«Η Νέα Δημοκρατία και οι συνοδοιπόροι της δεν διστάζουν να ρίχνουν λάσπη σε θεσμούς του κράτους, στα όργανά του όπως είναι η ΕΛΑΣ, προκειμένου να απαξιώσουν το ρόλο τους, την ώρα που οι ίδιοι ισχυρίζονται ότι δίνουν μεγάλη σημασία στα θέματα ασφάλειας», δήλωσε η υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Όλγα Γεροβασίλη, σχολιάζοντας δημοσιεύματα και ανακοινώσεις συνδικαλιστών για «ρουσφέτια» σχετικά με τις μεταθέσεις στην ΕΛ.ΑΣ, που γίνονται και φέτος, όπως κάθε χρόνο, την ίδια εποχή.
Η υπουργός, σε συνέντευξή της στον «105,5 Στο Κόκκινο», τόνισε ότι «είμαστε ευαίσθητοι σε θέματα ασφάλειας» και για τη λειτουργία της ΕΛ.ΑΣ υπογράμμισε: «Η ΕΛΑΣ έχει τον ρόλο της, τις δομές της, τους μηχανισμούς της. Και δρα, σε συνέχεια και του κράτους, συνεχώς. Τα ζητήματα ασφάλειας δεν διακόπτονται για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Δεν διστάζουν λοιπόν να ρίξουν λάσπη στο ίδιο το αστυνομικό σώμα, τόσο στους επιτελείς του, τους αξιωματικούς της ΕΛΑΣ, όσο και στους αστυνομικούς του δρόμου, που κάθε μέρα δίνουν τη μάχη για τα ζητήματα αυτά […] Βλέπουμε “καταγγελίες” για ρουσφέτια, για το τι γίνεται στην προεκλογική περίοδο, μιλάνε για μεταθέσεις στην ΕΛΑΣ […] Είναι τακτικός ο χρόνος που γίνονται, γίνονται κάθε χρόνο την ίδια εποχή».
Η κ. Γεροβασίλη κατηγόρησε τη ΝΔ για πελατειακές και ρουσφετολογικές πολιτικές και ότι «κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια» έχοντας τάξει «σε δικά της παιδιά θέσεις» και, μεταξύ άλλων, τόνισε: «Η λειτουργία του κράτους δεν διακόπτεται, είναι και το αίτημα που είχαν όλοι οι πολίτες όταν η χώρα έμπαινε σε επανειλημμένες εκλογικές αναμετρήσεις […] αλλά αυτό ξαφνικά δεν… βολεύει, γιατί η ΝΔ θέλει να επιστρέψει για να ασκήσει τις πολιτικές που ασκούσε πάντα: πελατειακές και ρουσφετολογικές. Το ξέρουν καλά αυτό το παιχνίδι. Κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια θεωρώντας ότι εμείς κάνουμε το ίδιο. Αλλά δεν ήμασταν ποτέ ίδιοι, ούτε θα γίνουμε ποτέ ίδιοι. Έχουμε δώσει δείγματα γραφής όλα αυτά τα χρόνια, όσο κι αν προσπάθησαν να λασπώσουν αντικειμενικές, διαφανείς διαδικασίες που ακολουθήσαμε […]έχοντας οι ίδιοι στο μυαλό τους ότι έχουν τάξει σε “δικά τους παιδιά”, σε όλες τις θέσεις και τη δομή».
Σχετικά με τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο θέμα της ασφάλειας, η Όλγα Γεροβασίλη είπε: «Η Νέα Δημοκρατία έχει εφεύρει μερικά ιδεολογήματα ή και αποτελούν βαθιά ιδεολογική της τάση, όπως το ότι η ασφάλεια ταυτίζεται απολύτως με τη δράση της αστυνομίας. Δεν θα διαφωνήσουμε ότι είναι πάρα πολύ σημαντικός, καθοριστικός στο κομμάτι της καταστολής. Ωστόσο, είναι υπεραπλούστευση να μιλάει κάποιος για την ασφάλεια ταυτισμένη μόνο με τη δράση της Αστυνομίας και όποιος συζητά για οτιδήποτε άλλο, προληπτικές δράσεις, συνεργασίες φορέων, της κοινωνίας των πολιτών, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της Αστυνομίας, όλα αυτά βαφτίζονται από την πλευρά της ΝΔ “ανοχή στην παραβατικότητα” εκ μέρους της κυβέρνησης. Να είμαστε σοβαροί». Και συμπλήρωσε: «Στα ζητήματα της ασφάλειας είμαστε πάρα πολύ ευαίσθητοι και έχουμε στρέψει την προσπάθειά μας στη δραστική αντιμετώπιση της παραβατικότητας, με σημαντικά αποτελέσματα από την ΕΛΑΣ στο κατασταλτικό κομμάτι. Είναι, ωστόσο, απολύτως παραπλανητικό να διαδίδει κάποιος ότι μπορεί με την πρόθεσή του να καταργήσει την παραβατικότητα, να την εξαφανίσει από τον κόσμο. Είναι μία διαρκής μάχη που οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε κατάματα, αλλά και με όρους σεβασμού στην Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτή την προσπάθειά μας για ολιστική αντιμετώπιση, η ΝΔ τη βαφτίζει “ανοχή”, γιατί έχει αυτή στο μυαλό της ότι μόνο ένα σκληρό, αυταρχικό, αστυνομοκρατούμενο κράτος, είναι η απάντηση στην εγκληματικότητα και την παραβατικότητα».
Η κ. Γεροβασίλη αναφέρθηκε στη συνέχεια στην επόμενη εκλογική μάχη, επισημαίνοντας τα εξής: «Δεν είναι εύκολη, για πολλούς λόγους […] Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, βεβαίως, δίνει ένα σήμα και μία τάση, ωστόσο, το διακύβευμα είναι τελείως διαφορετικό […] Υπάρχει κόσμος, που βλέποντας το αποτέλεσμα, χωρίς να έχει ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ, αισθάνθηκε φόβο […] Η χαλαρότητα με την οποία μπορεί να προσέλθει κανείς στις ευρωεκλογές γίνεται ισχυρό δίλημμα στις εθνικές εκλογές. Δεν έχουμε, λοιπόν, παρά να ξετυλίγουμε το πρόγραμμά μας και στον τελευταίο Έλληνα πολίτη, να μιλήσουμε ειλικρινά. Όχι για να υποσχεθούμε αοριστολογίες, όπως μείωση φόρων και εξαγγελίες περίπου 5 δισ. ευρώ που δεν λέμε από πού θα τα βρούμε, αλλά δίνοντας τα δείγματα γραφής της πορείας μας αυτά τα 5 χρόνια και τα αποτελέσματα που έχουν παράξει. Και, βεβαίως, να πείσουμε ότι αυτό είναι ένα σχέδιο για να ανατάξουμε όλη την ελληνική κοινωνία, που οφείλουμε να ακολουθήσουμε χωρίς να εκτροχιάζουμε τα δημοσιονομικά μας».
Και κατέληξε: «Ένας μήνας είναι αρκετός πολιτικός χρόνος ώστε να μπορέσουμε να μιλήσουμε για το πραγματικό διακύβευμα, το σχέδιο με το οποίο θα διοικηθεί η χώρα τα επόμενα χρόνια».