Υποστελεχωμένο στα όρια της διάλυσης, με τα σοβαρά χειρουργεία να στριμώχνονται σε ατέλειωτες λίστες αναμονής και με ένα υγειονομικό προσωπικό που δίνει ηρωικές μάχες υπό συνθήκες κρατικής εγκατάλειψης. Ενα ΕΣΥ σε οριακό σημείο που καλείται να αντιμετωπίσει ένα χειμώνα που προβλέπεται άκρως επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία, όχι μόνο εξαιτίας της Covid, αλλά και λόγω της τριτοκοσμικής κατάστασης την οποία αναμένεται να βιώσει η κοινωνία από την παγκόσμια οικονομική κρίση.
«Είναι δεδομένο ότι θα έχουμε σκληρό χειμώνα και πέρα από την Covid. Ολες οι υπόλοιπες ασθένειες έχουν πάει αρκετά πίσω και οι λίστες χειρουργείων έχουν εκτοξευτεί. Οι νόσοι που δεν αντιμετωπίζονται προφανώς θα έρθουν και θα γιγαντωθούν και δεν θα μπορούν να αντιμετωπιστούν σε ένα σύστημα υγείας το οποίο είναι σε κορεσμό όσον αφορά το θέμα δυναμικής και δυνατότητας αντιμετώπισης» περιγράφουν την αποκαρδιωτική κατάσταση του ΕΣΥ οι νοσοκομειακοί γιατροί στο Documento, χαρακτηρίζοντας «σταγόνα στον ωκεανό» τις προκηρύξεις της κυβέρνησης για προσλήψεις μπροστά στο κύμα παραιτήσεων και συνταξιοδοτήσεων που έχει προκαλέσει σοβαρές δυσλειτουργίες στα δημόσια νοσοκομεία αλλά και την εξουθένωση των εργαζομένων σε αυτά.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση του νοσοκομείου του Βόλου, για το οποίο υπήρξε παρέμβαση της Δικαιοσύνης μετά τη σοκαριστική αναφορά του διευθυντή της χειρουργικής κλινικής Δημήτρη Λύτρα. Στην επίμαχη καταγγελία που ο χειρουργός αναγκάστηκε να αποστείλει και στην Εισαγγελία του Βόλου σε μια ύστατη προσπάθεια να βρεθεί λύση για ένα μείζον θέμα δημόσιας υγείας αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Είμαι στη δυσάρεστη θέση να σας ενημερώσω ότι για τον Σεπτέμβριο οι ειδικευμένοι Ιατροί της Χειρουργικής Κλινικής αδυνατούμε να καλύψουμε πλέον με ασφάλεια τις συνολικές εφημεριακές ανάγκες του μηνός. Τους τελευταίους 15 και πλέον μήνες, προκειμένου να διατηρήσουμε την απρόσκοπτη και κυρίως ασφαλή λειτουργία του Νοσοκομείου μας (την καθημερινή λειτουργία της Κλινικής, τις προγραμματισμένες και επείγουσες επεμβάσεις, τα καθημερινά τακτικά εξωτερικά ιατρεία αλλά και την κάλυψη αναγκών άλλων Τμημάτων) υποχρεωθήκαμε να εκτελούμε 11 έως και 13 εφημερίες, ενεργείς και ετοιμότητας, τον μήνα. Παραμένοντες έως και 35 ώρες συνεχόμενες στο Νοσοκομείο και εργαζόμενοι από 70 έως και 80 ώρες την εβδομάδα.
Λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες εργασίας, τις απαιτήσεις αλλά και κυρίως την παρατεταμένη υποστελέχωση της Χειρουργικής Κλινικής τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες, πρέπει να σας ενημερώσω ότι το πρόγραμμα εφημέρευσης για τον μήνα Σεπτέμβριο θα καλυφθεί με ασφάλεια μερικώς. Συγκεκριμένα θα καλυφθούν με ένα Χειρουργό σε ενεργό εφημερία και ένα σε εφημερία ετοιμότητας κατά προτεραιότητα όλες οι αργίες και τα Σαββατοκύριακα, ώστε να μην τεθεί θέμα ασφάλειας σε ημέρες που το Νοσοκομείο λειτουργεί μόνο με εφημερεύον προσωπικό. Θα παραμείνουν ωστόσο καθημερινές χωρίς κανένα εφημερεύοντα χειρουργό. Τις συγκεκριμένες ημέρες και μετά τη λήξη του πρωινού ωραρίου, τα επείγοντα περιστατικά που προσέρχονται στα ΤΕΠ θα πρέπει να διακομίζονται στις Χειρουργικές Κλινικές άλλων κοντινών νοσοκομείων που θα εφημερεύουν εκείνη την ημέρα».
«Δεν είμαστε μόνο εμείς»
Μιλώντας στο Documento ο Δ. Λύτρας περιγράφει το δυστοπικό τοπίο των εργασιακών συνθηκών: «Πέντε γιατροί καλύπτουμε 60 εφημερίες τον μήνα, ένας σε ενεργό εφημερία και ένας σε ετοιμότητα για όποια βοήθεια χρειαστεί. Οπότε αυτοί οι άνθρωποι χρειάζεται να μπαίνουν μέσα πάρα πολύ συχνά και να περνάνε πολλές ώρες συνεχόμενες στο νοσοκομείο. Αυτό δεν μπορεί πλέον να συνεχιστεί για εμάς που δικαιούμαστε οργανικά δέκα θέσεις χειρουργών, το οποίο σημαίνει ότι λειτουργούμε με το 50%. Δεν μπορεί κανείς να αρρωστήσει, δεν μπορεί κανείς να λείψει εύκολα. Αν εφαρμόσουμε τυπικά τα εργασιακά μας δικαιώματα, στην ουσία θα έπρεπε η κλινική να υπολειτουργεί και να προσφέρει υπηρεσίες κέντρου υγείας, αλλά δεν είναι αυτή η παράδοση της συγκεκριμένης κλινικής, δεν επιθυμούμε να δουλεύουμε σε κέντρο υγείας. Το νοσοκομείο έχει τριτοβάθμιες δυνατότητες, εξυπηρετεί ένα πολύ μεγάλο πληθυσμό και δεν είναι το όνειρό μας να μην μπορούμε να κάνουμε αυτό για το οποίο ήρθαμε στον Βόλο».
«Λειτουργούμε σε μια περιφέρεια που είναι και τουριστική» επισημαίνει ο Δ. Λύτρας και εξηγεί: «Το καλοκαίρι δεν ήταν ποτέ ήσυχο και λόγω των εξελίξεων που υπήρχαν στο δικό μας νοσοκομείο ανασύραμε και κάποια στατιστικά για το τελευταίο δίμηνο όπου δείχνουν ότι ο αριθμός των έκτακτων περιστατικών που χρειάστηκε να αντιμετωπίσουμε μέσα σε 80 μέρες είναι περίπου 95 χειρουργεία έκτακτα, στο 30% εκ των οποίων έπρεπε να συμμετάσχουμε δύο ειδικοί. Δηλαδή δύο από τους πέντε που ανακυκλωνόμαστε συνέχεια σε αυτά τα καθήκοντα που πρέπει να διεκπεραιώσουμε».
Υπογραμμίζει ότι τα περισσότερα περιφερειακά νοσοκομεία αντιμετωπίζουν τις ίδιες καταστάσεις: «Δεν είμαστε μόνο εμείς. Τα περισσότερα νοσοκομεία της περιφέρειας βιώνουν αντίστοιχες συνθήκες, απλώς τα νοσοκομεία που βρίσκονται στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα, δηλαδή δεν είναι μοναδικά στην περιφέρειά τους, αντιμετωπίζουν ένα διαφορετικό εφημεριακό καθεστώς από το δικό μας. Εμείς εφημερεύουμε 365 μέρες τον χρόνο, σαν νοσοκομείο έχουμε κάνει ό,τι προβλεπόταν θεσμικά για να προλάβουμε το κακό και εισπράξαμε αδιαφορία».
Στο ερώτημα γιατί δεν έχουν γίνει κινήσεις από τους αρμόδιους ώστε να μη φτάσει το νοσοκομείο σε αυτή την κατάσταση, η απάντηση του Δ. Λύτρα είναι ξεκάθαρη: «Θεωρώ ότι η απάντηση βρίσκεται μεταξύ της επιτηδευμένης αδιαφορίας και της θεσμικής αλητείας. Σαφέστατα δεν μπορώ να πω ότι γίνεται το καλύτερο δυνατό για να στηριχτεί το ΕΣΥ και οι δομές του, αν το πω αυτό σημαίνει ότι ζω σε άλλο πλανήτη».
Οριακά και στη Ζάκυνθο
Είναι προφανές πως η κατάσταση που επικρατεί στο νοσοκομείο του Βόλου δεν αποτελεί εξαίρεση. Πολλά είναι τα νοσοκομεία της περιφέρειας που λειτουργούν υπό τις ίδιες συνθήκες, ανάμεσά τους και της Ζακύνθου.
«Eχουμε αποχωρήσεις και συνταξιοδοτήσεις στο νοσοκομείο και αυτά τα κενά που δημιουργούνται δεν καλύπτονται. Η κατάσταση στην ορθοπεδική κλινική είναι οριακή, όπως είναι και σε άλλες πέντε μάχιμες, βασικές κλινικές, που λειτουργούν μόνο με δύο γιατρούς. Τι θα γίνει αν ο ένας εκ των δύο γιατρών ασθενήσει; Είναι φανερό ότι η λειτουργία αυτών των κλινικών θα μπει σε αναστολή αν ένας γιατρός όχι μόνο αρρωστήσει, αλλά αποχωρήσει ή συνταξιοδοτηθεί» καταγγέλλει στο Documento ο καρδιολόγος και δημοτικός σύμβουλος Ζακύνθου Αντώνης Κασιμάτης, ο οποίος παραθέτει κι ένα πραγματικά σοκαριστικό συμβάν: «Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι ιατρός σε μάχιμη ειδικότητα του νοσοκομείου επέστρεψε στην εργασία του μόλις είκοσι μέρες αφότου είχε υποστεί οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και είχε υποβληθεί σε επέμβαση καρδιάς».
«Μας έφτασαν στο αμήν»
Το φαινόμενο των μαζικών παραιτήσεων των γιατρών που εξωθούνται σε αποχώρηση από το Εθνικό Σύστημα Υγείας λόγω των άθλιων συνθηκών σε συνδυασμό με την ανασφάλεια που προκαλείται στο εναπομείναν υγειονομικό προσωπικό από τα σχέδια της κυβέρνησης για το ΕΣΥ προκαλεί ακόμη πιο μεγάλη ανησυχία για το μέλλον των νοσοκομείων που υπήρξαν για δεκαετίες ο πυλώνας της δημόσιας υγείας στη χώρα.
«Η προηγούμενη τριετία απέδειξε τις αδυναμίες του συστήματος που οδήγησε πολύ κόσμο σε παραίτηση. Είναι αποδυναμωμένο το ΕΣΥ, υπάρχει πολύς κόσμος ο οποίος είναι διαλυμένος και παραιτείται. Βλέπουμε πολλούς γιατρούς που έχουν τεράστια εμπειρία και σήκωσαν πάνω τους ολόκληρες κλινικές με πολύ κόπο και θυσίες να παραιτούνται και αναρωτιέσαι πώς γίνεται αυτοί οι άνθρωποι που είχαν τόσο μεγάλο πάθος για τη δουλειά να φτάνουν στο αμήν και να λένε “φεύγω”» λέει στο Documento ο Στέλιος Τσόχατζης, γραμματέας της Eνωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αχαΐας (ΕΙΝΑ).
Περιγράφει την ψυχολογία τόσο των γιατρών των μικρών περιφερειακών νοσοκομείων που δεν ξέρουν τι θα γίνει στο κοντινό μέλλον όσο και των γιατρών στα μεγαλύτερα νοσοκομεία τα οποία λόγω της κατάστασης που επικρατεί η πίεση την οποία δέχονται είναι ακόμη μεγαλύτερη: «Η γενική ψυχολογία των γιατρών είναι ότι βρίσκομαι σε ένα σύστημα υγείας που πραγματικά θα καταρρεύσει. Σου λένε ότι εγώ δεν μπορώ να προχωρήσω σε ένα τέτοιο σύστημα, είτε δουλεύω σε ένα μικρό περιφερειακό νοσοκομείο χωρίς να ξέρω τι θα γίνει σε δύο τρία χρόνια είτε είμαι σε ένα μεγάλο νοσοκομείο όπως ο “Αγιος Ανδρέας” και το Ρίο όπου αναγκαστικά δέχονται ένα τεράστιο φόρτο εργασίας από τους γύρω νομούς, κάτι που πραγματικά δεν αντέχει ο γιατρός. Να κάνει δέκα εφημερίες και να είναι στο πόδι όλη την ημέρα. Αυτό είναι που τους οδηγεί στην παραίτηση».
«Αντικίνητρο οι συνθήκες»
Οσο για την προκήρυξη θέσεων για το ΕΣΥ οι γιατροί τη χαρακτηρίζουν σταγόνα στον ωκεανό συγκριτικά με το προσωπικό που αποχωρεί αλλά και με τις συνταξιοδοτήσεις. «Οι συνθήκες που βιώνουμε, με την εντατικοποίηση λόγω υποστελέχωσης, τις μετακινήσεις, τις απλήρωτες εφημερίες, αποτελούν το αντικίνητρο για τους εργαζόμενους που θέλουν να κάνουν τα χαρτιά τους και να πάρουν τις θέσεις. Μιλάω για τις ελάχιστες θέσεις που έχουν προκηρύξει στα νοσοκομεία της περιφέρειας. Προκηρύσσοντας μία θέση για τέσσερις πέντε κενές σε εκείνες τις κλινικές γνωρίζουν οι εργαζόμενοι ότι θα πάνε σε υποστελεχωμένα τμήματα και θα πρέπει να υπερβάλουν εαυτόν κάθε μέρα για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν. Γνωρίζουν λοιπόν ότι αυτές οι προκηρύξεις κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό θα μείνουν άγονες. Φαίνεται ότι όλες οι κινήσεις τους είναι με σκοπό την αποδυνάμωση του ΕΣΥ, να φτάσουμε στο απροχώρητο σε πολλές κλινικές και να φαίνεται ως δώρο εξ ουρανού και ως αναγκαία ρύθμιση να έρθουν οι ιδιώτες μες στα νοσοκομεία» επισημαίνει εύλογα ο πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών Θεσσαλονίκης Χρήστος Καραχρήστος.
Περιγράφοντας την πραγματικότητα που επικρατεί είναι κατηγορηματικός: «Αυτήν τη στιγμή είμαστε με ακόμη μεγαλύτερα κενά από το προηγούμενο διάστημα. Οι συνάδελφοι είναι πραγματικά εξουθενωμένοι, σε πολλούς χρειάστηκε το προηγούμενο διάστημα να κοπούν ακόμη και οι άδειές τους επειδή δεν έφτανε το προσωπικό».
Δημήτρης Βαρνάβας: «Οι ευθύνες Πλεύρη για τους θανάτους από την πανδημία»
«Οταν ο Θάνος Πλεύρης ανέλαβε το υπουργείο Υγείας πριν από ένα χρόνο και συγκεκριμένα την 31η Αυγούστου 2021, το δελτίο του ΕΟΔΥ ανέβαζε τον συνολικό αριθμό απωλειών στις 13.691. Στον ένα χρόνο της καταστροφικής θητείας του μετράμε, σύμφωνα με το τελευταίο εβδομαδιαίο δελτίο του ΕΟΔΥ, 32.552 απώλειες και ο χειμώνας που έρχεται θα είναι εξίσου θανατηφόρος, όπως προβλέπουν έγκυροι επιδημιολόγοι ανά την Ευρώπη. Εντούτοις ο κ. Πλεύρης δεν φαίνεται διατεθειμένος να λάβει κανένα σοβαρό μέτρο, αφήνοντας τα πράγματα να εξελιχτούν όπως και στην περσινή του θητεία που κόστισε στην κοινωνία περί τις 19.000 απώλειες. Καμία ενίσχυση του ΕΣΥ με γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό, ελάχιστοι πόροι και, κυρίως, αποφυγή λήψης μέτρων ιχνηλάτησης και πρόληψης, εναποθέτοντας τα πάντα στην ατομική ευθύνη. Πρόκειται για την πλέον τραγική αντιμετώπιση της πανδημίας, δίνοντας στη χώρα μας την πρωτιά απωλειών σε όλη την Ευρώπη.
Αυτή η πορεία δεν μπορεί να συνεχιστεί. Πρέπει πάση θυσία να αλλάξει ο τρόπος αντιμετώπισης της πανδημίας προτού προστεθούν άλλες 20.000 ανθρώπινες απώλειες. Κι αυτή η αλλαγή δεν μπορεί πλέον να γίνει ούτε με αλλαγή μοντέλου ούτε με αλλαγή υπουργού. Μόνο με αλλαγή κυβέρνησης μπορεί να γίνει, ώστε η κοινωνία να νιώσει ασφάλεια στο πεδίο της υγείας και να πάψει να θρηνεί θανάτους που μπορούσαν να αποφευχθούν» Δημήτρης Βαρνάβας, Διευθυντής ΕΣΥ, μέλος στο ΔΣ του ΠΙΣ.