Γιάννης Καλπούζος: «Χαθήκαμε μέσα στα καταναλωτικά προϊόντα»

Μια συζήτηση με τον συγγραφέα με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου «Εράν – Βυζαντινά αμαρτήματα».

Μια µέρα που οι δρόµοι της Αθήνας έβραζαν συναντηθήκαµε µε τον Γιάννη Καλπούζο σε έναν από τους ωραιότερους κήπους της πόλης για µια συζήτηση µε θέµα την εποχή της εικονοµαχίας, µε αφορµή την κυκλοφορία του νέου του µυθιστορήµατος «Εράν – Βυζαντινά αµαρτήµατα». Η ιστορία του βιβλίου ξεκινάει το 766 µ.Χ., όταν η Λυγινή και ο Υάκινθος διαποµπεύονται µαζί µε άλλους µοναχούς στον Ιππόδροµο και αναγκάζονται να παντρευτούν διά της βίας. Μέσα από την περιπέτειά τους σε Κωνσταντινούπολη, Αθήνα και Θράκη παρακολουθούµε την πορεία τους προς την εσωτερική πλήρωση µε φόντο τις κοινωνικές και θρησκευτικές εξελίξεις της εποχής, για την οποία υπάρχουν ελάχιστες ιστορικές καταγραφές. Η κουβέντα µε τον συγγραφέα κυλάει σαν το νερό. «Είµαι εραστής της ηδύτητας της συζήτησης» λέει και τονίζει την ανάγκη για ανταλλαγή απόψεων µε στόχο την επικοινωνία και όχι την επικράτηση της άποψης µε γνώµονα τον εγωκεντρισµό.

Τι σας γοήτευσε στην περίοδο της εικονοµαχίας;

Κάποτε ο Σεφέρης είχε γράψει: «Αυτές τις απέραντες χιλιετίες του Βυζαντίου τις σκεπάζει µια διπλοµανταλωµένη σιωπή». Εννοούσε ότι οι δηµιουργοί εκείνης της περιόδου δεν έγραψαν για τους ανθρώπους της εποχής τους. Ενας λόγος που παρακινήθηκα ήταν για να σπάσω αυτήν τη σιωπή σε σχέση µε το Βυζάντιο αλλά και να διερευνήσω τι κουβαλάµε µέσα µας από τότε. Η εποχή της εικονοµαχίας µού έδωσε εκτός των άλλων τη δυνατότητα να ασχοληθώ µε την εικόνα µας, µε την έννοια της εξωτερικής µορφής και της σπουδής που καταναλώνουµε για να αποφύγουµε τη µοιραία φθορά του χρόνου και τι σηµαίνει αυτό όταν δίπλα µας υπάρχουν ο πόνος, ο πόλεµος, η πείνα, η δυστυχία. Είναι διακριτό βέβαια και ένα άλλο στοιχείο, µόνιµο στα βιβλία µου, που αφορά τη συνέχεια του ελληνισµού, την ταυτότητά µας – από πόσο µακριά έρχεται ό,τι µας χαρακτηρίζει και πώς έχει µπολιαστεί ανά τους αιώνες. Αυτός θα έλεγα ότι είναι ο συνδετικός κρίκος των βιβλίων µου, τα οποία χαρακτηρίζω κοινωνικά µυθιστορήµατα µε φόντο την Ιστορία· δεν αποδέχοµαι τον όρο «ιστορικό µυθιστόρηµα».

Ηταν εύκολο να βρείτε πηγές για την εποχή;

Το διάστηµα από τα µέσα του 6ου έως τα µέσα του 9ου µ.Χ. αιώνα ονοµάζεται σκοτεινοί αιώνες επειδή δεν υπάρχουν στοιχεία όχι τόσο για τα µεγάλα γεγονότα όσο για την καθηµερινή ζωή. Οπότε χρειάστηκε µια επίπονη έρευνα σε ό,τι µπορούσε να µου δώσει στοιχεία· σκεφτείτε ότι για την εποχή έχουν γράψει µόνο ο Θεοφάνης ο Οµολογητής και ο πατριάρχης Νικηφόρος Α΄, ενώ υπάρχουν και τα πρακτικά των Οικουµενικών Συνόδων. Αντλησα τα λοιπά στοιχεία από προγενέστερους ή µεταγενέστερους χρόνους µε µεγάλη προσοχή. Η αναζήτησή µου εκτάθηκε από τους βίους αγίων –οι οποίοι αποτελούν πηγή και για τους καθαυτό ιστορικούς– µέχρι τους εµβληµατικούς βυζαντινολόγους όπως ο Οστρογκόρσκι, ο Βασίλιεφ και τόσοι άλλοι που έχουν γράψει για το Βυζάντιο. Η έρευνά µου έφτασε µέχρι την αρχαία Αθήνα στην προσπάθειά µου να δω τι πέρασε από την αρχαιότητα στη βυζαντινή εποχή.

Για ποιον λόγο είναι σπάνιες οι πηγές;

Για τη συγκεκριµένη περίοδο ο λόγος είναι η καταστροφή από τους εικονολάτρες όλων των εγγράφων των εικονοµάχων. Γενικότερα θεωρώ ότι έχει να κάνει µε τη θρησκοληψία της εποχής. ∆εν υπήρχαν τότε η λογοτεχνία, η φιλολογία στον βαθµό που αναπτύχθηκαν στην αρχαία Ελλάδα και µεταγενέστερα. Τα περισσότερα κείµενα της εποχής είναι θρησκευτικά. Ενα άλλο µεγάλο θέµα είναι η αρχαιολογική έρευνα, η οποία παλαιόθεν έχει εστιάσει στην κλασική αρχαιότητα και όχι στο Βυζάντιο.

Η ενασχόλησή µας µε την κλασική αρχαιότητα έχει να κάνει µε την ανάγκη µας να συνδεθούµε µε µια εποχή ακµής; Υπάρχει πολύς κόσµος που θεωρεί ότι η έννοια της ελληνικότητας συνδέει γραµµικά τον χρυσό αιώνα του Περικλή µε τη σηµερινή εποχή, δίχως ωστόσο να γνωρίζει τι έχει µεσολαβήσει.

Υπήρξε και η θεωρία του Φαλµεράιερ που υποστήριζε ότι δεν κυλάει στάλα ελληνικό αίµα στις νεότερες γενιές των Ελλήνων. Το «Εράν» µεταξύ άλλων µελετάει και αυτό το θέµα. Ηταν το 747-748, µετά τον φοβερό λοιµό –υποθέτουµε ότι ήταν πανώλη– κατά τον οποίο αποδεκατίστηκε ο πληθυσµός του ελλαδικού χώρου, όταν οι Σλάβοι κατέβηκαν µέχρι την Πελοπόννησο. Ωστόσο δεν εγκαταστάθηκαν στα αστικά κέντρα. Αυτό λέει πάρα πολλά σχετικά µε το ελληνικό στοιχείο που υπήρχε στις πόλεις. ∆εν θεωρώ ότι υπάρχει χάσµα· απεναντίας αποδεικνύεται ποικιλοτρόπως η ιστορική συνέχεια. Κουβαλάµε πάρα πολλά από την εποχή του Βυζαντίου και το Βυζάντιο από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας.

Γιατί η Κωνσταντινούπολη, παρότι ρωµαϊκή πόλη, συνεχίζει να τροφοδοτεί το συλλογικό φαντασιακό;

Αποτελεί σύµβολο του ελληνισµού παρότι το Βυζάντιο δεν ήταν ακραιφνώς ελληνικός κόσµος, γιατί στο ανατολικό µέρος της αυτοκρατορίας –κι όχι µόνο– κυριαρχούσε το ελληνικό στοιχείο· από τη γλώσσα έως τις συνήθειες, τις συµπεριφορές και την εθιµική παράδοση. Στα ανάκτορα µιλούσαν λατινικά ενώ η πλειονότητα των πολιτών ελληνικά. Ο Ιουστινιανός ήταν ο πρώτος που εξέδωσε κάποιες νεαρές –διατάγµατα της εποχής– στα ελληνικά και ο Λέων Γ΄ το 840 ολόκληρο κώδικα νοµοθεσίας, την «Εκλογή». Το ελληνικό πρόσηµο είναι πολύ καθαρότερο στο Βυζάντιο από τον 7ο αιώνα και µετέπειτα.

Ποια είναι η άποψή σας σχετικά µε την απόφαση του προέδρου της Τουρκίας να µετατρέψει την Αγια-Σοφιά από µουσείο σε τζαµί;

Θεωρώ ότι η Αγια-Σοφιά έχει γράψει την ιστορία της και δεν µπορεί κανένας Ερντογάν να τη µολύνει µε την καιροσκοπική ή καλώς σχεδιασµένη ή µισαλλόδοξη πολιτική του. Εκείνο που πρέπει να προσέξουµε ως Ελληνες είναι να µην του επιτρέψουµε να ασκεί την προπαγάνδα του πάνω στον συναισθηµατισµό µας. Του δίνουµε όπλο όταν βγαίνουµε µε κραυγές. Βεβαίως η πολιτεία θα πρέπει να αναδείξει θεσµικά το ζήτηµα και να διαµαρτυρηθεί προς όλο τον κόσµο. Βασικότερο ωστόσο για µένα είναι να µάθουµε την ιστορία µας και να αποφύγουµε το τυφλό µίσος προς τον τουρκικό λαό. Το τυφλό µίσος δεν οδηγεί πουθενά και αποτελεί τη µεγαλύτερη δυσαρµονία για την ανθρώπινη ψυχή.

Πέρα από όλα τ’ άλλα το βιβλίο είναι σχόλιο πάνω στην τυφλότητα. Μπορούµε να δούµε τη µεγάλη εικόνα σε νεαρή ηλικία ή χρειαζόµαστε την προσωπική ωρίµανση για κάτι τέτοιο;

Απαιτούνται εµπειρία, άσκηση και µαθητεία. Τα παιδιά µαθαίνουν απ’ όσα κάνουµε και απ’ όσα δεν κάνουµε. Στην παρουσίαση του προηγούµενου βιβλίου µου, το «Γινάτι», είχε έρθει ένα κορίτσι 14 χρόνων και όταν τη ρώτησα σε ποιον να γράψω αφιέρωση µου απάντησε «σ’ εµένα». Τη ρώτησα τότε: «∆εν είσαι λίγο µικρή για να το διαβάσεις;». Και µου απάντησε: «Εγώ, κύριε, έχω διαβάσει το “Αγιοι και δαίµονες” και το “Σέρρα”». Αυτή είναι η όµορφη Ελλάδα. Κάποιοι γονείς δουλεύουν µε αυτό το παιδί και το στηρίζουν. ∆υστυχώς δεν έχουµε στραφεί προς την πνευµατική καλλιέργεια, δεν έχουµε αντιληφθεί τη χαρά, τη συγκίνηση και την οµορφιά που µπορούµε να εισπράξουµε. Ξεχνάµε κι ότι τα καλά κόποις κτώνται. Εχουµε παρασυρθεί από την κυριαρχία της εικόνας. Η ανάγνωση είναι συµµετοχική διαδικασία. Είναι κι αυτή µια εµπειρία που αποκτάς και καλλιεργείς ώστε να είσαι σε θέση να αξιολογείς τους ανθρώπους και τις καταστάσεις, να µπορείς να στοχάζεσαι. Και φυσικά υπάρχει η λαϊκή σοφία που κατακτά κανείς µέσα από την πορεία του στη ζωή. Οταν ήµουν παιδί είχα συναντήσει πολλούς γέρους που είχαν κατακτήσει σηµαντικό κοµµάτι της λαϊκής σοφίας, κάτι που σήµερα δεν βλέπω.

Γιατί;

Τότε έλειπε το κοµµάτι των τεχνητών αναγκών. ∆εν ήξεραν τι θα πει διακοπές, δεν ήξεραν πολλά από τα ασήµαντα που εµείς έχουµε αναγάγει σε σηµαντικά. Ηταν πολύ πιο δεµένοι µε τη ζωή και τον θάνατο ερχόµενοι σε καθηµερινή επαφή µε τη φύση. Ο πόνος και οι δυσκολίες σε κάνουν πιο σοφό, όταν βεβαίως στοχάζεσαι πάνω σε αυτά και αποστάζεις την ουσία, το στάλαγµα της ψυχής. Νοµίζω ότι χαθήκαµε µέσα στα καταναλωτικά προϊόντα που αφορούν τον καλλωπισµό και την καλοπέρασή µας. Είναι άλλο πράγµα η καλαισθησία και η κοµψότητα και άλλο να αγοράζεις πράγµατα για να γεµίσεις το κενό της ψυχής σου.

INFO

Το μυθιστόρημα «Εράν – Βυζαντινά αμαρτήματα» του Γιάννη Καλπούζου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός

Ετικέτες