Γιάννης Αγγελάκας: Το βάσανο είναι εργαλείο της τέχνης

Γιάννης Αγγελάκας: Το βάσανο είναι εργαλείο της τέχνης

Με αφορμή τη μοναδική συναυλία που θα κάνει φέτος το καλοκαίρι, συναντήσαμε τον καλλιτέχνη στο σπίτι του στην Επανομή. 

Ο μουσικός το όνομα του οποίου έχει ταυτιστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια με την ελληνική ροκ σκηνή θα παρουσιάσει στο Ηρώδειο την ερχόμενη Πέμπτη 30 και την Παρασκευή 31 Ιουλίου τα 21 τραγούδια των «Λύκων στη χώρα των θαυμάτων», την τέταρτη κατά σειρά δισκογραφική συνεργασία του με τον τσελίστα Νίκο Βελιώτη. Ο ομώνυμος δίσκος κυκλοφόρησε τον περασμένο Οκτώβριο και περιλαμβάνει διασκευές τραγουδιών που οι δύο δημιουργοί αγάπησαν από την πρώτη τους εφηβεία έως σήμερα, από τον Χατζιδάκι, τον Τσιτσάνη, τον Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο και τον Ακη Πάνου μέχρι τους Lost Bodies, τον Θάνο Ανεστόπουλο και τον Παύλο Παυλίδη. Πρόκειται για μια εργασία την οποία, όπως μας αναφέρει ο Γιάννης Αγγελάκας, προσέγγισαν με έρωτα και μινιμαλιστική ψυχεδέλεια και αφορά «την καταγραφή μιας ήρεμης, εκστατικής βόλτας στο μαγικό δάσος της εμπνευσμένης ελληνικής τραγουδοποιίας». Θα την παρουσιάσουν δε για πρώτη φορά ζωντανά συμπράττοντας επί σκηνής με τους μουσικούς Φώτη Σιώτα (βιόλα), Σοφία Ευκλείδου (τσέλο), Ηλία Μπαγλάνη (πλήκτρα) και Λαμπρινή Γρηγοριάδου (φωνητικά).

Η συζήτησή μας ξεκίνησε από την πολυαναμενόμενη συναυλία στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, ενώ κουβεντιάζοντας μαζί του γυρίσαμε τον χρόνο πίσω στη δημιουργία των πρώτων τραγουδιών του στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σχολιάζοντας πως στην τέχνη το βάσανο είναι προαπαιτούμενο για μεγάλες χαρές.

Τι ακριβώς είναι οι «Λύκοι στη χώρα των θαυμάτων»;

Περιλαμβάνει 21 διασκευές ελληνικών τραγουδιών από όλες τις κατηγορίες και όλες τις εποχές. Η εικόνα που είχαμε μπροστά μας με τον Νίκο Βελιώτη ήταν αυτή μιας ήρεμης εκστατικής βόλτας μες στο μαγικό δάσος του εμπνευσμένου ελληνικού τραγουδιού. Είναι λίγο μεταφυσική η προσέγγισή μας. Πρόκειται για μια βόλτα σε έναν κήπο θαυμάτων.

Η παρουσίαση του δίσκου στο Ηρώδειο πότε αποφασίστηκε;

Από τον Γενάρη του ’17 που είχαμε οραματιστεί τη μορφή αυτής της δουλειάς σκεφτόμουν ότι θα ήταν πολύ ωραία να παρουσιαστεί πρώτη φορά σε αρχαίο θέατρο. Αυτό που κάνουμε με τον Νίκο Βελιώτη όλα τα χρόνια που συνεργαζόμαστε μας αρέσει να το παρουσιάζουμε σε τέτοιους χώρους. Οταν ολοκληρώθηκε και κυκλοφόρησε ο δίσκος τον Οκτώβρη, η πρώτη πρόταση που καταθέσαμε για την παρουσίασή του ήταν στο Ηρώδειο. Πήραμε την απάντηση τον Νοέμβρη. Είχαμε κάνει σκέψεις και για το πού θα μπορούσε να παρουσιαστεί στη Θεσσαλονίκη, σκέψεις που δεν προχώρησαν εξαιτίας των συνθηκών. Οταν ξεκίνησε η καραντίνα είχαμε διαγράψει κάθε προοπτική ότι θα κάναμε την παρουσίαση του δίσκου φέτος. Τελικά όμως άλλαξαν τα πράγματα και μεθαύριο παίζουμε τουλάχιστον στο Ηρώδειο, όπως είχε σχεδιαστεί από το φθινόπωρο. Ηταν μια ωραία έκπληξη για εμάς.

Είναι ένα πολύ δύσκολο καλοκαίρι για τους καλλιτέχνες. Τα περιοριστικά μέτρα έχουν επηρεάσει τη δουλειά σας καταστροφικά. Ωστόσο πολύς κόσμος θεωρεί ότι από τις 15 Ιουλίου που επιτρέπονται οι συναυλίες κατά κάποιον τρόπο θα αποκατασταθεί το πρόβλημα.

Δεν έχει λυθεί το πρόβλημα. Οσον αφορά εμένα, η μοναδική συναυλία που θα κάνω φέτος είναι αυτή στο Ηρώδειο με τον Νίκο Βελιώτη. Με την μπάντα, τους 100°C, δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε μια συναυλία. Με τον Βελιώτη έτσι κι αλλιώς πάντα παίζουμε με αυτό τον τρόπο, αλλά με την μπάντα δεν μπορούμε να κάνουμε συναυλίες με καθιστούς θεατές. Δεν γίνεται.

Ετοιμάζετε νέο δίσκο με τους 100°C.

Είναι ο δεύτερος δίσκος που κάνουμε με τα παιδιά. Ο πρώτος, τα «Ησυχα τραγούδια για ανέμελα λιβάδια», κυκλοφόρησε πριν από τριάμισι χρόνια και έγινε στην αρχή της γνωριμίας μας – η μπάντα δημιουργήθηκε τον Οκτώβρη του 2015. Πλέον ύστερα από τόσα χρόνια μαζί στον δρόμο η μπάντα έχει διαμορφώσει μια ταυτότητα, εγώ έχω καταλάβει τις δυνατότητές της και τα παιδιά τα γούστα μου και τον τρόπο μου. Οπότε νομίζω ότι αυτός ο δίσκος γίνεται σε μια πιο ώριμη στιγμή αυτής της συνεργασίας. Υπολογίζουμε ότι θα ολοκληρωθεί το φθινόπωρο και θα κυκλοφορήσει μέχρι τα Χριστούγεννα.

Πόσο καιρό αντέχεις να περιμένεις για να ξαναβγείτε με τα όργανα στον δρόμο χωρίς περιορισμούς; Θα έλεγε κάποιος ότι έχεις γεμάτες παρακαταθήκες, είσαι χορτασμένος από μουσική. Ή μήπως όχι;

Είμαι πια 60 χρόνων∙ ναι, είμαι χορτασμένος αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχω ξεδιψάσει. Η μουσική θα με συνοδεύει και στην επόμενη ζωή μου. Δεν μπορώ να ζήσω ούτε μια στιγμή της μέρας χωρίς να ακούω μουσική. Πόσο μάλλον αν μιλάμε για συναυλίες, να βρεθούμε με άλλους, να αγκαλιαστούμε, να χορέψουμε, να συγκινηθούμε. Είναι σαν να λέμε ότι θα ζήσουμε χωρίς ψυχή, δίχως αισθήματα. Η μουσική είναι ο συντονισμός μας με αυτά. Και αυτό ισχύει για όλους μας – και για τους μουσικούς και για το κοινό.

Συντάχθηκες με τους καλλιτέχνες που πλήγηκαν από την Covid-19 και ήσουν επικριτικός απέναντι στη στάση της κυβέρνησης προς τους δημιουργούς. Σκέφτηκες έστω για μια στιγμή εκφράζοντας δημοσίως τις σκέψεις σου στο κείμενο που δημοσίευσες στο Facebook σχετικά με την επίθεση που δέχτηκαν ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Φοίβος Δεληβοριάς ότι ίσως ρισκάρεις να χάσεις τη μοναδική συναυλία που θα κάνεις φέτος το καλοκαίρι;

Το είχα υπόψη μου όταν έγραφα το κείμενο τον Μάιο. Το Ηρώδειο ή η Επίδαυρος δεν είναι κτηματάκια του κάθε υπουργού. Ανήκουν στους πολίτες. Εμείς ονειρευτήκαμε να παίξουμε εκεί, το ζητήσαμε και μας έδωσαν την άδεια – και ευχαριστούμε γι’ αυτό την Κατερίνα Ευαγγελάτου που αποδέχτηκε την πρότασή μας. Αν μετά το κείμενο που δημοσίευσα ήθελε η υπουργός να βάλει βέτο, πολύ λίγο με ένοιαζε. Δεν κάνω ποτέ πίσω όταν είναι να μιλήσω για θέματα που με καίνε και ούτε τώρα με φρέναρε η πιθανότητα μήπως χάσω το Ηρώδειο.

Τι είναι αυτό που σήμερα φοβάσαι να μη χάσεις;

Την πνευματική μου ελευθερία. Τη δυνατότητα να εκφράζομαι, να κάνω τα τραγούδια που έχω στο μυαλό μου, να κάνω σχέδια και να προχωράω δημιουργικά ως άνθρωπος. Νομίζω, αυτό θα έπρεπε κάθε άνθρωπος να φοβάται: να μη χάσει την ψυχή του, τη συνείδησή του και την ελευθερία να εκφράζεται.

Τι έχεις αποκομίσει από την εμπειρία του εγκλεισμού κατά τη διάρκεια της καραντίνας;

Πέρα από την επιβεβλημένη ανάγκη να προστατευτούμε, ήταν και μια μικρή άσκηση μαζικού ελέγχου, μια καλή άσκηση για το πώς μπορούν να ελέγχονται οι πληθυσμοί. Το ίντερνετ έτσι κι αλλιώς ήδη είναι ο απόλυτος έλεγχος. Και έχουμε πάει όλοι με τη θέλησή μας στο παγκόσμιο αυτό φακέλωμα. Δεν λέω, είναι βολική η τεχνολογία –τις μέρες της καραντίνας χάρη στην τεχνολογία συνεχίζαμε να δουλεύουμε τον δίσκο που ετοιμάζουμε με την μπάντα– αλλά είναι εξίσου βολική και για τις εξουσίες.

Ποια είναι η σχέση σου με την τεχνολογία;

Τη χρησιμοποιώ και με εξυπηρετεί όπως όλους μας. Ξέρω ότι υπάρχει τίμημα σε αυτό αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Αντιλαμβάνομαι πως ξέρουν τι κάνω και πού είμαι κάθε στιγμή, αλλά δεν με νοιάζει. Ωστόσο ακόμη δεν βρέθηκε τρόπος να ελέγξουν πού είναι η σκέψη μου.

Σε προηγούμενη κουβέντα μας έχεις πει ότι είναι ερωτική η σχέση σου με τη μουσική. Είναι ένας παράφορος έρωτας αυτός που νιώθεις εδώ και 40 χρόνια;

Υπάρχει άλλου είδους έρωτας; Υπάρχει έρωτας χωρίς ορμή; Χωρίς φόρα; Ο κατά Πλάτωνα Σωκράτης έλεγε πως ο έρωτας είναι ένας δαίμονας που μας προκαλεί να ξεπεράσουμε τα όριά μας, να γίνουμε καλύτεροι. Με την έννοια αυτού του έρωτα, ναι, είναι παράφορο αυτό που αισθάνομαι για τη μουσική. Ξυπνάει μέσα μου μια επιθυμία να ξεπεράσω τα όρια των συναισθηματικών, των νοητικών και των σωματικών μου δυνατοτήτων, την τρέλα για επικοινωνία και υπέρβαση.

Αρα γράφεις και παράφορα;

Φυσικά και γράφω παράφορα. Γράφω με τη φόρα του έρωτα. Είμαι ερωτευμένος με τους ανθρώπους, με την τρέλα τους, την ομορφιά τους, τις ιδέες τους, τις δυνατότητές τους, τη μουσική τους, ακόμη και με την ανημποριά τους, την κακία τους και τη βλακεία τους νιώθω όμορφα. Αλλωστε είμαι ένας από αυτούς.

Τι είναι για εσένα ευτυχία; Χωρίς να το σκεφτείς πολύ.

Εχεις το βιβλίο «Γελαστή ανηφόρα»; Η απάντηση είναι το πρώτο μου κείμενο εκεί: «Η ευτυχία είναι το ζητούμενο των ανόητων/ Οι φυσικοί άνθρωποι ερωτεύονται/ Την πληρότητα και τους κόπους της».

Τα τραγούδια που έχεις γράψει έχουν γίνει συνθήματα στα χείλη τριών γενεών πια και δεν έχουν χάσει δράμι από την ανθεκτικότητά τους στον χρόνο. Το αντιλαμβάνεσαι αυτό;

Το αντιλαμβάνομαι από τον τρόπο που αντιδρούν οι πιτσιρικάδες στις συναυλίες αλλά κυρίως από το πόσο δυνατά και όμορφα νιώθω εγώ, πόσο κινητοποιούμαι μέσα μου ακόμη κάθε φορά που τραγουδάω παλιά μας τραγούδια όπως την «Ταξιδιάρα ψυχή», ένα τραγούδι που το λέω από το 1984.

Επανέρχεσαι ποτέ στα στιχάκια που έχεις γράψει παλιότερα;

Μόνο όταν μέσα από κάποια εμπειρία κάνω σκέψεις που μου θυμίζουν κάποιον στίχο μου που μπορεί να έγραψα όταν ήμουν 25 χρόνων και λέω «να το πάλι, το ’χω τραγουδήσει…».

Πότε άρχισες να γράφεις;

Από πολύ μικρός έγραφα κάτι ερωτικά, κάτι φευγάτα στιχάκια στα σχολικά τετράδια. Με ενδιέφερε το γράψιμο από πιτσιρίκι. Κάποια στιγμή μάλιστα, στην εφηβεία, έκανα απόπειρες να γράψω διηγήματα. Διάβαζα στον Γιώργο Καρρά κάποια από αυτά, κάποιες μικρές ιστοριούλες που του άρεσαν. Παίζαμε μουσική με τον Γιώργο από τα μέσα του ’70 –Rolling Stones, Beatles– και γράφαμε και κάτι δικά μας στιχάκια στα αγγλικά, όπως κάναμε όλοι τότε και όπως κάνουν και σήμερα κάποια πιτσιρίκια. Κάποια στιγμή ο Καρράς μου είπε: «Ρε συ, αφού γράφεις, γράψε και κανέναν ελληνικό στίχο». Ετσι έγινε.

Ποιο ήταν το πρώτο τραγούδι που έγραψες;

Είχαν γίνει μαζί ο «Νταβατζής», η «Ασφάλεια», η «Παράξενη πόλη» και το «Ασχημο όνειρο» που είναι στον πρώτο δίσκο των Τρυπών. Τα στιχάκια τα είχα γράψει όταν ήμουν 20 χρόνων και τα παίζαμε από τις αρχές του ’80 με άλλον ήχο τότε, πιο new wave – μετά στήθηκαν όπως τα ξέρετε.

Εχεις ζήσει όλη σου τη ζωή έως τώρα γράφοντας.

Τότε δεν το ήξερα. Ούτε φανταζόμουν πως στο μέλλον έτσι θα συνέβαινε. Ημουν ένα τρελό παιδάκι που έκανε τις σκέψεις του στιχάκια. Στην πορεία άρχισα να διαχειρίζομαι αυτήν τη δημιουργική ένταση μέσα μου. Μαθαίνεις σιγά σιγά και πώς να την προκαλέσεις ή και πώς να πας κάπου ήσυχα να την επικαλεστείς.

Υπάρχουν τεχνικές για να βρει κάποιος τον δρόμο προς τη δημιουργικότητα;

Δεν υπάρχουν τεχνικές για το πώς θα γράφεις, αν με ρωτάς αυτό, αλλά για το πώς ανοίγεσαι, πώς ανοίγεσαι στις ιδέες. Καμία άλλη τεχνική δεν υπάρχει.

Και πώς ανοίγεται κάποιος στις ιδέες;

Ο καθένας έχει τον τρόπο του. Εγώ με τη μοναχικότητά μου.

Είναι ένα είδος εσωτερικής άσκησης;

Δεν είναι άσκηση, είναι τελετουργία. Και αν έχεις κάτι να πεις, αν έχεις ένα πάρε δώσε με τον κόσμο, χρειάζεσαι τις στιγμές σου κάπου που δεν έχεις τίποτε, κάπου που δεν σε πλησιάζει ούτε ο εαυτός σου, καθαρός και έτοιμος να συναντήσεις μια ιδέα. Εγώ αυτό τον δρόμο ξέρω – φυσικά μπορεί να τον έχουν περπατήσει και άλλοι. Δεν σημαίνει βέβαια ότι μόνο έτσι δημιουργεί κάποιος. Αυτός είναι ο δικός μου τρόπος. Ο τρόπος που μπορώ εγώ να είμαι συγκεντρωμένος και δημιουργικός.

Η δημιουργικότητα σχετίζεται αποκλειστικά με την τέχνη;

Δημιουργικότητα είναι να φτιάχνουμε τον χαρακτήρα μας, να νιώθουμε ότι εξυψωνόμαστε συνειδησιακά ανεξάρτητα από το πώς το κάνει ο καθένας. Κάθε άνθρωπος που θέλει να είναι δημιουργικός, που έχει μέσα του εντάσεις δημιουργικές, έχει πέντε έξι βασικούς γρίφους στη ζωή του που παλεύει να τους λύσει ή να τους μεγαλώσει. Προσωπικά δεν έχω βρει ακόμη απαντήσεις∙ ερωτήματα είχα και έχω. Αυτό που με τρώει είναι να βρω μια ερώτηση που θα μεγεθύνει την προηγούμενη. Οσο πιο μεγάλο γίνεται το ερώτημα τόσο πιο μεγάλη είναι η απορία μας και όσο πιο μεγάλη είναι η απορία μας τόσο πιο εκστατικά και εντέλει δημιουργικά νιώθεις μπροστά σε αυτό το τίποτε που δεν ξέρεις και ούτε πρόκειται να γνωρίσεις ποτέ. Νομίζω, είναι ο μόνος τρόπος να αντιληφθείς τα πράγματα όσο πιο βαθιά γίνεται στην ουσία τους. Να σταθείς μπροστά στο φυσικό, παράλογο και αβάσταχτο γεγονός ότι δεν υπάρχουν απαντήσεις και να χαμογελάσεις γαλήνιος.

Στα προσωπικά σου αδιέξοδα γράφεις ή παίρνεις και τους δρόμους;

Παίρνω τους δρόμους και γράφω. Πολλά πράγματα έχουν γεννηθεί περπατώντας. Και στα αδιέξοδά μου αλλά και όταν έχω μια θετική φόρα, όταν νιώθω πλήρης, φωτεινός, η αντίδρασή μου είναι η ίδια. Παίρνω τους δρόμους και γράφω.

Τα τραγούδια σου είναι πάντα προσωπικές ιστορίες σου;

Οταν γράφω ένα τραγούδι γράφω για τα δικά μου αισθήματα, τις δικές μου σκέψεις, τη δική μου προσωπική σχέση με τον κόσμο, αλλά αν γράψω –και έχει τύχει– κάτι πολύ προσωπικό και αισθανθώ ότι δεν αφορά κανέναν άλλο εκτός από εμένα, δεν το κάνω τραγούδι. Με ενδιαφέρουν τα βιώματά μου και θέλω να τα κάνω στίχους, αλλά αυτό που με γοητεύει είναι εκφράζοντας προσωπικά βιώματα να πλησιάζω τους άλλους, να συντονίζομαι μαζί τους, αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα η ύπαρξή μου καλλιτεχνικά.

Οι περισσότεροι στίχοι σου είναι επικριτικοί.

Εχω ερωτευτεί ένα πτώμα μέσα μου που θέλω να το ξυπνήσω.

Υπάρχουν εντολές στις οποίες υπακούς;

Οι εντολές είναι οι ιδέες. Οταν τελείωσε το ταξίδι με τις Τρύπες και μου ήρθε η ιδέα της μπάντας των Επισκεπτών, η ιδέα, δηλαδή η εντολή που πήρα, ήταν «βγες στον δρόμο και βρες είκοσι μουσικούς». Εντολή είναι το όραμα και μαζί η επιθυμία να το πραγματώσεις. Η υπακοή στο όραμά σου είναι ελευθερία.

Για τον δημιουργό η τέχνη είναι βασανιστική;

Ακόμη και το να καταφέρεις να κάνεις τη λύπη σου τραγούδι είναι μια χαρούμενη διαδικασία. Το μόνο βάσανο που έχει η τέχνη είναι η εμμονή, ότι για να κάνεις κάτι που εκπέμπει ομορφιά πρέπει να προσηλωθείς. Να καταστρέφεις και να ξαναφτιάχνεις. Αλλά είναι ένα βάσανο που το ’χεις δεχτεί ως προαπαιτούμενο για μεγάλες χαρές. Δεν πιστεύω ότι η τέχνη είναι παιδί του βάσανου. Αλλά το βάσανο είναι ένα εργαλείο της τέχνης.

Αισθάνεσαι ευνοημένος από τις επιλογές σου;

Θεωρώ ότι είμαι ένας ικανοποιημένος άνθρωπος, από μικρός ένιωθα και νιώθω ακόμη πως περπατώ ένα δύστροπο και γοητευτικό μονοπάτι που είτε το έφτιαξα εγώ με τα βήματά μου είτε υπήρχε από πριν φτιαγμένο για εμένα. Οπως λέει και ένα κείμενο στο βιβλίο μου «Πώς τολμάς και νοσταλγείς, τσόγλανε»: «Πριν αρχίσουν όλα/ Είχαν κιόλας αρχίσει/ Πριν φτάσω ήμουν ήδη εκεί/ Τα ίχνη μου και ο δρόμος προϋπήρχαν/ Τ’ ακολούθησα/ Βρήκα ένα σπίτι στις φλόγες/ Μπήκα μέσα και του ’βαλα φωτιά».

Documento Newsletter