Πριν μερικές εβδομάδες είχα ζητήσει από τον τραγουδιστή Βασίλη Λέκκα να δώσει μία συνέντευξη στο Documento για τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο «Κατάρτι κι ατμός» από κοινού με τον Γιώργο Καζαντζή. Κατάλαβα ότι με απέφευγε και δεν επιθυμούσε να δώσει συνέντευξη, παρόλο που η επικαιρότητα επιτάσσει τις συνεντεύξεις για κάθε καλλιτέχνη που παράγει ένα νέο έργο.
Την περασμένη εβδομάδα, ωστόσο, μου τηλεφώνησε ο ίδιος και μου είπε επί λέξει: «Ήρθε η ώρα για να σου δώσω συνέντευξη».
Κλείστηκε το ραντεβού για το σπίτι μου, όπου πράγματι βρεθήκαμε με τον Λέκκα και εκεί συνειδητοποίησα πως αν θέλησε να μιλήσει, δεν ήταν ακριβώς για το δίσκο του, αλλά για την προσωπική του ιστορία και εν προκειμένω για τη ρήξη του με τον Μάνο Χατζιδάκι τα τελευταία χρόνια της ζωής του συνθέτη. Η αφήγηση του υπήρξε χειμαρρώδης και με πολλές «βαριές» εκφράσεις που με ταλαιπώρησαν πολύ αναφορικά με το πώς θα τις μεταφέρω στον γραπτό λόγο.
Η φράση, ας πούμε, «Συγχώρεσα τον Μάνο Χατζιδάκι», προξένησε την αντίδραση μου. Ως αυτή τη στιγμή δεν γνωρίζω, αν ελέω χώρου στο έντυπο, μπει αυτολεξεί ότι ακριβώς του είπα: «Κύριε Λέκκα, είπατε πριν ”τον συγχώρεσα τον Μάνο”. Καλό είναι να μιλάμε ανοιχτά και η ιστορία λέει πως τον είχατε χαστουκίσει. Έχετε σκεφτεί πως μπορεί να σας προσάψουν το εξής μ’ αυτή τη συνέντευξη; ”Είναι δυνατόν να λέει ”συγχωρώ τον Χατζιδάκι”, αντί να βγει και να πει ”ζητώ συγγνώμη από τον Χατζιδάκι”;
«Γιατί να ζητήσω συγγνώμη από τον Χατζιδάκι;»
Σ’ αυτήν ακριβώς την ερώτηση μου, ο τραγουδιστής τοποθετήθηκε με το εξής: «Γιατί να ζητήσω συγγνώμη από τον Χατζιδάκι;», όπου εγώ με τη σειρά μου του απάντησα: «Πρώτα απ’ όλα γιατί δεν είναι ωραίο να χαστουκίζεις έναν άλλον άνθρωπο, άσχετα με το ποιος είναι».
Και η κουβέντα συνεχίστηκε. Η συνέντευξη όσο περνούσε η ώρα άγγιζε κυριολεκτικά την κόψη του ξυραφιού και ομολογώ πως τις αμέσως επόμενες ώρες ταλαντευόμουν μέσα μου για το αν έπρεπε να δει το φως της δημοσιότητας ή όχι. Είναι από τις σπάνιες συνεντεύξεις που ενέχουν τον κίνδυνο του κιτρινισμού, αν κάτι μεταφερθεί λάθος από τον προφορικό στον γραπτό λόγο, ειδικά όταν θίγονται τα ιερά και τα όσια εν τη απουσία τους κιόλας.
Ο ίδιος ο Βασίλης Λέκκας μου πέταξε τη μπάλα: «Δεν κινδυνεύω να εκτεθώ εγώ σαράντα χρόνια μετά, εσύ κινδυνεύεις να εκτεθείς περισσότερο».
Τελικά την έδωσα προς δημοσίευση. Για ένα και μόνο λόγο: Δουλειά του δημοσιογράφου δεν είναι να «προστατεύει» κανέναν συνεντευξιαζόμενο του, τη στιγμή που ο ίδιος φέρει την ευθύνη των λεγομένων του. Ο καθένας κρίνεται απ’ τα λεγόμενά του και ο Βασίλης Λέκκας ένιωσε την ανάγκη να δώσει τη δική του εκδοχή για τη ρήξη του με τον Μάνο Χατζιδάκι – το γιατί αυτό έγινε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, είναι κάτι που εγώ δεν μπορώ να το γνωρίζω και ούτε του το ρώτησα κιόλας.
Ο μόνος που δεν κινδυνεύει σίγουρα απ’ τη μαρτυρία του Λέκκα είναι ο Χατζιδάκις ή, σωστότερα, η υστεροφημία του.
Η συγκεκριμένη συνέντευξη θα δημοσιευθεί αποκλειστικά και μόνο στο Docville του Documento και προσωπικά δεν επιθυμώ την αναπαραγωγή της, τόσο αυτούσια, όσο και αποσπασματικά, από κανένα άλλο μέσο, διαδικτυακό ή μη. Ως συντάκτης της έχω αυτό το δικαίωμα και σε αντίθετη περίπτωση θα κινηθώ ανάλογα. Όφειλα να κάνω αυτήν εδώ την εξήγηση ένα 24ωρο πριν την κυκλοφορία στα περίπτερα. Και, ναι, θα το ομολογήσω, κάνω αυτή τη δουλειά είκοσι χρόνια, είναι η πρώτη φορά όμως που μία συνέντευξη με έναν καλλιτέχνη με έκανε να χάσω τον ύπνο μου.