Γιώργος Μαργαρίτης: Της ζωής του το πεντάγραμμο

Γιώργος Μαργαρίτης: Της ζωής του το πεντάγραμμο

Προδημοσίευση της βιογραφίας του λαϊκού τραγουδιστή από την πένα του ερευνητή του ελληνικού τραγουδιού και συγγραφέα Κώστα Μπαλαχούτη.

Μεγάλη Εβδομάδα το 1959 και το όνειρό μου γίνεται πραγματικότητα. Στα Τρίκαλα στην οδό Λαρίσης το καφενείο των αδερφών Τσιτσάνη ήταν καταγεμάτο. Εκτός από μένα κόσμος πολύς είχε έρθει για να τον δει από κοντά. Ήταν βασιλιάς τότε. Πάντα ήτανε! Καλό μπουζούκι έπαιζε τότε κι ο αδερφός του ο Χρήστος. Το πατρικό τους σπίτι βρισκόταν ακριβώς απ’ την πίσω πλευρά. Είχε και μια μικρή αυλή όπου παίζανε κάμποσα παιδάκια, ανάμεσά τους η Βικτωρία και ο Κώστας.

Λόγω της γειτνίασης του σπιτιού, ο μέγας Τσιτσάνης ήρθε στο καφενείο με τις πιτζάμες. Ένας απλός άνθρωπος. Ο Τσιτσάνης ολοζώντανος μπροστά μου! Δεν πίστευα στα μάτια μου. Τον θυμάμαι σαν τώρα, με τα μακριά του δάχτυλα, ψηλός, ωραίος, κύριος σωστός. Ετρεμα ολόκληρος και τώρα ακόμα που το λέω τρέμω. Ζήτησε να ξεκρεμάσουν από τον τοίχο το μπουζούκι κι άκουσα την υπέροχη ευγενική ρομάντζα της «Συννεφιασμένης Κυριακής». Όλοι σιγοτραγουδούσαν για να μπορέσουν να βάλουν κι εμένα στο κλίμα, γιατί ήμουν πολύ ντροπαλός, αλλά σε κάποια ρεφρέν μπήκα κι εγώ στον χορό. Παρατήρησα πως είχε τη δική του τεχνική στο μπουζούκι για να βγάζει αυτή τη μοναδική γλύκα, το χρώμα και την ευγένεια που ανέδιδε το παίξιμό του. Αυτή την εικόνα την έχω μπροστά μου μέχρι τώρα… Με το μικρό δάχτυλο ακουμπούσε στο σώμα του μπουζουκιού για στήριγμα και ισορροπία και με την πένα χτυπούσε τη χορδή με την ένταση που χρειαζόταν. Ήταν και αυτό ένα από τα χαρακτηριστικά του. Πολλοί προσπάθησαν να τον μιμηθούν χωρίς να τα καταφέρουν. Ευχαρίστως μου έδωσε τη διεύθυνση και το τηλέφωνό του. Τότε έμενε Αχαρνών και Σίφνου. Από το τηλέφωνο μόνο το 88 θυμάμαι. Μου είπε «όταν τελειώσεις το σχολείο και τον στρατό, έλα στην Αθήνα να με βρεις». Από κείνη τη στιγμή έπαψαν τα γράμματα για μένα και είπα: «Από δω και πέρα σχολείο μου θα είναι το τραγούδι».

Με τον μεγάλο των μεγάλων

Όταν βγήκαμε έξω, ο Στέλιος είπε του αδερφού του του Στάθη: «Κοίτα τη μαμά, εμείς θα πάμε να φάμε ένα ψάρι με τον Γιώργο». Και πήγαμε σε μια ταβέρνα στην Καισαριανή, που τον ιδιοκτήτη της τον λέγαν κι εκείνον Στέλιο…Ήτανε φίλοι. Τα ’παμε κι ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Τότε είχα για δικό μου άνθρωπο τον Παναγιώτη τον Μπράβο, ο οποίος είχε φέρει ένα δυνατό σπληνάντερο απ’ τα Καλάβρυτα και μαζί κι ωραίο κρασί. Την άλλη μέρα κάλεσα τον Καζαντζίδη και του είπα αν ήθελε να μας έκανε την τιμή να φάμε και να πιούμε παρέα. Μου λέει «Πού μένεις;» και του απαντώ «Καυκάσου 112, Κυψέλη». Απ’ όσο ξέρω δεν έχει πάει σε άλλα σπίτια νεότερων τουλάχιστον τραγουδιστών ο Καζαντζίδης. Πάντα οι άλλοι πηγαίνανε σ’ εκείνον. Πράγματι, την ώρα που είπαμε ήταν παρών. Με το που τον είδανε στη γειτονιά δημιουργήθηκε μεγάλη κινητοποίηση αλλά φρόντισα να μην τον ενοχλήσουν. Κάτσαμε και περάσαμε πολύ ωραία. Έκτοτε τα λέγαμε τακτικά. Πήγα και στον Άγιο Κωνσταντίνο αρκετές φορές για να σμίξουμε. Και στο σπίτι του στην Πεύκη βρέθηκα. Με κάλεσε όταν ξαναγύρισε στη δισκογραφία και πήρε χρυσό δίσκο. Εμφανιζόμουνα στη Θεσσαλονίκη όταν εκείνος έκανε δίσκο με τον Τάκη Σούκα και με πήραν τηλέφωνο από μια τηλεοπτική εκπομπή να μιλήσω μαζί του. Με ξυπνήσαν αλλά για τον Στελάρα δεν με ένοιαζε και να μην κοιμηθώ δέκα βράδια. Εκεί είπε και βγήκε στον αέρα το περίφημο «Γιώργο, οι δυο μας μείναμε…». Γαλόνι βαρύ, γιατί μιλάμε για τον πρώτο των πρώτων… Βέβαια εκείνος τραγουδούσε πλέον μόνο στους δίσκους…

Το τι τραγουδιστής υπήρξε ο Καζαντζίδης το έχουν καταγράψει η ιστορία και η αγάπη που του έδωσε ο κόσμος. Κανείς δεν λατρεύτηκε, πριν ή μετά, όσο εκείνος. Σαν άνθρωπος ήταν ο πιο ταπεινός. Είχε μόρφωση πλατιά. Του πεζοδρομίου μεν αλλά όταν μιλούσε έλεγες «Θεέ μου, δώσε μου χίλια αυτιά να ακούω». Και ενημερωμένος και ψαγμένος στις τοποθετήσεις του. Την είχε σπουδάσει τη ζωή. Ακόμα και πολύ καταρτισμένοι άνθρωποι τον άκουγαν με ενδιαφέρον για το τι θα πει… Κι ύστερα, είχε αυτή τη χροιά, που σε κέρδιζε κατά κράτος. Οταν μιλούσε, η φωνή του έμπαινε στην ψυχή σου. Για ένα πράγμα κατηγορώ τον εαυτό μου. Που δεν του είπα ποτέ να μας κάνει ένα δίσκο όχι με τραγούδια αλλά με απαγγελία. Τόσο ζεστό μέταλλο είχε. Το ξαναλέω, ο Καζαντζίδης όταν συζητούσε και βέβαια και όταν τραγουδούσε δεν είχε μόνο μέλι. Είχε και την κερήθρα μαζί. Ειδικά στα μικρά δισκάκια είναι αξεπέραστος. Μια φωνή που τα ’χε όλα. Και βρήκε τη δύναμη και πέταξε τα χρήματα απ’ τη ζωή του. Το μόνο που του έλειπε ήταν ότι δεν απόκτησε παιδιά. Και κάπου νομίζω του στοίχιζε αυτό και έως ένα βαθμό συνέβαλε και στις αποφάσεις του.

Το μυστήριο του Ακη Πάνου

Αυτός επίσης που με χάραξε βαθιά σαν δημιουργός ήταν ο Ακης Πάνου. Προτού καν τον γνωρίσω έλεγα τα τραγούδια του, με άγγιζαν ξεχωριστά. Είμαστε στα 1985 και σκέφτομαι τι θα πω στον πέμπτο δίσκο μου. Εκεί έρχομαι σε επαφή με τον Ακη. Ο Πάνου ήταν δύσκολος. Τον παρακαλούσαν πολλοί και ονομαστοί για να τους δώσει τραγούδια. Του έταζαν και πολλά χρήματα αλλά εκείνος δεν χαμπάριαζε. Όπου όμως ταίριαζε ήταν απλόχερος. Εμένα με πήγαινε, όπως μου είπε ο ίδιος. Βρεθήκαμε στο σπίτι του στην Περδικάρη στα Ανω Πατήσια. Μου έβαλε να ακούσουμε μια μπομπίνα με τραγούδια του. Μου είπε: «Τα έξι τα πήρε ο Στέλιος, διάλεξε απ’ τα υπόλοιπα». Στο να έρθουμε κοντά είχε παίξει ρόλο κι αυτή η μικρή εταιρεία όπου ανήκα ακόμα… οπότε επιλέξαμε έξι τραγούδια του… Για να κλείσει ο δίσκος βάλαμε στη δεύτερη πλευρά του βινυλίου συνθέσεις του Αντώνη Ρεπάνη.

Πολλοί και διάφοροι λέγαν και λένε για τις απαιτήσεις του Ακη. Εμένα μου φάνηκε σαν ό,τι πιο απλό, μεστό και όμορφο τραγούδησα ποτέ. Μας έδωσε τις βάσεις, κάναμε τις ενορχηστρώσεις κι όταν με άκουσε να λέω τον «Τελευταίο πυρετό» μου είπε: «Αυτό ήθελα ν’ ακούσω… Τα άλλα πες τα όπως θες». Βέβαια και για τα υπόλοιπα πέντε είχε δώσει τα ζύγια του, αλλά κατάλαβε ότι αφού βγάλαμε όπως πρέπει αυτό που εκείνος θεωρούσε πιο δύσκολο, τότε ήμασταν στον σωστό δρόμο. Το τραγούδι αυτό βάφτισε και τον δίσκο. Ομως οι αλήθειες που είπαμε πως πρέπει να λέγονται σε αυτό το βιβλίο με αναγκάζουν να παραδεχθώ πως τη ζημιά την έκανε το «Είσαι το κάτι άλλο» του Ρεπάνη. Τα τραγούδια όμως του Ακη έχουν για σύμμαχό τους τον χρόνο. Τα στήριξα και με στηρίζουν. Δεν θα σβήσουν ποτέ. Νιώθω περήφανος που τα ερμηνεύω. Ο «Τελευταίος πυρετός» εδώ και δεκαετίες αποτελεί το εναρκτήριο τραγούδι των παραστάσεών μου. Το θεωρώ μία από τις ταυτότητές μου. Θέλουν πολλά «άντερα» τα τραγούδια του για να τα πεις σωστά. Και έγραφε και στίχο και μελωδία. Δωρικός σε όλα του. Αν υπήρχε ένας νέος Ακης, οι πιτσιρικάδες θα ξέχναγαν τα ραπ και τραπ και θα άκουγαν λαϊκά. Οχι βέβαια ότι δεν το κάνουν κι ότι οι περισσότεροι δεν θα καταλήξουν εκεί. Απλώς ο Πάνου ήταν επανάσταση.

Info

Το βιβλίο του Κώστα Μπαλαχούτη «Γιώργος Μαργαρίτης – Ο λαϊκός τραγουδιστής» (Εκδόσεις Μένανδρος) κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία την Τετάρτη 27 Νοεμβρίου. Την ίδια μέρα θα γίνει η πρώτη επίσημη παρουσίασή του στις 7 το απόγευμα στην Παλαιά Βουλή.

Θα μιλήσουν οι: Μίμης Ανδρουλάκης (συγγραφέας), Δημήτρης Παπαδημητρίου (συνθέτης & μαέστρος), Νατάσα Θεοδωρίδου, (ερμηνεύτρια), Βασίλης Καπερνάρος (νομικός), Πάνος Σαββόπουλος, (μουσικός παραγωγός και ερευνητής), ο συγγραφέας του βιβλίου Κώστας Μπαλαχούτης και ο Γιώργος Μαργαρίτης. Την παρουσίαση θα συντονίσει η δημοσιογράφος & παρουσιάστρια Αθηνά Καμπάκογλου.

Θα ακολουθήσουν μουσικές εκπλήξεις υπό την επιμέλεια του δεξιοτέχνη κιθαρίστα Αντώνη Γούναρη. Μαζί του στο μπουζούκι ο Άγγελος Παπαδημητρίου.

Ετικέτες

Documento Newsletter