Με τη Γαλλία στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανοίγει με την έναρξη του 2022 η ευρωπαϊκή συζήτηση σχετικά με την αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας σε ότι αφορά τα όρια ελλείμματος και χρέους για τις χώρες μέλη της Ευρωζώνης, η οποία θα ορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα «μαζευτούν» τα αυξημένα δημόσια χρέη της πανδημίας, όταν λάβει τέλος η πανδημία και θα ορίσει το «αύριο» των κρατών μελών του ευρώ, μεταξύ αυτών και της υπερχρεωμένης Ελλάδας.
Νέα όρια για το έλλειμμα και το χρέος
Ας σημειωθεί ότι το άνοιγμα της συγκεκριμένης συζήτησης επιβάλλεται από τα πράγματα και είναι υποχρεωτική καθώς με την πανδημία που οδήγησε τα κράτη να υιοθετήσουν μέτρα στήριξης των οικονομιών τους, προκειμένου να αποφύγουν την κατάρρευση επιχειρήσεων ή και ολόκληρων κλάδων, το δημόσιο χρέος της Ευρωζώνης ανήλθε στο 99% του ΑΕΠ, ενώ οι κανόνες του Μάαστριχτ το ήθελαν στο 60% του ΑΕΠ. Βεβαίως οι δημοσιονομικοί κανόνες της Ευρωζώνης έχουν αναστείλει για όλη τη διάρκεια της πανδημίας, προβλέπεται όμως να επανέλθουν σε ισχύ το 2023, γι αυτό μέσα στο 2022 το πράγμα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει.
Οι δύο προτάσεις
Επί του παρόντος υπάρχουν στο τραπέζι δύο προτάσεις. Μία είναι η πρόταση του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ ο οποίος έχει εισηγηθεί την αύξηση του νόμιμου ορίου δημόσιου χρέους στο 100% – πρόταση που ικανοποιεί τις χώρες του Βορρά που έχουν χρέος χαμηλότερο του 100% του ΑΕΠ αλλά όχι τις χώρες του Νότου, συμπεριλαμβανομένης και της Γαλλίας, που έχουν χρέος υψηλότερο του 100% του ΑΕΠ. Δεύτερη εναλλακτική πρόταση είναι η πρόταση του αρμόδιου Επίτροπου της Κομισιόν κ. Τζεντιλόνι, ο οποίος έχει προτείνει να έχει κάθε χώρα το δικό της όριο δημόσιου χρέους η οποία αν και φαίνεται εκ πρώτης όψης πιο λειτουργική, μπορεί να γίνει «επικίνδυνη» για τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος δανεισμού τους έναντι της Γερμανίας.
Γαλλοϊταλική παρέμβαση
Καθώς όμως η επαναφορά της ευρωπαϊκής συζήτησης στα δημόσια χρέη δεν είναι ευνοϊκή ούτε για τις χώρες του Νότου, ούτε για τη Γαλλία, λίγες μέρες πριν την αλλαγή του έτους, εκδηλώθηκε, μέσω των Financial Times, κοινή παρέμβαση Μακρόν-Ντράγκι, υπέρ της οριστικής εγκατάλειψης των περιοριστικών δημοσιονομικών κανόνων – προκειμένου Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και βεβαίως Ελλάδα να μην υποχρεωθούν με το τέλος της πανδημίας να προχωρήσουν σε πολιτικές λιτότητας για να μαζέψουν τα χρέη τους, βυθίζοντας τις οικονομίες τους στην ύφεση – και μιας στροφής της Ευρώπης προς μια περισσότερο κεϋνσιανή αντίληψη για τη δημοσιονομική πολιτική, που θα επιτρέψει την αύξηση των δημόσιων επενδύσεων για έρευνα, υποδομές, ψηφιοποίηση και άμυνα.
Αδράνεια της ελληνικής κυβέρνησης, παρέμβαση ΣΥΡΙΖΑ
Στο πλαίσιο αυτής της γαλλογερμανικής πρωτοβουλίας εντάσσεται και η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ που – σε αντιδιαστολή με την αδράνεια της ελληνικής κυβέρνησης – κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα στην ηλεκτρονική πλατφόρμα δημοσίου διαλόγου της Κομισιόν μια δική του πρόταση για τις αλλαγές στους κανόνες, που χαρακτηρίζεται από ισορροπία μεταξύ των πραγματιστικών στοιχείων και των ριζοσπαστικών.
Η πρόταση Τσίπρα για τις αλλαγές στους κανόνες, που κατά τις βασικές της γραμμές, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 15 Δεκεμβρίου στη Διάσκεψη των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, περιλαμβάνει ορισμένες παραδοσιακές προτάσεις των ευρω-ομάδων της Αριστεράς και των Σοσιαλδημοκρατών, έχει όμως και το πρόσθετο ενδιαφέρον ότι επιχειρεί να τοποθετηθεί εδώ και τώρα συμπληρωματικά προς την γαλλοϊταλική παρέμβαση από τη σκοπιά της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, προτείνοντας, μεταξύ των άλλων:
Πίεση και στις χώρες με υπερβολικά πλεονάσματα
Πρώτον, την επαναφορά της ιδέας ότι οι κανόνες του ευρώ θεωρούν πρόβλημα και τα υπερβολικά ελλείμματα και τα υπερβολικά πλεονάσματα (που παραδοσιακά είχαν Γερμανία και Ολλανδία), άρα στις χώρες που έχουν πλεονάσματα πρέπει ασκείται η ίδια πίεση για τη μείωσή τους με την πίεση που ασκείται στις χώρες που έχουν ελλείμματα.
Δεύτερον, την αύξηση του νόμιμου ορίου δημόσιου χρέους των κρατών μελών του ευρώ στο 100% του ΑΕΠ – όπως είναι η πρόταση Ρέγκλινγκ – αλλά ο στόχος της ετήσιας μείωσης των ελλειμμάτων να τίθεται αλά καρτ και να είναι διαφορετικός για κάθε κράτος-μέλος, να ορίζεται μάλιστα με τρόπο που θα λαμβάνει υπόψη τη βιωσιμότητα του χρέους, το στόχο ανάπτυξης, την απασχόληση αλλά και κοινωνικούς στόχους, όπως η μείωση των ανισοτήτων και της φτώχειας.
Εξαίρεση των δημόσιων παραγωγικών επενδύσεων από το έλλειμμα
Τρίτον, να υπάρξει σαφής κανόνας που θα εξαιρεί ρητά τις δημόσιες παραγωγικές επενδύσεις, συγκεκριμένα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα και την ενίσχυση των συστημάτων υγείας και εκπαίδευσης, καθώς επίσης και τις κρατικές δαπάνες για προσφυγικό και αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών από τη μέτρηση του ελλείμματος (πρόταση που κουμπώνει 100% με τη γαλλοϊταλική πρόταση).
Νέα εργαλεία σε συνθήκες κρίσης
Τέταρτον, να δημιουργηθούν νέα εργαλεία (π.χ. κοινό επίδομα ανεργίας, ελάχιστο ευρωπαϊκό εγγυημένο εισόδημα) που θα λειτουργήσουν ως αυτόματοι δημοσιονομικοί σταθεροποιητές οι οποίοι θα ενεργοποιούνται σε συνθήκες κρίσης ή όταν ένα κράτος μέλος του ευρώ αντιμετωπίζει δημοσιονομική ανισορροπία.