Μια συζήτηση με τον συγγραφέα με αφορμή το βιβλίο του «Και οι τέσσερις ήταν απαίσιοι».
Ο Γιάννης Μόσχος ήδη µε το πρώτο βιβλίο του, το «Τοκορόρο» που κυκλοφόρησε πριν από δύο χρόνια, κατάφερε να ξεχωρίσει για τον τρόπο που προσεγγίζει τις ιστορίες του, το βάθος των χαρακτήρων του και το εύρος της έρευνάς του. Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε το δεύτερο µυθιστόρηµά του «Και οι τέσσερις ήταν απαίσιοι», µε θέµα τη δολοφονία του πρώην νοµάρχη Μαγνησίας το 1975, για τη διαλεύκανση της οποίας ερευνάται το περιβάλλον του θύµατος και ο ρόλος του σε σκάνδαλα της δικτατορίας.
Το «Τοκορόρο» αφορά µια ιστορία πολύ µακριά –γεωγραφικά τουλάχιστον– από την Ελλάδα. Πώς έγινε το πέρασµα σε ελληνικό έδαφος;
Το µεγαλύτερο µέρος του «Τοκορόρο» διαδραµατίζεται στον αµερικανικό νότο, στο ταξίδι από το Τέξας στο Μαϊάµι και στην Κούβα, την οποία έχω επισκεφτεί. Με ενδιαφέρει πολύ η ιστορία της Κούβας και ο τρόπος που στέκεται δίπλα σε έναν γίγαντα όπως η Αµερική. Οταν ολοκλήρωσα το βιβλίο ένιωσα έντονα την ανάγκη να γράψω κάτι οικείο. Το θεώρησα πιο εύκολο, ότι θα έπαιζα εντός έδρας όπως λένε, δεν ήταν όµως.
Πώς προέκυψε η ιδέα του νέου βιβλίου;
Οταν το 2018 αποφάσισα να γράψω κάτι για την Ελλάδα µόλις είχε δολοφονηθεί ο Ζακ Κωστόπουλος στην Οµόνοια και υπήρχε η συζήτηση σχετικά µε το πώς είχαν συµπεριφερθεί οι αστυνοµικοί. Ούτως ή άλλως η αστυνοµική βία βρισκόταν σε έξαρση, αλλά τότε µε αφορµή την περίπτωση του Ζακ είχαν δηµοσιευτεί ρεπορτάζ για το πώς οι αστυνοµικοί του τµήµατος της Οµόνοιας συµπεριφέρονταν στους µετανάστες. Οπότε θέλησα να γράψω κάτι για την κατάχρηση εξουσίας και για το πώς αισθάνεται αυτός που αδικείται. Συνειρµικά µου ήρθε στο µυαλό η χούντα και έτσι αποφάσισα το βιβλίο να έχει σχέση µε εκείνη την περίοδο.
Φαντάζοµαι ότι χρειάστηκε να κάνετε αρκετή έρευνα.
Σίγουρα, γιατί θέλω να περιπλέκω το ιστορικό και το πολιτικό κοµµάτι στις ιστορίες µου – θεωρώ ότι το έγκληµα κατά βάση έχει πολιτικά αίτια. Οπότε σίγουρα χρειάζεται έρευνα για να δέσουν η ιστορία και η πλοκή ώστε να είναι αληθοφανείς.
Θα σας ενδιέφερε να γράψετε άλλο είδος πέραν της αστυνοµικής λογοτεχνίας;
Πάρα πολύ. Αν και γράφω αστυνοµικό µε τη στενή έννοια του όρου, θα ήθελα να γράψω στο πλαίσιο µιας ευρύτερης λογοτεχνίας του εγκλήµατος, δηλαδή να µην υπάρχει κάποιος που ερευνά τον φόνο.
Όταν µέχρι σήµερα ακούτε ανθρώπους να ισχυρίζονται ότι την περίοδο της χούντας κοιµούνταν µε τα παράθυρα ανοιχτά τι σκέφτεστε;
Καταρχάς σκέφτοµαι πως κάποιοι δεν γνωρίζουν ιστορία. Ωστόσο, όπως έχω διαπιστώσει, υπάρχει ένα µεγάλο ρεύµα που θέλει να ξαναγράψει την ιστορία και να µας πείσει για πράγµατα που δεν συνέβαιναν – σε κάποιες περιπτώσεις αυτό πάει πακέτο µε την αντίληψη «η χούντα έκανε έργα». Η χούντα δεν έκανε έργα, αντιθέτως µας πήγε πολλά χρόνια πίσω σε κάθε επίπεδο. Πάρα πολλά σκάνδαλα είναι γνωστά· ένα από αυτά –το σκάνδαλο των κρεάτων– περιγράφεται και στο βιβλίο µου. Είναι τροµερή η δύναµη της προπαγάνδας, ειδικά στην προσπάθεια να ξαναγραφτεί η ιστορία όπως βολεύει κάποιους.
Ο ντετέκτιβ του βιβλίου σας είναι αουτσάιντερ σε ένα πλήρως διεφθαρµένο σύστηµα και µε τον τρόπο που κινείται γίνεται ήρωας για όσους νιώθουν ότι δεν έχουν θέση σε στηµένα παιχνίδια. Στην καθηµερινότητα πιστεύετε ότι κυριαρχεί η διαφθορά;
Πράγµατι είναι αουτσάιντερ που παίζει και έναν κόντρα ρόλο. Εχει αναλάβει µια δύσκολη υπόθεση στην οποία έχει σπρωχτεί από το περιβάλλον του. Ο πατέρας του τον ώθησε να γίνει αστυνοµικός, ενώ –αν και ήταν παραµεληµένος για καιρό στην υπηρεσία του– αποφασίστηκε να αναλάβει τη διαλεύκανση της δολοφονίας στο πλαίσιο της γενικότερης αναδιοργάνωσης της αστυνοµίας µετά τη χούντα. Και µε κάποιον τρόπο τα καταφέρνει. Είναι η προσωποποίηση του διαφορετικού, του ανθρώπου που καταπιέζεται και καταπατείται αλλά που ενδεχοµένως να µπορεί να βρει τον δρόµο του και να κερδίσει. Είναι η ελπίδα ότι µπορεί κάποια πράγµατα να λειτουργήσουν κι αλλιώς, γιατί πράγµατι υπάρχει έντονη διαφθορά και στην καθηµερινότητα. Βλέπουµε τι γίνεται γύρω µας – υπάρχει τροµερή κατάχρηση εξουσίας. Η διαφθορά είναι παντού, στη λογοτεχνία όµως προσπαθούµε να δώσουµε τα πράγµατα και από µια άλλη άποψη. Στην πραγµατική ζωή δεν ξέρω αν θα µπορούσε να πετύχει αυτός ο άνθρωπος. Την πραγµατικότητα όµως αφήνουµε να την καταγράψουν οι δηµοσιογράφοι, όσοι τουλάχιστον είναι διατεθειµένοι να το κάνουν, γιατί οι περισσότεροι δεν είναι.
INF0
Το βιβλίο «Και οι τέσσερις ήταν απαίσιοι» του Γιάννη Μόσχου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος