Φθηνότερα κι από «πινάκιο φακής», έγινε η «εκποίηση» της Εθνικής Ασφαλιστικής

Φθηνότερα κι από «πινάκιο φακής», έγινε η «εκποίηση» της Εθνικής Ασφαλιστικής

Πιο φτηνά ήταν αδύνατο να πουληθεί… Με τιμή μόλις 5.6 φορές τα κέρδη του 2019, την ώρα που οι περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες στην Ευρώπη διαπραγματεύονται σε τιμές 10 έως 20 φορές τα ετήσια κέρδη τους και που η πώληση της «ελληνικής» AXA έγινε τον περασμένο Δεκέμβριο με τίμημα 12.4 φορές τα ετήσια κέρδη της, πουλήθηκε τελικά η Εθνική Ασφαλιστική.

Η πώληση της ασφαλιστικής θυγατρικής της Εθνικής Τράπεζας ανακοινώθηκε την Παρασκευή 26 Μαρτίου κατά την παρουσίαση των ετήσιων οικονομικών αποτελεσμάτων της ΕΤΕ, από τον διευθύνοντα σύμβουλό της, Π. Μυλωνά, ενώ την προηγούμενη μέρα είχε γίνει γνωστό ότι το ΤΧΣ, «παρά τις επιφυλάξεις που διατύπωσαν αρκετά μέλη του λόγω του πολύ χαμηλού τιμήματος» όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν οι σχετικές διαρροές, είχε δώσει το πράσινο φως ως βασικός μέτοχος της Εθνικής Τράπεζας.

Μόλος 334 εκατ. ευρώ θα πάρει η Εθνική Τράπεζα

Η είδηση, ωστόσο που προέκυψε την Παρασκευή το απόγευμα, δια στόματος της διοίκησης της ΕΤΕ, ήταν ότι η πώληση της κορυφαίας ασφαλιστικής εταιρείας στην Ελλάδα έγινε με ακόμη πιο ασύμφορους όρους για την Εθνική Τράπεζα και το Δημόσιο από ό,τι ανέφεραν οι διαρροές του περασμένου Δεκεμβρίου και του περασμένου Φεβρουαρίου.

Συγκεκριμένα, το αμερικάνικο fund CVC Capital Partners εξαγόρασε το 90.01% της Εθνικής Ασφαλιστικής, αντί του 80% που ήταν το αρχικό αντικείμενο προσφορών και διαπραγμάτευσης και με αυτή τη συμφωνία η συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας έπεσε κάτω  από το 10%, με αποτέλεσμα η τράπεζα απεμπόλησε κι άλλα δικαιώματα που θα είχε αν διατηρούσε ποσοστό τουλάχιστον 10%, κι αυτό έγινε έναντι ονομαστικού τιμήματος 454 εκατ. ευρώ. Από το ονομαστικό αυτό τίμημα, ωστόσο, η Εθνική Τράπεζα θα πάρει σίγουρα μόνο τα 334 εκατ. ευρώ,  ενώ τα υπόλοιπα 120 εκατ. ευρώ θα τα πάρει τμηματικά και υπό αίρεση, εφόσον επιτυγχάνει τους συμφωνημένους στόχους για πωλήσεις τραπεζοασφαλιστικών προϊόντων της Εθνικής Ασφαλιστικής μέσω του δικτύου των καταστημάτων της σε βάθος 15ετίας.

«Μόνο με το πιστόλι στον κρόταφο»

Η συμφωνία αυτή σημαίνει ότι η Εθνική Ασφαλιστική, μια εταιρεία με ενεργητικό 4 δις ευρώ, με κέρδη 81 εκατ. ευρώ, και με ίδια κεφάλαια 1.08 δις ευρώ, δίνεται μόλις στο ένα τρίτο των ιδίων κεφαλαίων της! Είναι δε τόσο ασύμφορη για την Εθνική Τράπεζα που όπως χαρακτηριστικά έγραψε το sofokleousin, «θα τη δεχόταν ένας επιχειρηματίας μόνον με το πιστόλι στον κρόταφο»!

Το Γενικό Συμβούλιο του ΤΧΣ, όμως, ευθυγραμμιζόμενο με την κυβερνητική βούληση, έστω και μετά από δύο δύσκολες συνεδριάσεις, έστω με «πολλές επιφυλάξεις του μελών του λόγω του πολύ χαμηλού τιμήματος», ψήφισε υπέρ της αποδοχής της, ενώ τα φιλοκυβερνητικά οικονομικά media ανέλαβαν τη Δευτέρα να δικαιολογήσουν αυτή την απόφαση, επικαλούμενα τον κίνδυνο να ζητήσουν oι Βρυξέλλες να επιστρέψει η Εθνική Τράπεζα τις κρατικές ενισχύσεις που είχε λάβει στα χρόνια της κρίσης (εκ των οποίων πάντως το μεγαλύτερο μέρος το έχει ήδη  επιστρέψει).

Κι όμως, υπήρχε εναλλακτική

Ο κίνδυνος αυτός όμως στην πραγματικότητα  όμως δεν υφίσταται αφού επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ  και μετά από δικό της αίτημα, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ανταγωνισμού, (DG Comp), με την  απόφαση τροποποίησης, που φέρει την ημερομηνία 10.5.2019, είχε επιτρέψει, αν δεν ολοκληρώνονταν η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής μέσα στο 2020, να προχωρήσει η Εθνική Τράπεζα στην εισαγωγή της ασφαλιστικής της θυγατρικής στο Χρηματιστήριο Αθηνών μέσω αρχικής δημόσιας προσφοράς.

Αυτό σημαίνει ότι για τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας υπήρχε μια προκαθορισμένη εναλλακτική – την οποία υποστήριζε κι ο Σύλλογος Εργαζομένων της Εθνικής Ασφαλιστικής – αν ήθελε να απεγκλωβιστεί από το deal με το CVC και το επιδίωκε με συνέπεια. Παρότι, όμως, είχαμε τον περασμένο Ιανουάριο διαρροές από κύκλους της ΕΤΕ που ανέφεραν ότι η διοίκηση της τράπεζας θα επιλέξει να δώσει την Εθνική Ασφαλιστική μέσω του Χρηματιστηρίου, αντί να την πουλήσει έναντι «πινακίου φακής» στο CVC, τελικά η διοίκηση Μυλωνά επέλεξε όχι μόνο να δώσει την ασφαλιστική της στο CVC αλλά να τη δώσει και σε ακόμη πιο χαμηλή τιμή από αυτήν που υποτίθεται ότι απέρριπτε τον Ιανουάριο.

Σε αμηχανία ο ΣΥΡΙΖΑ 

Να κλείσουμε προσθέτοντας ότι η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, αν και είχε παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς την υπόθεση της πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής στο fund CVC από τον περασμένο Δεκέμβριο και είχε πλήρη εικόνα των αδιαφανών, στα όρια του σκανδάλου, μεθοδεύσεων που τη συνόδευαν και των άλλων προβλημάτων που εγκυμονούσε, κι ενώ ακόμη είχε λάβει θέση κατά της πώλησης, χαρακτηρίζοντάς της ως  «πρωτοφανές οικονομικό, νομικό και ηθικό σκάνδαλο υπό εκκόλαψη», δεν κατάφερε τελικά να δώσει την πολιτική μάχη για τη ματαίωση της εκποίησης της κορυφαίας ελληνικής ασφαλιστικής, καθώς βρέθηκε σε αμηχανία με τη θέσπιση του ειδικού ακαταδίωκτου με την οποία κάλυψε τα στελέχη του ΤΧΣ, για τις ζημιές που θα προκαλέσουν με τις αποφάσεις τους στο Δημόσιο, η κυβέρνηση της ΝΔ στις αρχές Μαρτίου.

Θα δώσει όμως πολιτική μάχη για την ΑΜΚ της Πειραιώς

Το γεγονός μάλιστα ότι αμέσως μετά τη θέσπιση του ειδικού ακαταδίωκτου, ήρθαν  ταυτόχρονα για ψήφιση στο ΤΧΣ τα δύο μεγάλα κι εκκρεμή «αγκάθια» του χρηματοπιστωτικού τομέα, αφενός της λιγότερο κι από μισοτιμής πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής, την οποία πολλά μέλη του ΔΣ της Εθνικής αρνούνταν επί τρεις μήνες να επικυρώσουν φοβούμενα τυχόν διατύπωση κατηγοριών για απιστία σε βάρος τους, κι αφετέρου η ακόμη πιο σκανδαλώδης αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς, με όρους ληστρικούς σε βάρος του Δημοσίου και των μικρομετόχων, οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην επιλογή να δώσει την πολιτική μάχη για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς.

Η επιλογή αυτή είναι πολιτικά ορθή, αφού στην υπόθεση της επικείμενης ΑΜΚ της Πειραιώς η επαπειλούμενη ζημιά του Δημοσίου όχι μόνον είναι πολύ μεγαλύτερη, αλλά και συνοδεύεται από την οριστική απώλεια της δυνατότητας να ανακτήσει το Δημόσιο τα άνω των 10 δις ευρώ, που έχει συνεισφέρει στην Πειραιώς τα τελευταία 10 χρόνια είτε για ανακεφαλαιοποιήσεις είτε για κάλυψη χρηματοδοτικών κενών.

Παρά την πολιτική της ορθότητα, ωστόσο, όμως, η επιλογή αυτή σήμανε την εγκατάλειψη της υπόθεσης της Εθνικής Ασφαλιστικής στην τύχη της.

Documento Newsletter