Εκτελεστική εξουσία και Μέσα σε σύμπνοια αναζητούν τους εχθρούς και την «πέμπτη φάλαγγα»
Πάντα θαύµαζα τον τρόπο µε τον οποίο τα µεγάλα αµερικανικά µέσα ενηµέρωσης στοιχίζονταν πίσω από την οµοσπονδιακή κυβέρνηση και τον πρόεδρο της χώρας κάθε φορά που ανέκυπτε µια κρίση – και κυρίως κάθε φορά που ξεκινούσαν έναν πόλεµο σε χώρες µακρινές. Να που βρεθήκαµε ξαφνικά σε έναν πόλεµο, όπως λένε όλο και περισσότεροι πολιτικοί, προσφεύγοντας σε µια µεταφορά που εκ των πραγµάτων φωτίζει κάποιες πλευρές της έκτακτης κατάστασης την οποία βιώνουµε αλλά συσκοτίζει κάποιες άλλες, ίσως περισσότερο ενδιαφέρουσες.
Η µεταφορά που επιλέγει κανείς να χρησιµοποιήσει δεν είναι αθώα. Υποδηλώνει την προσδοκία του τόσο για τη δική του δράση όσο και για τη δράση των υπολοίπων. Η µεταφορά του πολέµου αίφνης καθιστά στην περίπτωση της πανδηµίας τους πάντες «αµάχους». Εκτός φυσικά από τους γιατρούς, τους νοσηλευτές, τους ανθρώπους που δουλεύουν στην παράδοση κατ’ οίκον, όσους εργάζονται στην καθαριότητα και δεκάδες άλλους περισσότερο ή λιγότερο αφανείς που γνωρίζουµε µόνο µε έναν κωδικό αριθµό δραστηριότητας (ΚΑ∆).
Η κυριολεξία και η µεταφορά του πολέµου
Σε αυτό το ιδιότυπο καθεστώς ο ρόλος των µέσων ενηµέρωσης είναι ιδιαίτερος – αν και έχουν στη διάθεσή τους ποικίλες επιλογές για την επιτέλεσή του. Λειτουργούν ως ο µοναδικός επίσηµος δίαυλος ανάµεσα στους «µάχιµους» και τους «αµάχους». Παρά το γεγονός ότι επί δύο –ίσως και τρεις– δεκαετίες η αξιοπιστία τους είναι εξαιρετικά χαµηλή, παρά το γεγονός ότι η αξιοπιστία τους έφτασε στο ναδίρ τα πρώτα χρόνια της κρίσης –και δεν έκαναν σχεδόν τίποτε για να την ανακτήσουν–, αποκτούν µια ιδιαίτερη σηµασία, αναβαπτίζονται χωρίς αυτό να σηµαίνει πως µε τρόπο µαγικό ξανάγιναν αξιόπιστα. Προσχώρησαν όµως στη λογική του πολέµου – στη λογική της ευθυγράµµισης µε την κυβέρνηση, κάτι εν µέρει αναµενόµενο.
Η µεγάλη διαφορά ανάµεσα στον πραγµατικό πόλεµο και τη µεταφορά του πολέµου είναι η ύπαρξη του εχθρού. Στον πραγµατικό πόλεµο υπάρχει ένας πολύ συγκεκριµένος εχθρός µε υπόσταση, ορατός ακόµη και όταν βοµβαρδίζει από ασύλληπτες αποστάσεις, ακόµη και όταν συντονίζει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις από άλλη ήπειρο. Υπάρχει επίσης ένα δίκαιο του πολέµου και µια ηθική που επιτρέπουν να κρίνουµε τις δύο πλευρές, να αποφανθούµε µε ποια συντασσόµαστε και σε ποια αντιστεκόµαστε. Στη µεταφορά του πολέµου ο εχθρός είναι αόρατος, είναι παντού και ενσαρκώνεται ως πέµπτη φάλαγγα στο σώµα των πολιτών: είναι οι συγγενείς, οι φίλοι, το δίκτυο των επαφών, είναι ο διπλανός µας στα µέσα µεταφοράς.
∆υστυχώς στον λόγο της πολιτικής και των µέσων ενηµέρωσης ο πόλεµος µε τον ιό, µε την πανδηµία, µετατρέπεται σε πόλεµο όπου όλοι είναι ύποπτοι, φορείς, κρούσµατα. ∆εν καταγράφονται µόνο τα υγειονοµικά και επιδηµιολογικά δεδοµένα, αλλά σταδιακά τον πρώτο λόγο παίρνουν οι «παραβάσεις». Καταµετρούνται, δηµοσιοποιούνται, τιµωρούνται, διασύρονται. Το είδαµε στον τρόπο µε τον οποίο στιγµατίζονται συµπεριφορές προκειµένου να µετατραπούν σε «αιτία» πολιτικών αποφάσεων νέων περιορισµών. Το είδαµε στον τρόπο µε τον οποίο αξιοποιούνται οι δυνατότητες διαφορετικής αποτύπωσης της πραγµατικότητας (το «µοντάζ» ανήκει στις πρώτες µεταπολεµικές δεκαετίες) για να καταγγελθεί ο πληθυσµός περίπου ως «συνεργάτης» του αόρατου εχθρού.
Το κυριότερο όµως είναι ότι όποιος αµφισβητήσει τις µεθόδους ή ακόµη και την εγκυρότητα µιας επιµέρους είδησης θεωρείται αυτόµατα εχθρός της προσπάθειας του έθνους, εχθρός της κυβέρνησης. Οποιος σήµερα αµφισβητεί την καταρρακωµένη αξιοπιστία των Μέσων στιγµατίζεται περίπου ως επαναστάτης. Ο λόγος των Μέσων και ο λόγος της εξουσίας βρίσκονται σε απόλυτη σύµπτωση. ∆εν είναι τυχαία η πεποίθηση, που εκφράζεται ακόµη και από ορισµένα φιλοκυβερνητικά Μέσα, πως η διάθεση ενός σηµαντικού ποσού για την προβολή µηνυµάτων σχετικά µε την πανδηµία διασφαλίζει εντέλει αυτήν τη σύµπτωση.
Κι αν δεν γυρίσουν οι κυνηγοί στην πόλη;
Ας µου επιτραπεί κι εµένα µία µεταφορά: στην αρχαιότητα υπήρχε η Αρτεµις για να διασφαλίζει ότι το πέρασµα των κυνηγών από τον πολιτισµό στον χώρο της αγριότητας θα έµενε ανοιχτό ώστε η θέα του αίµατος και η εµπειρία του θανάτου να µην οδηγήσουν στην παραφροσύνη αλλά πίσω στην πόλη. Και γι’ αυτό η µετάβαση από την πόλη στο δάσος και πίσω περιβαλλόταν από τελετουργίες και καθαρµούς. Σήµερα µε την επιβολή των µέτρων συντελέστηκε ένα ανάλογο πέρασµα, µια µετάβαση από ό,τι η κυβέρνηση χαρακτήριζε ως «κανονικότητα» σε µια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Η καθηµερινή ενηµέρωση στις 6 µ.µ., τα τακτικά διαγγέλµατα του πρωθυπουργού και των υπόλοιπων αξιωµατούχων, οι ενηµερωτικές εκποµπές, η διαφήµιση µε τον Σπύρο Παπαδόπουλο, τα βίντεο των επωνύµων, τα hashtags τύπου #µενουµεσπιτι, όλα αποτελούν πλευρές ενός τελετουργικού στην επιτέλεση του οποίου τα Μέσα έχουν καθοριστικό ρόλο.
Ωστόσο αισθάνοµαι πως το τελετουργικό αυτό όλο και περισσότερο µας τραβάει προς το κέντρο της αγριότητας, στην απελπισία, την καχυποψία και την αποµόνωση. Και αυτό διότι όσο λείπουν οι κυνηγοί από την πόλη τα πράγµατα µπορούν να πάρουν τον δρόµο τους, να εγκαθιδρυθεί µια νέα «κανονικότητα» χωρίς αυτούς. Αν ποτέ επιστρέψουν, τίποτε δεν θα είναι ίδιο.
Ο Γιάννης Σκαρπέλος είναι καθηγητής Οπτικού Πολιτισμού στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Πάντειου Πανεπιστημίου