Φτωχοποίηση διαρκείας

Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται στα καλύτερά της μετά τις εκλογές του Ιουνίου,  καθώς η οικονομία βαίνει καθημερινά από το καλό στο καλύτερο σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τους επιτελείς του.

Φαίνεται ότι όλοι στο Μέγαρο Μαξίμου και στα υπουργικά γραφεία της Νέας Δημοκρατίας σιτίζονται από τα σούπερ μάρκετ του εξωτερικού, βάζουν βενζίνη από πρατήρια της Βουλγαρίας και ντύνονται με ρούχα από το Μιλάνο και το Παρίσι και όχι από τα αντίστοιχα εντός της ελληνικής επικράτειας.

Γιατί διαφορετικά θα είχαν συνειδητοποιήσει την καλπάζουσα ακρίβεια και τη συνεχώς μειούμενη αγοραστική δύναμη των μισθών στην Ελλάδα. Σύμφωνα με ανάλυση της Eurobank η κρίση χρέους, πανδημίας και ενέργειας που κτύπησε αδυσώπητα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς έστειλε στο 56,9% της Ευρωζώνης τις αποδοχές σε όρους αγοραστικής δύναμης σε σχέση με το 87,2% του 2006.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, υποστηρίζει υποκριτικά ότι δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα καθώς οι αυξήσεις είναι εξωγενείς, ξεχνάει όμως τη μελέτη του ΔΝΤ που υποστηρίζει ότι ο πληθωρισμός προέρχεται από την αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων οι οποίες συνεισφέρουν σε αυτόν κατά 50% και για τα οποία κέρδη, η ίδια κάνει τα πάντα για να μεγιστοποιηθούν.

Με επιστροφή στη σκληρή μνημονιακή λιτότητα χωρίς μνημόνια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να προσελκύσει επενδύσεις παραδεχόμενη ότι είναι απαρέγκλιτη η τήρηση των δημοσιονομικών στόχων υποστηρίζοντας κυνικά ο κ. Χατζηδάκης «το μάθαμε για τα καλά στην κρίση: κανείς δεν θα επενδύσει σε μία χώρα της οποίας τα δημόσια οικονομικά παραπαίουν».

Στο μεταξύ όμως νέο κτύπημα στα οικονομικά των νοικοκυριών προαναγγέλλουν οι νέες αυξήσεις στα τρόφιμα από τις ανεβασμένες τιμές παραγωγού στη βιομηχανία τον Σεπτέμβριο. Ακόμη και η Κριστίν Λαγκάρντ στην πρόσφατη επίσκεψή της στην Αθήνα εξέφρασε την έντονη ανησυχία της.

Οι μόνοι που δεν ανησυχούν είναι ο Μητσοτάκης και η παρέα του.

Γιατί άραγε;