Γιορτινό «πάρτι» τιμών από το καρτέλ του ρεύματος

Γιορτινό «πάρτι» τιμών από το καρτέλ του ρεύματος

Μόνο η Ελλάδα σε όλη την Ευρώπη εξακολουθεί να έχει πολύ υψηλές τιμές στο ρεύμα.

Τις τελευταίες δέκα μέρες του Δεκεμβρίου το απόστημα του… ελληνικού πρωταθλητισμού στο ακριβό ρεύμα κακοφόρμισε, καθιστώντας ακόμη μια φορά τις παράλογα υψηλές ελληνικές τιμές του ρεύματος αιχμή της αντιπολιτευτικής κριτικής και αντικείμενο καυστικού σχολιασμού στα media.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Ελλάδα είχε πολύ υψηλότερες τιμές στη χονδρική της ηλεκτρικής ενέργειας από την υπόλοιπη Ευρώπη. Ηταν όμως η πρώτη φορά που στην Ελλάδα οι τιμές της χονδρικής παρέμεναν επί μέρες στα υψηλά των 250 ευρώ ενώ σε όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες με τη βοήθεια του καλού καιρού που έφερε τη μείωση της ζήτησης και επέτρεψε στον ανταγωνισμό να λειτουργήσει –στην Ελλάδα του ολιγοπωλίου τεσσάρων παραγωγών δεν λειτουργεί– κατρακυλούσαν σε διψήφια επίπεδα. Ενδεικτικά, την Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου η τιμή ανά μεγαβατώρα στη Γερμανία ήταν 14,63 ευρώ, στη Γαλλία 18,48 ευρώ, στην Ισπανία και την Πορτογαλία 6,02 ευρώ, στην Ολλανδία 16 ευρώ, στο Βέλγιο 16,77 ευρώ, στη Βουλγαρία 54,50 ευρώ, στη Σερβία 51,16 ευρώ και στη Ρουμανία 54,50 ευρώ. Στην Ελλάδα η τιμή παρέμενε στα 228,15 ευρώ ανά μεγαβατώρα εκείνη την ημέρα.

Η τεράστια αυτή απόκλιση –έβγαζε πια μάτι– οδήγησε σε έκρηξη καυστικών σχολίων περί του παράδοξου των ελληνικών τιμών και των φαινομένων κερδοσκοπίας που αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα στην ελληνική αγορά ακόμη και από μη αντιπολιτευόμενα την κυβέρνηση ΜΜΕ και στο αίτημα του τομεάρχη Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτη Φάμελλου για παρέμβαση εισαγγελέα.

Προσπαθώντας να αποκρούσουν την κριτική περί κερδοσκοπίας, πηγές του υπουργείου Ενέργειας επιχείρησαν να απαντήσουν με ένα γνωστό επιχείρημα των παραγωγών, ότι η Ελλάδα αγοράζει φυσικό αέριο με τις τιμές του αμέσως προηγούμενου μήνα και γι’ αυτό δεν ακολούθησε την Ευρώπη στην πτώση των τιμών, πως σε μας οι τιμές θα πέσουν Ιανουάριο – Φεβρουάριο αλλά μην γκρινιάζετε, βρε παιδιά, αφού η κυβέρνηση σώζει την κατάσταση στη λιανική με τις επιδοτήσεις.

«Σταθερές» τιμές στην Ελλάδα

Το κυβερνητικό επιχείρημα βεβαίως δεν έστεκε. Κι αυτό το έδειξαν:

Πρώτον, τα νούμερα για τις τιμές φυσικού αερίου και χονδρεμπορικής τιμής ηλεκτρικού ρεύματος των μηνών Νοεμβρίου – Δεκεμβρίου. Τον Νοέμβριο η μέση τιμή φυσικού αερίου (TTF) υπήρξε από τις χαμηλότερες των τελευταίων μηνών, στα 112,2 ευρώ η μεγαβατώρα, παρ’ όλα αυτά τον Δεκέμβριο του 2022 η μέση χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα βρέθηκε στα 276,89 ευρώ η μεγαβατώρα, στα υψηλότερα επίπεδα της Ευρώπης.

Δεύτερον, οι τιμές των πρώτων ημερών του Ιανουαρίου, στις οποίες η ελληνική χονδρεμπορική τιμή, παρά τις διαβεβαιώσεις του ΥΠΕΝ, εξακολουθεί να παραμένει πεισματικά στα ψηλά. Συγκεκριμένα, με μέση τιμή TTF τον Δεκέμβριο στα 132,2 ευρώ, η μέση χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος στο ελληνικό χρηματιστήριο τις τρεις πρώτες μέρες του μήνα ήταν στα 255,25 ευρώ η μεγαβατώρα. Ακόμη όμως και όταν με την είσοδο του νέου έτους οι χονδρεμπορικές τιμές αυξήθηκαν σημαντικά και στην υπόλοιπη Ευρώπη πλησιάζοντας τη ζώνη των 130-170 ευρώ, στα συνήθη δηλαδή για τα δεδομένα μιας ενεργειακής κρίσης επίπεδα, η Ελλάδα απέμεινε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που έχει χονδρεμπορική τιμή πάνω από 200 ευρώ.

Τρίτον, τα στοιχεία για τον ελληνικό ενεργειακό πληθωρισμό που παρέθεσε η Τράπεζα της Ελλάδος στην Ενδιάμεση Εκθεση για τη Νομισματική πολιτική 2022 κατέδειξαν ότι η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου στην Ελλάδα ανήλθε σε 137,9% αντί 59,7% του μέσου όρου της ευρωζώνης (ήταν δηλαδή υπερδιπλάσια ή, για την ακρίβεια, 2,3 φορές υψηλότερη), ενώ αντίστοιχα για το ηλεκτρικό ρεύμα η αύξηση της τιμής του στην Ελλάδα έφτασε στο 49,6% κατά την ίδια περίοδο έναντι 36,5% του μέσου όρου της ευρωζώνης.

Ενα καινοφανές πάντως φαινόμενο του επίμαχου δεκαημέρου υπήρξε η εκρηκτική αύξηση των εισαγωγών του ρεύματος από τις γείτονες χώρες με τις χαμηλές τιμές, οι οποίες έφτασαν πρώτη φορά να καλύπτουν το 35-40% της συνολικής εγχώριας κατανάλωσης κατά μέσο όρο και κάποιες μέρες έως και το 55% (με αποτέλεσμα, μεταξύ των άλλων, τη φυγή 10 εκατ. ευρώ την ημέρα εκτός της χώρας).

Το χρήμα μαζεύουν οι παίκτες της αγοράς

Εξηγώντας τα εκ πρώτης όψεως ακατανόητα αυτά φαινόμενα, πηγές με γνώση της ενεργειακής αγοράς υπέδειξαν τη ΔΕΗ ως υπεύθυνη για τις υψηλές τιμές και την αύξηση των εισαγωγών, η οποία, παρά τις υποσχέσεις Μητσοτάκη για αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής της όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση, κατά το επίμαχο διάστημα αντιθέτως μείωσε όχι μόνο αυτήν (κρατώντας κλειστές τις μονάδες Αγ. Δημήτριο 1, 2 και 4, Μελίτη και Μεγαλόπολη 4) αλλά και την παραγωγή από φυσικό αέριο (βγάζοντας εκτός τις μονάδες Λαύριο 4, 5 και Κομοτηνή).

Με τον τρόπο αυτό συνεπώς η ΔΕΗ, που έχει το 40% της παραγωγής ενέργειας, προκάλεσε τεχνητή έλλειψη ενέργειας η οποία τροφοδότησε την αύξηση των τιμών. Από την τεχνητή έλλειψη και τις εισαγωγές κάποιοι κέρδισαν μεγάλα ποσά –και ήταν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι παίκτες της αγοράς που είχαν κατοχυρώσει υψηλό εισαγωγικό capacity, δηλαδή δυνατότητα εισαγωγής συγκεκριμένων ποσοτήτων ρεύματος για τον Δεκέμβριο στο Χρηματιστήριο Ενέργειας από τις γείτονες φτηνότερες χώρες– καθώς αυτοί καρπώθηκαν τη διαφορά ανάμεσα στην εγχώρια τιμή και τη φτηνή τιμή του γείτονα για κάθε μεγαβατώρα που εισήγαγαν.

Είναι αδύνατο να μάθει κανείς ποια εταιρεία πουλάει και αγοράζει ποιες ποσότητες και σε ποιες τιμές επειδή το Χρηματιστήριο Ενέργειας δεν δημοσιοποιεί τα στοιχεία τους. Το ΥΠΕΝ και η ΡΑΕ όμως μπορούν να τα μάθουν. Σε κάθε περίπτωση το κερδοσκοπικό παιχνίδι που στήθηκε μες στις γιορτές με την τεχνητή έλλειψη ενέργειας, τις τιμές και τις εισαγωγές δείχνει μια εξόχως προβληματική λειτουργία της ελληνικής ενεργειακής αγοράς που θα έπρεπε να οδηγήσει πια σε παρέμβαση της ΡΑΕ.

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter