Φυτοφάρμακα: Χιλιάδες τόνους θανάτου εξάγουν ΕΕ και Ελλάδα

Φυτοφάρμακα: Χιλιάδες τόνους θανάτου εξάγουν ΕΕ και Ελλάδα

Τα πάντα για το κέρδος. Συγκλονιστικά είναι τα ευρήματα της μεγάλης έρευνας που εκπόνησαν οι οργανώσεις Unearthed –ερευνητικό όργανο της Greenpeace– και η ελβετική Public Eye, την οποία δημοσιεύει σήμερα σε εθνική αποκλειστικότητα το Documento. Βάσει των συγκεκριμένων στοιχείων, χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, εξάγουν τεράστιες ποσότητες νεονικοτινοειδών φυτοφαρμάκων, που εμπεριέχουν δραστικές ουσίες η χρήση των οποίων έχει απαγορευτεί καθολικά σε εξωτερικούς χώρους στην ΕΕ. Αιτία είναι ότι έχει αποδειχτεί –βάσει πληθώρας επιστημονικών μελετών– πως οι συγκεκριμένες ουσίες προκαλούν ιδιαιτέρως δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον, ειδικά στις μέλισσες, συμβάλλοντας στη μείωση του πληθυσμού τους, την καταστροφή της βιοποικιλότητας και δεκάδων ειδών καλλιέργειας και εγκυμονώντας κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία.

Παρά την πολύ αυστηρή αυτή απόφαση εκ μέρους της ΕΕ, η οποία υποδηλώνει τους κινδύνους από τη χρήση των συγκεκριμένων φυτοφαρμάκων, η παραγωγή και η εξαγωγή τους δεν έχει ακόμη απαγορευτεί στις ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό εκμεταλλεύονται οι πολυεθνικές εταιρείες, με αποτέλεσμα να εξάγουν χιλιάδες τόνους αυτών των φυτοφαρμάκων σε χώρες με πολύ ελαστικότερους περιορισμούς. Χώρες όμως που διαθέτουν ορισμένα από τα σημαντικότερα οικοσυστήματα, τα οποία αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ελλάδα, η οποία –μέσω της ελληνικής θυγατρικής της πολυεθνικής Syngenta– αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εξαγωγείς. Η επίμαχη μελέτη αποτελεί το πιο πλήρες αρχείο που έχει ποτέ καταγραφεί γι’ αυτό το παγκόσμιο εμπόριο απαγορευμένων και επικίνδυνων ζιζανιοκτόνων, οι ενορχηστρωτές του οποίου για το μόνο που δεν ενδιαφέρονται είναι οι μέλισσες. Χωρίς αυτές όμως δεν μπορεί να υπάρξει ζωή όπως τη γνωρίζουμε.

«Δυσμενείς επιδράσεις μεγάλης κλίμακας»

Τα έγγραφα στα οποία απέκτησαν πρόσβαση οι οργανώσεις Unearthed και Public Eye αποκαλύπτουν ότι μόλις τους τέσσερις τελευταίους μήνες του 2020 «κράτη-μέλη της ΕΕ εξέδωσαν σχέδια για την εξαγωγή περισσότερων από 3.800 τόνων απαγορευμένων εντομοκτόνων, στα οποία εμπεριέχονται τα ενεργά συστατικά θειαμεθοξάμη, ιμιδακλοπρίδη και κλοθειανιδίνη».

Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των εξαγωγών –περίπου το 90% βάσει βάρους– σχεδιάστηκε για χώρες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος, όπως η Βραζιλία, η Ινδονησία και η Νότια Αφρική. Σε αυτές οι έλεγχοι είναι πιο πλημμελείς, κάτι που σημαίνει ότι αυτά τα επικίνδυνα φυτοφάρμακα χρησιμοποιούνται και εγκυμονούν «τους μεγαλύτερους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον».

Τα επίμαχα νεονικοτινοειδή φυτοφάρμακα (ονομάζονται και νεονικά) έχουν απαγορευτεί για εξωτερική χρήση από ολόκληρη την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο από το 2018, απόφαση που ήρθε ως απάντηση στο γεγονός ότι εντοπίστηκαν «επιστημονικές αποδείξεις για τις ζημιές που μπορούν να προκαλέσουν στις μέλισσες στις οποίες βασιζόμαστε για να επικονιαστούν οι καλλιέργειες». Ηταν μια ιδιαιτέρως σημαντική κίνηση εκ μέρους της ΕΕ, την οποία συνέδραμαν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και η Διεθνής Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας (Food and Agriculture Organization – FAO). Οι δύο διεθνείς οργανισμοί είχαν αναφέρει ότι υπήρχε πληθώρα στοιχείων βάσει των οποίων τα νεονικά επιφέρουν «περιβαλλοντική μόλυνση» και «δυσμενείς επιδράσεις μεγάλης κλίμακας σε μέλισσες και άλλα ευεργετικά έντομα». Γεγονός τρομακτικό, αφού «τρεις στις τέσσερις καλλιέργειες παγκοσμίως βασίζονται στον επικονιασμό από έντομα», επομένως η μείωση του πληθυσμού των μελισσών αποτελεί απειλή «για την παγκόσμια διατροφή και την ασφάλεια τροφίμων».

«Ισχυρός παίκτης στο εμπόριο ζιζανιοκτόνων»

Δεν είναι τυχαίο ότι η ΕΕ θεωρεί αυτή την απειλή τόσο σημαντική ώστε να λαμβάνει μέτρα για να σταματήσει η εισαγωγή τροφίμων και γεωργικών προϊόντων που εμπεριέχουν ανιχνεύσιμα ίχνη της θειαμεθοξάμης και της κλοθειανιδίνης. Είναι ενδεικτικό ότι σε δηλώσεις που παραχώρησε στις δύο οργανώσεις αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχολίασε πως όταν τα νεονικά «χρησιμοποιούνται εκτός των συνόρων της ΕΕ, δεν το βρίσκουμε αποδεκτό ότι η παραγωγή τροφίμων που εισάγεται στην ΕΕ οδηγεί ή εκθέτει σε σοβαρό κίνδυνο δυσμενών επιδράσεων τους πληθυσμούς επικονιαστών σε παγκόσμιο επίπεδο». Παρ’ όλα αυτά, η ΕΕ δεν έχει αποτρέψει την «εγχώρια» βιομηχανία ζιζανιοκτόνων από το να συνεχίζει να τα παράγει και να τα εξάγει σε χώρες με ασθενέστερους περιορισμούς.

Ενας από τους περιορισμούς που τέθηκε σε αυτές τις εξαγωγές βάσει της Συνθήκης του Ρότερνταμ ήταν ότι μια χώρα-εξαγωγέας είναι υποχρεωμένη να προειδοποιεί τις χώρες που τα εισάγουν, εφόσον σκοπεύει να τους αποστείλει ζιζανιοκτόνα που έχουν απαγορευτεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί αυστηροί περιορισμοί για χρήση τους στις φάρμες της ΕΕ. Για τα τρία επίμαχα νεονικά, τα οποία απαγορεύτηκαν το 2018, αυτοί οι περιορισμοί άρχισαν να ισχύουν από την 1η Σεπτεμβρίου 2020, γεγονός που υποχρέωσε τις παρασκευάστριες εταιρείες τους στην ΕΕ να στέλνουν «ειδοποιήσεις εξαγωγής» στις χώρες προς τις οποίες τα εξήγαγαν τους τελευταίους τέσσερις μήνες του 2020. Παρότι επρόκειτο για τόσο μικρό χρονικό διάστημα, οι εταιρείες απέστειλαν ειδοποιήσεις για 299 διαφορετικές εξαγωγές απαγορευμένων νεονικών σε περισσότερες από 60 διαφορετικές χώρες. Αυτές οι ειδοποιήσεις αποτελούν την πιο πλήρη καταγραφή εξαγωγής απαγορευμένων νεονικών από την ΕΕ και σκιαγραφούν ότι η ΕΕ «παραμένει ισχυρός παίκτης στο παγκόσμιο εμπόριο των επικίνδυνων ζιζανιοκτόνων που σκοτώνουν μέλισσες».

Το 80% σε χώρες μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος

Αυτές οι ειδοποιήσεις εξαγωγής αποτελούν «μελλοντικές εκτιμήσεις πριν από την αποστολή και επομένως δεν αποτελούν τέλειο αρχείο. Οι πραγματικές εξαγωγές υπό αυτές τις ειδοποιήσεις μπορεί να είναι μεγαλύτερες ή μικρότερες και σε ορισμένες περιπτώσεις μια ειδοποίηση εξαγωγής δεν θα πραγματοποιηθεί στο δεδομένο χρονικό διάστημα. Παρ’ όλα αυτά, αποτελούν την πιο ακριβή καταγραφή που διατίθεται για τους Ευρωπαίους παρασκευαστές εμπορίου απαγορευμένων αγροχημικών προϊόντων». Αξιο αναφοράς είναι ότι οι επίμαχες εξαγωγές νεονικοτινοειδών που αναφέρονται στη μελέτη αφορούν τα νεονικά εκείνα προϊόντα που προορίζονται για τη γεωργία ή άλλη εξωτερική χρήση. Στην πραγματικότητα, «ο συνολικός αριθμός ειδοποιητηρίων εξαγωγής για προϊόντα που εμπεριέχουν τα απαγορευμένα νεονικοτινοειδή ήταν πολύ μεγαλύτερος», όμως προϊόντα όπως ζιζανιοκτόνα που προορίζονται για εσωτερική χρήση εξαιρέθηκαν από την έρευνα.

Από τις συνολικά 65 χώρες που εισήγαγαν από την ΕΕ τα νεονικά ζιζανιοκτόνα, οι 52 εξ αυτών, ήτοι το 80%, ήταν χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Πολλές από αυτές διαθέτουν πολύ σημαντικές περιοχές για την παγκόσμια βιοποικιλότητα. Οι δέκα χώρες που έκαναν τις περισσότερες εισαγωγές ήταν: Βραζιλία, Ρωσία, Ουκρανία, Αργεντινή, Ιράν, Νότια Αφρική, Ινδονησία, Γκάνα, Μάλι και η Σιγκαπούρη, η μόνη εξ αυτών που είναι χώρα υψηλού εισοδήματος.

26 χιλιάδες λίτρα σε 25 χώρες από την Ελλάδα

Στην εξαγωγή συμμετείχαν εννέα ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Συγκεκριμένα, εξαγωγές πραγματοποίησαν το Βέλγιο, η Γαλλία και η Γερμανία, «που ακολουθήθηκαν από την Ισπανία, την Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Δανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία». Οι περισσότερες από αυτές τις εξαγωγές δρομολογήθηκαν από θυγατρικές της ελβετικής πολυεθνικής Syngenta και της γερμανικής πολυεθνικής Bayer. Οι δυο αυτοί κολοσσοί πραγματοποίησαν συνολικά το 92% των επίμαχων εξαγωγών: «Η Bayer απέστειλε ειδοποιήσεις εξαγωγής από τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία, ενώ η Syngenta εξήγαγε από έξι διαφορετικές χώρες της ΕΕ, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ελλάδα, η Αυστρία και η Ουγγαρία».

Η Ελλάδα απέστειλε, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Documento, συνολικά 53 ειδοποιητήρια εξαγωγής νεονικοτινοειδών. Ολα αποστάλθηκαν από τη Syngenta Hellas ΑΕΒΕ. Βάσει των επίμαχων στοιχείων, η ελληνική θυγατρική της Syngenta φέρεται να είχε δεσμευτεί για την αποστολή 26.291,73 λίτρων παράνομων νεονικοτινοειδών που εμπεριέχονταν σε αγροχημικά σκευάσματα. Είναι άγνωστη η ποσότητα παράνομων νεονικοτινοειδών που τελικά εξάχθηκαν από την ελληνική θυγατρική. Είναι γνωστό όμως ότι τα 53 ειδοποιητήρια εξαγωγής που απέστειλε η εταιρεία στάλθηκαν σε συνολικά 25 χώρες. Πρόκειται για τις Αίγυπτο, Ιράν, Καζακστάν, Αρμενία, Τουρκία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Γκάνα, Τυνησία, Ιράκ, Μαρόκο, Ομάν, Σουδάν, Ιορδανία, Μοζαμβίκη, Ζιμπάμπουε, Κατάρ, Ζάμπια, Κένυα, Γεωργία, Τανζανία, Ουζμπεκιστάν, Παλαιστίνη, Καμερούν, Ακτή Ελεφαντοστού και Αιθιοπία.

Δυσοίωνο το μέλλον αν δεν σταματήσουν

Η Syngenta, η πρώτη που έβγαλε στην αγορά τη θειαμεθοξάμη το 1990, ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας, αφού οι εξαγωγές των ευρωπαϊκών θυγατρικών της ανήλθαν συνολικά σε 3.426 τόνους προϊόντων, που περιείχαν 551 τόνους θειαμεθοξάμης, δηλαδή περίπου τα τρία τέταρτα της συνολικής εξαγωγής που πραγματοποιήθηκε από την ΕΕ. Αντίστοιχα, η Bayer εξήγαγε 138 τόνους απαγορευμένων νεονικών ζιζανιοκτόνων, όπου εμπεριέχονταν 60 τόνοι ιμιδακλοπρίδης και κλοθειανιδίνης. Ακόμη, εξαγωγές πραγματοποίησαν οι εταιρείες BASF, NuFarm, UPL, FMC, Adama και Industrial Quimica Key. Το χειρότερο όλων είναι ότι σχεδόν οι μισές εξαγωγές των απαγορευμένων νεονικοτινοειδών έγιναν στη Βραζιλία, η οποία φιλοξενεί περισσότερο από το 20% της εναπομείνουσας παγκόσμιας βιοποικιλότητας.

Το μέλλον σχετικά με τον τερματισμό αυτών των εξαγωγών από την ΕΕ δεν φαντάζει ιδιαίτερα ευοίωνο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύτηκε τον Οκτώβριο του 2020 να σταματήσει να επιτρέπει σε εργοστάσια να εξάγουν χημικά προϊόντα που έχει απαγορευτεί να χρησιμοποιηθούν στην ΕΕ, αλλά «δεν διευκρίνισε πώς σκοπεύει να εκπληρώσει αυτό τον στόχο και δεν προβλέπεται να έχει συγκεκριμένη πρόταση έτοιμη για να τροποποιηθεί η νομοθεσία πριν από το 2023». Μια πηγή από την Κομισιόν που ρωτήθηκε από τις δύο οργανώσεις, οι οποίες συνέταξαν τη μελέτη που δημοσιεύει σήμερα το Documento, εάν αναμένεται στην επίμαχη απαγόρευση να συμπεριληφθούν και οι εξαγωγές απαγορευμένων ζιζανιοκτόνων, απάντησε ότι «είναι πρόωρο να καθορίσουμε ποια χημικά μπορεί να εμπίπτουν σε οποιοδήποτε μέτρο μπορεί να ληφθεί», επειδή η επιτροπή εξακολουθεί να αξιολογεί ποια από τα μέτρα «ήταν τα πιο κατάλληλα».

«Εκτεταμένη μόλυνση με τη χρήση τους»

Αναφορικά με τη δράση των νεονικοτινοειδών αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για χημικά παρόμοια με τη νικοτίνη. Εχουν σχεδιαστεί για να σκοτώνουν τα έντομα, επιτιθέμενα στο κεντρικό νευρικό τους σύστημα, προκαλώντας υπερδιέγερση των νευρικών τους κυττάρων, παράλυση και θάνατο, σε πολύ χαμηλές

δόσεις. Τα νεονικοτινοειδή ζιζανιοκτόνα μεταφέρονται σε όλους τους ιστούς και στα μέρη του φυτού, καθιστώντας το εξ ολοκλήρου τοξικό για τα έντομα. Επίσης, είναι εξαιρετικά υδατοδιαλυτά και ανθεκτικά στο περιβάλλον, ενώ «συσσωρεύονται και παραμένουν στα εδάφη και μπορούν να μεταφερθούν στις γύρω λίμνες, ρυάκια και υπόγεια ύδατα, με αποτέλεσμα την εκτεταμένη μόλυνση».

Πλέον, αποτελούν τα περισσότερα εκτεταμένως χρησιμοποιούμενα ζιζανιοκτόνα παγκοσμίως, αφού χρησιμοποιούνται σε περισσότερα από 140 είδη καλλιέργειας μεταξύ των οποίων στη σόγια, στο σιτάρι, στα ζαχαρότευτλα, στο βαμβάκι, το ρύζι, τον ηλίανθο και στα φρούτα, καθώς και σε άλλες σημαντικές καλλιέργειες που «ελέγχουν» μια ποικιλία από έντομα.

«Οδηγούνται προς εξαφάνιση»

Η ανησυχία σχετικά με τους κινδύνους που επέρχονται από τη χρήση των νεονικοτινοειδών ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η δημοσίευση μελέτης το 2013 η οποία υποστήριζε ότι η χρήση τους «είναι πιθανό να επηρεάζει ένα ευρύ φάσμα μη στοχευόμενων ταξινομήσεων, συμπεριλαμβανομένων των επικονιαστών, του εδάφους και των υδρόβιων ασπόνδυλων και ως εκ τούτου απειλεί μια σειρά από υπηρεσίες οικοσυστήματος». Το 2016 μια έκθεση αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Πλατφόρμας Επιστήμης – Πολιτικής για Υπηρεσίες Βιοποικιλότητας και Οικοσυστήματος (IPBES) προειδοποιούσε ότι ένας αυξανόμενος αριθμός επικονιαστών ειδών σε όλο τον κόσμο «οδηγούνται προς εξαφάνιση». Αιτία γι’ αυτό ήταν φυτοφάρμακα –ειδικά ζιζανιοκτόνα– τα οποία επιδεικνύουν «μια ευρεία γκάμα θανατηφόρων και υποθανατηφόρων επιδράσεων στους επικονιαστές».

Αντίστοιχα, έκθεση αξιολόγησης του 2017 από το task force της Διεθνούς Ενωσης για τη Διατήρηση της Φύσης και το task force για τα Συστηματικά Φυτοφάρμακα διαπίστωσε «πολλαπλές απειλές παγκοσμίως για το οικοσύστημα». Σύμφωνα με την έκθεση αξιολόγησης, τα νεονικοτινοειδή έχουν «σοβαρό αντίκτυπο» και αντιπροσωπεύουν «μια παγκόσμια απειλή για τη βιοποικιλότητα, τα οικοσυστήματα και τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων». Σύμφωνα με άλλη μελέτη, η μείωση του πληθυσμού των άγριων μελισσών στην Αγγλία συσχετίστηκε με τη χρήση των νεονικοτινοειδών, ενώ οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι «το μισό της συνολικής μείωσης του πληθυσμού των άγριων μελισσών οφείλεται σε αυτά τα χημικά». Αντίστοιχα, άλλη μελέτη έδειξε ότι ο πληθυσμός των ιπτάμενων εντόμων μειώθηκε κατά περισσότερο από 75% τα τελευταία 27 χρόνια.

«Ετήσια μείωση 2,5% της μάζας των εντόμων»

Άλλωστε, σύμφωνα με την πρώτη σχετική παγκόσμια επιστημονική μελέτη σχετικά με τη βιοποικιλότητα των εντόμων, «περισσότερο από το 40% των ειδών των εντόμων μειώνεται και το ένα τρίτο απειλείται με εξαφάνιση. Ο ρυθμός εξαφάνισης είναι οχτώ φορές ταχύτερος από τον αντίστοιχο στα θηλαστικά, τα πτηνά και τα ερπετά. Η συνολική μάζα των εντόμων μειώνεται κατά 2,5% ετησίως, σύμφωνα με τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσαν να εξαφανιστούν μέσα σε έναν αιώνα». Η σημαντικότερη αιτία γι’ αυτό το καταστροφικό ενδεχόμενο είναι η εντατική γεωργία και ειδικά η εκτεταμένη χρήση των φυτοφαρμάκων.

Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με το περιβαλλοντικό πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών, «τα νεονικοτινοειδή μπορούν να βλάψουν το σπέρμα των μελισσών και να μειώσουν τον αριθμό των βασιλισσών». Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα από την αμερικανική Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας, περίπου «1.400 είδη υπό εξαφάνιση είναι πιθανό να βλάπτονται από τη χρήση τριών νεονικοτινοειδών, που είναι τα τρία πιο δημοφιλή ζιζανιοκτόνα στη χώρα».

Documento Newsletter