Για τον εξοβελισμό των παρατάξεων από τα Πανεπιστήμια

Για τον εξοβελισμό των παρατάξεων από τα Πανεπιστήμια

Με το σχέδιο νόμου που έθεσε σε δημόσια διαβούλευση η Υπουργός Παιδείας κυρία Κεραμέως, επιχειρείται η εισαγωγή ενός νέου θεσμού εκπροσώπησης των φοιτητών, αυτό του «Συμβουλίου Φοιτητών» (αρ. 43 σχεδίου νόμου). Σύμφωνα με τα οριζόμενα στην διάταξη αυτή, στις εκλογές για την ανάδειξη των εκπροσώπων των φοιτητών και των φοιτητριών του εκπαιδευτικού ιδρύματος, θα χρησιμοποιείται το ηλεκτρονικό πληροφοριακό σύστημα «ΖΕΥΣ», όπου ως γνωστόν δεν είναι δυνατή η διεξαγωγή εκλογικής διαδικασίας με το σύστημα των παρατάξεων.

Για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, λοιπόν επιχειρείται η αποπομπή των φοιτητικών παρατάξεων από τα πανεπιστήμια καθώς και συνεπακόλουθα των πολιτικών νεολαιών, στις οποίες άλλωστε πρόσκειται η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητικών παρατάξεων. Θυμίζουμε ότι μόνο επί επταετίας επιχειρήθηκε παρέμβαση στο εσωτερικό της λειτουργίας των φοιτητικών συλλόγων με την δημιουργία της «πλαστής» ΕΦΕΕ.

Στην κριτική που ασκήθηκε, η κυρία υπουργός απάντησε ότι δεν καταργούνται οι παρατάξεις, «γιατί η σύστασή τους προβλέπεται και προστατεύεται από το Σύνταγμα και τον αστικό κώδικα. Αυτό που αλλάζει, είπε, είναι ότι το ενιαίο ψηφοδέλτιο θα αφορά στην εκπροσώπηση των φοιτητών στα οργανα των ΑΕΙ. Γενικώς οι φοιτητικοί σύλλογοι προστατεύονται από το  Συνταγμα και τον Αστικο κωδικα.»

Ας δούμε όμως ποια είναι η πραγματικότητα.

Η ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι είναι το δικαίωμα ενός προσώπου να συνεταιρίζεται με άλλους για να σχηματίσει φορείς στα πλαίσια των οποίων επιδιώκεται από κοινού η επίτευξη κοινών στόχων. Περιλαμβάνει ειδικότερα το δικαίωμα σύστασης σωματείων για την προστασία των συμφερόντων των μελών. Μαζί με τα σωματεία, δύο είδη οργανώσεων ιδιαίτερης σημασίας είναι τα πολιτικά κόμματα και οι θρησκευτικοί φορείς, αλλά και γενικότερα κάθε είδους σωματείο (ακόμη και ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα) και οι πολιτικές νεολαίες. Μάλιστα για τις τελευταίες προβλέπεται και αναγνώριση από πλευράς Συντάγματος.[1]

Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι προκύπτει ευθέως από την συνταγματική πρόβλεψη του άρθρου 12 του Συντάγματος.[2]

Περαιτέρω σε επίπεδο Συνθηκών, δηλαδή σε κανόνες δικαίου με υπερσυνταγματική ισχύ, ρητές προβλέψεις υπάρχουν τόσο στον Ευρωπαικό Χάρτη θεμελιωδων Δικαιωμάτων[3], όσο και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.[4]

Απόρροια του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, είναι το δικαίωμα των μελών ενός σωματείου, να καθορίζουν κυρίαρχα, τον τρόπο τόσο της εσωτερικής οργάνωσης του, καθώς και της ανάδειξης των εκπροσώπων του.

Όπως πολύ εύστοχα εξέθεσε ο Παναγιώτης Περράκης [5], η ελευθερία στην άσκηση του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι συνεπάγεται τα ακόλουθα:

α. Ότι οι ενώσεις προσώπων συνιστώνται με ελεύθερη πρωτοβουλία των μελών τους, χωρίς να επιτρέπεται η υπαγωγή του σχετικού δικαιώματος σε καθεστώς προηγούμενης άδειας.

β. Ότι η λειτουργία τους διέπεται από τα καταστατικά τους ή απευθείας από τις τυχόν άλλες συλλογικές συμβάσεις βάσει των οποίων συνιστώνται.

γ. Ότι δεν είναι επιτρεπτή καμία νομοθετική παρέμβαση που αποβλέπει σε οποιασδήποτε φύσης περιορισμούς ή και επηρεασμούς, είτε ως προς τη λειτουργία τους είτε ως προς τους στόχους τους είτε ως προς τα μέσα ή τους τρόπους που επιλέγουν για την πραγμάτωση των στόχων αυτών.

Συγκροτείται έτσι ένα δικαίωμα αυτοδιοίκησης κάθε συλλογικής οντότητας, η οποία έχει τις ηθελημένες από τα μέλη της λειτουργίες και διαδικασίες, συμβατικά απ΄ αυτά προσδιορισμένες, οι οποίες κυριαρχικά καθορίζονται και οργανώνονται στις ιδρυτικές συλλογικές συμφωνίες τους (δηλαδή στα καταστατικά τους).

Όλα τα παραπάνω διαμορφώνουν το εκ του Συντάγματος προστατευτικό πλαίσιο για την ελεύθερη σύσταση και ανεμπόδιστη λειτουργία των ενώσεων προσώπων, το οποίο το κράτος οφείλει να σέβεται (ή ακόμη και να προστατεύει), ιδίως απέχοντας από παρεμβάσεις που θα κατατείνουν στην συρρίκνωση του αυτοκαθορισμού των μελών τους. Οποιαδήποτε τέτοια παρέμβαση θα βρισκόταν σε ευθεία αντίθεση με το ανωτέρω συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.

Η επιβολή λοιπόν στους φοιτητικούς συλλόγους με διάταξη νόμου, ειδικού κανονισμού που καθορίζει, το πως θα εκλέγονται οι εκπρόσωποι των φοιτητών, ο οποίος βρίσκεται σε σύγκρουση με την πρόβλεψη που υπάρχει στα καταστατικά των φοιτητικών συλλόγων συνιστά αυθωρεί παραβίαση του ανωτέρω συνταγματικού δικαιώματος, αφού επιχειρείται ο ετεροκαθορισμός της βούλησης των μελών των φοιτητικών συλλόγων, στους οποίους έχει αποφασιστεί ότι η εκλογή των εκπροσώπων των φοιτητών γίνεται με εκλογική διαδικασία στην οποία συμμετέχουν παρατάξεις.

Καθίσταται λοιπόν έωλο το επιχείρημα της κυρία Υπουργού, ότι ο νέος νόμος δεν αφορά στις φοιτητικές παρατάξεις, αλλά στην διαδικασία εκλογής εκπροσώπων στα όργανα διοίκησης του Πανεπιστημίου, αφού μάλλον δε γνωρίζει ότι οι φοιτητικές εκλογές διεξάγονται και για την ανάδειξη εκπροσώπων των φοιτητών στα όργανα διοίκησης των ΑΕΙ. Αποτελεί δε νομική πρωτοτυπία η επίκληση της διάταξης του Συντάγματος που προβλέπει την προστασία του σχετικού δικαιώματος, ως λόγο για την περιστολή του! Προφανώς η κυρία Υπουργός, αναγιγνώσκει μόνο το σκέλος της διάταξης που αναγνωρίζει το σχετικό δικαίωμα, παραγνωρίζοντας το τι συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος αυτού.

Παρά τα γνωστά προβλήματα του φοιτητικού κινήματος, ιδίως ως προς το ζήτημα της λειτουργίας της ΕΦΕΕ, (ο υπογράφων είχε την τύχη – ατυχία να είναι εξ’αυτών που προσπάθησαν να συγκροτηθεί προεδρείο στην ΕΦΕΕ, στο τελευταίο Πανσπουδαστικό συνέδριο που έγινε ποτέ), η δράση και λειτουργία των φοιτητικών παρατάξεων, αποτελεί ένα πυρήνα Δημοκρατίας και συμμετοχικότητας των νέων. Άνθρωποι που διέπρεψαν στην Επιστήμη και το επάγγελμά τους, κόσμησαν με την παρουσία τους τα φοιτητικά αμφιθέατρα, συμβάλλοντας στην προαγωγή των δημοκρατικών θεσμών και λειτουργιών.

Το προτεινόμενο λοιπόν από την κυβέρνηση σχέδιο νόμου, ως προς το ειδικό αυτό κεφάλαιο του, είναι προϊόν αυταρχισμού και αναχρονισμού. Συρρικνώνει την δημοκρατική λειτουργία και παρεμβαίνει αντισυνταγματικά στον τρόπο οργάνωσης των φοιτητών. Βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση τόσο με τις συνταγματικές αρχές όσο και με τις ευρωπαϊκές συνθήκες, που προάγουν την δημοκρατική αυτοοργάνωση.

Είναι δε προφανές, ότι ο στόχος της συγκεκριμένης διάταξης του σχεδίου νόμου, δεν είναι η δήθεν «ορθολογικοποίηση» της εκλογικής διαδικασίας από πλευράς φοιτητών, αλλά η μετατροπή των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της χώρας μας, σε χώρους κοινωνικά και πολιτικά αποστειρωμένους. Είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένης ιδεολογικής στόχευσης.

Είναι εν τέλει, μία ακόμη καμπή στην ιστορία της αέναης μάχης του ελεύθερου πνεύματος απέναντι στον αυταρχισμό.

[1] Αρ. 29§1 Σ. Πολίτες που δεν απέκτησαν ακόμη το δικαίωμα να εκλέγουν μπορούν να συμμετέχουν στα τμήματα νέων των κομμάτων.

[2] . Αρ. 12§1 Σ. Oι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια.

[3] Αρ. 12 ΕΧΘΔ. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι σε όλα τα επίπεδα, ιδίως στον πολιτικό και τον συνδικαλιστικό τομέα καθώς και στους τομείς που αναφέρονται στον πολίτη, πράγμα που συνεπάγεται το δικαίωμα κάθε προσώπου να ιδρύει με άλλους συνδικαλιστικές ενώσεις και να προσχωρεί σε αυτές για την υπεράσπιση των συμφερόντων του.

  1. Τα πολιτικά κόμματα, στο επίπεδο της Ένωσης, συμβάλλουν στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.

[4] Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συνεταιρισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ’ άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του.

  1. Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων. Το παρόν άρθρον δεν απαγορεύει την επιβολήν νομίμων περιορισμών εις την άσκησιν των δικαιωμάτων τούτων υπό μελών των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας ή των διοικητικών υπηρεσιών του Κράτους.

Documento Newsletter