Εκτίμηση ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού το 2016 θα πλησιάσει το 2% έναντι αρχικού στόχου 0,5% που προέβλεπε το πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής, διατύπωσε ο Γ.Γ. Δημοσιονομικής Πολιτικής, Φραγκίσκος Κουτεντάκης.
Την εκτίμηση αυτή κάνει ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Ναυτεμπορική”, που επισημαίνει ότι το γεγονός αυτό δημιουργεί νέα θετικότερα δεδομένα για την εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών όχι μόνο το 2016 αλλά και τα επόμενα χρόνια.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Κουτεντάκης αναφέρει μεταξύ άλλων: «…θα πρέπει να περιμένουμε και τα στοιχεία των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης ώστε να διαμορφώσουμε μια πληρέστερη εκτίμηση για τη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Πάντως, δεν περιμένουμε κάποια αρνητική έκπληξη, πράγμα που σημαίνει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να κλείσει κοντά στο 2%. Η τελική ετυμηγορία φυσικά ανήκει στην ΕΛΣΤΑΤ και τη Eurostat που θα ανακοινώσουν το επίσημο αποτέλεσμα με την ισχύουσα μεθοδολογία».
Ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής αναφερόμενος στην υπεραπόδοση των εσόδων το 2016 επισημαίνει ότι «δεν έχουμε κανένα λόγο να αναμένουμε επιδείνωσή τους το επόμενο έτος, άρα είναι πιθανό να δούμε υπεραπόδοση εσόδων και το 2017». Σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση η υπεραπόδοση των εσόδων του 2016 στη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς αναφέρει ότι «ένα σημαντικό μέρος της υπερεκτέλεσης του 2016 είναι μόνιμου χαρακτήρα, δηλαδή μεταφέρεται και στα επόμενα χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι μειώνεται το κενό του 2018» και τονίζει: «Αυτό υπαγορεύει η στοιχειώδης οικονομική λογική που ελπίζω να αποδεχτούν και οι θεσμοί. Είναι ακατανόητο να επιμένουν στην ύπαρξη δημοσιονομικού κενού και να ζητούν πρόσθετα μέτρα όταν όλα τα επίσημα στοιχεία δείχνουν το ακριβώς αντίθετο. Ελπίζω ότι αυτή τη φορά δεν θα αγνοήσουν την πραγματικότητα και θα αναθεωρήσουν τις προβλέψεις τους».
Σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο να υπάρξει μεγάλη καθυστερήση στο κλείσιμο της αξιολόγησης ακόμη και έως τον Ιούλιο απαντά: «Δεν θεωρώ πιθανό να υπάρξει τόσο μεγάλη καθυστέρηση της αξιολόγησης, εκτός αν κάποιοι από τους δανειστές επιθυμούν να υπονομεύσουν την κυβέρνηση και να ναρκοθετήσουν το πρόγραμμα. Πάντως σε μια τέτοια περίπτωση με ανησυχεί περισσότερο η επίπτωση στην πραγματική οικονομία, λόγω παράτασης της αβεβαιότητας και λιγότερο οι ταμειακές ανάγκες».
Στο ερώτημα αν πρέπει να ψηφιστούν προληπτικά μέτρα για το 2019 προκειμένου να κλείσει έγκαιρα η αξιολόγηση, ο κ. Κουτεντάκης επισημαίνει: «Η ψήφιση προληπτικών δημοσιονομικών μέτρων για το 2019 αποτελεί μια πολιτικά πρωτόγνωρη απαίτηση που προφανώς υπερβαίνει τα όσα έχουν συμφωνηθεί. Επιπλέον, είναι απόλυτα προσχηματική, που δεν εξυπηρετεί καμία ουσιαστική σκοπιμότητα. Δεν είναι αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη των στόχων, αφού τα δημοσιονομικά μεγέθη είναι σε καλύτερη τροχιά από τις προβλέψεις., Δεν είναι όμως ούτε και ικανή συνθήκη για τη διατήρησή τους, αφού μπορεί να ακυρωθεί ανά πάσα στιγμή από μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την κατάσταση με ψυχραιμία και διαπραγματεύεται μια αμοιβαία αποδεκτή λύση. Είμαι αισιόδοξος ότι θα καταλήξουμε σύντομα σε μια τέτοια λύση, αφενός για το συμφέρον των Ελλήνων πολιτών και αφετέρου για τη διάσωση όσης πολιτικής εντιμότητας έχει απομείνει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς».