Περίπου χίλιοι υποστηρικτές της ακροδεξιάς συγκεντρώθηκαν χθες το βράδυ στο Κέμνιτς της Σαξονιας στη Γερμανία για να διαδηλώσουν κατά της μεταναστευτικής πολιτικής της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ με αφορμή τη δολοφονία ενός 35χρονου άνδρα από δύο νεαρούς, έναν Σύρο και έναν Ιρακινό, στην πόλη αυτή, την περασμένη Κυριακή.
Η ατμόσφαιρα στη διαδήλωση ήταν τεταμένη, όμως δεν σημειώθηκαν επεισόδια, όπως είχε γίνει σε προηγούμενη κινητοποίηση στο Κέμνιτς τη Δευτέρα, επεσήμανε η αστυνομία.
Ωστόσο αυτή δεν θα είναι η τελευταία διαδήλωση που οργανώνεται στην πόλη αυτή της ανατολικής Γερμανίας, με πολλές κινητοποιήσεις να είναι προγραμματισμένες, μεταξύ των οποίων και μία σιωπηλή πορεία αύριο από το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και το κίνημα Pegida.
Οι διαδηλωτές χθες διαμαρτυρήθηκαν για την αδράνεια, όπως τη χαρακτήρισαν, της αστυνομίας μπροστά στα εγκλήματα που διαπράττουν μετανάστες και επέκριναν την κυβέρνηση της Σαξονίας.
Νωρίτερα ο υπουργός Εσωτερικών του κρατιδίου, ο Ρόλαντ Βέλερ, δήλωσε ότι στόχος της αστυνομίας είναι «να διατηρήσει τον νόμο και την τάξη με ήρεμο και διακριτικό τρόπο. Δεν θα επιτρέψουμε σε ανθρώπους που είναι έτοιμοι να κάνουν χρήση βίας να καταλάβουν τους δρόμους».
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός της Σαξονίας Μίχαελ Κρέτσμερ απευθύνθηκε σε ένα φόρουμ «διαλόγου των πολιτών», που διοργανώθηκε από τις τοπικές αρχές προκειμένου να ηρεμήσουν τα οξυμένα πνεύματα.
Όσοι εισέρχονται στο στάδιο όπου πραγματοποιήθηκε το φόρουμ υποβλήθηκαν σε εξονυχιστικούς ελέγχους από την αστυνομία, ενώ οι δυνάμεις ασφαλείας κράτησαν σε απόσταση τους διαδηλωτές από όσους ήθελαν να παρευρεθούν στο φόρουμ.
Η κατάσταση έχει φέρει σε δύσκολη θέση και τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές της Σαξονίας που αντιμετωπίζουν εδώ και μερικές ημέρες κατηγορίες περί «σύμπραξης» με την ακροδεξιά.
Ένας σωφρονιστικός υπάλληλος αποκάλυψε χθες το βράδυ ότι εκείνος ευθύνεται για τη διαρροή στον Τύπο των απόρρητων δικαστικών εγγράφων που αφορούν την έρευνα για τη δολοφονία. Στην ανακοίνωσή του, που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον δικηγόρο του, ο υπάλληλος του υπουργείου Δικαιοσύνης της Σαξονίας Ντάνιελ Τσάμπελ αναφέρει ότι ήθελε με αυτόν τον τρόπο «να μάθει το κοινό τι συνέβη» και κατηγόρησε τα μέσα ενημέρωσης ότι «χειραγωγούν» την αλήθεια και τις αρχές ότι «ψεύδονται».
Το Κέμνιτς στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
Στο Κέμνιτς τα νεύρα είναι τεντωμένα και ο διάλογος επίπονος μετά τα ρατσιστικά επεισόδια που ακολούθησαν τον φόνο ενός Γερμανού την Κυριακή από δύο μετανάστες.
«Δεν είμαστε όλοι ναζί», δηλώνει αναστενάζοντας η 60χρονη Ρίτα Ταλ.
«Όλα όσα ακούμε και βλέπουμε για το Κέμνιτς δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα», προσθέτει αυτή η φαρμακοποιός που ζει εδώ και 50 χρόνια στην πόλη περιμένοντας να εισέλθει στο στάδιο όπου πραγματοποιήθηκε χθες ένα φόρουμ «διαλόγου πολιτών» έπειτα από έκκληση του πρωθυπουργού της Σαξονίας Μίχαελ Κρέτσμερ.
Η συνάντηση ήταν προγραμματισμένη εδώ και καιρό, όμως τα πρόσφατα γεγονότα προσέδωσαν αιφνιδιαστική μια πολύ πιο επίκαιρη τροπή.
Σχεδόν 500 κάτοικοι του Κέμνιτς παρευρέθηκαν στη συνάντηση, την ώρα που περίπου 1000 υποστηρικτές της ακροδεξιάς διαδήλωναν έξω έπειτα από έκκληση της ακροδεξιάς οργάνωσης Pro Chemnitz, τρία μέλη της οποίας συμμετέχουν στο δημοτικό συμβούλιο της πόλης.
Από μακριά και σε τακτά χρονικά διαστήματα ακουγόταν η κραυγή «φύγετε!», απευθυνόμενη στους πολιτικούς. Και στην αίθουσα του γηπέδου τα πνεύματα ήταν επίσης οξυμένα.
Η δήμαρχος της πόλης Μπάρμπαρα Λούντβιχ, που ανήκει στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, δέχθηκε τις αποδοκιμασίες των παρευρισκόμενων πολλές φορές στη διάρκεια της ομιλίας της. «Στο Κέμνιτς ταλαντευόμαστε μεταξύ της αγάπης και του μίσους», παρατήρησε.
«Η πόλη αυτή δεν είναι ακροδεξιά, αυτή η πόλη δεν είναι φαιή», τόνισε από την πλευρά του ο Κρέτσμερ. Όμως εικόνες από τα επεισόδια στο Κέμνιτς, αλλά και τα βίντεο που αναρτήθηκαν σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης στα οποία φαίνονται διαδηλωτές να χαιρετούν ναζιστικά, «είναι παντού σε όλο τον κόσμο», επεσήμανε.
«Ζούμε καλά στο Κέμνιτς», σημειώνει η Μπρίγκιτ Μέντζελ, μια 59χρονη ασφαλίστρια που επίσης συμμετείχε στον διάλογο των πολιτών.
Το παλιό στάδιο Καρλ Μαρξ και οι βιομηχανίες της περιοχής βρέθηκαν κατεστραμμένα μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990, όπως πολλές πόλης της πρώην ανατολικής Γερμανίας, όμως πλέον έχει ανακαινιστεί πλήρως παρουσιάζοντας μια καθαρή και πράσινη εικόνα.
Ωστόσο η ασφάλεια είναι το βασικό ζήτημα των κατοίκων. «Υπάρχει ένα λανθάνον αίσθημα φόβου, κυρίως στους ηλικιωμένους, το οποίο τροφοδοτεί η ακροδεξιά», εκτιμά η Ζαμπίνε Κούνριχ, που ασχολείται με ένα κίνημα πολιτών για τη δημοκρατία και την ανεκτικότητα.
Η Μέντζελ παραδέχεται ότι δεν κατανοεί την αιτία των φόβων αυτών. «Οι ξένοι; Δεν υπάρχουν πολλοί εδώ», επισημαίνει, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου στο 7% του πληθυσμού των 246.000 κατοίκων.
Σύμφωνα με την ίδια, ο φόνος της Κυριακής είναι σίγουρα «φοβερός», αλλά δεν δικαιολογεί «αυτή την έξαρση μίσους».
Αντίθετη γνώμη όμως φαίνεται να έχει ένας γείτονάς της που την ακούει να μιλά. «Λέτε ό,τι να’ ναι. Οι άνθρωποι φοβούνται κι έχουν δίκιο. Δεν αφήνω τη 13χρονη κόρη μου να πάει μόνη της στην πόλη», τονίζει. «Πώς μπορείτε να λέτε ότι οι ξένοι δεν είναι πρόβλημα; Δεν είδατε τι συνέβη», προσθέτει.
Μια 50χρονη γυναίκα φαίνεται να συμφωνεί μαζί του: «Αν το θύμα ήταν παιδί σας, δεν θα αντιδρούσατε με αυτό τον τρόπο!».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ