Μια κριτική αποτίμηση του βιβλίου «Επιτάχυνση και αλλοτρίωση» του Γερμανού κοινωνιολόγου Χάρτμουτ Ρόζα.
O βαθύς µετασχηµατισµός της αντίληψης του χρόνου στις δυτικές κοινωνίες δεν υπήρξε απλώς παράγωγο της µετάβασης στη νεωτερικότητα αλλά και όχηµα αυτής της µετάβασης. Η κυρίαρχη χριστιανική αντίληψη του χρόνου κατά τον Μεσαίωνα δεν γνώριζε ρήξεις και ασυνέχειες παρά τη συγχρονία παρελθόντος – παρόντος – µέλλοντος. Η ιστορία δεν µπορούσε να ιδωθεί γραµµικά αλλά ως αδιάσπαστο συνεχές και πραγµάτωση της θείας πρόνοιας. Οι ρωγµές στα θρησκευτικά οικοδοµήµατα που αξίωναν την οικουµενικότητα επέτρεψαν την εµφάνιση των εθνικών αφηγηµάτων που διέκριναν αφενός µια συνεχή ιστορική πορεία των εθνικών κοινοτήτων και αφετέρου την ιστορική αιτιότητα: αίτιο και αποτέλεσµα, συνέχειες και ασυνέχειες.
Την ανάδυση του έθνους-κράτους συνόδευσε η εδραίωση του καπιταλισµού, ενός συστήµατος παραγωγής που επιφύλαξε την επιβολή ενός ολότελα νέου τρόπου αντίληψης του χρόνου. Στην εποχή του βιοµηχανικού καπιταλισµού ο χρόνος είναι χρήµα. Ο χρόνος δεν κυλάει αλλά ξοδεύεται. Η είσοδος στον ώριµο βιοµηχανικό καπιταλισµό έφερε και τις εκλεπτυσµένες θεωρίες περί διαχείρισης του εργασιακού χρόνου (Τέιλορ) και την επικράτηση του φορντικού µοντέλου – η ∆ύση και σταδιακά η ανθρωπότητα πιάστηκαν στα γρανάζια του χρόνου. Η συγκατάβαση στις πραγµατικότητες του καπιταλισµού (καταµερισµός εργασίας, κατακερµατισµός του ατόµου κ.λπ.) φανερώνεται και στις εργατικές διεκδικήσεις του 19ου και του 20ού αιώνα, που µεταξύ άλλων αξίωναν να χωριστεί η µέρα σε τρία τακτοποιηµένα οκτάωρα. Το µεταπολεµικό κοινωνικό συµβόλαιο άµβλυνε κάποιες εκ των χειρότερων συνεπειών του καπιταλισµού µέχρι να καταρρεύσει υπό το βάρος του νεοφιλελευθερισµού.
Η επικράτηση των θεωριών της Σχολής του Σικάγου και η µετατροπή της αγοράς εργασίας σε έναν αγώνα omnium contra omnes θόλωσε εντελώς τα όρια ανάµεσα στον προσωπικό και τον εργασιακό χρόνο, ενώ ο ανταγωνισµός επικρατεί σταδιακά σε κάθε κοινωνικό πεδίο: οι εποχές της διάκρισης δουλειάς – ελεύθερου χρόνου – ανάπαυσης µοιάζουν ειδυλλιακές σε σχέση µε τη σηµερινή συνθήκη του αέναου αγώνα διασφάλισης µιας αξιοπρεπούς κοινωνικής θέσης.
Ο Χάρτµουτ Ρόζα εξετάζει ακριβώς αυτή την κατάσταση της επιβολής ενός φρενήρους ρυθµού σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης· αυτό που ονοµάζει κοινωνική επιτάχυνση. Το δοκίµιο «Επιτάχυνση και αλλοτρίωση. Για µια Κριτική Θεωρία της χρονικότητας στην ύστερη νεωτερικότητα» κυκλοφόρησε το 2010, πριν από την πλήρη ανάπτυξη των µέσων κοινωνικής δικτύωσης και την πανδηµία, η οποία έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη µεταβολή της εργασιακής καθηµερινότητας. Κι όµως παραµένει ανησυχητικά επίκαιρο και εξαιρετικά χρήσιµο εργαλείο για την ανάλυση της κοινωνικής πραγµατικότητας.
Ο Ρόζα θέτει στο επίκεντρο του προβληµατισµού του το εξής ερώτηµα: τι συνιστά µια καλή ζωή και γιατί δεν την έχουµε; Στις σελίδες του δοκιµίου του επιχειρεί να διερευνήσει το δεύτερο σκέλος του ερωτήµατος και καταπιάνεται µε το φαινόµενο της επιτάχυνσης στην ύστερη νεωτερικότητα και τη συνεπαγόµενη αλλοτρίωση. Ετσι το δοκίµιο εγγράφεται στην παράδοση της Κριτικής Θεωρίας, από την οποία αντλεί άλλωστε ο συγγραφέας. Παράλληλα, ο Ρόζα επαναδιαπραγµατεύεται τις ίδιες τις έννοιες της επιτάχυνσης και της αλλοτρίωσης, προχωρώντας σε ιδιαίτερα εκλεπτυσµένες αναλύσεις µε ύφος προσβάσιµο ακόµη και για τον αµύητο αναγνώστη στα της Σχολής της Φρανκφούρτης.
Ο Ρόζα καταδεικνύει πώς οι προσδοκίες των πιονέρων του φιλελευθερισµού για την απελευθέρωση του ανθρώπου µέσω της συνεχούς τεχνολογικής και οικονοµικής προόδου διαψεύστηκαν οικτρά. Ο ανταγωνισµός, κινητήρια δύναµη του καπιταλισµού, διαπερνά κάθε κοινωνικό πεδίο, µε την εξέλιξη να ευνοείται από την αδιάκοπη διείσδυση της αγοράς σε κάθε πτυχή της ζωής. Η ανάγκη για ευελιξία, οι απαιτήσεις για συνεχή κατάρτιση και απόκτηση νέων δεξιοτήτων και φυσικά για καινοτοµία δηµιουργούν µια θανάσιµη µέγγενη για τις εργαζόµενες τάξεις, οι οποίες για να αντεπεξέλθουν υποτάσσουν την προσωπική τους ζωή στις ανάγκες της αγοράς. Ο Ρόζα δεν περιορίζει την ανάλυσή του, τουναντίον, καταθέτει µια πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση όσον αφορά τα πολιτισµικά αίτια της επιτάχυνσης: η εκκοσµίκευση και η αποµάγευση του κόσµου στέρησαν από τις κοινωνίες την προσδοκία µιας «άλλης» ζωής. Το ρητό «άδραξε τη µέρα» φτάνει πια µέχρι τις πιο τροµακτικές συνέπειές του, µε ανθρώπους πλούσιους σε εικόνες µα όχι σε εµπειρίες µε πραγµατικό αντίκτυπο.
Ως προς την έννοια της αλλοτρίωσης ο Ρόζα επισηµαίνει πως οι ταχύτατοι ρυθµοί που επιβάλλονται στους ανθρώπους τους εµποδίζουν να αναπτύξουν πραγµατικές σχέσεις οικειότητας µε το περιβάλλον τους, την εργασία τους, τον χώρο τους, τα αντικείµενά τους, ακόµη και µε τους οικείους και τον εαυτό τους. Στην εποχή κατά την οποία µπορούµε να συντηρήσουµε µακροχρόνιες κοινωνικές επαφές µε άτοµα που δεν έχουµε συναντήσει ποτέ διά ζώσης βρίσκουµε αδιανόητη την ιδέα της δηµιουργίας στενών σχέσεων µε άτοµα µε τα οποία µπορεί να συνεργαζόµαστε καθηµερινά ή να µένουµε στο ίδιο κτίριο.
Ο Ρόζα υποστηρίζει πως το όραµα της αυτονοµίας και της ατοµικής ευηµερίας (pursuit of happiness, κατά το αµερικανικό σύνταγµα) που ευαγγελιζόταν η νεωτερικότητα µαταιώθηκε. Ωστόσο ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήµιο Friedrich-Schiller της Ιένας δεν υποδεικνύει στάση παραίτησης. Πέραν της διεξόδου που προτείνει ο ίδιος όσον αφορά τον µετασχηµατισµό των ανθρώπινων σχέσεων, το δοκίµιό του θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από όσους τάσσονται ενάντια στην υπάρχουσα συνθήκη· και µάλιστα όχι υπό τη µορφή της παραποµπής σε κάποιο δυσνόητο θεωρητικό κείµενο αλλά στην καθηµερινή πολιτική πρακτική ανάλυση, ειδικά σε µια περίοδο κατά την οποία οι δυνάµεις της αγοράς µε τη συναίνεση του κράτους ετοιµάζονται για νέες κατακτήσεις.
Ο Βασίλης Γεωργάκης είναι ιστορικός.
INF0
Το βιβλίο «Επιτάχυνση και αλλοτρίωση. Για μια Κριτική Θεωρία της χρονικότητας στην ύστερη νεωτερικότητα» του Χάρτμουτ Ρόζα σε μετάφραση Μιχάλη Κούλουθρου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πλήθος