Γιαννιώτης στο Documento: «Δεν έχασα την πρώτη θέση, κέρδισα τη δεύτερη»

Γιαννιώτης στο Documento: «Δεν έχασα την πρώτη θέση, κέρδισα τη δεύτερη»

Ακριβώς δύο χρόνια μετά την αλησμόνητη κούρσα του Σπύρου Γιαννιώτη στο Ρίο, το Documento αναδημοσιεύει την αποκλειστική συνέντευξη που έδωσε ο Έλληνας Ολυμπιονίκης στην εφημερίδα μας, στον Νίκο Παπαδογιάννη, την Πρωτοχρονιά του 2017.

Ο Γιαννιώτης κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στα 10χλμ κολύμβησης σε ανοιχτή θάλασσα, με υπερπροσπάθεια που έκανε την Ελλάδα να ριγήσει. Έχασε το χρυσό μετάλλιο στη “χεριά”, αλλά αρνήθηκε να κάνει ένσταση.

Λίγους μήνες αργότερα, απόμαχος πλέον και πατέρας νεογέννητου γιου, άνοιξε την καρδιά του για τους αναγνώστες του Documento, το οποίο τότε μετρούσε λιγότερους από δύο μήνες ζωής.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:

«Ο Σπύρος Γιαννιώτης καταφτάνει για τη συνέντευξη αγουροξυπνημένος, αν και η ώρα είναι 6μμ. Όπου υπάρχει νεογέννητο μωρό, καραδοκεί η αϋπνία. «Με πήρε ο ύπνος στον καναπέ, αλλά ευτυχώς είχα βάλει ξυπνητήρι». Κύριος. Πιο αδύνατος και πιο ωραίος απ’ό,τι τον δείχνουν οι αγωνιστικές φωτογραφίες με τα τραβηγμένα χαρακτηριστικά, περνάει σχεδόν απαρατήρητος στην καφετέρια. Φιλοσοφημένος και κατασταλαγμένος όσο ελάχιστοι αθλητές, πιάνει θέση μπροστά στο κασετοφωνάκι και έχει απαντήσεις για κάθε ερώτημα. Το παιδί που ψάρευε τα χταπόδια με τα χέρια του, μικρός στην Κέρκυρα, είναι πια Ολυμπιονίκης, ένας ημίθεος του αθλητισμού. Όταν άκουσε ότι η αποστολή μελετούσε ένσταση για το «χαμένο» χρυσό μετάλλιο, έγινε έξω φρενών. Το κληροδότημα που παρέδωσε στην εμβρόντητη κοινή γνώμη μας έκανε αν τον εκλέξουμε «Πρόσωπο της Χρονιάς». Χρειάστηκε να περάσουν μέρες για να περάσει το βράχνιασμα από τις άναρθρες κραυγές με τις οποίες προσπαθούσαμε να τον ενθαρρύνουμε από τα σπίτια μας, στις 16 Αυγούστου 2016.

-Ποια φλέβα χτύπησες λοιπόν και έκανες τους Έλληνες να παραληρούν;

Σ.Γ.: «Πιστεύω ότι έχει να κάνει με τον μαραθώνιο, με τη μεγάλη απόσταση… Είδε ο κόσμος ότι ξαφνικά ένας Έλληνας διεκδικούσε μετάλλιο σε τέτοιο αγώνισμα. Πολλοί θυμήθηκαν και την ιστορία του Λονδίνου και είπαν, όχι πάλι τέταρτος…»

-Συνδέθηκαν δηλαδή μαζί σου σε ανθρώπινο επίπεδο.

Σ.Γ.: «Μου είπε κόσμος μετά, ότι ένιωσαν σαν να κολυμπούσε το δικό τους παιδί ή ο ίδιος τους ο εαυτός».

-Το πιστεύω, διότι και εγώ είχα σκαρφαλώσει όρθιος στον καναπέ του σπιτιού μου και φώναζα σαν υστερικός.

Σ.Γ.: «Όταν φέρνεις έναν θεατή σε αυτό το σημείο, το πολύ προσωπικό, χωρίς να σε ξέρει, σημαίνει ότι τον έχεις ακουμπήσει. Μία γυναίκα μου έστειλε βίντεο με την αντίδραση του συζύγου της, χωρίς να γνωρίζει εκείνος ότι τον τραβούσαν. Είναι πολύ συγκινητικό. Μέσα στον Αύγουστο, που ο κόσμος είναι πιο χαλαρός και ξέγνοιαστος, δώσαμε όλοι μία ωραία νότα για τη χώρα μας. Έστω για μερικές ώρες, μερικά λεπτά».

-Στο Λονδίνο τερμάτισες 4ος και ζήτησες συγγνώμη. Γιατί συγγνώμη; Είχες υποχρέωση σε κανέναν να φέρεις μετάλλιο; Δεν το καταλαβαίνω…

Σ.Γ.: «Υποχρέωση όχι, σε κανέναν. Αλλά ήξερα ότι κόσμος με πίστευε και με παρακολουθούσε. Αισθάνθηκα ότι τους απογοήτευσα, επειδή δεν έφερα αυτό που μπορούσα. Μου βγήκε πολύ έντονα αυτό το συναίσθημα. Είμαι άνθρωπος που δεν κρύβει τον συναισθηματικό του κόσμο. Όπως ο αθλητής μπορεί να δώσει στον θεατή χαρά, μπορεί και να τν στενοχωρήσει».

-Μα είναι στενοχώρια η 4η θέση στον κόσμο;

Σ.Γ.: «Όχι, δεν είναι. Αλλά δεν είναι και μετάλλιο. Κακά τα ψέματα, η 3η θέση έχει μεγάλη απόσταση από την 4η. Δεν θα τη χαρακτήριζα αποτυχία, αλλά ήταν η πιο δύσκολη στιγμή. Και ένα τεράστιο κίνητρο για τη συνέχεια».

-Η θέση του βλάκα, είχε πει κάποιος.

Σ.Γ.: «Εγώ θα έλεγα, η θέση της μεγαλύτερης απογοήτευσης. Το μόνο που βλέπεις, είναι τα 4 χρόνια που έχεις μπροστά σου για να εξιλεωθείς»

-Η απόσταση από τη 2η θέση ως την 1η δεν είναι εξίσου μεγάλη; Το βίωσες και αυτό, δεύτερος για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου.

Σ.Γ.: «Μέσα μου, όμως, ήθελα πάνω απ’όλα το μετάλλιο. Δεν με έκαιγε το χρυσό. Υπήρξε βέβαια απογοήτευση εκείνη τη στιγμή, αλλά δεν την άφησα νε με κυριεύσει και να μου χαλάσει αυτό που ζούσα. Οταν ξεκίνησα για το Ρίο δεν ονειρευόμουν το χρυσό, αλλά το βάθρο. Όταν ο αντίπαλος είναι ανώτερος, έστω οριακά, οφείλεις να το αναγνωρίζεις. Αυτός είναι ο αθλητισμός».

-Τη διαφορά την κάνουν κλάσματα του δευτερολέπτου, εκατοστά του μέτρου, ένα γκολ, ένα καλάθι…

Σ,.Γ.: «Σωστά. Για αυτό υπάρχει η κατάταξη. Αλλιώς θα δίναμε σε όλους από ένα χρυσό. Ούτε εγώ όμως θα ήθελα να το μοιραστώ, εάν τερμάτιζα πρώτος».

-Είσαι από τους λίγους που σκέφτονται έτσι. Άλλοι θα εξαντλούσαν κάθε περιθώριο για να κερδίσουν την πρωτιά. Έστω στα χαρτιά.

Σ.Γ.: «Εγώ όμως ξέρω ότι ήμουν 2ος. Το ένιωθα τη στιγμή του τερματισμού, το ένιωθα μετά, θα το νιώθω σε όλη μου τη ζωή».

-Εμείς νομίζαμε αρχικά ότι έπιασες πρώτος.

Σ.Γ.: «Κατάλαβα ότι με πρόλαβε ο Ολλανδός και βεβαιώθηκα όταν το είδα στις οθόνες. Θα ήταν άδικο για τον Ολλανδό εάν έπαιρνα εγώ χρυσό. Εδωσε και εκείνος τρομερό αγώνα, με έφτασε και με πέρασε. Ήταν θεϊκή η προσπάθειά του. Πώς θα μου φαινόταν εμένα αν με κέρδιζαν στα χαρτιά; Γιατί λοιπόν να το κάνω εγώ σε κάποιον; Γιατί να ζήσω με τo “αν”; Δεν λέω ότι έχασα την πρώτη θέση. Λέω ότι κέρδισα τη δεύτερη. Κοιμήθηκα γλυκά τα επόμενα βράδια».

-Ο αθλητής είναι μόνο η επίδοσή του ή και οι δηλώσεις του, η προσωπικότητα, το ήθος του;

Σ.Γ.: «Νομίζω ότι τον ακολουθούν όλα όσα λέει και πράττει. Ό,τι κάνω στη ζωή μου, το κάνω επειδή το νιώθω. Επειδή αυτός είμαι. Δεν ξέρω να κινηθώ διαφορετικά».

-Πώς θέλεις να σε θυμούνται στο μέλλον; Ο Σπύρος ήταν…

Σ.Γ.: «…ένας καλός άνθρωπος. Αυτό με νοιάζει. Να είμαι καλός άνθρωπος. Ο αθλητισμός είναι το ιδανικό σχολείο για εμένα. Εδραίωσε τις βάσεις που μου έδωσε η οικογένειά μου».

-Ναι, αλλά τα καλά παιδιά τερματίζουν τελευταία. Ή δεύτερα ή τέταρτα!

Σ.Γ.: «Δεν πειράζει. Η καλοσύνη είναι σημαντικότερη από τις διακρίσεις. Αυτό θα προσπαθήσω να διδάξω στο γιο μου. Να φτιάξει τον χαρακτήρα του, να πορευτεί σύμφωνα με τις αξίες που θα του δοθούν και να μη πάρουν ποτέ τα μυαλά του αέρα. Να σέβεται τον συνάνθρωπό του, ακόμα και αν τερματίσει τελευταίος».

-Και τώρα τι γίνεται, χωρίς πρωταθλητισμό;

Σ.Γ.: «Αισθάνομαι ολοκληρωμένος. Θα κολυμπάω μόνο για να νιώσω το νερό και για την υγεία μου. Κοιμάμαι πιο ήρεμα τώρα».

-Και αν δεν είχες πάρει το μετάλλιο;

Σ.Γ.: «Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα γινόταν. Θα με επηρέαζε βαθιά. Δεν σκεφτόμουν καν το ενδεχόμενο της αποτυχίας. Τέρμα. Να σου πω τι έλεγα στον εαυτό μου μόλις μπήκαμε στην τελική ευθεία; “Σπύρο, όχι τέταρτος!” Δεν θα το άντεχα αυτό…».

-Πού βρίσκει ο αθλητής τη δύναμη, εκείνη την ώρα;

Σ.Γ.: «Πωρώνεσαι με πράγματα που είναι έξω από εσένα. Σκέφτεσαι τη χώρα που σε ακολουθεί, τους ανθρώπους που σε πιστεύουν… Αναγκάζεις τον εαυτό σου να γίνει υπερόπτης και να δει τους αντιπάλους κατώτερους από τον ίδιο… Εγώ σκεφτόμουν και το παιδί που έρχεται. Τι θα έλεγα στον γιο μου; Ότι πήγα σε 5 Ολυμπιάδες αλλά δεν κατάφερα να φέρω ένα μετάλλιο; Θα μου ζητούσε εξηγήσεις, με την αθωότητα του παιδιού που δεν καταλαβαίνει ότι σε πληγώνει. Και τι θα απαντούσα, μου λες;»

-Επικαλείσαι και τον Θεό, την κρίσιμη στιγμή; Ή μόνο τον άνθρωπο;

Σ.Γ.: «Πιστεύω ότι ο Θεός δίνει το χάρισμα και ο άνθρωπος καλείται να το εκμεταλλευτεί. Εάν αδικήσει τον εαυτό του, θα τιμωρηθεί. Άλλοι αθλητές έχουν τη θέληση, αλλά τους λείπει το χάρισμα. Ο τυχερός που προικίστηκε με όλο το πακέτο έχει χρέος να τα αξιοποιήσει . Να πάρει τα κομμάτια του παζλ και να τα βάλει στη θέση τους. Είναι καρμικό το θέμα. Όταν κάνεις καλό, θα σου επιστραφεί το καλό».

-Στις φωτογραφίες φαίνεσαι πολύ διαφορετικός απ’ό,τι στην πραγματική ζωή.

Σ.Γ.: «Είναι επειδή καθρεφτίζεται στο πρόσωπό μου η ένταση του αγώνα. Εάν με βάλεις δίπλα σε αθλητή γίνομαι αγρίμι. Άλλος Σπύρος! Δεν θέλω να με νικήσει κανένας, με τίποτε. Έχω κάνει κόντρες με πιτσιρικάδες στο κολυμβητήριο. Ελπίζω ότι αυτό βοηθάει και τους ίδιους».

-Δεν σού’ρχεται πότε πότε, να σηκωθείς πάνω και να φωνάξεις σε όλους ότι είσαι ο καλύτερος του κόσμου σε αυτό που κάνεις;

Σ.Γ.: «Όχι, όχι. Ό,τι έχω κάνει, το έχω κάνει για μένα και για κανέναν άλλον. Μου αρέσει η αναγνώριση και πότε πότε λέω μέσα μου, “πωωω, ρε Σπύρο, Ολυμπιακό μετάλλιο”, αλλά το κρατάω μέσα μου. Στο αγώνισμα που κάνω, πρέπει ο αθλητής να τά’χει καλά με το μυαλό του. Δίνει καθημερινή μάχη με τον εαυτό του».

-Μα, δεν κουράζεται και αυτό, τόσα χιλιόμετρα μέσα στο νερό;

Σ.Γ.: «Εάν πεις μία φορά ότι δεν θα πας για προπόνηση, χειμώνα στις 7 το πρωί που πονάει πολύ, δημιουργείς στον εαυτό σου ένα άλλοθι. Αλλά η πρώτη φορά θα φέρει τη δεύτερη και η μία δικαιολογία την άλλη. Και εγώ έχω κάνει λούφες, άνθρωπος είμαι».

-Η δυσλεξία σε βοήθησε ώστε να αναζητήσεις την αριστεία με άλλους τρόπους, όταν ήσουν μικρός;

Σ.Γ.: «Το είχα πάντοτε παράπονο και με τρέλαινε. Διάβαζα περισσότερο απ’όλους και έπαιρνα πολύ χαμηλούς βαθμούς. Είναι άγρια η κοινωνία του σχολείου. Τα παιδιά λένε τα πράγματα με τ’όνομά τους, χωρίς να νοιάζονται για τα συναισθήματα και την πολιτική ορθότητα. Ηθελα να είμαι ο καλύτερος, αλλά μόνο με τις πράξεις μου. Ο αθλητισμός μου προσέφερε διέξοδο».

-Πώς θα ξεσπάσεις τώρα, που τελείωσαν πια οι θυσίες;

Σ.Γ.: «Να σου πω κάτι περίεργο; Δεν μου έλειψε τίποτε τόσα χρόνια. Ίσως επειδή έφυγα ολοκληρωμένος και γεμάτος και ευλογημένος. Μόλις σταμάτησα τον αθλητισμό, απέκτησα μία ακόμα μεγαλύτερη ευθύνη, το παιδί. Το κίνητρό μου πλέον είναι να γίνω καλός μπαμπάς για να το μεταδώσω στον γιο μου».

-Τι βγήκε από μέσα σου, με εκείνη την εκκωφαντική κραυγή μετά τον τερματισμό στο Ρίο;

Σ.Γ..: «Δεκαεφτά χρόνια προσπάθειας; Δεκαεφτά χρόνια υπομονής, υπομονής, υπομονής; Δεκαεφτά χρόνια θέλησης; Και τώρα Σπύρο, μπορείς να πας ήρεμος σπίτι σου; Όλα αυτά μαζί, σε ένα συνονθύλευμα. Σκέψεις, αναμνήσεις, δυσκολίες, ευκολίες, χαρές, λύπες…».

-Τι είναι το νερό για σένα;

Σ.Γ.: «Όλη μου η ζωή. Από μικρό παιδί ήμουν μόνιμα μες στη θάλασσα. Όταν με έχαναν, ήξεραν πού θα με βρουν. Δεν μπορούσα βέβαια να το κωδικοποιήσω όπως τώρα. Πλέον το νερό με εκφράζει κιόλας. Το κολύμπι είναι κάτι ξένο προς τη φύση του ανθρώπου. Αλλά για εμένα είναι τόσο οικείο. Το νερό φεύγει από πάνω μου όπως φεύγει η ένταση. Και όταν είμαι απ’έξω θέλω να βουτήξω, έστω με τα ρούχα».

-Και αν κάποιος σε υποχρέωνε να ζήσεις όλη σου τη ζωή μακριά από τη θάλασσα;

Σ.Γ.: «Όχι, όχι, όχι. Όχι. Δεν υπάρχει περίπτωση, καμία. Θα ήταν σαν φυλακή. Δεν μπορώ, δεν γίνεται. Νιώθω ότι εγκλωβίζομαι όταν είμαι μακριά από θάλασσα. Η θάλασσα είναι ελευθερία. Θέλω να τη βλέπω, να ξέρω ότι είναι εκεί, ότι μπορώ να χαθώ μέσα της».

-Κι αν είχες γεννηθεί βουνίσιος;

Σ.Γ.: «Θα ήμουν διαφορετικός άνθρωπος. Όλα τελικά είναι τύχη. Ποιος ξέρει τι θα γινόταν αν δεν γνώριζε ο νησιώτης πατέρας μου τη μάνα μου, τότε στο Λίβερπουλ;»

Ετικέτες

Documento Newsletter