Γιάννης Σκουρλέτης: «Το θέατρο είναι η πιο νέα τέχνη»

«Η επιστροφή στα παλαιότερα κείμενα είναι η ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε τα συστατικά μας, τις πολλαπλές μας ταυτότητες. Αυτός είναι ο λόγος που επιμένω στην ελληνική γραμματεία». λέει ο Γιάννης Σκουρλέτης (φωτογραφία Κώστας Τζούμας/eurokinissi)

Βρεθήκαμε στην πρόβα του έργου «Μάθε με να φεύγω» του Ακη Δήμου και μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Γιάννη Σκουρλέτη της bijoux de kant.

Το ραντεβού μου με τον σκηνοθέτη Γιάννη Σκουρλέτη έγινε στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο της ομάδας bijoux de kant HOOD art space, που βρίσκεται κάτω από την Ακρόπολη. Αυτή είναι μια λεπτομέρεια που θα μας απασχολήσει αρκετά στη συνάντησή μας: τα μεγέθη του πολιτισμού, η Ιστορία, το παρελθόν και η ταυτότητά μας…

Στις 10 Μαΐου –και για μόνο δεκαέξι παραστάσεις– ο Γιάννης Σκουρλέτης μαζί με τους Στέλιο Δημόπουλο, Θανάση Δήμου και Χάρη Χαραλάμπους-Καζέπη θα μας διηγηθούν μια ιστορία όπου το μπουλβάρ φλερτάρει με το ψυχολογικό θρίλερ δωματίου, φανερώνοντας ένα παραλίγο ειδύλλιο, έναν ανεξιχνίαστο φόνο κι ένα βίαιο χωρισμό από εκείνους που σε στοιχειώνουν για όλη σου τη ζωή.

Θύτες και θύματα

Τρεις άνθρωποι εγκλωβισμένοι, θύτες και θύματα, σε μια ιστορία που θυμίζει την επιστροφή του ομηρικού Οδυσσέα στην Πηνελόπη του. Ο καθένας κουβαλάει τις δικές του Σειρήνες, μόνο που ό,τι περιμένει αλλά και ό,τι επιστρέφει δεν είναι πάντα αυτά που θα μας λυτρώσουν.

Ο Γιάννης Σκουρλέτης, ο τελευταίος από τους ρομαντικούς του θεάτρου, στις αναζητήσεις του στο σύμπαν της ελληνικής γραμματείας παρακινεί τους θεατές να αναγνωρίσουν τον εαυτό, την καταγωγή και την εντοπιότητά τους. Οπως μου εξηγεί, είναι σημαντικό να συναντηθούμε με την ταυτότητά μας: «Με απασχολεί η διαχρονία του αισθήματος, το πώς ξανακοιτάς ένα κείμενο. Αυτή η επιστροφή είναι και η επιστροφή στην ασυνείδητη εγγραφή μας. Μπορεί να μην τα γνωρίζουμε τα κείμενα αλλά μ’ έναν τρόπο κάπως τα κουβαλάμε. Οσο προχωράει η Ιστορία εξελισσόμαστε μαζί της, μεταφέροντας όλες τις προηγούμενες μνήμες μας, που μπορεί να μην είναι απαραίτητα συνειδητές αλλά υπάρχουν. Ξαναγεννιούνται οι ιστορίες μας με έναν καινούργιο τρόπο. Η γενιά του ’30 σνόμπαρε τον ρομαντισμό καταλύοντας ένα δεσμό με το παρελθόν μας. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο το φως του Ελύτη ή η καθαρότητα του Σεφέρη. Υπήρχε Ελλάδα και πριν από αυτούς. Επιβλήθηκαν το μέτρο και το κάλλος ενός κλασικισμού, γιατί ο μοντερνισμός στη βάση του είναι μεγάλος κλασικισμός. Δεν είναι τυχαίο πως στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο δεν έχουμε ισχυρά κινήματα στην τέχνη. Ενώ η Αμερική απογειώνεται. Η Ευρώπη φέρνει τον βιεννέζικο αξιονισμό και την arte povera, κυρίως στην Ιταλία. Ακόμη και η Ευρώπη διαχειρίζεται τον μοντερνισμό κόβοντας όλους τους δεσμούς με την παράδοση του 19ου αιώνα. Η επιστροφή λοιπόν στα παλαιότερα κείμενα είναι η ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε τα συστατικά μας, τις πολλαπλές μας ταυτότητες. Αυτός είναι ο λόγος που επιμένω στην ελληνική γραμματεία».

Μια παλιά βιτρίνα όπου εραστές αφήνουν τα ενθύμιά τους, ένα ξύλινο τραπέζι, σκορπισμένοι ταξιδιωτικοί οδηγοί, ηχογραφήσεις της όπερας και λιγωμένες ματιές να αναζητούν την ένωση. Σε αυτό το σκηνικό –διά χειρός Νίκου Παπαδόπουλου– επιστρέφει ο ανώνυμος Αντρας (Θανάσης Δήμου) αναζητώντας ποιος είναι. Σε αυτό το παλιό ξενοδοχείο πριν από πολλά χρόνια έζησε μια θυελλώδη ερωτική νύχτα με την Αγνή (Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης), που από τότε έχει μείνει να τον περιμένει σ’ έναν τόπο άχρονο όπου ο έρωτας παλεύει με το τραύμα, άλλοτε κερδίζοντας κι άλλοτε χάνοντας. Τραγική φιγούρα δίπλα της ο αδερφός της Ιων (Στέλιος Δημόπουλος), που θα λειτουργήσει καταλυτικά στην εξέλιξη της ιστορίας μέχρι το απρόβλεπτο φινάλε.

Purgatorium ψυχών

Ενα καθαρτήριο ψυχών όπου η θεία χάρις δεν θα έρθει ποτέ. Αυτό είναι το θέατρο που υπερασπίζεται ο Γιάννης Σκουρλέτης. Βαθιά ποιητικό, με λοξές, γενναίες αναγνώσεις. Στο κέντρο του ο άνθρωπος με όλη του τη μελαγχολία και τα τραύματα να αποκαλύπτουν το μεγαλείο του: «Το θέατρο, παρόλο που είναι η πιο παλιά τέχνη, είναι και η πιο νέα. Ενα βρέφος είναι το θέατρο που, ενώ έχουν γίνει τόσα πράγματα, εκείνο επιμένει να μας μιλάει και να μεγαλώνει. Σκέψου πού βρισκόμαστε τώρα. Ετσι να κάνεις, βλέπεις την Ακρόπολη. Είναι πολύ μεγάλο θέμα ότι ζούμε, αναπνέουμε δίπλα σε τρομερά μεγέθη. Δεν μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας αυτό τον πολιτισμό. Να κάνουμε πως δεν μας αφορά. Πώς είναι δυνατόν να μη νιώθουμε δέος; Ποιο μέλλον περιφρονεί το παρελθόν μας; Στο “Μάθε με να φεύγω” η ιστορία που ξαναδιαβάζουμε είναι της επιστροφής του Οδυσσέα. Από εκεί ξεκινάμε και σκάβουμε μέχρι να συναντηθούμε με τους άλλους και φυσικά με το μέσα μας. Αυτή είναι η διαδρομή μας. Το θέατρο είναι οι άνθρωποι που συναντάμε και οι στιγμές μας μαζί τους. Την είδες την Ακρόπολη όπως ερχόσουν; Εγώ στέκομαι συνεχώς και την κοιτάω νιώθοντας τις δονήσεις της».

Η αλήθεια είναι πως δεν στάθηκα να κοιτάξω την Ακρόπολη. Ξέρω πως είναι εκεί και μάλλον αυτό με κάνει να μην την αναζητώ. Ισως αυτή να είναι και η παγίδα. Να θεωρούμε δεδομένο τον χρόνο που έχουμε στη ζωή μας. Οπως η Αγνή που πέρασε όλη της τη ζωή περιμένοντας τον άντρα που αγαπάει. Οπως ο άγνωστος Αντρας που περιπλανήθηκε ξεχνώντας ποιος είναι. Οπως ο Ιων που χώρεσε μέσα στις ζωές των άλλων αφήνοντας πίσω τη δική του.

INFO
Από 10 Μαΐου έως 3 Ιουνίου για 16 παραστάσεις, bijoux de kant HOOD art space, Πολυκλείτου 21, Μοναστηράκι

Ετικέτες