Οι εισαγγελικές αρχές ζήτησαν την Πέμπτη να παραπεμφθούν σε δίκη ο πρώην πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί και άλλα δώδεκα πρόσωπα για την υπόθεση της χρηματοδότησης της προεκλογικής εκστρατείας του 2007 από τη Λιβύη, όπως ανέφερε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) καλά πληροφορημένη πηγή.
Η Εθνική Οικονομική Εισαγγελία ζητά να δικαστεί ο πρώην πρόεδρος (2007-12) για παθητική διαφθορά, σύσταση συμμορίας, παράνομη χρηματοδότηση προεκλογικής εκστρατείας και αποδοχή υπεξαιρεθέντων δημόσιων λιβυκών πόρων.
Η κατηγορία της σύστασης συμμορίας σημαίνει ότι ο Σαρκοζί επέτρεψε εν γνώσει του στους στενούς συνεργάτες, τους πολιτικούς υποστηρικτές του και άλλους μεσάζοντες «να δράσουν ώστε να αποκτήσουν ή να επιχειρήσουν να αποκτήσουν» οικονομική υποστήριξη από το καθεστώς του Μουάμαρ Καντάφι, για να χρηματοδοτήσουν την προεκλογική εκστρατεία του για τις προεδρικές του 2007. Επαφίεται πλέον στους δύο ανακριτές που ερευνούν αυτήν την πολυπλόκαμη υπόθεση από τον Απρίλιο του 2013 να την παραπέμψουν σε πλημμελειοδικείο ή να αποφασίσουν ποιες κατηγορίες θα απορρίψουν.
French prosecutors are seeking a trial for former President Nicolas Sarkozy related to allegations that Libya illegally provided funding for his 2007 campaign https://t.co/MYzIIuzdBP
— Bloomberg (@business) May 11, 2023
Την τελευταία δεκαετία έχουν ασκηθεί διώξεις σε 13 πρόσωπα με βάση τις έρευνες που διεξάγονται από την Υπηρεσία Κατά της Διαφθοράς (Oclciff), υπό την αιγίδα των οικονομικών εισαγγελέων. Εκτός του Σαρκοζί, στους κατηγορούμενους για τους οποίους ζητείται η παραπομπή τους σε δίκη, περιλαμβάνονται ο Κλοντ Γκεάν (πρώην δεξί χέρι και στη συνέχεια υπουργός του Σαρκοζί), ο Ερίκ Βερτ, ο ταμίας της προεκλογικής εκστρατείας του 2007 και ο Μπρις Ορτεφέ, έμπιστος του Σαρκοζί και πρώην υπουργός.
Για την ίδια υπόθεση κατηγορούνται δύο επιχειρηματίες, ο Γαλλολιβανέζος Ζιάντ Τακλεντίν και ο Γαλλοαλγερινός Αλεξάντ Τζουρί, που φέρονται ότι έπαιξαν ρόλο μεσολαβητή.
Η πλευρά Σαρκοζί αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη και έχει προσφύγει πολλές φορές, χωρίς αποτέλεσμα, για να ανασταλούν οι διώξεις.
Πηγή: Bloomberg, AFP