Σύμφωνα με αποκαλυπτικό άρθρο της ιστοσελίδας neakriti.gr οι εργαζόμενοι σε ξενοδοχειακές μονάδες υποχρεώνονται να υπογράψουν ποινικές ρήτρες, το ύψος των οποίων κυμαίνεται στις 5.000 χιλιάδες ευρώ, οι οποίες ενεργοποιούνται σε περίπτωση αποχώρησης του εργαζομένου πριν από το πέρας της τουριστικής περιόδου. Η συγκεκριμένη πρακτική αποτελεί μια από τις εκφάνσεις των εργασιακών σχέσεων όπως λειτουργούν στην πράξη και αποτελεί παράνομη πρακτική, αφού η συγκεκριμένη ποινική ρήτρα είναι σαφώς παράνομη. Το υπάρχον νομικό πλαίσιο καθιστά άκυρες τέτοιας μορφής συμφωνίες. Στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ο ν. 2112/1920 προβλέπει προθεσμία προειδοποίησης και για την καταγγελία της σύμβασης από την πλευρά του εργαζομένου, η οποία είναι ίση με τη μισή από αυτή που προβλέπεται για τον εργοδότη όταν αυτός προβαίνει σε τακτική καταγγελία και οπωσδήποτε δεν μπορεί να ξεπεράσει τους τρεις μήνες (ν. 2112/1920). Αν ο υπάλληλος δεν τηρήσει την προβλεπόμενη προθεσμία, οφείλει αποζημίωση ίση με τις αποδοχές που θα έπαιρνε κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, χωρίς όμως να μπορεί να υπερβεί τις τακτικές αποδοχές τριών μηνών. Πέρα από την ανωτέρω αποζημίωση δεν οφείλει τίποτε άλλο στον εργοδότη. Στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου, που αποτελούν το σύνολο σχεδόν των συμβάσεων στον τουριστικό τομέα, είναι δυνατόν να καταγγελθούν είτε από τον εργοδότη είτε από τον εργαζόμενο μόνο για σπουδαίο λόγο. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη είναι «δημοσίας τάξεως», που συνεπάγεται ότι απαγορεύονται οι συμφωνίες για τον αποκλεισμό ή τον περιορισμό του, με πρόβλεψη για παράδειγμα χρηματικών αντιπαροχών. Συνεπώς ο εργαζόμενος έχει αναλλοίωτο το δικαίωμα σε παραίτηση κάθε φορά που συντρέχει σπουδαίος λόγος.
*Ο Γρηγόρης Μισκεδάκης είναι δικηγόρος, ΜΔΕ Εργατικού Δικαίου – Νομική Σχολή Αθήνας