Φώτης Σιώτας: Δεν είμαι ούτε λαϊκός ούτε παραδοσιακός μουσικός

Φώτης Σιώτας: Δεν είμαι ούτε λαϊκός ούτε παραδοσιακός μουσικός

Ο βιολιστής Φώτης Σιώτας, αν και δεν αποτελεί τον frontman ενός συγκροτήµατος, είναι ιδιαίτερα αναγνωρίσιµος µουσικός, πολύ αγαπητός στο µουσικόφιλο κοινό. Παίζει βιολί και βιόλα και τραγουδάει, ερµηνεύει αλλά και πειραµατίζεται. 

Συνεργάζεται µε τον Σωκράτη Μάλαµα, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, τον Μπάµπη Παπαδόπουλο, τον Αλέξη Καλοφωλιά και µέχρι προσφάτως µε τον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Αδιάκοπα εδώ και δυόµιση δεκαετίες διευρύνει το µουσικό του σύµπαν εξερευνώντας τον προσωπικό του ήχο τόσο µε τους παραπάνω καλλιτέχνες όσο και µε τον κιθαρίστα Κώστα Παντέλη στο πειραµατικό ντουέτο Sancho 003 αλλά και στους Σωτήρες, συγκρότηµα µιας ιδιότυπης ποπ που προέκυψε από τη συνεργασία του µε τον µπασίστα Λευτέρη Μουµτζή.

Τελευταία γράφει πολύ συχνά µουσική για το θέατρο και από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 µπαινοβγαίνει στα στούντιο ηχογραφήσεων είτε ως ανεξάρτητος µουσικός είτε ως µέλος σε διάφορες µπάντες. Πριν από λίγες µέρες τον συναντήσαµε στο σπίτι του στο Παγκράτι όπου ζει από το 2004. Στο τραπέζι της κουζίνας του ακούµε τα τραγούδια που µόλις έφερε από το στούντιο. Στο προσωπικό του παλµαρέ θα προστεθεί στο νέο έτος ένας κύκλος λαϊκών τραγουδιών που έγραψε σε στίχους του Θοδωρή Γκόνη. Η κουβέντα ξεκινά αναφέροντας µια ανεξίτηλη ανάµνησή του από τα χρόνια που µεγάλωνε στο Ντεπώ, άλλοτε φηµισµένη γειτονιά της Θεσσαλονίκης για τους ευωδιαστούς κήπους µε τα τριαντάφυλλα και τους µπαχτσέδες της.

Θυµάσαι την πρώτη φορά που µπήκες σε στούντιο;

Μικρό παιδί έκανα συνέχεια βόλτες µε το ποδήλατο στη γειτονιά και κάποιες φορές έφτανα απ’ το Ντεπώ στην Τούµπα. Εκεί µια µέρα παρατήρησα κόσµο µε όργανα να µπαίνει σε έναν χώρο – ήµουν δώδεκα χρόνων και ήδη µαθητής στο ωδείο. Από περιέργεια πλησίασα να δω πού πάνε. Μαγεύτηκα! Είχα ανακαλύψει το στούντιο του Παπάζογλου. Γνώρισα τον ηχολήπτη Χρήστο Μέγα και από τότε έπαιρνα το ποδήλατο και πήγαινα στο Αγροτικόν για να παρακολουθώ ηχογραφήσεις, από ποντιακά µέχρι την πανκ σκηνή της πόλης τη δεκαετία του ’80. Η πρώτη µου εµπειρία σε στούντιο ήταν ως ακροατής.

Και ως µουσικός;

∆έκα χρόνια µετά, το 1993, όταν γνώρισα την τραγουδίστρια Μαρία Θωίδου και έπαιξα στον δίσκο της «Της αγάπης το µετάξι» που ενορχήστρωσε ο Κώστας Βόµβολος και βγήκε τότε στη δισκογραφική εταιρεία του Μύλου. Επειτα άρχισε αµέσως η εποχή µε τους Ποδηλάτες –όταν παίζαµε στον Μύλο µια φορά τη βδοµάδα– και στη συνέχεια µε τους Ευοί Ευάν.

Η δεκαετία του ’90 και ο Μύλος ανέδειξαν πολλούς νέους καλλιτέχνες στη Θεσσαλονίκη.

Ο Μύλος υπήρξε ιδανικό περιβάλλον για όλους µας τότε. Είχε εφτά συναυλίες κάθε µέρα! Ακούγαµε πολύ υψηλού επιπέδου πράγµατα από µπάντες του εξωτερικού, είδαµε τους Sonic Youth, θυµάµαι τη φοβερή συναυλία των Deus, ανακαλύψαµε τους Einstürzende Neubauten. Οι Τρύπες και τα Ξύλινα Σπαθιά εµφανίζονταν εκεί µια φορά τον µήνα. Γίνονταν ταυτόχρονα δεκάδες πράγµατα –θυµάµαι ότι είχαµε δει παράσταση του Μαρσέλ Μαρσό–, όπως σπουδαίες εκθέσεις φωτογραφίας και χορευτικές παραστάσεις. Ηταν πολύ ζωντανός χώρος και για εµάς, τους πρωτόβγαλτους τότε µουσικούς, δεν ήταν µόνο όλα αυτά που βλέπαµε αλλά επιπλέον είχαµε ένα βήµα να παίξουµε τη δική µας µουσική σε έναν χώρο πολύ σωστά στηµένο µε καταπληκτικούς τεχνικούς. Ηταν µια εµπειρία που µας άνοιξε δρόµους.

Είχες ήδη αποφασίσει να γίνεις µουσικός;

Μου άρεσε να παίζω και να τραγουδάω, να επικοινωνώ µε τον κόσµο µέσω της µουσικής αλλά προτού πάρω καλά καλά την απόφαση ότι µε αυτό θα ασχοληθώ επαγγελµατικά ξεκίνησαν ξαφνικά όλα µαζί. Παράλληλα µε όσα συνέβαιναν στον Μύλο το 1993, ο Κώστας Βόµβολος µου πρότεινε να µπω σε µια ορχήστρα που θα παρουσίαζε στην Αίγλη ένα πρόγραµµα µε τραγούδια ενός νέου τότε τραγουδοποιού. Ετσι γνώρισα τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Σε κάποια από αυτές τις συναυλίες ήρθε να µας ακούσει ο Σωκράτης Μάλαµας και µου πρότεινε να µπω στην ορχήστρα του για κείνο το καλοκαίρι.

Γνωρίζεσαι και µε τους δύο από τα πρώτα σου βήµατα;

Πρωτοσυνεργαστήκαµε τότε αλλά µετά χαθήκαµε. Με τον Θανάση ξαναβρεθήκαµε το 2000 στον «Βραχνό προφήτη» και µετά στην «Αγρύπνια» όταν µε κάλεσε ο Μπάµπης Παπαδόπουλος για να παίξω στο στούντιο σε αυτούς τους δίσκους και στους Λαϊκεδέλικα, την ορχήστρα που έφτιαξε µετά για να συνοδεύσει τον Θανάση στις συναυλίες. Η ιστορία µε τους Λαϊκεδέλικα κράτησε έως το 2004, εγώ συνέχισα να συνεργάζοµαι µε τον Θανάση έως το 2013. Με τον Σωκράτη παίζω από το 2006 έως σήµερα. Ωστόσο µετακόµισα στην Αθήνα και πήρα φόρα.

Εχεις κλασική παιδεία αλλά δεν έγινες κλασικός βιολιστής.

Γνώρισα τη µουσική πρώτα στις χορωδίες και µετά στο Κρατικό Ωδείο όπου µάθαινα βιολί. Οµως στα µέσα του ’90 ξέφυγα οριστικά από το πιο ακαδηµαϊκό περιβάλλον και άρχισα να κινούµαι στην πόλη προσπαθώντας να εξελιχθώ και παίζοντας τη µουσική που ακουγόταν στα διάφορα στέκια και µε διάφορες µπάντες. Μετά άρχισα να πειραµατίζοµαι, µπλέχτηκα µε τα πετάλια και τις λούπες. Κυρίως πειραµατιστής µουσικός είµαι που έφτιαξε σιγά σιγά έναν προσωπικό ήχο χρησιµοποιώντας το βιολί περισσότερο ως ιδιόφωνο, για να εκφράζοµαι συνθετικά και όχι ως όργανο δεξιοτεχνίας. Και κάνω πράγµατα που είναι διαφορετικά µεταξύ τους. Αυτό συµβαίνει λόγω του χαρακτήρα µου. Αναζητώ συνεχώς κάτι καινούργιο.

Τώρα ολοκληρώνεις έναν δίσκο µε λαϊκά τραγούδια.

Οτιδήποτε έκανα µέχρι τώρα δισκογραφικά πατούσε στη δυτική µουσική. Τελευταία κάτι µέσα µου µε τσιγκλάει και ανασκαλεύω τις ρίζες, µελετάω λαϊκά και παραδοσιακά τραγούδια. Με αυτήν τη µουσική έχω γλεντήσει πολύ στο παρελθόν και την έχω αγαπήσει ως ακροατής, ποτέ όµως δεν την προσέγγισα σε βάθος ως παίκτης. Τώρα ένιωσα την ανάγκη από αγάπη γι’ αυτό το ρεπερτόριο να το µελετήσω και να γράψω λαϊκά τραγούδια.

Πώς ξεκίνησε η ιδέα του συγκεκριµένου δίσκου;

Με τον Θοδωρή Γκόνη γνωριζόµαστε από παλιά και τον θαυµάζω πολύ ως στιχουργό. Σε ένα τηλεφώνηµά µας, χωρίς να το σκεφτώ και πολύ, τον ρώτησα αν έχει να µου δώσει στίχους. Ηταν σε φάση που έγραφε, του άρεσε η ιδέα και σύντοµα µου έστειλε τους πρώτους. Ταυτόχρονα γνώρισα στο σχήµα του Σωκράτη την Ιουλία Καραπατάκη, µια πολύ ωραία λαϊκή φωνή, η οποία µε ώθησε να ακούσω παλιά τραγούδια και µε βοήθησε αρκετά να καταλάβω τον τρόπο αυτού του ρεπερτορίου. Ετσι µπήκα σε µια έρευνα, ξεκίνησα µε την κιθάρα στην κουζίνα να σκαλίζω όλη αυτή την ιστορία, άρχισαν αυθόρµητα να βγαίνουν ένα ένα και µέσα σε µικρό χρονικό διάστηµα προέκυψε ένας κύκλος τραγουδιών. Αµέσως άρχισα να σχεδιάζω την τελική τους µορφή. Σε λίγες µέρες ολοκληρώνουµε τις ηχογραφήσεις των φωνών. Βασική ερµηνεύτρια είναι η Ιουλία Καραπατάκη. Ενα τραγούδι το λέει ντουέτο µε τον Σωκράτη Μάλαµα και δύο µαζί µου. Επίσης, ένα απτάλικο το λέει ο Γιάννης ∆ιονυσίου, επίσης πολύ ωραία νέα λαϊκή φωνή, µια καντάδα, που είναι και το τελευταίο τραγούδι του κύκλου, τη λέω εγώ και αυτή την εβδοµάδα περιµένουµε στο στούντιο τη ∆ήµητρα Γαλάνη που θα τραγουδήσει ένα µπολερό.

Πώς χαρακτηρίζεις τη µορφή που πήραν τελικά στο στούντιο τα τραγούδια;

Είναι λαϊκά τραγούδια που θα µπορούσαν να παιχτούν µε µια κιθάρα και ένα µπουζούκι. ∆εν είµαι όµως ούτε λαϊκός ούτε παραδοσιακός µουσικός, οπότε µου προέκυψε µια διαφορετική διαχείριση. Η ατµόσφαιρα που έχει αυτή η δουλειά είναι ουσιαστικά σαν να έβαλα στο µπλέντερ το «Sketches of Spain» του Gil Evans, τους Buena Vista Social Club, την «Εκδίκηση της γυφτιάς» και το «Χαµόγελο της Τζοκόντας». Με τον καιρό µέσα από τα βήµατά του ο καθένας διαµορφώνει όχι µόνο την παλέτα των εµπειριών του αλλά και τον τρόπο που θα µεταφέρει τις πληροφορίες από αυτές.

Στον δίσκο µάς εισάγει ένα οργανικό θέµα.

Ναι, το οποίο συστήνει το ηχόχρωµα του αλλά είναι ένα θέµα πιο δύστροπο αρµονικά σε σχέση µε ό,τι ακολουθεί. Είναι ας πούµε σαν ένα απεριτίφ λίγο γλυκόπικρο που αν το πιείς θα είναι πιο εύκολο να δεχτείς ό,τι θα έχει το τραπέζι παρακάτω. Στη συγκεκριµένη περίπτωση, «Τα δεύτερα (γιατί κουράστηκαν τα πρώτα)»· αυτός, µαζί µε την παρένθεση, θα είναι ο τίτλος του δίσκου.




INF0

Ο Φώτης Σιώτας συμμετέχει στην παράσταση «Ξύπνα, Βασίλη» σε σκηνοθεσία του Αρη Μπινιάρη στη Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» του Εθνικού Θεάτρου, για την οποία έγραψε τη μουσική και την ερμηνεύει ζωντανά με τον κοντραμπασίστα Δημήτρη Τσεκούρα (η παράσταση συνεχίζεται έως τις 3 Φεβρουαρίου). Επίσης, εμφανίζεται κάθε Δευτέρα στην κεντρική σκηνή του Σταυρού του Νότου με τον Σωκράτη Μάλαμα έως τις αρχές Μαρτίου.

Ετικέτες

Documento Newsletter