Συναντηθήκαμε με την τραγουδίστρια λίγες ημέρες πριν από τις εμφανίσεις της στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο.
«Να μην ξεχάσω να τη ρωτήσω για τον αντικαπνιστικό νόμο» σκέφτομαι την ώρα που πάω να συναντήσω τη Φωτεινή Βελεσιώτου. Όσες φορές την έχω δει live τη θυμάμαι να καπνίζει επί σκηνής. Τη στιγμή που την εντοπίζω στον κήπο του καφέ όπου έχουμε ραντεβού κρατάει τσιγάρο.
«Τι πιστεύετε για την απαγόρευση;» τη ρωτάω.
«Θα έπρεπε να υπάρχουν μαγαζιά που να απευθύνονται σε καπνιστές και άλλα σε μη καπνιστές. Αυτό απαιτεί η δημοκρατία» απαντά. «Γιατί να με κυνηγούν για κάτι που το ελληνικό κράτος μου πουλάει νόμιμα και με βάζει στον πειρασμό του εθισμού; Το σωστό θα ήταν από τη στιγμή που αυτό συμβαίνει να μου δώσει την επιλογή να βρίσκομαι σε χώρους όπου επιτρέπεται».
Ακούγοντάς την να τραγουδάει είχα την αίσθηση ότι θα μιλάει δυνατά. Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Μιλάει χαμηλόφωνα και σε κερδίζει αμέσως με το παιδικό της χαμόγελο.
Το τσιγάρο είναι μέρος της εικόνας σας;
Δεν καπνίζω για την εικόνα μου, καπνίζω γιατί έτσι γουστάρω.
Διάβαζα χτες ότι την ώρα που τραγουδούσε ο Ρέμος όλο το μαγαζί ήταν έξω και κάπνιζε.
Δεν πιστεύω ότι αυτά τα μαγαζιά θα έχουν πρόβλημα. Αυτοί έχουν άλλο νόμο. Με τους μικρότερους χώρους όμως είναι αλλιώς. Αν περάσεις για παράδειγμα έξω από τον Σταυρό του Νότου θα δεις τι χαμός γίνεται στη Φραντζή με αυτούς που έχουν βγει να καπνίσουν.
Εσείς βγαίνετε στα μεγάλα μαγαζιά;
Σπανίως, προτιμώ τα μικρά.
Είχατε πει σε παλιότερη συνέντευξή σας ότι αν δεν σας αρέσει κάτι δεν το κάνετε. Ισχύει;
Ναι, ισχύει. Αν κάτι μου προκαλεί λύπη και θυμό δεν το κάνω. Το τραγούδι είναι η χαρά μου, δεν το βλέπω σαν δουλειά. Οπότε δεν έχω κανένα λόγο να κάνω εκπτώσεις, είμαι βαθιά κατασταλαγμένη σε αυτό.
Ξέρω ότι δεν τραγουδάτε τσιφτετέλια.
Είναι ένας χώρος που δεν έχω ακουμπήσει ποτέ γιατί δεν με ενδιαφέρει.
Πώς διασκεδάζατε προτού αρχίσετε να τραγουδάτε;
Πήγαινα από ταβερνάκι σε ταβερνάκι. Σπούδαζα και δούλευα σε έναν θείο μου και όποτε είχα λεφτά έπαιρνα τις φίλες μου από την ομάδα μπάσκετ που έπαιζα και γυρνάγαμε όλη τη Θεσσαλονίκη, πίναμε ρετσίνα και ακούγαμε ρεμπέτικα.
Πώς ήταν τότε η Θεσσαλονίκη;
Μια άλλη πόλη. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 ήταν καλές εποχές. Επειτα άρχισα να δουλεύω σαν δασκάλα, έγιναν και αυξήσεις χοντρές επί ΠΑΣΟΚ, διπλασιάστηκε δηλαδή ο μισθός μας – τέτοια χλίδα δεν ξανάδαμε. Μετά όμως οι βιοτεχνίες ρούχων έφυγαν για Βουλγαρία, έμειναν άνεργοι χιλιάδες άνθρωποι. Ειδικά όσοι ήταν άνω των πενήντα δυσκολεύτηκαν πολύ, τι να κάνουν και τι να ξεκινήσουν. Ακολούθησε και η βαθιά πολιτική κρίση που πέρασε όλη η Ελλάδα και η Θεσσαλονίκη έπεσε πολύ.
Πόσα χρόνια ήσασταν δασκάλα;
Είκοσι τέσσερα συναπτά έτη σε δημόσιο σχολείο. Λάτρεψα αυτό το επάγγελμα –θεωρώ ότι είναι λειτούργημα– και πιστεύω πως με θωράκισε ως προσωπικότητα. Η ενασχόληση με τα παιδιά είναι ό,τι πιο αληθινό μπορεί να συμβεί σε έναν άνθρωπο. Και το προτείνω με μεγάλη χαρά. Αν κάποιος αγαπάει τα παιδιά, να γίνει δάσκαλος. Λείπουν οι φωτισμένοι δάσκαλοι.
Οι μαθητές σας έρχονται να σας δουν στα live σας;
Πάρα πολλά παιδιά έρχονται και τα θυμάμαι όλα. Δεν έχω ξεχάσει ποτέ ούτε ένα. Eχω μάλιστα έναν μαθητή που ζει στην Πολωνία, είναι επαγγελματίας μποξέρ. Eρχεται για ένα βράδυ με το αεροπλάνο για να με ακούσει και φεύγει το επόμενο πρωί. Πολλά παιδιά μου έμαθαν μουσική, πάντα τα ωθούσα προς τα εκεί. Έμπαινα με την κιθάρα στην τάξη –μη φανταστείς, τρία ακόρντα ξέρω όλα κι όλα– και τους μάθαινα γραμματική μέσα από τραγουδάκια. Κάθε πρωί πήγαινα στο σχολείο στις 7.30, έφτιαχνα δύο καφετιέρες με καφέ για τους άλλους –εγώ δεν έπινα ποτέ καφέ στο σχολείο– και έβαζα κλασική μουσική και Χατζιδάκι για να ακούγεται από τα μεγάφωνα την ώρα που θα έρχονταν τα παιδιά.
Τι είναι αυτό που ένας δάσκαλος πρέπει να φωτίσει στην προσωπικότητα ενός παιδιού;
Την αλήθεια του. Αν το παιδί καταθέσει την ψυχούλα του σε έναν δάσκαλο θα πετάξει. Η προσοχή των παιδιών έχει μικρή διάρκεια. Πρέπει να βρεις το κουμπάκι και να τα κερδίσεις στα δέκα πρώτα λεπτά. Εγώ ήμουν αυστηρή στο δεκάλεπτο που έπρεπε να κάνουμε δουλειά και μετά τους έλεγα: «Τώρα είμαι δικιά σας, να κάνουμε ό,τι θέλετε». Κι αυτό το σέβονταν και το εκτιμούσαν τα παιδιά. Κι εγώ εκτιμώ αυτά που μου έδωσαν όλα αυτά τα χρόνια: την παιδικότητα και την αλήθεια.
Πώς μπορεί κάποιος να επιβιώσει διατηρώντας ταυτόχρονα ζωντανό το παιδί μέσα του;
Δεν είναι εύκολο γιατί υπάρχουν πράγματα που σε πικραίνουν. Από τη φύση μου όμως είμαι αισιόδοξος άνθρωπος και πάντα κοιτάζω μπροστά. Ακόμη κι αν τύχει μια κακή βραδιά στη δουλειά μου, τι πειράζει; Προχωράω στην επόμενη.
Αν μια βραδιά δεν κυλάει καλά πώς το χειρίζεστε;
Προσπαθώ να τους ξεκλειδώσω. Αυτοσαρκάζομαι πολύ στη σκηνή, δεν το συζητώ. Μου αρέσει να εκτίθεμαι, δεν έχω πρόβλημα.
Ήσασταν πάντα άνετη με το κοινό;
Τον πρώτο καιρό που τραγουδούσα είχα πολύ άγχος. Καθόμουν σε μια καρέκλα και κρατούσα το μικρόφωνο τόσο σφιχτά που είχα βγάλει κάλους στα δάχτυλα. Ιδρωνα συνεχώς και το μικρόφωνο μου γλιστρούσε από τα χέρια. Ελεγα μόνο μια καλησπέρα και μια καληνύχτα και κοιτούσα κάτω. Πλέον έχω πάρει τον αέρα και λέω πολλά.
Πότε άλλαξε αυτό;
Το 2006 με τις «Μέλισσες» που αρχίσαμε να λέμε στα live μας. Μου λέει τότε ο Γιώργος Καζαντζής: «Θα το λες όρθια». «Εγώ, ρε Γιώργο, θα τραγουδάω όρθια;» του είπα. «Ναι» μου απάντησε. «Και η Λιζέτα (Καλημέρη) όρθια τραγουδάει». Εγώ μέχρι τότε δεν μπορούσα καν να το διανοηθώ. Είχα συνηθίσει να τραγουδάω ακίνητη σαν να είχα καταπιεί παλούκι.
Άλλαξε η επιτυχία του τραγουδιού τη ζωή σας;
Ήταν κάτι που δεν περίμενα να συμβεί. Τραγουδούσα τότε σε ταβέρνες με εκατό άτομα το πολύ. Από την πρώτη φορά που είπα σε live τις «Μέλισσες» ένιωσα ότι γίνεται αποδεκτό από τον κόσμο. Εγώ δεν είχα τότε το κριτήριο, όμως ο Γιώργος και η Ελένη Φωτάκη το ήξεραν ότι αυτό το τραγούδι κάτι θα κάνει. Και έκανε, αλλά η ζωή μου δεν έχει αλλάξει, είμαι όπως ήμουν, κάνω τα ίδια που έκανα. Έχω το ποδηλατάκι μου, πάω στη λαϊκή μου, βγαίνω στην αγορά, κυκλοφορώ με τα μέσα μεταφοράς. Δεν με απασχολεί το γεγονός ότι πλέον είμαι γνωστή. Iσα ίσα χαίρομαι που ο κόσμος μου μιλάει στον δρόμο, μου κορνάρουν οι ταξιτζήδες, οι οδηγοί. Εχει πολλή πλάκα.
Τι σας λένε;
«Γεια σου, ρε Φωτεινούλα!». Τέτοια πράγματα μου φωνάζουν. Με βρήκε ένας μια φορά στο φανάρι και μου είπε: «Να σας βγάλω μια φωτογραφία;». «Τώρα;» τον ρώτησα. «Ναι, προλαβαίνω μέχρι να ανάψει το πράσινο» είπε. Εχει πολλή πλάκα, το διασκεδάζω.
Όταν ακούτε τη φωνή σας στο ραδιόφωνο πώς νιώθετε;
Αλλάζω σταθμό. Δεν έχω ακούσει ποτέ ολόκληρο δίσκο μου. Μου αρέσει να ακούω άλλες φωνές.
«Μας κυβερνούν αυτοί που πουλούσαν βιβλία με το κιλό στις τηλεοράσεις»
Συζητάμε με τη Φωτεινή Βελεσιώτου για την αριστεία. «Μας κυβερνούν άνθρωποι αγράμματοι που πουλούσαν βιβλία με το κιλό στις τηλεοράσεις. Ανθρωποι που δεν αγαπούν την Ελλάδα, δεν αγαπούν το άνοιγμα της Ελλάδας».
Ναι, αλλά οι ίδιοι ισχυρίζονται το αντίθετο.
Α, ναι, με τον δικό τους τρόπο. Η Ελλάδα είναι πλέον πολυπολιτισμική χώρα. Αν δεν το αποδεχτούμε πάμε χαμένοι. Βγήκε ο βασιλιάς της Νορβηγίας και έκανε διάγγελμα στον λαό του λέγοντας ότι όλοι είναι αποδεκτοί: πρόσφυγες, μετανάστες, γκέι. Το είπε ο βασιλιάς μιας χώρας που το πολίτευμά της είναι η βασιλευόμενη δημοκρατία. Εμείς που λέμε ότι διώξαμε αυτό το μοντέλο έχουμε ένα άλλο χειρίστου είδους. Πώς θα προχωρήσουμε έτσι; Διάβαζα σήμερα για ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που ζει στον δρόμο κάπου εδώ στον Κεραμεικό, σε μια πλατεία, γιατί δεν είχαν να πληρώσουν ενοίκιο και τους έγινε έξωση. Η πολιτεία πού είναι; Μόνο κάποιοι υποψιασμένοι βγήκαν να τους δώσουν μια κουβερτούλα, δύο πιάτα φαγητό. Δύο γερούληδες στον δρόμο. Τρέλα.
Ωστόσο μέσα στην κρίση αναπτύχτηκε δίκτυο αλληλεγγύης.
Σίγουρα. Η κρίση όμως δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κρίση αξιών και ήθους. Χαίρομαι όταν βλέπω ότι κινητήρια δύναμη αυτήν τη στιγμή σε τέτοιες δραστηριότητες στην Ελλάδα είναι νέα παιδιά κυρίως. Παιδιά που παρότι είναι μορφωμένα δεν έχουν δουλειές, αλλά έχουν την ευαισθησία να ασχοληθούν με τον άνθρωπο που έρχεται ψάχνοντας νέα πατρίδα, με εκείνον που έχασε τα παιδιά του σε μια λέμβο που βυθίστηκε. Εκείνοι ασχολούνται και κανείς άλλος. Υπάρχουν πολλές κοινωνικές ομάδες που υποφέρουν αυτήν τη στιγμή αλλά το σύστημα είναι αυτό, κόβει τη σύνταξη από τον ανάπηρο.
INFΟ
Η Φωτεινή Βελεσιώτου θα εμφανίζεται κάθε Παρασκευή από τις 6 Δεκεμβρίου (22.30) στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Την πρώτη Παρασκευή θα τραγουδήσει μαζί της ο Κώστας Μακεδόνας