Φτωχό ένα στα τρία ελληνικά νοικοκυριά

Ενώ σημαντικό, μη στατιστικά φτωχό τμήμα του πληθυσμού στερείται βασικά αγαθά και υπηρεσίες

Ενα στα τρία νοικοκυριά αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία προσδιορίζει το κατώφλι της φτώχειας σε 4.917 ευρώ ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 10.326 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.

Πέραν αυτού, σημαντικό τμήμα του πληθυσμού που δεν θεωρείται στατιστικά φτωχό στερείται βασικά αγαθά και υπηρεσίες: αδυνατεί να ικανοποιήσει έκτακτες οικονομικές ανάγκες, να τραφεί τρεις φορές την εβδομάδα με κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι, να έχει θέρμανση και βέβαια να αποπληρώσει δάνεια όσο και πάγιους λογαριασμούς.

Αδυναμία αποπληρωμής δανείων ή αγορών

Είναι αυτονόητο ότι η αδυναμία αποπληρωμής δανείων ή αγορών με δόσεις και οι δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών δεν αφορούν μόνο τον φτωχό πληθυσμό αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού. Είναι ενδεικτικό μάλιστα ότι σχεδόν η μισή ελληνική κοινωνία και συγκεκριμένα το 42,2% των μη φτωχών δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 380 ευρώ.

Εάν αυτή ήταν η εικόνα της χώρας πέρυσι, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι φέτος οι δείκτες θα γίνουν αρνητικότεροι σε όλους τους τομείς και κατά συνέπεια θα πολλαπλασιαστούν τόσο οι φτωχοί όσο και αυτοί που δυσκολεύονται πολύ να τα βγάλουν πέρα.

Ηδη, πάντοτε βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το πρόβλημα καταδεικνύεται και από τη μείωση του τζίρου των επιχειρήσεων το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου φέτος, που εμφανίζει πτώση από 11,2% τον Μάρτιο έως 32,2% τον Απρίλιο σε σχέση με το πρώτο δίμηνο της άνοιξης πέρυσι.

Και βέβαια όλα αυτά διαπιστώνονται ενώ τα μαύρα σύννεφα πληθαίνουν πάνω από την Ευρώπη παρά τον καλοκαιρινό καιρό. Ενδεικτική των καταστάσεων και αποκαλυπτική των καθυστερήσεων είναι η παρέμβαση της επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ στη σύνοδο των ηγετών της ΕΕ που διενεργήθηκε την Παρασκευή μέσω τηλεδιάσκεψης.

«Η οικονομία [της ΕΕ] βιώνει μια δραματική πτώση» υπογράμμισε, αναφέροντας ότι η οικονομία της ευρωζώνης οδεύει προς «απότομη μείωση» της τάξης περίπου του 13% το δεύτερο τρίμηνο και επανέλαβε τις προβλέψεις της τράπεζας για μείωση του ΑΕΠ κατά 8,7% το 2020 και ανάκαμψη κατά 5,2% το 2021.

Κατά την κ. Λαγκάρντ δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί στην αγορά εργασίας οι πλήρεις επιπτώσεις της χειρότερης οικονομικής κάμψης της ΕΕ και η ανεργία στην ευρωζώνη μπορεί να φτάσει στο 10%, κάτι που βέβαια θα οδηγήσει σε τεράστια προβλήματα για χώρες όπως η Ελλάδα που δεν έχουν ξεπεράσει τις καταστροφικές συνέπειες της προηγούμενης δεκαετίας και στηρίζονται τόσο πολύ στον τουρισμό που αποτελεί σχεδόν μονοκαλλιέργεια.

«Μέτρα εν καιρώ και με μνημόνιο»

Δυστυχώς όμως οι Ευρωπαίοι ηγέτες, παρά τις κατά καιρούς διακηρύξεις τους, δεν φαίνονται ικανοί να πάρουν όλα τα μέτρα που θα έπρεπε και μάλιστα εγκαίρως. Ειδικά το Βερολίνο, παρά τις συνεχείς τον τελευταίο καιρό αναφορές της καγκελαρίου Μέρκελ στην ανάγκη «ενότητας» και «αλληλεγγύης», έχει κάνει πλέον σαφές ότι θέλει τα όποια μέτρα να ληφθούν αργότερα, ώστε να είναι πιο ευχερής η παρακολούθησή τους από τη γερμανική προεδρία της ΕΕ που ξεκινά την 1η Ιουλίου.

Οπότε μέχρι τότε, που η Σύνοδος Κορυφής θα γίνει με φυσική παρουσία των πρωθυπουργών των διάφορων χωρών της ΕΕ, όλες οι τηλεσυναντήσεις θα αποτελούν «σφυγμομέτρηση», «προετοιμασία» και δήλωση καλών… διαθέσεων από την καγκελάριο που –θεωρητικά– πρέπει να γεφυρώσει τις διαφορές των τριών ομάδων της ΕΕ: των χωρών του νότου που επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία, των χωρών της ανατολικής Ευρώπης που ζητούν μεγαλύτερο μέρος από την πίτα, ιδίως στη γεωργία, και των πέντε «σκληρών» (Ολλανδία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία και Φινλανδία) που δεν θέλουν να δοθούν ως επιχορηγήσεις τα 500 δισ. ευρώ του «ευρωπακέτου», αλλά η όποια ενίσχυση να γίνει με δάνεια και αυστηρούς μνημονιακούς όρους.

Ετικέτες