Γερμανία: Ασκήσεις ισορροπίας στην ευρωπαϊκή ατμομηχανή

Γερμανία: Ασκήσεις ισορροπίας στην ευρωπαϊκή ατμομηχανή

Όταν ανακοινωνόταν η υποψηφιότητά του, ενάμιση χρόνο νωρίτερα, λίγοι περίμεναν ότι ο Ολαφ Σολτς θα ορκιζόταν στις 8 Δεκεμβρίου νέος καγκελάριος της Γερμανίας. Οι ανεπαίσθητοι «κυματισμοί στα μιντιακά ύδατα» που προκάλεσε τότε η ανακοίνωση έκαναν πολλούς να αναρωτιούνται πού χάθηκε η χαμένη αίγλη του πάλαι ποτέ κραταιού SPD. Ωστόσο, αυτό που παραμένει αληθές ύστερα από ενάμιση χρόνο είναι η πτώση των μεγάλων κομμάτων της Γερμανίας, η οποία καθιστά αναπόφευκτες τις κυβερνήσεις συνεργασίας.

Μια τέτοια κυβέρνηση ορκίστηκε την περασμένη Τετάρτη, ο λεγόμενος συνασπισμός «Φανάρι». Αναπόφευκτοι ήταν οι συμβιβασμοί και η τήρηση των λεπτών ισορροπιών ανάμεσα στους εταίρους. Μέσα από τα πρόσωπα και τις πολιτικές τους οι Ευρωπαίοι πολίτες αναμένουν να διαπιστώσουν πόσο θα αλλάξει η ζωή τους από την πορεία της.

Με νέες πρακτικές στην εξωτερική πολιτική;

Η εξωτερική πολιτική είναι ένα από τα πεδία όπου αναμένονται νέες πρακτικές, ή τουλάχιστον αυτή φαίνεται να είναι η πρόθεση της Αναλένα Μπέρμποκ η οποία θα αναλάβει το πόστο. Η νέα, Πράσινη υπουργός ήταν σαφής στην προεκλογική περίοδο σχετικά με την πορεία που θα ακολουθήσει η χώρα στη διεθνή σκηνή απέναντι σε χώρες που παραβιάζουν συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η Κίνα και η Ρωσία. Η στάση της Ανγκελα Μέρκελ απέναντι και στις δύο χώρες υπογραμμιζόταν από οικονομικό ρεαλισμό καθώς έκανε τα στραβά μάτια στις παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων ούτως ώστε να μη διακοπεί η ροή τόσο του ρωσικού φυσικού αερίου όσο και των προϊόντων από και προς την Κίνα, ενώ και ο Ολαφ Σολτς θέλει να συνεχίσει στο ίδιο μήκος κύματος.

Η νέα υπουργός, πλήρως ευθυγραμμισμένη με την ευρωατλαντική μετάθεση του επίκεντρου της προσοχής της δυτικής κοινότητας στην Ασία, αναγνωρίζει τα ζητήματα που τίθενται σχετικά με την επιβολή της Κίνας στην Ταϊβάν και στο Χονγκ Κονγκ, ενώ δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να επιβληθούν κυρώσεις σε προϊόντα που προέρχονται από την επαρχία Σιντζιάνγκ, όπου το Πεκίνο διενεργεί εθνοκάθαρση των Ουιγούρων.

Μια γεύση για τη στάση που αναμένεται να πάρει η νέα υπουργός απέναντι στα αυταρχικά καθεστώτα μπορεί κανείς να πάρει από το στέλεχος των Πρασίνων Ράινχαρντ Μπίτικοφερ, ο οποίος είναι ευρωβουλευτής και συντονιστής της εξωτερικής πολιτικής της ευρωομάδας των Πρασίνων καθώς και πρόεδρος της επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου για τις σχέσεις με την Κίνα. Με αφορμή την πρόταση της Κομισιόν για τη δημιουργία ενός εργαλείου εναντίον του οικονομικού εξαναγκασμού ο Μπίτικοφερ λέει ότι «η ΕΕ δεν μπορεί να δεχτεί τη χρήση οικονομικού εκβιασμού επειδή το Πεκίνο θέλει να επιβάλει πολιτική συμμόρφωση», ενώ κλείνει τη δήλωσή του λέγοντας ότι πέρα από εργαλεία αυτοάμυνας χρειάζονται και «επαρκείς απαντήσεις σε εκβιαστικά οικονομικά μέτρα από άλλες χώρες».

Ωστόσο η Μπέρμποκ αναμένεται να αναζητήσει μια λεπτή ισορροπία, καθώς η εμπορική σχέση με την ασιατική χώρα είναι ετεροβαρής και μια άστοχη κίνηση μπορεί να σημάνει κακά μαντάτα για τη γερμανική οικονομία. Πρόσφατο διδακτικό παράδειγμα αποτελεί η Λιθουανία, η οποία βγήκε από τη λίστα των χωρών που μπορούν να συναλλάσσονται με την Κίνα καθώς η βαλτική χώρα επιθυμεί τη σύσφιξη των σχέσεων με την Ταϊβάν. Η Γερμανία δεν μπορεί να διακινδυνεύσει μια τέτοια «διαγραφή», καθώς οι εξαγωγές της προς την Κίνα είναι της τάξης των 100 δισ. ευρώ.

Σε σχέση με την περίφημη «στρατηγική αυτονομία» της ΕΕ που καλλιεργείται κυρίως από το Παρίσι, η σαφής στάση της Μπέρμποκ υπέρ της συμμαχίας του ΝΑΤΟ και του δεσμού με την Ουάσινγκτον μπορεί να δημιουργήσει τριβές σε κοινοτικό επίπεδο. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο διεθνές ταξίδι του νέου καγκελάριου θα είναι στο Παρίσι, όπου αναμένεται να συζητηθεί το σχέδιο της αμυντικής πολιτικής της Ευρώπης στο πλαίσιο της μεγαλύτερης σύγκλισης των κρατών-μελών της ΕΕ. Αλλωστε από τον Ιανουάριο του 2022 η προεδρία της ΕΕ θα είναι στα χέρια της Γαλλίας, η οποία θα μπορεί να τη χρησιμοποιήσει ως το καταλληλότερο βήμα για να προωθήσει την αμυντική της ατζέντα.

Νεοφιλελεύθερη ατζέντα

Πουθενά δεν φαίνονται περισσότερο οι συμβιβασμοί και οι υποχωρήσεις απ’ ό,τι στην οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει η νέα κυβέρνηση, ενώ η πλήρωση της θέσης του υπουργού Οικονομικών από τον ακραιφνή νεοφιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ δεν αφήνει περιθώριο για πολλή αισιοδοξία.

Με την επιρροή των Φιλελευθέρων να είναι εμφανής, το συνταξιοδοτικό σύστημα απειλείται να ιδιωτικοποιηθεί πλήρως, καθώς δεκάδες δισ. ευρώ δημόσιων χρημάτων θα τοποθετηθούν σε επενδύσεις, αφού το ποσοστό αντικατάστασης συνταξιούχων από νέους εργαζόμενους βαίνει μειούμενο. Επίσης, το «φρένο χρέους» που υπήρξε σημείο τριβής στις διαπραγματεύσεις θα τεθεί σε ισχύ από το 2023, όταν επιστρέψει και η δημοσιονομική πειθαρχία.

Το σχέδιο που ενέκρινε το συνέδριο του SPD για τον σχηματισμό του συνασπισμού δεν θύμιζε σε τίποτε τις προεκλογικές υποσχέσεις, πέρα από την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 12 από τα 9,82 ευρώ την ώρα. «Θυσιάστηκαν» στον βωμό του συμβιβασμού οι φόροι στη μεγάλη περιουσία και οι διορθώσεις στους νόμους Χαρτζ για την εργασιακή ανασφάλεια.

Κατά συνέπεια, η χαλαρότητα της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής εν καιρώ πανδημίας, που προήλθε από τη Γερμανία, φαίνεται ότι δύσκολα θα συνεχιστεί παρά τις επανειλημμένες δηλώσεις του Ευρωπαίου επιτρόπου Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι για μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών στο Σύμφωνο Σταθερότητας.

Documento Newsletter