Γερμανογαλλικό «ναι» στον Μπάιντεν

Γερμανογαλλικό «ναι» στον Μπάιντεν

Η νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ ανακοίνωσε πρόσφατα φορολογικά σχέδια που περιλαμβάνουν έναν παγκόσμιο ελάχιστο εταιρικό φόρο 21%, υπολογισμένο με βάση τα δεδομένα κάθε χώρας ξεχωριστά.

Αυτό θα έχει αποτέλεσμα να μειωθεί το κίνητρο των πολυεθνικών να καταφεύγουν σε εξωτικούς προορισμούς, όπου τους δίνεται η δυνατότητα να πληρώνουν ελάχιστους φόρους.

Η πρόταση του Αμερικανού προέδρου σκοπεύει να αναχαιτίσει την «κούρσα προς τον πάτο», όπως έχει χαρακτηριστεί η συνεχής πτώση των εταιρικών φόρων παγκοσμίως, και να φέρει έσοδα για τη χρηματοδότηση του φιλόδοξου σχεδίου ανάκαμψης. Χώρες με ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα, όπως η Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο, αναμένεται να αντιταχθούν σε μια τέτοια προοπτική.

Στην εποχή που η μετατόπιση των κερδών των μεγάλων εταιρειών έχει γίνει εύκολη λόγω της ψηφιοποίησης της οικονομίας οι τρύπες στα ταμεία των χωρών υπολογίζονται σε 358 δισ. ευρώ τον χρόνο παγκοσμίως. Οι αμερικανικές πολυεθνικές είναι συνηθισμένες σε αυτή την τακτική.

Το μερίδιο των κερδών που διοχετεύουν σε φορολογικούς παραδείσους έχει εκτοξευτεί στο 25-30% από 5-10% τη δεκαετία του ’90. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, 109 χώρες έχουν μειώσει τον εταιρικό φόρο από το 28% στο 20,6% την τελευταία εικοσαετία. Κάποιες εταιρείες πληρώνουν ακόμη λιγότερους πραγματικούς φόρους. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η Amazon πληρώνει 11,8%, η Apple 14,4% και το Facebook 12,2%.

Τι προβλέπεται

Το σχέδιο Μπάιντεν προσπαθεί να απαντήσει σε τρεις διαφορετικές ανάγκες. Η πρώτη είναι να εξασφαλιστούν έσοδα για την εποχή μετά την πανδημία. Αυξάνοντας τον εταιρικό φόρο των κερδών των αμερικανικών επιχειρήσεων από 21% σε 28% θα μπορούσε να συσσωρεύσει 2 τρισ. δολάρια σε περίοδο 15 ετών.

Παράλληλα απαιτεί από τις εταιρείες να πληρώνουν τουλάχιστον 21% από τα κέρδη τους στο εξωτερικό, έπειτα από συμψηφισμό των ξένων και των αμερικανικών φόρων. Για παράδειγμα, αν ένας τεχνολογικός γίγαντας πληρώσει 12,5% επί των κερδών του στην Ιρλανδία, θα πρέπει να συμπληρώσει ένα επιπλέον 8,5% στις ΗΠΑ. Αν πληρώσει 17% στη Σιγκαπούρη, θα χρωστάει ακόμη 4% στον «θείο Σαμ».

Η δεύτερη είναι η εφαρμογή των προτάσεων του ΟΟΣΑ για τους φορολογικούς παραδείσους. Εξαιτίας της πολυπλοκότητας του φορολογικού συστήματος και της ανάγκης των μεγάλων πολυεθνικών για φυγάδευση των κερδών τους η αύξηση των φόρων σε μια χώρα συχνά έδινε κίνητρο στις εταιρείες να τρέπονται σε φυγή προς άλλες με μικρή έως μηδαμινή φορολόγηση.

Ο ΟΟΣΑ αποκαλεί τις χώρες στις οποίες οι άμεσες ξένες επενδύσεις ξεπερνούν το 150% του ΑΕΠ «επενδυτικούς κόμβους». Κάποιες από αυτές είναι μικρές χώρες ή περιοχές, όπως το Χονγκ Κονγκ ή οι Βερμούδες. Κατά μέσο όρο το 40% των εσόδων τέτοιων περιοχών προέρχεται από ενδοεταιρικές συναλλαγές.

Επομένως η πρόταση Μπάιντεν για εξάλειψη των εκπτώσεων φόρου αναμένεται να έχει αντίκτυπο στους αμερικανικούς ομίλους που τις διεκδικούν, καθώς κάνουν πληρωμές σε θυγατρικές τους που βρίσκονται σε «επενδυτικούς κόμβους».

Τρίτον, ένας εταιρικός φόρος που θα έκανε τις πολυεθνικές να πληρώσουν βάσει των κερδών τους θα ήταν σημαντική μεταρρύθμιση, καθώς θα αποκαθιστούσε μια αίσθηση δικαιοσύνης στους πολίτες. Στην Ευρώπη τεχνολογικές εταιρείες όπως το Facebook και η Google έχουν δεχτεί κριτική και πρόστιμα σε Γαλλία και Βρετανία.

Η πρόταση του Μπάιντεν αφορά ωστόσο εταιρείες από ευρείας γκάμας δραστηριοτήτων. Ετσι δίνει τη δυνατότητα στις χώρες να επιβάλουν φόρους και να συσσωρεύσουν εισόδημα από όποιες εταιρείες είναι ισχυρές στο έδαφός τους.

Συμμαχίες

Στην πρόταση για τον παγκόσμιο εταιρικό φόρο οι ΗΠΑ έχουν ήδη συμμάχους τη Γερμανία και τη Γαλλία. Επίσης το ΔΝΤ έχει εκφραστεί θετικά, ενώ και οι υπουργοί Οικονομικών του G20 εξέτασαν το ενδεχόμενο σε διαδικτυακή τους συνάντηση την προηγούμενη εβδομάδα.

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς δήλωσε «χαρούμενος που με αυτό τον εταιρικό φόρο θα καταφέρουμε να βάλουμε ένα τέλος σε αυτή την κούρσα προς τον πάτο στη φορολογία».

Ο Γάλλος ομόλογός του Μπρινό Λεμέρ είπε ότι «μια παγκόσμια συμφωνία για τη διεθνή φορολόγηση είναι πια πολύ κοντά, πρέπει να αρπάξουμε αυτή την ιστορική ευκαιρία». Χώρες ανά τον κόσμο εργάζονται προς αυτήν τη συμφωνία μέσω του ΟΟΣΑ, έτσι ώστε η πρόταση να είναι έτοιμη πριν από τη σύνοδο των υπουργών οικονομικών του G20 τον Ιούλιο.

Απορίες και κριτική

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι άνθρωποι του αμερικανικού καθεστώτος όπως ο Μπάιντεν και η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν επιλέγουν τόσο επιθετικές οικονομικές πολιτικές. Η τέλεια αποτυχία της μείωσης των εταιρικών φόρων από τον Τραμπ σίγουρα έπαιξε ρόλο.

Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη θεωρία, αυτές οι μειώσεις θα αναζωπύρωναν τις επενδύσεις καθώς οι εταιρείες θα είχαν περισσότερα κεφάλαια να ξοδέψουν. Αυτό δεν συνέβη εξαιτίας της ισχνής αγοραστικής δύναμης των πολιτών, που δεν μπορούσαν να αποκτήσουν τα προϊόντα των αμερικανικών εταιρειών. Οι ιδιωτικές επενδύσεις μόνο τον τελευταίο καιρό είναι σε άνοδο καθώς τα πακέτα ανάκαμψης γέμισαν τις τσέπες των πολιτών, που αύξησαν την καταναλωτική ζήτηση.

Ωστόσο δεν λείπουν και οι επικριτικές φωνές, οι οποίες ισχυρίζονται ότι το σχέδιο Μπάιντεν αποτελεί απειλή της κλίμακας του εμπορικού πολέμου του Τραμπ στην Κίνα. Κι αυτό γιατί χτυπώντας τους φορολογικούς παραδείσους πλήττεται μεγάλο μέρος της κερδοφορίας των εταιρειών.

Ας σημειωθεί ότι το ένα τρίτο των άμεσων ξένων επενδύσεων τη δεκαετία μετά το κραχ του 2008 πέρασε από επτά υπεράκτια κέντρα με σκοπό την ελαχιστοποίηση της φορολογίας.

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter