχονται οι πάντες για οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο αλλά και για τον τρόπο που αποκτάται. Αυτό που έχει σημασία είναι να γίνει έλεγχος με ποια εισοδήματα αποκτήθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία που εμπεριέχονται στις φορολογικές δηλώσεις. Δεν μπορώ να καταλάβω τι φοβάται κάποιος που έχει λόγου χάρη πάνω από 30.000 ευρώ σε μια θυρίδα στην τράπεζα; Αν τα απέκτησε νόμιμα, για ποιο λόγο να αρνείται τον έλεγχο; Αλλωστε, η υποχρέωση να υποβληθούν όλοι οι υπόχρεοι στη διαδικασία ελέγχου της περιουσιακής τους κατάστασης έχει στόχο να αρθούν οι οποιεσδήποτε υποψίες της κοινωνίας πως κρύβονται σκελετοί στην ντουλάπα. Ενας τέτοιος έλεγχος θα άρει οποιαδήποτε κατηγορία και υποψία.
Βαγγέλης Γκιγκιλίνης, Δικηγόρος, εκτελεστικός γραμματέας της Ενωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων: Ειδικά αυτοί πρέπει να ελέγχονται
Συνέχεια στην κόντρα κυβέρνησης και δικαστών, που ξεκίνησε με τις τηλεοπτικές άδειες, την Ηριάννα, την πενταετή παραγραφή της φοροδιαφυγής (λίστες), το βούλευμα για τα στημένα και το πόθεν έσχες των δικαστών, έρχεται να δώσει η πρόσφατη 3212/2017 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ η οποία, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ακυρώνει και τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης όλων των υπόλοιπων υπόχρεων που έχουν ήδη υποβληθεί, λόγω μη νομιμότητας των ρυθμίσεων για δήλωση μετρητών (εκτός τραπεζών) πάνω από 15.000 ευρώ, κινητών περιουσιακών στοιχείων πάνω από 30.000 ευρώ, για μη πρόβλεψη εύλογης προθεσμίας ελέγχου κ.λπ.
Δεν μπορώ να κρίνω αν η παραπάνω απόφαση εξυπηρετεί τη νομιμότητα και το σύνταγμα, διότι έχω μόνο δημοσιογραφικές πληροφορίες για το περιεχόμενό της και κατά συνέπεια δεν μπορώ να τοποθετηθώ υπεύθυνα ως νομικός. Κατά την ταπεινή μου άποψη όμως το γενικότερο θέμα του ελέγχου και της κριτικής αυτών που κρίνουν θα μπορούσε να επιλυθεί ασφαλώς με τη θεσμική (και όσον αφορά τη σύνθεσή του) αναβάθμιση του Δικαστηρίου Κακοδικίας, ώστε τούτο να αποτελεί ασφαλιστική δικλίδα έναντι των κακών κρίσεων. Επί της επίμαχης όμως αποφάσεως του ΣτΕ αυτό που ήθελα να παρατηρήσω, και νομίζω έχει την αξία του, είναι ότι κατά το άρ. 1 του ν. 3213/2003, όπως τροποποιήθηκε, υπόχρεοι για δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες), πλην των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, δεν είναι όλοι οι πολίτες, αλλά ο πρωθυπουργός, υπουργοί, βουλευτές και ευρωβουλευτές, άρχοντες τοπικής αυτοδιοίκησης, γενικοί γραμματείς και διοικητές (των ευρύτερων) δημόσιων υπηρεσιών, μέλη επιτροπών προμηθειών, μέλη του ΝΣΚ, διοικήσεις τραπεζών, χρηματιστηρίου, γιατροί του ΕΣΥ, η διοίκηση στο στράτευμα, στην ΕΛΑΣ, στο Λιμενικό, στην Πυροσβεστική (και το προσωπικό στα ως άνω σώματα ασφαλείας), δασικοί υπάλληλοι, εφοριακοί, δημοσιογράφοι και ιδιοκτήτες ΜΜΕ (και οι μέτοχοι εδώ), μέλη ανεξάρτητων αρχών, σωφρονιστικοί υπάλληλοι, βασικοί μέτοχοι επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, μέλη ΔΣ αθλητικών ομοσπονδιών, μέλη διοίκησης αθλητικών ανωνύμων εταιρειών, διαιτητές, το ελεγκτικό προσωπικό των ΕΟΦ, ΕΦΕΤ, ΕΟΤ, ΟΠΕΚΕΠΕ, οι προϊστάμενοι διευθύνσεων αλλοδαπών, οι πρόεδροι και διαχειριστές ΜΚΟ που επιχορηγούνται από το κράτος και διάφορες άλλες κατηγορίες υπηρεσιακών παραγόντων και στελεχών της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης… Και τούτο νομίζω λέει πολλά, καθόσον στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης ειδικά αυτές οι κατηγορίες υποχρεούνται να μην έχουν αδήλωτα περιουσιακά στοιχεία!
Φραγκίσκος Ραγκούσης, Ποινικολόγος: Οι δικαστικές αποφάσεις και η κοινωνία
Με έντονη ανησυχία αλλά θα έλεγα και απογοήτευση οι πολίτες και ιδιαίτερα ο νομικός κόσμος της χώρας παρακολουθούν την τελευταία διαμάχη και αμφισβήτηση εκατέρωθεν θεσμικών παραγόντων της κυβέρνησης και δικαστών. Αφορμή η πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ για το πόθεν έσχες των δικαστών και λοιπών υπόχρεων.
Αν και το ΣτΕ είναι από τους πλέον υψηλού κύρους θεσμούς που διαθέτει η χώρα, «η ζώσα φωνή της Δικαιοσύνης» κατά τον Ρακτιβάν, και αυτό, όπως και όλοι θεσμοί, δοκιμάζεται όταν δικάζει ζητήματα που βρίσκονται στα όρια δικαίου και πολιτικής.
Αναπόφευκτα η κρίση των δικαστηρίων επί κοινωνικών προβλημάτων που προκαλούν γενικότερη συγκίνηση πρέπει να είναι αντικείμενο κριτικής και να μη δημιουργεί οξύτητες και λεκτικές αντιπαραθέσεις δικαστών και κυβερνητικών στελεχών. Μια τέτοια αντιπαράθεση λειτουργεί καταλυτικά σε βάρος της αξιοπιστίας και του κύρους των θεσμών, με ιδιαίτερα όμως πληττόμενη τη Δικαιοσύνη, η οποία στα μάτια των πολιτών ευλόγως εμφανίζεται συντεχνιακά κινούμενη.
Στην περίπτωση του πόθεν έσχες το θέμα κινείται σε χώρους ευρύτερης κοινωνικής και πολιτικής ευαισθησίας, κατά συνέπεια οι αποφάσεις του ΣτΕ θα έπρεπε να είναι εναρμονισμένες προς το πνεύμα αυτό και να μη δημιουργείται στον κόσμο η εντύπωση ότι Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει…
Οι δικαστές μας, πρωτοπόροι στην ηθική και τη νομιμότητα, πρέπει να στηρίζονται στον λαό και μέσα από αυτόν να αποζητούν τη δίκαιη κριτική και την τελική αναγνώριση στις αποφάσεις τους.
Τελικός κριτής χωρίς φόβο και πάθος όλων των πράξεων με θεσμικό χαρακτήρα θα είναι η Ιστορία.
Χωρίς ύβρεις και υστερίες και ας μας συνοδεύουν όλους τα λόγια ενός σοφού δικαστή που μετά την εκλογή του είπε: «Θα είμαι αγνώμων προς αυτούς που με εξέλεξαν».