Ενόψει πρωτοφανούς απώλειας δυνάμεων βρίσκονται τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, καθώς στις αυριανές τοπικές εκλογές στα κρατίδια του Βρανδεμβούργου και της Σαξονίας αναμένεται ακόμη και να ηττηθούν από την ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD), επισημοποιώντας, όπως φαίνεται, το χάσμα που εξακολουθεί να χωρίζει τα πρώην ανατολικά από τα δυτικά κρατίδια της Γερμανίας.
Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, η AfD προηγείται με ποσοστό κοντά στο 21% στο Βρανδεμβούργο, ενώ στην Σαξονία βρίσκεται πίσω από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU), κοντά στο 26%. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην Θουριγγία, όπου οι εκλογές θα διεξαχθούν τον Οκτώβριο. Η συνολική δύναμη του ακροδεξιού κόμματος που μπήκε πανηγυρικά στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο μόλις το 2017, φθάνει στο σύνολο των πρώην ανατολικών κρατιδίων στο 25%, περίπου δέκα μονάδες πάνω από τα ποσοστά του κόμματος σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Στο Βρανδεμβούργο, όπου σήμερα συγκυβερνούν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) με την Αριστερά (Die Linke) και με δεδομένη την άρνηση όλων των κομμάτων να συνεργαστούν μετεκλογικά με την AfD, δεν αποκλείεται να απαιτείται τελικά ένας διευρυμένος συνασπισμός, με την συμμετοχή των Πρασίνων ή των Χριστιανοδημοκρατών – ή και των δύο. Το γεγονός ότι τα κόμματα είναι διατεθειμένα να υπερβούν τις διαφορές τους προκειμένου να αποκλείσουν την ακροδεξιά από την κυβέρνηση είναι ενδεικτικό του πολιτικού κλίματος στην Γερμανία, αλλά και – για πολλούς – απόδειξη ωριμότητας του πολιτικού συστήματος. Ενδιαφέρον επίσης θα έχει εάν και κατά πόσο θα επηρεάσει το εκλογικό σώμα η αποκάλυψη του περιοδικού «Der Spiegel» την οποία αναμετέδωσε χθες το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι ο επικεφαλής υποψήφιος της ΑfD στο κρατίδιο συμμετείχε το 2007 σε συγκέντρωση νεοναζί στην Αθήνα.
Η AfD δεν αναμένεται να κυβερνήσει ούτε στην Σαξονία, το «προπύργιό» της, όπου στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2017 αναδείχθηκε πρώτο κόμμα, με ποσοστό 27%. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η υπερεντατική καμπάνια του Πρωθυπουργού Μίχαελ Κρέτσμερ (CDU), ο οποίος συγκυβερνά με το SPD, αποδίδει καρπούς, καθώς το κόμμα του έχει ξεπεράσει το 32%. Αντιθέτως, το SPD βυθίζεται στο 8,5%, γεγονός το οποίο καθιστά την προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης ακόμη πιο δύσκολη.
Κατά την προεκλογική περίοδο, τόσο στο Βρανδεμβούργο και στην Σαξονία όσο και στην Θουριγγία, η AfD διεξήγαγε μια ιδιαίτερα επιτυχημένη καμπάνια, υπό τον τίτλο «Στροφή 2.0» (Wende 2.0). Ο όρος είχε αρχικά χρησιμοποιηθεί προκειμένου να περιγραφεί η περίοδος ραγδαίων και δραματικών αλλαγών μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989 και μέχρι την επανένωση της Γερμανίας έναν χρόνο αργότερα. Τώρα η ακροδεξιά ζητά «να ολοκληρώσουμε την στροφή», οικειοποιούμενη τα συνθήματα της ειρηνικής επανάστασης που οδήγησε στην διάλυση της ΛΔΓ και, βασιζόμενη κυρίως στα προβλήματα γύρω από την μετανάστευση, τα οποία αν και υποβαθμίζονται από τα υπόλοιπα κόμματα και από τα περισσότερα ΜΜΕ, φαίνεται ότι εξακολουθούν να κινητοποιούν εκατομμύρια Γερμανών. Οι τελευταίες έρευνες δείχνουν άλλωστε ότι η μετανάστευση θεωρείται το σημαντικότερο ζήτημα στην Σαξονία, ενώ ακολουθούν η εσωτερική ασφάλεια, η οικονομία και η παιδεία.
Τι συμβαίνει στα ανατολικά κρατίδια;
Τον ερχόμενο Νοέμβριο η Γερμανία θα γιορτάσει τα 30 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η οποία άνοιξε τον δρόμο για την επανένωση της διαιρεμένης χώρας. Φαίνεται ωστόσο ότι ακόμη και έπειτα από τόσα χρόνια – και τόσα τρισεκατομμύρια – οι Γερμανοί δεν αισθάνονται ως ένας λαός. Ένα όχι πλέον αμελητέο τμήμα του πληθυσμού θεωρεί ότι δεν εκφράζεται από την φιλελεύθερη, αστική πολιτική των παραδοσιακών κομμάτων, τα οποία κατηγορεί για απώλεια εθνικής συνείδησης, διάβρωση των «γερμανικών αξιών», ακόμη και για «αδικαιολόγητη αμηχανία» απέναντι στην πρόσφατη ιστορία της χώρας.
Η οικονομική απόσταση που εξακολουθεί να χωρίζει την γερμανική ανατολή από την υπόλοιπη χώρα προφανώς δεν βοηθά την προσέγγιση και την πραγματική επανένωση. Παρόλες τις επενδύσεις, τα κίνητρα και τις διευκολύνσεις, τα ανατολικά κρατίδια εξακολουθούν να υστερούν έναντι π.χ. της Βαυαρίας ή της Βάδης-Βυρτεμβέργης, ενώ τα επίπεδα απασχόλησης παραμένουν επίμονα χαμηλότερα από τον γερμανικό μέσο όρο.
Η προσφυγική κρίση του 2015, ο μεγάλος αριθμός προσφύγων και μεταναστών που δέχθηκε έκτοτε η Γερμανία και τα προβλήματα που προέκυψαν κατά την προσπάθεια ενσωμάτωσής τους αποτέλεσαν «πεδίο δόξης» για την AfD, η οποία, ενώ το 2014 ιδρύθηκε με καθαρά οικονομική ατζέντα, με αφορμή την ελληνική κρίση και ζητούσε την έξοδο της χώρας μας από το ευρώ, «αναστήθηκε» αξιοποιώντας το προσφυγικό ρεύμα και τις ξενοφοβικές τάσεις που το ακολούθησαν. «Ενσωματώστε πρώτα εμάς», ήταν το κεντρικό σύνθημα της ακροδεξιάς οργάνωσης Pegida, η οποία εκφράζεται πλέον από την AfD.
Σύμφωνα ωστόσο με πολλούς ερευνητές, όπως ο πολιτικός αναλυτής Τόρστεν Φάας, μια πτυχή του προβλήματος στα ανατολικά κρατίδια αφορά την «κληρονομιά» του καθεστώτος της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. «Στα ανατολικά υπάρχει μικρότερη εμπειρία με την δημοκρατία και πολλοί διατηρούν ακόμη επιφυλάξεις έναντι των εκλεγμένων κυβερνήσεων, δηλώνει ο κ. Φάας στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα Ippen.
Την ίδια ώρα, έρευνα του Ιδρύματος «Φρίντριχ Έμπερτ» καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στις ανατολικές περιοχές δεν ενισχύεται τόσο η ακροδεξιά ιδεολογία όσο αυτή του δεξιού λαϊκισμού. Το 30% των ερωτηθέντων ταυτίζεται με ανάλογες θέσεις, ενώ στην δυτική Γερμανία ανάλογες απόψεις εκφράζει «μόνο» το 20%. Αντίστοιχα περιορισμένη είναι και η εμπιστοσύνη των κατοίκων της ανατολικής Γερμανίας στην δημοκρατία.
Όπως και αν διαμορφωθούν τελικά τα αποτελέσματα στις αυριανές εκλογικές αναμετρήσεις, θεωρείται βέβαιο ότι θα πυροδοτήσουν εξελίξεις και στα δύο κόμματα του (πρώην) «μεγάλου» συνασπισμού που κυβερνά την Γερμανία από το 2013. Το SPD σπαράσσεται από την διαρκούσα κρίση ηγεσίας του και παρακολουθεί τα δημοσκοπικά ποσοστά του να φλερτάρουν με τα μονοψήφια νούμερα, ενώ και το CDU, ακόμη και μετά την αποχώρηση της ‘Αγγελα Μέρκελ από την ηγεσία του, δεν φαίνεται ικανό να διαχειριστεί τις απώλειες που υπέστη στις Ευρωεκλογές και στις τοπικές αναμετρήσεις.
Η νέα αρχηγός, ‘Ανεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ να αντιμετωπίζει ακόμη την αμφισβήτηση του ίδιου του κόμματός της. Το φθινόπωρο αναμένεται λοιπόν ιδιαίτερα «θερμό», τουλάχιστον πολιτικά για την Γερμανία, η οποία δεν αποκλείεται να βρεθεί αντιμέτωπη ακόμη και με διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού – ίσως και με πρόωρες εκλογές. Η διαφαινόμενη οικονομική ύφεση και τα προβλήματα της ίδιας της Καγκελαρίου προφανώς δεν βοηθούν στην αποκλιμάκωση της έντασης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ