Για το δικαίωμα των παιδιών στο θέατρο

Η νεανική και παιδική θεατρική σκηνή βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση καθώς έχει μείνει εκτός κρατικής στήριξης. 

Η Μαριλένα Τριανταφυλλίδου , ο Βασίλης Κουκαλάνι και η Βάσια Παρασκευοπούλου γράφουν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το νεανικό και παιδικό θέατρο, το οποίο έχει μείνει εκτός κρατικής στήριξης.

Πριν από λίγες μέρες με πρωτοβουλία της Μαριλένας Τριανταφυλλίδου –και σε συνεργασία με τη Βάσια Παρασκευοπούλου– συντάχθηκε επιστολή την οποία υπέγραψαν περισσότεροι από 600 καλλιτέχνες που δραστηριοποιούνται με νεανικό κοινό (βρέφη, νήπια, παιδιά, εφήβους) στις παραστατικές τέχνες και ειδικά στο θέατρο. Αποδέκτες της επιστολής ήταν τα αρμόδια υπουργεία που ευθύνονται για τη μη συμπερίληψη αυτής της τέχνης στα έκτακτα μέτρα επιχορήγησης. Ωστόσο η προβληματική αυτή δεν είναι παροδική και έκτακτη, μια και στη χώρα μας υφίσταται η περίεργη συνθήκη που διαχωρίζει το νεανικό από το ενήλικο θέατρο και έτσι αυτομάτως το αποκλείει από όποια κρατική επιχορήγηση.

Τρεις καλλιτέχνες γράφουν για την αναγκαιότητα στήριξής του. Γιατί το παιδικό και νεανικό θέατρο αποτελεί προαπαιτούμενο για την παιδεία.

“Χιλιάδες ανεξάρτητοι καλλιτέχνες και ομάδες αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης”

Μαριλένα Τριανταφυλλίδου

Σκηνοθέτρια, καλλιτεχνική

διευθύντρια Artika

Μαριλένα Τριανταφυλλίδου
Μαριλένα Τριανταφυλλίδου

 

Μέσα στις έκτακτες συνθήκες που αντιμετωπίζει ο χώρος των καλλιτεχνών δημιουργήθηκε η κίνηση Σκηνή για τις Νεαρές Ηλικίες σε Δράση (ΣΚΗ.Ν.Η Δρα) με σκοπό να εστιάσει στα ζητήματα που αφορούν τις παραστατικές τέχνες για νεαρές ηλικίες. Ο χώρος του πολιτισμού και ειδικά των παραστατικών τεχνών ήταν ο πρώτος που χτυπήθηκε από τα μέτρα που πάρθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας και καθώς φαίνεται από τους τελευταίους που θα επανέλθουν στην «κανονικότητα». Ως αποτέλεσμα χιλιάδες ανεξάρτητοι καλλιτέχνες και μικρές ομάδες αντιμετωπίζουν τεράστιο πρόβλημα επιβίωσης. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση στη διάρκεια του lockdown και ενώ οι καλλιτέχνες προσπαθούσαμε να ζητήσουμε το προφανές, την κρατική στήριξη, άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι ο χώρος των παραστατικών τεχνών για τις νεαρές ηλικίες έπρεπε να αποκτήσει τη δική του φωνή και να ακουστεί σε ένα ξεχωριστό πλαίσιο, καθώς το γενικό πλαίσιο δεν μπορούσε να ανταποκριθεί πλήρως στις ανάγκες του. Οι νεαρές ηλικίες –βρέφη, νήπια, παιδιά και έφηβοι– ως επί το πλείστον δεν είναι ανεξάρτητες αλλά θα πάνε στο θέατρο με τους κηδεμόνες ή το σχολείο τους. Επίσης δεν μπορούν εύκολα να ακολουθήσουν κανόνες.

Η Μαρία Παπαγιάννη και ο Θάνος Μικρούτσικος γράφουν για την παράστασή «Ως την άκρη του κόσμου»

Επομένως… θα ανοίξουν τα χειμερινά θέατρα; Με ποιους όρους; Θα επιτραπούν οι επισκέψεις των σχολείων; Θα επιτραπεί η είσοδος των θιάσων στα σχολεία; Οι γονείς θα πάνε τα παιδιά στο θέατρο εφόσον αυτά ανοίξουν; Ποιοι κανόνες θα ισχύσουν εφόσον επιτραπούν οι παραστάσεις; Θα είναι εφαρμόσιμοι; Μπορείς να επιβάλεις σε ένα παιδί μικρής ηλικίας να φορέσει μάσκα; Μπορείς να τηρήσεις τις αποστάσεις ασφαλείας όταν η εγγύτητα είναι ζητούμενο και σε πολλές περιπτώσεις απαραίτητη προϋπόθεση; Αν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στα παραπάνω ερωτήματα, διαπιστώνουμε πως μας περιμένει μια πολύ δύσκολη χρονιά.

Επιπροσθέτως στα πενιχρά μέτρα που πάρθηκαν για τους καλλιτέχνες η συντριπτική πλειονότητα που ασχολείται με το να παράγει πολιτισμό για τις νεαρές ηλικίες δεν ενέπιπτε. Δεν είχε δικαίωμα αίτησης χρηματοδότησης για παραγωγή στις τακτικές επιχορηγήσεις και δεν έγινε καμία αναγγελία έκτακτης επιχορήγησης για τον χώρο αυτό. Από τον Μάρτιο του 2020, μια πολύ σημαντική χρονική στιγμή καθώς τότε σηματοδοτείται η έναρξη της εαρινής περιόδου, όταν η προσέλευση των θεατών αυξάνει και βγαίνει ένα σημαντικό μέρος του ετήσιου εισοδήματος, οι καλλιτέχνες παραμένουν στην πλειονότητά τους άνεργοι και θα παραμείνουν στην καλύτερη περίπτωση μέχρι την ερχόμενη άνοιξη. Το κράτος χρειάζεται να επέμβει και να στηρίξει τους εργαζόμενους αλλά και το δικαίωμα των νεαρών ηλικιών να μπορέσουν να έχουν πρόσβαση στην τέχνη.

“Μα αυτό… το καταλαβαίνει και ένα παιδί!”

Βασίλης Κουκαλάνι

Ηθοποιός, σκηνοθέτης, καλλιτεχνικός υπεύθυνος της ομάδας Συντεχνία του Γέλιου

Βασίλης Κουκαλάνι

 

Στις 30 Νοεμβρίου του 1973, μόλις δυο εβδομάδες μετά την εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, έγινε η πρεμιέρα ενός προκλητικού, αντιαυταρχικού έργου που με κάποιον τρόπο είχε ξεφύγει από τη λογοκρισία των συνταγματαρχών. Ο «Μορμόλης», όπως ονομάστηκε στα ελληνικά, συνδέθηκε με τις εστίες αντίστασης που ανέτρεψαν τη δικτατορία λίγους μήνες αργότερα. Το «Mugnog-Kinder» του Ράινερ Χάχφελντ ξαφνικά δεν ήταν πλέον απλώς ένα παιχνίδι για παιδιά αλλά ένα πολιτικό γεγονός. Το έργο είχε βρει το ακροατήριό του, τους συμμάχους του αλλά και τους εχθρούς του. Η ιστορία του Μορμόλη είχε χτυπήσει εκεί όπου ήταν περισσότερο απαραίτητη.

Ας επανέλθω όμως στον πλανήτη της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας που στην περίπτωση του θεάτρου για παιδιά και νέους περιέχει μια ουσιαστικότατη αντίφαση. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν χρηματοδοτήσεις έγκειται στην αντίληψη που θεωρεί αυτό το είδος τέχνης –με σχεδόν κοινή αποδοχή της θεατρικής σκηνής στην Αθήνα– πολύ εμπορικό και ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Δεν μπορεί δηλαδή να αναγνωριστεί ως μια πολιτιστική αξία ή ακόμη και ως μια παιδαγωγική λειτουργία. Είναι ένα προϊόν που πρέπει να ανταγωνίζεται άλλα προϊόντα με όρους της αγοράς. Αναγκάζεται να προσπαθεί μονίμως να επιβιώσει μέσω θεαματικών διαφημιστικών εκστρατειών και ακόμη, κατά περίπτωση, να δημιουργεί πελατειακές σχέσεις με το κοινό του. Ο πραγματικός διάλογος με τα παιδιά ή με την εκπαιδευτική κοινότητα μένει δυστυχώς σε ένα σχετικά επιφανειακό επίπεδο.

Αυτό που συμπεραίνω είναι ότι υπάρχει η θεσμική τάση τα παιδιά να αντιμετωπίζονται σαν μικρά ανεγκέφαλα ανθρωπάρια, χωρίς βούληση και δημιουργική σκέψη και σαν καραβάνια καταναλωτών απόλυτα εκτεθειμένα στις διαθέσεις της αγοράς. Και όσους δημιουργούν πολιτισμό για παιδιά τούς καθιστά εμπόρους, επιχειρηματίες και startuppers.

Βασίλης Κουκαλάνι: “Πάντα η λύση είναι το παιχνίδι” [Συνέντευξη]

Πολύ συνοπτικά, για να μιλήσουμε για το θέατρο για παιδιά και νέους που απαξιώνεται από το ΥΠΠΟΑ, ο μακροπρόθεσμος στόχος ενός θεατρικού έργου είναι να εγείρει την «κοινωνική φαντασία» και περιέργεια των παιδιών και να δώσει ερεθίσματα για μια συντονισμένη και εμπειρική κοινωνική αλλά και πολιτιστική αγωγή. Να χειραφετήσει και να δημιουργήσει συλλογικά και προσωπικά οράματα.

Αλλά αν κρίνουμε από το πώς αντιμετωπίζεται γενικότερα η μόρφωση από την κυρίαρχη λογική που στα σχολεία καταργεί ολόκληρους επιστημονικούς κλάδους ως μη παραγωγικούς, δεν είναι τόσο περίεργο που εγκαθιδρύονται η τάση της μετατροπής της γνώσης σε πληροφορία και η κατάργηση δεξιοτήτων κατανόησης και αντιμετώπισης της κοινωνικής πραγματικότητας. Μάλλον έχει δίκιο ο Αδωνης Γεωργιάδης που επάνω στον οίστρο της επιθετικής του ρητορικής τού ξέφυγε και ένα ψήγμα ειλικρίνειας λέγοντας «όποιος διαβάζει κοινωνιολογία γίνεται αριστερός».

Γι’ αυτό ας δημιουργήσουμε γρήγορα ένα σχολείο αποκομμένο από την κοινωνική πραγματικότητα, ένα σχολείο της αποστειρωμένης γνώσης, της αποστήθισης και του ανταγωνισμού. Ας επιβάλλουμε τη σκοτεινή νοοτροπία που όταν τα παιδιά ζητούν σχέσεις και επικοινωνία τούς δίνονται τάμπλετ, όταν θέλουν να σκεφτούν τους δίνονται μαθήματα, όταν θέλουν να μάθουν παίρνουν ελέγχους, όταν θέλουν ελευθερία τούς δίνεται πειθαρχία. Θα θέλουν αγάπη αλλά θα μαθαίνουν ηθικότητα, θα θέλουν επάγγελμα και θα παίρνουν δουλειά. Θέλουμε ελευθερία και παίρνουμε αυτοκίνητο, θέλουμε ευτυχία και παίρνουμε λεφτά, ζητάμε ένα νόημα και παίρνουμε καριέρα, ζητάμε ελπίδα και βρίσκουμε φόβο…

 

“Είναι το παιδικό θέατρο υποδεέστερη μορφή τέχνης;”

Βάσια Παρασκευοπούλου

Σκηνοθέτρια, συγγραφέας, ομάδα Μικροί ΠυροΤέχνες

Βάσια Παρασκευοπούλου

 

Οποιος έχει συνοδεύσει ένα παιδί στο θέατρο ίσως να έχει παρατηρήσει την αφοσίωση με την οποία παρακολουθεί την παράσταση αν και εφόσον του κινεί το ενδιαφέρον. Τι είναι όμως αυτό που κινητοποιεί το ενδιαφέρον ενός παιδιού; Και τι είναι αυτό που το κάνει να βιώνει στο θέατρο μια εμπειρία ουσιαστικής σημασίας; Πώς μιλάμε από σκηνής σε έναν νέο άνθρωπο χωρίς να παιδιαρίζουμε, να νουθετούμε ή να γινόμαστε διδακτικοί; Τι λεξιλόγιο χρησιμοποιούμε; Τι είδους έργα ανεβάζουμε, με ποια αισθητική και κατά πόσο είναι ουσιαστικό να καλλιεργούμε την κριτική σκέψη; Ή τη φαντασία; Αυτά είναι ορισμένα από τα πολλά ερωτήματα και τους προβληματισμούς που απασχολούν κάθε σύγχρονο δημιουργό ιστοριών και θεατρικών παραστάσεων που απευθύνονται σε νεαρές ηλικίες. Και αυτά είναι ορισμένα από τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς που θα έπρεπε να έχουν απασχολήσει και το ΥΠΠΟΑ, από τη στιγμή που μιλάμε για πολιτισμό και για τέχνη.

Παρ’ όλα αυτά, το υπουργείο δεν φαίνεται να συμμερίζεται κάτι από τα παραπάνω, αφού ουσιαστικά διατηρεί μια θέση απόστασης από τη νεανική σκηνή της χώρας. Στέκεται σε μια άκρη και αφήνοντας μόνους τους δημιουργούς και τις ομάδες που δραστηριοποιούνται στο νεανικό θέατρο συντηρεί μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο θέατρο για ενήλικο και ανήλικο κοινό, εξαιρώντας συστηματικά το δεύτερο από οποιαδήποτε κρατική χρηματοδότηση και στήριξη. Γιατί όμως; Αραγε το νεανικό θέατρο έχει λιγότερες απαιτήσεις ή δεν αξίζει ως είδος ίση μεταχείριση;

Παιδί στο σπίτι και η ψυχολογία του – Η ειδικός δίνει απαντήσεις στο documentonews.gr

Μήπως είναι μια υποδεέστερη μορφή τέχνης; Ή ένα υποδεέστερο είδος θεάτρου; Αυτήν τη στιγμή η Ελλάδα έχει καταφέρει να αναπτύξει μια δραστήρια νεανική σκηνή και αυτό κυρίως οφείλεται σε όλους τους δημιουργούς και τις ομάδες που με πολύ κόπο, δουλειά και αγάπη την έχουν χτίσει. Μέσα από ερωτήσεις, προβληματισμούς και έρευνα έχουν εξελίξει αυτό που είναι το νεανικό θέατρο, ξεπερνώντας ταυτόχρονα μια σειρά από παλλαϊκούς τρόπους αντιμετώπισής του. Ομως εμείς οι δημιουργοί και οι ομάδες δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να είμαστε οι αποκλειστικοί χρηματοδότες της δουλειάς μας, γιατί έτσι το νεανικό θέατρο εξωθείται αναγκαστικά στη βάση της εμπορικότητας και της εισπρακτικής επιτυχίας και μόνο, ενώ παράλληλα τα εργατικά δικαιώματα διαλύονται.

Γι’ αυτό ζητάμε από το ΥΠΠΟΑ να σβήσει τις λανθασμένες διαχωριστικές γραμμές που έχει τραβήξει και να στηρίξει ένα θέατρο που έχει διαφορετικά είδη, αλλά στη βάση του παραμένει κοινό. Διατυπώνουμε αυτό το αίτημα εκπροσωπώντας αυτήν τη στιγμή όχι μόνο την ίδια την τέχνη ή τους εαυτούς μας αλλά και τον νεαρό άνθρωπο – το βρέφος, το νήπιο, το παιδί, τον έφηβο που έχει επίσης υπόσταση και δικαιώματα ως μέλος της κοινωνίας και ως θεατής.