Για να είναι η επόμενη φορά αλλιώς… και στην εκπαίδευση

Για να είναι η επόμενη φορά αλλιώς… και στην εκπαίδευση

Η πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα της Prodata στην ΕφΣυν θέτει ένα πολύ σημαντικό ερώτημα στο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον τόσο η εφημερίδα όσο και η εταιρεία δεν ανήκουν στους δικαιούχους  της λίστας Πέτσα.

Το ερώτημα σε απλά ελληνικά είναι το παρακάτω, πως γίνεται να έχεις την πιο κραυγαλέα ανεπαρκή κυβέρνηση των μεταπολιτευτικών χρόνων που οι διαχειριστικές της ανεπάρκειες και οι ταξικές της επιλογές έχουν επιδεινώσει την ζωή της πλειοψηφίας παραμένει πρώτη στις δημοσκοπήσεις. Πώς γίνεται να πλησιάζει η ΝΔ τα ιστορικά χαμηλά, να αυξάνονται οι αναποφάσιστοι αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ να μην κεφαλαιοποιεί κέρδη από αυτή την απαγκίστρωση; Όσο και να τα ρίχνουμε στην λίστα Πέτσα, στην κυριαρχία της ΝΔ στη δημόσια σφαίρα των ΜΜΕ δεν αρκεί, τα ίδια γινόταν και το 2015 και στην εποχή του δημοψηφίσματος. Όσοι πίστευαν ότι αυτή η  κυβέρνηση θα καταρρεύσει από το βάρος της ανικανότητας και της φτωχοποίησης που προκαλείται  από την εξόφθαλμη εξυπηρέτηση συμφερόντων, όσοι πίστευαν ότι αργά ή γρήγορα θα έρθει η εναλλαγή (όπως συνέβαινε πάντα στις δυτικές δημοκρατίες) όσοι θεωρούν ότι όπως και το 2015 η λαϊκή οργή θα φέρει το ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση   μάλλον πρέπει να αναθεωρήσουν τη λογική τους. Σίγουρα η βουβή οργή που βλέπεις παντού καθώς και η εμπειρία του 2019 που ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιρνε στις δημοσκοπήσεις 6 μονάδες κάτω, είναι ενθαρρυντικά όμως πρέπει να αναθεωρήσουμε αρκετά στη τακτική και στρατηγική μας. 

Αντί λοιπόν να κάνουμε το ελάχιστο δηλαδή να αναδεικνύεις την απόσταση λόγων και έργων, τα συμφέροντα που υπηρετεί, την τραγική ανικανότητα σε πανδημία, φωτιές, Αιγαίο, σε χιονοπτώσεις κτλ μήπως θα έπρεπε σε κάθε τομέα να προβάλουμε το δικό μας σχέδιο διακυβέρνησης όχι ως έκφραση υπεράσπισης αρχών ή ότι εμείς θα το κάνουμε καλύτερα αλλά ως ρεαλιστικές λύσεις που θα βάλουν τη χώρα σε διαφορετική τροχιά; Τι διαφορές θα δει στη ζωή του ο πολίτης, με ποιους και με ποιο τρόπο θα συγκρουστεί για να βάλει σε άλλη τροχιά τη χώρα (πώς θα πάρει πίσω το δημόσιο τη ΔΕΗ και μία συστημική τράπεζα, πώς θα κάνει άλλη φορολογική πολιτική όταν πρέπει να αντιμετωπίσει ένα τεράστιο πλέγμα προστασίας της φοροδιαφυγής, πώς θα αντιμετωπίσουμε τα ιδιωτικά συμφέροντα σε κάθε τομέα της οικονομίας τα οποία είναι εχθρικά σε κάθε αλλαγή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής). Η απομάκρυνση των εκλογών δίνει την δυνατότητα αναδιοργάνωσης της παρέμβασης μας σε διάφορους χώρους. Η συζήτηση για το πως θα είναι η επόμενη φορά έχει ανοίξει, πολύ ενδεικτικά σταχυολογώ δύο αποσπάσματα. Το ένα του Κώστα Καλλωνιάτη.

Μπορούμε για παράδειγμα, να εφαρμόσουμε ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα προς όφελος της πλειοψηφίας, αν δεν απαντήσουμε ή ακόμη χειρότερα αν θεωρήσουμε de facto αναπάντητα ορισμένα ερωτήματα, όπως για παράδειγμα:

Τι κάνουμε με τις τράπεζες, τα κόκκινα δάνεια, για την προστασία των δανειοληπτών;

Τι κάνουμε με την ΤτΕ, όταν συστηματικά και με σχέδιο υπονομεύει την κυβέρνηση και την κυβερνητική πολιτική που έχει ψηφίσει ο ελληνικός λαός;

Τι κάνουμε με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς όταν οι ίδιοι αποτελούν εστίες διαφθοράς και κράτος εν κράτει;

Τι κάνουμε με τη δημόσια διοίκηση, όταν υπάρχουν θύλακες δολιοφθοράς του κυβερνητικού έργου που ο ελληνικός λαός έχει ψηφίσει, της κυβέρνησης που ο λαός έχει επιλέξει;

Τι κάνουμε με τους εκπροσώπους της διαπλοκής και του παλιού πολιτικού συστήματος μέσα σε κρίσιμες δομές εξουσίας, κρατικές δομές;

Τι κάνουμε με τους ολιγάρχες που κατέχουν μονοπωλιακές θέσεις στα μέσα ενημέρωσης;

ή ακόμα καλύτερα το διατυπώνει ο Σεβαστάκης στην Αυγή:

Πόσα νομοσχέδια προετοιμάζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. αυτή τη στιγμή; Ποιες τροποποιήσεις του διοικητικού σώματος (νόμων, διευθύνσεων κ.λπ.) προετοιμάζονται; Ποιες ομάδες εργάζονται; Πώς λύνονται τα τεράστια προβλήματα όχι νομοκατασκευής αλλά υπερνίκησης εμποδίων που κατέστρεφαν νομοθετικές προσπάθειες; Γιατί καλή είναι η αντιπολίτευση επί των λαθών των άλλων, είναι αναγκαία η αντιπολίτευση στα σημεία κρίσης, είναι πολύ σημαντικός ο εντοπισμός και η καταγγελία, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. δεν είναι πια (μετά και την κυβερνητική του εμπειρία) επαγγελματίας αντιπολιτευόμενος αλλά δυνάμει κυβερνήτης. Το «όχι» πρέπει να ακολουθείται από θέση, συγκεκριμένη, μετρημένη. Διαβούλευση ναι, δημοκρατική ζύμωση ναι, αλλά όχι αέναη μετάθεση και αναβολή για να μη «δυσαρεστήσουμε κανέναν». Δουλειά επί συγκεκριμένων. Και αξιοποίηση όλου του δυναμικού. Όχι μόνο παρεούλες.

Για να μην αναφέρω τις τοποθετήσεις του Παύλου Πολάκη, και του Νικου Ξυδάκη  για την επόμενη φορά.

Συνεπώς η επόμενη φορά δεν θα είναι ένα παραμύθι για καλούς πρίγκιπες που απελευθερώνουν το λαό από τα δεσμά του κακού δράκου (νεοφιλελευθερισμού) αλλά θα είναι μια σύγκρουση δυνάμεων και οργανωμένων στρατών με επίδικο ποιος θα πληρώσει την κρίση που ζούμε. Πιθανότητες να κερδίσει έχει αυτός που ετοιμάζεται και διαμορφώνει τα όπλα και τις δυνατότητες αντί να κάθεται να περιμένει το τραίνο της εξουσίας να περάσει για να τον πάρει. Αν την πρώτη φορά αριστερά διαμορφώθηκαν δύο ομάδες, μία που σε συνθήκες μνημονίου προσπαθούσε να διατηρήσει μια αριστερή φυσιογνωμία στις επιλογές και σε μία που ζητούσε την εξουσία για την εφαρμογή φιλολαϊκών πολιτικών όσο αυτές ήταν δυνατές στο δεδομένο πλαίσιο και οι δύο ομάδες θα κριθούν στη δημιουργία ενός ρεαλιστικού αντίπαλου σχεδίου μάχης. Η άνοδος ακροδεξιών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη και η καταψήφιση του νέου συντάγματος στη Χιλή (ενός προοδευτικού που θα αντικαθιστούσε το σύνταγμα της χούντας του Πινοσέτ) δείχνουν δύο πράγματα:  ότι η οργή δεν είναι δεδομένο ότι θα έρθει στα δικά μας “καλάθια” και δεύτερον ότι μετά από τριάντα χρόνια νεοφιλελεύθερων πολιτικών έχει διαμορφωθεί ένα κοινός νους που είναι συμβατός και αναπαράγει αυτό το καθεστώς και συμπυκνώνεται στην παρακάτω αφήγηση  όπως την περιγράφει η Irina Domurath  στο Social Europe για τη Χιλή 

“Κατάγομαι  από ένα φτωχικό μέρος.Το κράτος ποτέ δεν έκανε τίποτα για μένα ή την οικογένεια μου,όλα όσα έχουμε τα αποκτήσαμε εξαιτίας της σκληρής δουλειάς ….δεν θέλω η οικογένεια μου να πληρώνει φόρους για το δεύτερο σπίτι μας που το φτιάξαμε χωρίς τη βοήθεια κανενός.Δεν θέλω να πληρώνω για τους τεμπέληδες που δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να ζητούν κοινωνικά βοηθήματα…Ο καθένας είναι αρχιτέκτονας του δικού του μέλλοντος.” 

Τέτοιες αντιλήψεις είναι ευρέως διαδεδομένες και στην Ελλάδα Απέναντι σ αυτές  ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δώσει ένα σκληρό αγώνα ηγεμονίας για να δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο όπου πυρήνα θα έχει τη διασφάλιση της δημόσιας παροχής των κοινωνικών αγαθών (παιδεία, υγεία, ασφάλιση).

Συζητώντας για το χώρο της εκπαίδευσης 

Το γράμμα αυτό θα μπορούσε να ξεκινήσει με μερικές εξόφθαλμες ανεπάρκειες της υφιστάμενης μορφής του τμήματος παιδείας

Α) είναι δυνατόν όλη η εκπαιδευτική κοινότητα να συζητά το νόμο για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και να μην υπάρχει μια ανακοίνωση καταγγελίας και έστω ένα προσχέδιο του νόμου που θα φέρουμε και θα το καταθέσουμε για συζήτηση με την κοινωνία όταν θα έρθουμε στα πράγματα. Δεν γίνεται να μην παρουσιάζουμε ένα δικό μας σχέδιο για το πώς η εκπαίδευση θα γίνει καλύτερη. Θα φέρουμε τον προηγούμενο που ψήφισαμε το 2015, τι θα αλλάξουμε πως θα εξασφαλίσουμε την στήριξη της κοινωνίας?

Β)πως γίνεται τώρα που  οι εκπαιδευτικοί και ειδικότερα οι αναπληρωτές που εξ αιτίας του κόστους ζωής (ΔΕΗ, Βενζίνη, Πετρέλαιο, αύξηση τιμών στα super market) δεν μπορούν να βγάλουν το μήνα χωρίς βοήθεια από οικογένεια ή δεύτερη εργασία να μην υπάρχει ανακοίνωση για την πρόθεση να αυξήσουμε το μισθό του εκπαιδευτικού ή να ξεκινήσουμε καμπάνια για τον έλεγχο της αισχροκέρδειας;

Θα μπορούσα να συνεχίζω για αρκετά θέματα, δε γίνεται ένα τμήμα παιδείας να βλέπει την έκδοση ανακοίνωσης ως υποχρέωση και όχι ως τροχιοδεικτικά βλήματα για το ποια κατάσταση θέλει να διαμορφώσει όταν πάρει την εξουσία.

Ένα κόμμα που θέλει να κυβερνήσει δεν αρκείται στην εναντίωση  σε πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής (Ελάχιστη Βαση Εισαγωγής, αστυνομία στα πανεπιστήμια, τα σκοίλ εληκικού, τις μάσκες αλεξίπτωτα, τα παγουρίνα ρακοπότηρα, τις παράλογες οδηγίες για αντιμετώπιση  πανδημία) χτίζει το δικό του σχέδιο για την εκπαίδευση και προετοιμάζει τους όρους για την υλοποίηση του. Δέστε τι έκανε η ΝΔ στην αντίστοιχη θέση 

Στην ουσία φτιάχνουμε σχέδιο αφήγημα για το πως θα κυβερνήσουμε και ταυτόχρονα προετοιμάζουμε οργανωτικά τους όρους για να το υποστηρίξουμε.

Η ανυπαρξία τέτοια δουλειάς από το τμήμα παιδείας έχει δύο εξηγήσεις. Είτε βγάζω ανακοινώσεις μόνο για αυτά που συγκροτούν την αριστερή μου ταυτότητα (αστυνομοκρατία, δημόσια παροχή, εναντίωση σε ιδιωτικοποίηση) και αφήνω τα υπόλοιπα για όταν βρεθώ σε κυβερνητικές θέσεις μια και είναι δευτερεύοντα διαχειριστικά. Είτε υποβόσκει μια αντίληψη ότι όπως ακριβώς η οργή του κόσμου έφερε το ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση χωρίς να έχει οργανώσεις και έτοιμο κυβερνητικό πρόγραμμα έτσι και τώρα με την χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης, η οποία θα καταρρεύσει από τα σκάνδαλα και την ανικανότητα της, ο λαός αργά η γρήγορα θα φέρει το ΣΥΡΙΖΑ  σε θέσεις κυβερνητικής ευθύνης.

Για να το συνοψίσουμε ένα κόμμα που θέλει να κυβερνήσει πρέπει να σκέφτεται και ως εν δυνάμει κυβέρνηση και όχι απλά ως φορέας και κιβωτός αξιών-αρχών. Οι αξίες  και αρχές που δεν μετατρέπονται σε κυβερνητικό σχέδιο σε μέσο κινητοποίησης εργαζομένων είναι κατάλληλες για βραδινές συζητήσεις σε ταβέρνες. Για να θέλεις να γίνεις κυβέρνηση θα πρέπει να κάνεις απολογισμό της προηγούμενης φοράς αριστερά, τι πήγε λάθος, φταίει μόνο η υπεροπλία των θεσμών και η υπεροχή του αντισυριζα μετώπου στο δημόσιο λόγο. Τι μέτρα θα πάρεις την επόμενη φορά, πως θα εξασφαλίσεις την ενεργητική στήριξη των στρωμάτων που θέλεις να εκφράσεις. Με ποια οργάνωση θα υπερκεράσεις την υπεροπλία του αντιπάλου, (ποιοι θα ετοιμάσουν νομοσχέδια ..που δεν θα πέφτουν στα δικαστήρια, πως θα στελεχωθούν υπηρεσίες με άτομα που θα θέλουν να στηρίξουν το πολιτικό σχέδιο, πως θα έχουμε ετοιμάσει το έργο από τα πιο απλά επιλογή στελεχών, θεσμικό πλαίσιο ΠΛΗΝΕΤ και Περιβαλλοντικών κέντρων, μέχρι νέα αναλυτικά προγράμματα) πως θα προετοιμάσουμε την κοινή γνώμη να στηρίξει ενεργά τις επιλογές.

Απολογισμός

Το βιβλίο του Γαβρόγλου είναι ένα πρώτο βήμα, μια περιγραφή τι επιδιώχθηκε και πως σκέφτηκαν αυτοί που κλήθηκαν να διαχειριστούν τα θέματα παιδείας όμως λείπει το πως υποδέχθηκαν τα μέτρα αυτοί που τους αφορούσαν.

Γιατί η ΝΔ έκλεισε τη νομική Πάτρας και πράσινες σχολές χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, χωρίς να γίνουν μαζικές διαμαρτυρίες; Η δική μας επιδίωξη να ενισχύσουμε την δημόσια παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν συνάντησε την ενεργητική στήριξη των στρωμάτων που θέλαμε να βοηθήσουμε .

Γιατί η μάχη για την αριστεία- πρότυπα πειραματικά, που αποτελούσε ιδεολογική μητέρα των μαχών για το πώς πρέπει να είναι η εκπαίδευση  δόθηκε χωρίς να κινητοποιηθούν το σύνολο του κομματικού μηχανισμού και όχι μόνο;

Γιατί ενώ με το νομοσχέδιο καταργήσαμε την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και επαναφέραμε αυτούς που είχαν βγει σε διαθεσιμότητα δεν κερδίσαμε στις εκλογές των σωματείων;

Πώς θα αναμετρηθούμε με τη λογική που λέει προτιμώ να πληρώσω σπουδές σε Κύπρο, Βουλγαρία ,Ρουμανία παρά να διεκδικήσω καλύτερες σπουδές εδώ; Πώς μιλάμε για υπεράσπιση δημόσιας εκπαίδευσης σε μια χώρα με τις μεγαλύτερες ιδιωτικές δαπάνες εκπαίδευσης; Πώς μπορούμε να στηρίξουμε την τεχνική εκπαίδευση χωρίς να αλλάξουμε παραγωγικό μοντέλο της χώρας; Πώς μπορούμε να στηρίξουμε οικονομικά την δημόσια εκπαίδευση χωρίς ένα καλύτερο φορολογικό σύστημα που θα μας επιτρέψει να συγκεντρώσουμε πόρους από στρώματα που συστηματικά φοροδιαφεύγουν (ελεύθεροι επαγγελματίες, εστίαση, τουρισμός) και ταυτόχρονα να μην τους στείλουμε στην αγκαλιά της ΝΔ που υπόσχεται ακριβώς αυτό (μείωση φόρων, ανυπαρξία ελέγχων και διάθεση  των χρημάτων  για την αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών από όποιο ιδιωτικό πάροχο, εγχώριο ή ξένο  επιθυμούν).

Συνοψίζοντας η εμπειρία της πρώτης φοράς αριστεράς έδειξε τα όρια των καλών προθέσεων. Η πολιτική είναι σχέδιο μάχης, πως αντιμετωπίζεις οργανωμένα συμφέροντα (σχολάρχες κάθε λογής από φροντιστήρια μέχρι κεκ, κολέγια και διαμορφωμένες αντιλήψεις για αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών ως ατομικό πλεονέκτημα στην αγορά εργασίας), πώς αντιπαλεύουμε την ιδεολογική ηγεμονία του αντιπάλου ότι το ιδιωτικό είναι αποδοτικό ευέλικτο και το δημόσιο αργοκίνητο αντιπαραγωγικό και δουλεύει προς όφελος συντεχνιών, πώς δεν δίνουμε μόνοι την μάχη απέναντι στην αριστεία και στη λογική ότι η βελτίωση του σχολείου περνάει μέσα από σκληρές εξεταστικές διαδικασίες. Πώς ισορροπούμε μεταξύ αύξησης φορολογίας για στήριξη δημόσιου τομέα και του κόσμου που δεν την εμπιστεύεται ή του κόσμου που ζει προσφέροντας ιδιωτικές υπηρεσίες εκπαίδευσης; Πώς απαντάμε στα ερωτήματα γονιών γιατί είμαστε μια από τις λίγες χώρες που υπάρχουν ο θεσμός του φροντιστηρίου ξένων γλωσσών γιατί σε άλλες χώρες αυτό γίνεται μέσα σε δημόσιες δομές. Γιατί ενώ έχουμε από τα πιο δύσκολα και απαιτητικά ακαδημαϊκά προγράμματα σπουδών από το δημοτικό ακόμα οι μαθητές πατώνουν στις διεθνείς εξετάσεις και ξεπερνιούνται από χώρες με αναλυτικά προγράμματα που έχουν πολύ λιγότερη ύλη και απαιτήσεις; Αν δεν απαντήσουμε σε αυτά αφήνουμε το πεδίο της βελτίωσης της εξέλιξης του εκπαιδευτικού συστήματος στον αντίπαλο. Επείγει να φτιάξουμε το δικό μας αφήγημα για την εκπαίδευση το αντίστοιχο πρόγραμμα Θεσσαλονίκης για την παιδεία το οποίο συμπυκνωμένο σε 5-10 άξονες θα δίνει μια σαφή εικόνα που θέλεις να πας τα πράγματα πως και με ποιους. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι μόνο νομοσχέδια που αρκεί η κατάργηση τους για να μας ακολουθήσει ο κόσμος. Είναι τρόπος σκέψης εμπεδωμένος στην καθημερινή πράξη είναι σύλληψη για το πως πρέπει να είναι η κοινωνία, προσανατολίζει συμπεριφορές και επιλογές και δρα ως συγκολλητική ουσία του κοινωνικού μπλοκ που στηρίζει τη ΝΔ

Η εκπαίδευση είναι ένα ακόμα μέτωπο στη μάχη για το ποιο δρόμο θα τραβήξει η ελληνική κοινωνία και συγκροτείται από πληθώρα μικρών και μεγάλων συγκρούσεων από το ποιος μπορεί να κρατά τη σημαία και πως επιλέγεται μέχρι το πως θα παράγεται ο εργαζόμενος του μέλλοντος, ποιος πολιτικός φορέας μπορεί να υποσχεθεί τη συνέχιση της εκπαίδευσης ως κοινωνικό ανσανσέρ, ποιος ερμηνεύει τη σημερινή δυσλειτουργία και παράγει σχέδιο για μια καινούρια Ελλάδα.

Μαθαίνοντας από το απέναντι στρατόπεδο. Το αφήγημα της ΝΔ

Η ΝΔ συστηματικά τα τελευταία χρόνια διαμόρφωσε ένα αφήγημα (αντιγραφή από τα αντίστοιχα Αμερικάνικα και ειδικά την έκθεση <<Ενα έθνος σε κίνδυνο>>του 1983) αξιοποίησε  τις διεθνείς εξετάσεις της PISA και τις χαμηλές επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών σε αυτήν, παρήγαγε μέσα από ελεγχόμενα από αυτήν ινστιτούτα όπως το ΔΙΑΝΟΕΣΙΣ και το ΙΟΒΕ, δημοσιεύματα  για το χάλι της εκπαίδευσης, για την κατάντια του σημερινού σχολείου, για τους απόφοιτους δημοτικού των παλαιότερων εποχών που είχαν περισσότερες γνώσεις από τους σημερινούς απόφοιτους λυκείου, για το χάσμα δεξιοτήτων μεταξύ αυτών που ζητά η αγορά εργασίας και αυτό που παράγουν τα ελληνικά ΑΕΙ, για τη βάση του 10 και τις σχολές που γεμίζουν με απόφοιτους του 7 κτλ. Έχουμε σε όλους τους τόνους μια αφήγηση πτώσης παρακμής, κάθε τόσο εκπομπές με μαργαριτάρια μαθητών ή απόψεις καθηγητών πανεπιστημίου για το πόσο ελλιπείς σε βασικές δεξιότητες είναι οι πρωτοετείς φοιτητές. Μια πολύ συνεκτική παρουσίαση της αφήγησης αυτής με διάγνωση του προβλήματος και την προβλεπόμενη θεραπεία δίνεται από τον πρόεδρο του ΙΕΠ.

“Η εικόνα της βαθμίδας από την άποψη του αριθμού των σχολείων και του ανθρώπινου δυναμικού είναι: 2.980 σχολικές μονάδες, γυμνάσια και γενικά λύκεια, 542.000 μαθητές, ενώ το εκπαιδευτικό δυναμικό, μόνιμοι και αναπληρωτές, φτάνει τις 58.000. Συγκρίνοντας αυτά τα δεδομένα με τα αντίστοιχα πριν από 45 χρόνια, μπορούμε να μιλάμε για μία εκρηκτική ανάπτυξη, στο διάστημα από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η εκπαίδευση ήταν και είναι η κύρια οδός εξασφάλισης της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας για μεγάλες κατηγορίες του πληθυσμού.

Ωστόσο η βελτίωση των ποσοτικών μεγεθών βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που συνόδευσαν αυτή τη μεγέθυνση. Και αυτό γιατί, παρά την αύξηση των σχολικών μονάδων, τη βελτίωση των υποδομών, τη συμπερίληψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των παιδιών 12 έως 18 ετών στο σύστημα, το σχετικά περιορισμένο drop out, την εξαιρετική αναλογία διδασκομένων προς διδάσκοντα (8,2 μαθητές ανά διδάσκοντα στο Γυμνάσιο και 10,5 στο Λύκειο), τον εμπλουτισμό των προγραμμάτων σπουδών κ.λπ., αυτό το γιγάντιο πια σύστημα σφραγίστηκε από μία σταθερά υστέρησης στις απαιτήσεις των εποχών, από την άποψη των μορφωτικών αποτελεσμάτων, την καλλιέργεια δεξιοτήτων, τη σύνδεση με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και την οικονομία εν γένει.

Οι τελευταίες εκθέσεις της ΑΔΙΠΔΕ και της Commission, που είδαν το φως της δημοσιότητας, επιβεβαιώνουν για άλλη μία φορά το πρόβλημα. Σύμφωνα με την έρευνα της Commission, 32%, κατά μέσον όρο, των δεκαπεντάχρονων μαθητών υστερούν στους τρεις βασικούς γραμματισμούς, γλώσσα (27,3%), μαθηματικά (35,8%) και φυσικές επιστήμες (32,7%). Πρακτικά, δηλαδή, στη ζώνη της αποτυχίας κατατάσσονται παιδιά λειτουργικά αναλφάβητα στα τρία πεδία. Μάλιστα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό ότι αυτά τα ποσοστά αποτυχίας έχουν αυξηθεί σημαντικά στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας”

Με λίγα λόγια, το εκπαιδευτικό σύστημα αναπτύχθηκε και κάλυψε όλο τον πληθυσμό, έδωσε δυνατότητες σε μαθητές από φτωχά στρώματα και στήριξε την οικονομική ανάπτυξη της χώρας όμως σήμερα παρά το ότι οι δαπάνες είναι ψηλές και στον ευρωπαικό μέσο όρο τα αποτελέσματα δεν είναι καθόλου καλά. Γιατί, τι φταίει;

<<Στο δημόσιο διάλογο της τελευταίας δεκαετίας οι φωνές που χρέωσαν αυτή την κακοδαιμονία στην ιδεολογική ηγεμονία ενός εκπαιδευτικού λαϊκισμού ήταν ασυνήθιστα πολλές, συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο. Ο κοινός τόπος αυτών των προσεγγίσεων είναι ότι χρόνο το χρόνο, πενταετία την πενταετία, δεκαετία τη δεκαετία, η κατίσχυση μιας κουλτούρας ευκολίας και ραστώνης, με διαρκή περιστολή των εκπαιδευτικών απαιτήσεων, με συρρίκνωση των προϋποθέσεων ως προς την προαγωγή ή την απόλυση των μαθητών, με απουσία οποιασδήποτε μορφής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου, αποτέλεσε μία από τις βασικές αιτίες της εκπαιδευτικής δυστοπίας που φανερώθηκε ακόμα πιο έντονα στα χρόνια της κρίσης.>>

Το πρόβλημα της εκπαίδευσης είναι λοιπόν πρόβλημα κουλτούρας, νοοτροπίας, συνηθειών, αντιλήψεων. Πρέπει να έρθει μια νέα αντίληψη που θα υλοποιηθεί μέσα από τα νομοσχέδια και θα εστιάζει στην αριστεία στον ανταγωνισμό στην επιβράβευση της προσπάθειας και της διάκρισης τον έλεγχο την απόδοση λόγου την επιβράβευση και την τιμωρία των λειτουργών. Είναι η παλιά αφήγηση να σηκώσουμε τα μανίκια και να δουλέψουμε να πάρουμε τα μέτρα για να αλλάξουμε τη χώρα. Η σύγκρουση για την εκπαίδευση παρουσιάζεται ως σύγκρουση δύο κόσμων για το μέλλον της χώρας από τη μία οι βολεμένοι που δεν θέλουν ν αλλάξει τίποτα και από την άλλη οι δυνάμεις της προόδου των μεταρρυθμίσεων της σκληρής δουλειάς που προσπαθούν να απαντήσουν στις προκλήσεις τις εποχής και στις δυνάμεις αδράνειας. Η μάχη αυτή δεν έχει επίκεντρο τους εκπαιδευτικούς έχει κύριο αποδέκτη την κοινωνία τους γονείς που ανησυχούν για το μέλλον των παιδιών τους, βλέπουν τα έξοδα που κάνουν να μην εξασφαλίζουν τίποτα, να βλέπουν την πιο μορφωμένη γενιά της ελληνικής κοινωνίας χωρίς προοπτικές πέρα από τη μετανάστευση. Τον κόσμο αυτό θέλει να πλησιάσει και να κερδίσει η κυβερνητική προπαγάνδα και να τους κάνει αρνητικά διακείμενους απέναντι στους εκπαιδευτικούς.

Όλα τα νομοσχέδια βασίζονται πάνω σε αυτό το υπόστρωμα, από αυτό νομιμοποιούνται και υποστηρίζονται. Ακριβώς ένα αντίστοιχο αφήγημα πρέπει να δημιουργήσουμε ,και το ενιαίο δωδεκάχρονο δεν αρκεί, χρειάζεται ερμηνεία του τι πάει στραβά στο υπαρκτό σχολείο, τι αλλαγές χρειάζεται με ποια μέτρα θα δημιουργήσεις τη λεωφόρο για το μέλλον.

Προφανώς το αφήγημα για την εκπαίδευση συμπληρώνεται από την έκθεση Πισσαρίδη τη βίβλο του ψηφιακού μετασχηματισμού το σχέδιο Ελλάδα 2.0 δηλαδή ένα σχέδιο για το τι θα γίνει στους παραγωγικούς τομείς και τι υποδομές πρέπει να δημιουργηθούν για να συγκροτηθεί το νέο παραγωγικό υπόδειγμα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.

Συνεπώς όποια αντιπρόταση για την εκπαίδευση περνάει πρώτα απ όλα από την αμφισβήτηση αυτού του μοντέλου και του τρόπου που το υλοποιεί το επιτελικό κράτος του Μητσοτάκη.

Βασικά σημεία ενός αντίπαλου αφηγήματος θα πρέπει να είναι πολύ επιγραμματικά τα παρακάτω:

-Αμφισβήτηση της σχέσης εκπαίδευσης και ανάπτυξης, η ιστορία δείχνει ότι η εκπαίδευση ακολουθεί την ανάπτυξη και δεν προηγείται, παρά τα ιδεολογήματα του ΟΟΣΑ η ανάπτυξη της ναυτικής και τουριστικής εκπαίδευσης ακολούθησαν την ανάπτυξη των αντίστοιχων τομέων δεν την δημιούργησαν. Το ιδεολόγημα ότι η εκπαίδευση καθορίζει το μέλλον της χώρας κρύβει με πολύ έντεχνο τρόπο τις ευθύνες της κρατικής πολιτικής αλλά και του κεφαλαίου που πια δεν επενδύει σε παραγωγικούς τομείς και ρίχνει τις ευθύνες για ανεργία και υποαπασχόληση στο χάσμα δεξιοτήτων. Το πιο διαφωτιστικό παράδειγμα είναι η γειτονική Τουρκία που τα πανεπιστήμια της βρίσκονται εκατοντάδες θέσεις πίσω από τα δικά μας όμως δέκα εταιρείες της είναι από τις πιο δυναμικές στον αεροδιαστημικό τομέα. Γιατί απλά έκανε το στοιχειώδες στη βιομηχανική πολιτική κάθε μεγάλη αγορά γινόταν με την προϋπόθεση της συμπαραγωγής (δηλαδή στήσιμο αλυσίδας παραγωγής στη χώρα). Εν αντιθέσει με μας που δίνουμε σχεδόν 10 δις σε εξοπλισμούς χωρίς να ενισχύεται ούτε με βίδα η παραγωγική δυνατότητα της χώρας. Για όσους είναι παλιότεροι θα θυμίσω ότι το 1980 παρήγαγες οχήματα, πυραυλάκατους, κατασκευάζαμε μέρος φρεγατών, τώρα παρόλο που έχουμε πολύ καλύτερα τμήματα μηχανολόγων και ναυπηγών αυτοί αναζητούν δουλειά στο εξωτερικό. Για όσους θέλουν να δουν την ανικανότητα όσων μας κυβέρνησαν και την διαπλοκή ας αναζητήσουν την ιστορία του ΑΡΤΕΜΙΣ 30 που ήταν και η ταφόπλακα της ΕΛΒΟ. Συνεπώς οποιαδήποτε συζήτηση για την εκπαίδευση πρέπει να ξεκινάει από ένα διαφορετικό σχέδιο ανάπτυξης της χώρας διαφορετικού από το μοντέλο του φθηνού εργατικού δυναμικού και της προσέλκυσης ξένων επενδύσεων. Απαιτείται ένα σχέδιο για το ποιους τομείς θα στηρίξουμε με ποιο τρόπο και με ποια ροή χρήματος. Αν θέλουμε να αναπτύξεις ενεργειακές κοινότητες, φωτοβολταϊκά τι ρόλο στην παραγωγή τους τα ελληνικά ΑΕΙ, ποιος ο ρόλος της τεχνικής εκπαίδευσης στην υποστήριξη της τοποθέτησης και συντήρησης τους; Θέλουμε ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας,την χρήση αλγόριθμων και τεχνητής νοημοσύνης για απλοποίηση διαδικασιών και περιορισμό της γραφειοκρατίας πως θα συμβάλλουν τα πανεπιστήμια σ αυτό και με ποιο τρόπο;

-Απέναντι στην διακυβέρνηση μέσω αξιολόγησης και την επίτευξη μετρήσιμων στόχων και στην διαμόρφωση μιας ισχυρής πυραμίδας ελέγχου θα πρέπει να διαμορφώσουμε ένα αντίθετο μοντέλο βασισμένο στον επαγγελματισμό και στην αυτονομία των εργαζομένων σ’ αυτόν, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα τους όρους για την διαρκή εξέλιξη και βελτίωση των οργανισμών. Καλό είναι για να μην ανακαλύπτουμε τον τροχό, να μελετήσουμε τις σκανδιναβικές χώρες που έχουν ισχυρή παράδοση public managment  βασισμένο στην αναβάθμιση των ικανοτήτων των εργαζομένων.

-χρειαζόμαστε μια επανεξέταση της ύλης, του ΑΠ στο Δημοτικό και Γυμνάσιο, τι συγκροτεί γενική μόρφωση και τι διαδικασία ξεσκαρταρίσματος για την επιλογή σε ΑΕΙ. Η ύλη των σχολικών αντικειμένων λειτουργεί όπως λειτουργούσε η καθαρεύουσα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ήταν εκείνο το εμπόδιο που χώριζε την ήρα από το στάρι. Στη συζήτηση αυτή θα κερδίσουμε τους γονείς που βλέπουν τα παιδιά τους να τρώνε τα καλύτερα χρόνια σε γερμανικά ωράρια σε φροντιστήρια και διαβάσματα γνώσεων που ξεχνιούνται μετά τις εξετάσεις. Θα έχεις απέναντι σου τα φροντιστήρια βέβαια και όχι μόνο.

Στο δια ταύτα 

Το λιγότερο που μπορούμε  να κάνουμε είναι να αντιγράψεις τη ΝΔ και γίνομαι πιο σαφής 

-συγκροτείς από τώρα το τμήμα παιδείας γύρω από αυτούς που θα στελεχώσουν το υπουργείο παιδείας. Ξεκινάμε από την ομάδα που είχαμε απλά ή βάζουμε καινούριους αλλά ο στόχος είναι να μπορούμε να ετοιμάσουμε προσχέδια νομοσχεδίων τα οποία θα τα καταθέτουμε για διαβούλευση απέναντι σ αυτά της ΝΔ.

-χρειαζόμαστε ομάδες εργασίες ανά βαθμίδα και ανά θέμα που θα είναι ανοιχτές σε νέο κόσμο να συνεισφέρουν καταθέτοντας τεχνογνωσία και εμπειρία.

-την ένταξη σ’ αυτές τις δομές των συνδικαλιστών των αντίστοιχων χώρων όχι μόνο για να σε γλιτώνουν από λάθος εκτιμήσεις αλλά και ως στοιχειώδη ενημέρωση για το τι σκέφτονται οι εργαζόμενοι στους αντίστοιχους χώρους.

-συνεργασία με πανεπιστήμια και κινητοποίηση του επιστημοτεχνικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ για την δημιουργία σχεδίων δράσεων ξεκινώντας από την στοιχειώδη μελέτη των χωρών που θεωρείς ότι κινούνται σε ανάλογες κατευθύνσεις, πχ τι σημαίνει ψηφιακός μετασχηματισμός της εκπαίδευσης, τι θα πρέπει να συγκροτεί τον πυρήνα των γνώσεων ενός αναλυτικού προγράμματος του ενιαίου δωδεκάχρονου σχολείου κτλ. 

-όπως ακριβώς για τη ΝΔ η εκπαίδευση είναι οργανικό  κομμάτι του μοντέλου ανάπτυξης της χώρας (έκθεση Πισσαρίδη -Ελλάδα 2.0 στην ουσία φθηνή εργασία άρα έμφαση στις διαρκείς εξετάσεις που θα στρέφουν την πλειοψηφία κάθε γενιάς εκτός λυκείου) με τον ίδιο τρόπο πρέπει να συνεργαστεί το τμήμα παιδείας  με τα αντίστοιχα τμήματα βιομηχανίας και οικονομίας για να περιγράψει πως η εκπαίδευση θα υπηρετήσει ένα διαφορετικό αναπτυξιακό σχέδιο 

ΥΓ1 η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ για επιστροφή της ΔΕΗ και της Εθνικής τράπεζας σε δημόσιο έλεγχο είναι κεντρικές πολιτικές επιλογές για να δημιουργηθούν οι δυνατότητες για ένα άλλο δρόμο, αντίστοιχα βήματα πρέπει να γίνουν σε κάθε τομέα της κυβερνητικής πολιτικής.

ΥΓ2 Για όσους είμαστε χρόνια στο συνδικαλισμό αυτή η μορφή λειτουργίας του τμήματος παιδείας  θυμίζει ΜΚΟ κάτι σαν greenpeace, υπάρχει ένα κεντρικό γραφείο που βγάζει ανακοινώσεις και υπάρχει δίκτυο υποστηρικτών, αυτή η μορφή δεν αξιοποιεί ούτε το υπάρχον δυναμικό ούτε πολύ περισσότερο δεν κινητοποιεί νέο κόσμο, δεν γίνεται να συνεχίσει όταν ο αντίπαλος διαθέτει τέτοια υπεροπλία στη δημόσια σφαίρα.

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter