Ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης δήλωσε προ ημερών: «Τώρα είναι η ώρα με τα νέα εργαλεία που έχουμε στα χέρια μας, με τα πιο γρήγορα και αξιόπιστα πια τεστ, να σχεδιάσουμε τη νέα τουριστική χρονιά. Δεν μπορεί και δεν πρέπει το 2021 να ξαναζήσει ο τουρισμός όσα έζησε το 2020».
Αυτό σημαίνει πως αναγνωρίζει ότι ο τουρισμός έχει σημαντικές οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικοπολιτικές επιδράσεις που τον καθιστούν ύψιστο πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο και ότι η Ελλάδα είναι βαθιά προικισμένη για να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις του.
Αυτό συνεπάγεται πως κατανοεί ότι η αποτελεσματικότητά του είναι συνάρτηση μεγάλου αριθμού συναφών τομέων, οι οποίοι του προσφέρουν εργαλεία και υπηρεσίες για την παραγωγική διαδικασία, όπως τα μέσα επικοινωνίας και μεταφορών, τα ξενοδοχεία και κάθε είδους καταλύματα, τα εστιατόρια, οι εγκαταστάσεις αναψυχής, τα ταξιδιωτικά γραφεία, οι εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων, σκαφών κ.ο.κ., οι ξεναγοί, οι διερμηνείς, τα κρουαζιερόπλοια κ.ά.
Ωστόσο για μια πρωτόγνωρη διεθνή υγειονομική κρίση όπως της Covid-19, που βύθισε την παγκόσμια οικονομία στην ύφεση, ο κ. Θεοχάρης και η κυβέρνηση της ΝΔ λειτούργησαν ερήμην του τουρισμού ως κέντρου αναφοράς των σφοδρών οικονομικών δονήσεων. Οι απώλειες σε θέσεις εργασίας και οι ευρύτερες επιπτώσεις στον τουρισμό πιθανότατα να είναι βαρύτερες από εκείνες της οικονομικής κρίσης του 2008.
Η έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) για την επαναλειτουργία των ξενοδοχείων μετά το lockdown υποστηρίζει ότι μόνο το 60% του συνόλου των ξενοδοχείων της χώρας κατάφερε την τρέχουσα τουριστική σεζόν να λειτουργήσει και αυτό για βραχύ χρονικό διάστημα.
Η κυβέρνηση απέτυχε να βάλει φρένο στη δραματική πορεία που καταγράφεται για εργαζόμενους και επιχειρηματίες, δίχως να καλύπτει τις τεράστιες οικονομικές απώλειες, ενώ κατάφερε να βάλει ταφόπλακα στη φετινή τουριστική σεζόν δυσφημώντας τη χώρα μας στο εξωτερικό με το κλίμα υγειονομικής ανασφάλειας που διαχύθηκε στην παγκόσμια τουριστική αγορά.
Η ανάκαμψη της τουριστικής αγοράς μετά τις τεράστιες απώλειες του lockdown, όπως σημειώνουν επιχειρηματίες του χώρου, δεν θα είναι εύκολη. Θεωρείται πως θα χρειαστούν δύο με τρία χρόνια, ίσως και παραπάνω, προκειμένου τα τουριστικά μεγέθη να επιστρέψουν στην προϋπάρχουσα δυναμική.
Ωστόσο το ελληνικό τουριστικό προϊόν διαθέτει εκείνα τα φυσικά και πολιτιστικά πλεονεκτήματα ώστε να αποτελέσει αντίβαρο αυτής της ζοφερής κατάστασης. Μια μακροπρόθεσμη προοπτική περιβαλλοντικά ισόρροπης τουριστικής ανάπτυξης είναι η απάντηση.
Σήμερα η υψηλή τουριστική ζήτηση για το προϊόν «ήλιος, άμμος, θάλασσα» έχει δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο εις βάρος των εναλλακτικών μορφών τουρισμού που είναι βέβαιο πως μπορούν να ξεπεράσουν τα όρια της εποχικότητας και να καθορίσουν ένα νέο πλαίσιο στην όλη τουριστική μας θεώρηση. Ενα πλαίσιο που θα αναβαθμίζει τη θέση της Ελλάδας στην τουριστική αγορά και θα την καθιστά ώριμο τουριστικό προορισμό μέσα στον έντονο ανταγωνισμό των αναδυόμενων μεσογειακών προορισμών.
Ο ελληνικός τουρισμός έχει ανάγκη συνολικού επανακαθορισμού λόγω
*της οικονομικής δυσχέρειας των μεσαίων τάξεων στην Ευρώπη,
*της υποτίμησης του εσωτερικού τουρισμού,
*της διαβρωτικής επίδρασης της κρουαζιέρας σε κατανάλωση τοπικών υπηρεσιών και
*της αλλοίωσης της τοπικής οικονομίας και των ανθρώπινων σχέσεων από τον τρόπο που επιχειρούν μεσιτικές εταιρείες και ιστοσελίδες ζήτησης και προσφοράς βραχυχρόνιας μίσθωσης στέγης.
Η σημερινή τουριστική συγκυρία για τη χώρα μας πρέπει να αποτελέσει εφαλτήριο δουλειάς για την οργάνωση του τουρισμού σε σταθερά θεμέλια με μέτωπο σε ένα μέλλον που διαρκώς εξελίσσεται.
Ο Αλέξανδρος Αυλωνίτης είναι βουλευτής Κέρκυρας και αναπληρωτής τομεάρχης τουρισμού ΣΥΡΙΖΑ